Ο αγώνας της Εθνεγερσίας του 1821 έχει πολλές πτυχές ηρωισμών και άλλων σημαντικών πράξεων, ανάμεσα στις οποίες μεγάλο μέρος κατέχουν και οι φιλέλληνες, οι οποίοι μέσα από ένα πέπλο άλλοτε ρομαντισμού και άλλοτε τυχοδιωκτισμού, έγραψαν τις δικές τους σελίδες ιστορίας. Πολλοί από αυτές τις ευγενείς μορφές των φιλελλήνων παραμένουν σήμερα άγνωστες και είναι απλά, καταγεγραμμένες σε απρόσιτα αρχεία ή μας τις υπενθυμίζουν διάφορα μνημεία σε τόπους μαχών.
Για παράδειγμα στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι υπάρχει μνημείο των Σουηδών φιλελλήνων, που αγωνίστηκαν μαζί με τους Έλληνες για την ελευθερία της Ελλάδας. Σήμερα, θα γνωρίσουμε έναν άγνωστο Σουηδό Φιλέλληνα, τον Αύγουστο Μαξιμιλιανό Μύρμπεργκ, που ήρθε εθελοντικά στην μαχόμενη Ελλάδα και έφτασε να γίνει και φρούραρχος του Ναυπλίου.Γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου το 1799,δηλαδή την τελευταία ημέρα του 18ου αιώνα, στο Uleaborg της Φινλανδίας. Ο πατέρας του Γουσταύος, διευθυντής τελωνείου, ήταν Σουηδός και η μητέρα του Χριστίνα Σοβέλιους ανήκε σε εμπορική οικογένεια της Φινλανδίας.
*Η οικία των Μύρμπεργκ, που σώζεται στη Φινλανδία. Μπροστά φαίνεται η προτομή του Αύγουστου Μαξιμιλιανού Μύρμπεργκ
Προ της ενάρξεως του Φινλανδικού πολέμου το 1808, η οικογένεια του έμενε έξω από την πόλη και ο μικρός Μύρμπεργκ έδειξε την κλίση του να αψηφά τους κινδύνους, αλλά και τη σωματική του ρώμη, που τον έκανε ατρόμητο. Στον πόλεμο εκείνο οι Ρώσοι είχαν καταλάβει την περιοχή του και ο στρατηγός Καμένσκυ με το επιτελείο του εγκαταστάθηκαν στην οικία της οικογένειας Μύρμπεργκ.
Ο πατέρας του μικρού Αύγουστου Μαξιμιλιανού πήρε την οικογένειά του και έφυγε στη Σουηδία όπου ασχολήθηκε πάλι με τελωνειακές εργασίες. Πέθανε το 1822 και άφησε τη γυναίκα του, χήρα με έξι παιδιά σε κατάσταση πενίας. Ο Αύγουστος Μαξιμιλιανός είχε μπει σε ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα, όπου μεγάλωνε και σε ηλικία 16 ετών άρχισε να σπουδάζει νομικές επιστήμες. Μετά από διετή φοίτηση πήγε στο Άβο της Φινλανδίας όπου συνέχισε τις σπουδές του. Το 1822 επέστρεψε στη Σουηδία και υπηρέτησε στο στρατό. Ένα χρόνο αργότερα, χωρίς πόρους και απελπισμένος για το μέλλον του, μπάρκαρε σε ένα φινλανδικό πλοίο που πήγαινε στην Πορτογαλία.
