Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου θεωρείται το τελειότερο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Φημισμένο για την άψογη ακουστική του, και την απόλυτη αρμονία του με το φυσικό τοπίο, έχει χαρακτηριστεί ως μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO.
Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου χτίστηκε μεταξύ 340-330 π.Χ. από τον Αργείο Πολύκλειτο, σύμφωνα με τον Παυσανία, ο οποίος έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά και την αρμονία των αρχιτεκτονικών μελών του. Ο λόγος δημιουργίας του ήταν η διασκέδαση των ασθενών του γειτονικού Ασκληπιείου, αλλά και για να αποτελέσει ένα μέσο θερα- πείας, καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως η παρακολούθηση παραστάσεων είχε ευεργετικά αποτελέσματα στην ψυχική και σωματική υγεία των ασθενών.
Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου χτίστηκε μεταξύ 340-330 π.Χ. από τον Αργείο Πολύκλειτο, σύμφωνα με τον Παυσανία, ο οποίος έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά και την αρμονία των αρχιτεκτονικών μελών του. Ο λόγος δημιουργίας του ήταν η διασκέδαση των ασθενών του γειτονικού Ασκληπιείου, αλλά και για να αποτελέσει ένα μέσο θερα- πείας, καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως η παρακολούθηση παραστάσεων είχε ευεργετικά αποτελέσματα στην ψυχική και σωματική υγεία των ασθενών.
Το θέατρο χωρούσε 13.000 θεατές, ενώ χωριζόταν σε δύο μέρη. Το άνω τμήμα του κοίλου είχε είκοσι μία σειρές εδωλίων για το λαό, ενώ το κάτω, τριάντα τέσσερις σειρές καθισμάτων για τους ιερείς και τους άρχοντες. Το αρχαίο θέατρο αποκαλύφθηκε ολοκληρωτικά ύστερα από ανα- σκαφές που πραγματοποίησε ο αρχαιολόγος Παναγιώτης Καββαδίας, υπό την αιγίδα της Αθηναϊκής Αρχαιολογικής Εταιρείας, κατά το διάστημα 1881-1926.
Λίγα χρόνια μετά, το 1938, πραγματοποιείται η πρώτη μετά την αρχαιότητα παράσταση. Πρόκειται για την «Ηλέκτρα» του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη. Η τραγωδία του Σοφοκλή παίζεται στην αρχαία ορχήστρα, χωρίς σκηνικά και φωτισμούς (ελλείψει ηλεκτροδότησης), με το φυσικό φως του απογεύματος. Την Ηλέκτρα ερμηνεύει η Κατίνα Παξινού, ενώ το ρόλο της Κλυταιμνήστρας υποδύεται η Ελένη