Στη Λισαβόνα, διαφώνησε με τον πλοίαρχο, παράτησε το πλοίο και αναμίχθηκε με τους Ισπανούς επαναστάτες του Ραφαέ Ντελ Ριέγο, που πολεμούσαν κατά του βασιλιά Φερδινάνδου Ζ΄. Τελικά, γαλλικά στρατεύματα τον συνέλαβαν αιχμάλωτο και τον οδήγησαν στη Μασσαλία. Αργότερα βρέθηκε στο Παρίσι, τον χειμώνα του 1823. Εκεί ήρθε σε επαφή με τα φιλελληνικά κομιτάτα και έτσι κατόρθωσε να επιβιβασθεί σε ένα πλοίο και να φτάσει στις αρχές του 1824 στο Ναύπλιο, όπου κατετάγη στο ελληνικό Ιππικό, που είχε οργανώσει ο γενναίος φιλέλληνας Regnault de St Jean d’ Angely, ο οποίος αργότερα αναδείχθηκε στρατάρχης της Γαλλίας.
Το 1825 ο Μύρμπεργκ πολεμώντας στην Εύβοια τραυματίσθηκε βαριά στον αριστερό κρόταφο. Το 1826 πήρε μέρος στην πολιορκία της Ακρόπολης, που κατείχε ο Ρεσήτ Πασάς. Ο αγώνας αυτός κράτησε εννέα μήνες και ο Μύρμπεργκ τραυματίσθηκε στο πόδι, στη μάχη του Χαϊδαρίου.
Προήχθη στο βαθμό του λοχαγού και πήρε μέρος στη μάχη της Κωλιάδας Άκρας, στις 6 Μαΐου 1827, δηλαδή στην περιοχή του Αγίου Κοσμά. Στη μάχη αυτή έγινε μεγάλη σφαγή και ο Μύρμπεργκ, πυροβολούμενος και καταδιωκόμενους από Τούρκους ιππείς, κατόρθωσε να διαφύγει πέφτοντας στη θάλασσα με το όπλα του για να μην τα εγκαταλείψει. Κολυμπώντας έφτασε έως τα ελληνικά πλοία. Την επομένη ο ναύαρχος Τσώρτς υπέγραψε ειδικό μαρτυρικό έγγραφο, με το οποίο επιβεβαίωνε την ανδρεία που επέδειξε στη μάχη ο Σουηδός φιλέλληνας. Αργότερα ο ήρωας μας τέθηκε υπό τις διαταγές του Φαβιέρου και πολέμησε το 1828 στη Χίο. Ο Άγγλος ιστορικός Τόμας Γκόρντον χαρακτήρισε τον Μύρμπεργ «άριστον και γενναιότατον μεταξύ των φιλελλήνων, θαυμαστόν δια την δύναμιν και το παράστημα και την τόλμην, ών και πρότυπον παράδειγμα ηθικής».
Στη συνέχεια υπηρέτησε υπό τον Γερμανό φιλέλληνα ‘Ειντεκ και το 1829 αναδείχθηκε σε φρούραρχο Ναυπλίου στο Παλαμήδι, από 26 Ιουλίου.
Αργότερα ο βασιλεύς Όθων τον παρασημοφόρησε με τον Σταυρό του Σωτήρος. Η ελληνική κυβέρνηση του παραχώρησε ως εθνική αμοιβή μια μικρή σύνταξη και κάποιο αγρόκτημα, το οποίο όμως ο αφιλοκερδής Αύγουστος όταν έφυγε από την Ελλάδα το εγκατέλειψε και παραχωρήθηκε σε κάποιον άλλον.
Έφτασε στα πρόθυρα της αυτοκτονίας
Ο Μύρμπεργκ συνήθιζε να αφηγείται και να διασκεδάζει, ένα περιστατικό της ζωής του, που είχε μείνει στη μνήμη του.
Σε κάποια μάχη, πληγωμένος και κατάκοπος, είχε κατορθώσει να διαφύγει μέσα από τις τάξεις των Τούρκων. Κατέφυγε σε ένα κοντινό δάσος, αλλά και όλη την νύχτα διέτρεχε τον κίνδυνο να ανακαλυφθεί. Είχε αρχίσει να σκέφτεται ακόμα και να αυτοκτονήσει, παρά να παραδοθεί στους Τούρκους. Θύμιζε μάλιστα, ότι όλοι οι αγωνιστές είχαν πάντα μαζί τους μια πιστόλα, για τέτοιες απελπιστικές καταστάσεις γιατί οι Τούρκοι για κάθε κεφάλι εχθρικό, έπαιρναν ξεχωριστή γενναία αμοιβή!!! Το πιστόλι αυτό το κρατούσε συνεχώς στα χέρια του, όταν άκουσε τον καλπασμό ενός αλόγου.
Όταν μάλιστα ο ήχος πλησίασε αρκετά, ο Αύγουστος πυροβόλησε και το άλογο σταμάτησε να προχωρεί. Μέσα από τους θάμνους που ήταν κρυμμένος, παρατήρησε ότι η σφαίρα του είχε χτυπήσει το φορτίο του αλόγου, το οποίο δεν είχε αναβάτη!!! Τότε πέταξε το φορτίο ανέβηκε στο άλογο και κατόρθωσε να εντοπίσει τους Έλληνες και να σωθεί.
Έλεγε ακόμα, πως δεν μπορούσε να συμμορφωθεί με την νέα τάξη πραγμάτων που επέβαλε ο Καποδίστριας, τον νεποτισμό, τον συντηρητισμό αλλά και την φιλορωσική στάση του και το 1830 παραιτήθηκε από το αξίωμα του φρουράρχου Ναυπλίου.
*Η αναμνηστική πλάκα, που τοποθετήθηκε το 2009 στο Ναύπλιο
Η στήριξή του στους Πολωνούς
Τον Ιανουάριο του 1831 αποφάσισε, χωρίς να έχει σκοπό να εγκαταλείψει την Ελλάδα, να ξαναγυρίσει να δει μετά από έξι χρόνια την πατρίδα του τη Σουηδία.
Με πολεμικό πλοία πήγε στη Μάλτα. Από εκεί στην Ισπανία και τελικά έφτασε στο Παρίσι. Στην Ισπανία πιάστηκε αιχμάλωτος, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει. Στο Παρίσι έμαθε τα μαντάτα που επικρατούσαν στην Ευρώπη και τον συνεπήρε ο ενθουσιασμός για την Πολωνία, που μάχονταν για την ελευθερία της εναντίον των Ρώσων. Στη γαλλική πρωτεύουσα βρήκε φίλους του Φαβιέρου, οι οποίοι τον εφοδίασαν με συστατικές επιστολές για τους αρχηγούς της Πολωνικής εξέγερσης. Έτσι πήρε το δρόμο για την Πολωνία. Όταν έφτασε στα σύνορα Πολωνίας- Αυστρίας, οι Αυστριακοί που είχαν κλείσει τα σύνορα, δεν επέτρεπαν τη διέλευση. Ο Μύρμπεργκ δεν δείλιασε και έπεσε στα νερά του ποταμού Βιστούλα, ενώ οι Αυστριακοί τον πυροβολούσαν…
Στην Πολωνία πήρε μέρος σε διάφορες μάχες, αλλά συνελήφθη αιχμάλωτος. Ένας Ρώσος λοχαγός όμως, που είχε μείνει πριν χρόνια στο πατρικό σπίτι του Μύρμπεργκ στη Φινλανδία, τον βοήθησε να διαφύγει κρυφά. Καταπονημένος και χωρίς χρήματα κατέφυγε στο Παρίσι. Εκεί, χάρη στις γνωριμίες του έπιασε δουλειά ως γραμματέας.
Το 1836, τον κάλεσε και τον φιλοξένησε στη Σκωτία ο λόρδος Γκόρντον, που τον γνώριζε.
Προ της ενάρξεως του Φινλανδικού πολέμου το 1808, η οικογένεια του έμενε έξω από την πόλη και ο μικρός Μύρμπεργκ έδειξε την κλίση του να αψηφά τους κινδύνους, αλλά και τη σωματική του ρώμη, που τον έκανε ατρόμητο. Στον πόλεμο εκείνο οι Ρώσοι είχαν καταλάβει την περιοχή του και ο στρατηγός Καμένσκυ με το επιτελείο του εγκαταστάθηκαν στην οικία της οικογένειας Μύρμπεργκ.
Ο πατέρας του μικρού Αύγουστου Μαξιμιλιανού πήρε την οικογένειά του και έφυγε στη Σουηδία όπου ασχολήθηκε πάλι με τελωνειακές εργασίες. Πέθανε το 1822 και άφησε τη γυναίκα του, χήρα με έξι παιδιά σε κατάσταση πενίας. Ο Αύγουστος Μαξιμιλιανός είχε μπει σε ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα, όπου μεγάλωνε και σε ηλικία 16 ετών άρχισε να σπουδάζει νομικές επιστήμες. Μετά από διετή φοίτηση πήγε στο Άβο της Φινλανδίας όπου συνέχισε τις σπουδές του. Το 1822 επέστρεψε στη Σουηδία και υπηρέτησε στο στρατό. Ένα χρόνο αργότερα, χωρίς πόρους και απελπισμένος για το μέλλον του, μπάρκαρε σε ένα φινλανδικό πλοίο που πήγαινε στην Πορτογαλία.
Στη Λισαβόνα, διαφώνησε με τον πλοίαρχο, παράτησε το πλοίο και αναμίχθηκε με τους Ισπανούς επαναστάτες του Ραφαέ Ντελ Ριέγο, που πολεμούσαν κατά του βασιλιά Φερδινάνδου Ζ΄. Τελικά, γαλλικά στρατεύματα τον συνέλαβαν αιχμάλωτο και τον οδήγησαν στη Μασσαλία. Αργότερα βρέθηκε στο Παρίσι, τον χειμώνα του 1823. Εκεί ήρθε σε επαφή με τα φιλελληνικά κομιτάτα και έτσι κατόρθωσε να επιβιβασθεί σε ένα πλοίο και να φτάσει στις αρχές του 1824 στο Ναύπλιο, όπου κατετάγη στο ελληνικό Ιππικό, που είχε οργανώσει ο γενναίος φιλέλληνας Regnault de St Jean d’ Angely, ο οποίος αργότερα αναδείχθηκε στρατάρχης της Γαλλίας.
Το 1825 ο Μύρμπεργκ πολεμώντας στην Εύβοια τραυματίσθηκε βαριά στον αριστερό κρόταφο. Το 1826 πήρε μέρος στην πολιορκία της Ακρόπολης, που κατείχε ο Ρεσήτ Πασάς. Ο αγώνας αυτός κράτησε εννέα μήνες και ο Μύρμπεργκ τραυματίσθηκε στο πόδι, στη μάχη του Χαϊδαρίου.
Προήχθη στο βαθμό του λοχαγού και πήρε μέρος στη μάχη της Κωλιάδας Άκρας, στις 6 Μαΐου 1827, δηλαδή στην περιοχή του Αγίου Κοσμά. Στη μάχη αυτή έγινε μεγάλη σφαγή και ο Μύρμπεργκ, πυροβολούμενος και καταδιωκόμενους από Τούρκους ιππείς, κατόρθωσε να διαφύγει πέφτοντας στη θάλασσα με το όπλα του για να μην τα εγκαταλείψει. Κολυμπώντας έφτασε έως τα ελληνικά πλοία. Την επομένη ο ναύαρχος Τσώρτς υπέγραψε ειδικό μαρτυρικό έγγραφο, με το οποίο επιβεβαίωνε την ανδρεία που επέδειξε στη μάχη ο Σουηδός φιλέλληνας. Αργότερα ο ήρωας μας τέθηκε υπό τις διαταγές του Φαβιέρου και πολέμησε το 1828 στη Χίο. Ο Άγγλος ιστορικός Τόμας Γκόρντον χαρακτήρισε τον Μύρμπεργ «άριστον και γενναιότατον μεταξύ των φιλελλήνων, θαυμαστόν δια την δύναμιν και το παράστημα και την τόλμην, ών και πρότυπον παράδειγμα ηθικής».
Στη συνέχεια υπηρέτησε υπό τον Γερμανό φιλέλληνα ‘Ειντεκ και το 1829 αναδείχθηκε σε φρούραρχο Ναυπλίου στο Παλαμήδι, από 26 Ιουλίου.
Αργότερα ο βασιλεύς Όθων τον παρασημοφόρησε με τον Σταυρό του Σωτήρος. Η ελληνική κυβέρνηση του παραχώρησε ως εθνική αμοιβή μια μικρή σύνταξη και κάποιο αγρόκτημα, το οποίο όμως ο αφιλοκερδής Αύγουστος όταν έφυγε από την Ελλάδα το εγκατέλειψε και παραχωρήθηκε σε κάποιον άλλον.
Έφτασε στα πρόθυρα της αυτοκτονίας
Ο Μύρμπεργκ συνήθιζε να αφηγείται και να διασκεδάζει, ένα περιστατικό της ζωής του, που είχε μείνει στη μνήμη του.
Σε κάποια μάχη, πληγωμένος και κατάκοπος, είχε κατορθώσει να διαφύγει μέσα από τις τάξεις των Τούρκων. Κατέφυγε σε ένα κοντινό δάσος, αλλά και όλη την νύχτα διέτρεχε τον κίνδυνο να ανακαλυφθεί. Είχε αρχίσει να σκέφτεται ακόμα και να αυτοκτονήσει, παρά να παραδοθεί στους Τούρκους. Θύμιζε μάλιστα, ότι όλοι οι αγωνιστές είχαν πάντα μαζί τους μια πιστόλα, για τέτοιες απελπιστικές καταστάσεις γιατί οι Τούρκοι για κάθε κεφάλι εχθρικό, έπαιρναν ξεχωριστή γενναία αμοιβή!!! Το πιστόλι αυτό το κρατούσε συνεχώς στα χέρια του, όταν άκουσε τον καλπασμό ενός αλόγου.
Όταν μάλιστα ο ήχος πλησίασε αρκετά, ο Αύγουστος πυροβόλησε και το άλογο σταμάτησε να προχωρεί. Μέσα από τους θάμνους που ήταν κρυμμένος, παρατήρησε ότι η σφαίρα του είχε χτυπήσει το φορτίο του αλόγου, το οποίο δεν είχε αναβάτη!!! Τότε πέταξε το φορτίο ανέβηκε στο άλογο και κατόρθωσε να εντοπίσει τους Έλληνες και να σωθεί.
Έλεγε ακόμα, πως δεν μπορούσε να συμμορφωθεί με την νέα τάξη πραγμάτων που επέβαλε ο Καποδίστριας, τον νεποτισμό, τον συντηρητισμό αλλά και την φιλορωσική στάση του και το 1830 παραιτήθηκε από το αξίωμα του φρουράρχου Ναυπλίου.
*Η αναμνηστική πλάκα, που τοποθετήθηκε το 2009 στο Ναύπλιο
Η στήριξή του στους Πολωνούς
Τον Ιανουάριο του 1831 αποφάσισε, χωρίς να έχει σκοπό να εγκαταλείψει την Ελλάδα, να ξαναγυρίσει να δει μετά από έξι χρόνια την πατρίδα του τη Σουηδία.
Με πολεμικό πλοία πήγε στη Μάλτα. Από εκεί στην Ισπανία και τελικά έφτασε στο Παρίσι. Στην Ισπανία πιάστηκε αιχμάλωτος, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει. Στο Παρίσι έμαθε τα μαντάτα που επικρατούσαν στην Ευρώπη και τον συνεπήρε ο ενθουσιασμός για την Πολωνία, που μάχονταν για την ελευθερία της εναντίον των Ρώσων. Στη γαλλική πρωτεύουσα βρήκε φίλους του Φαβιέρου, οι οποίοι τον εφοδίασαν με συστατικές επιστολές για τους αρχηγούς της Πολωνικής εξέγερσης. Έτσι πήρε το δρόμο για την Πολωνία. Όταν έφτασε στα σύνορα Πολωνίας- Αυστρίας, οι Αυστριακοί που είχαν κλείσει τα σύνορα, δεν επέτρεπαν τη διέλευση. Ο Μύρμπεργκ δεν δείλιασε και έπεσε στα νερά του ποταμού Βιστούλα, ενώ οι Αυστριακοί τον πυροβολούσαν…
Στην Πολωνία πήρε μέρος σε διάφορες μάχες, αλλά συνελήφθη αιχμάλωτος. Ένας Ρώσος λοχαγός όμως, που είχε μείνει πριν χρόνια στο πατρικό σπίτι του Μύρμπεργκ στη Φινλανδία, τον βοήθησε να διαφύγει κρυφά. Καταπονημένος και χωρίς χρήματα κατέφυγε στο Παρίσι. Εκεί, χάρη στις γνωριμίες του έπιασε δουλειά ως γραμματέας.
Το 1836, τον κάλεσε και τον φιλοξένησε στη Σκωτία ο λόρδος Γκόρντον, που τον γνώριζε.
Ο τάφος του στη Στοκχόλμη
Δοξασμένος αλλά πάμπτωχος
Ο Αύγουστος Μαξιμιλιανός Μύρμπεργκ το 1840 επέστρεψε δοξασμένος αλλά πάμπτωχος στην πατρίδα του. Το 1842 υπέβαλε στον βασιλέα της Σουηδίας Κάρολο ΙΔ΄ έκθεση για τη συμμετοχή του στους αγώνες της Ελλάδας και αυτός τον έστειλε με το βαθμό του λοχαγού στη νήσο του Αγίου Βαρθολομαίου, σουηδική αποικία τότε. Ανήσυχο πνεύμα όμως, δεν έμεινε για πολύ καιρό εκεί και επέστρεψε στη Σουηδία. Η Σουηδική κυβέρνηση του απένειμε το Σταυρό των Ιπποτών του Τάγματος του Ξίφους. Το 1852 επισκέφθηκε την γενέτειρά του Φινλανδία και το 1863 ταξίδεψε στην Ιταλία.
Το 1867 ασθένησε από πνευμονία και μετά από 14 μέρες πέθανε στο σπίτι της αδερφής του Hedvig στις 31 Μαρτίου, έχοντας το βαθμό του ταγματάρχη. Ήταν ανύπαντρος. Τον έθαψαν με πολλές τιμές στο νεκροταφείο του Αγίου Ιωάννη στη Στοκχόλμη. Στη βάση του ταφικού μνημείου του, έχει χαραχθεί με χρυσά γράμματα μια υπενθύμιση ότι η Ελλάδα, η Πολωνία και η Ισπανία μαρτυρούν για την τόλμη και τον ηρωισμό του Αύγουστου Μαξιμιλιανού Μύρμπεργκ.*Η βάση του τάφου του που υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα, η Πολωνία και η Ισπανία,
μαρτυρούν για την τόλμη και τον ηρωισμό του Αύγουστου Μαξιμιλιανού Μύρμπεργκ
Το 1996, κατά την επίσκεψη στη Φινλανδία του Προέδρου Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου, ο πρόεδρος Μάρτι Αχτισάαρι αναφέρθηκε στη δράση στην Ελλάδα του Αύγουστου Μαξιμιλιανού Μύρμπεργκ.
Στις 19 Μαΐου 2009, ο Φινλανδός Υπουργός Πολιτισμού, Stefan Wallin, έκανε στο Ναύπλιο, τα αποκαλυπτήρια μιας τιμητικής μαρμάρινης πλάκας για τον Μύρμπεργκ
Εμείς από την πλευρά μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε, αυτούς που αγωνίστηκαν για την ελευθερία της Ελλάδας.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Πηγές:
-Περιοδικό ΑΡΜΟΝΙΑ, 1901.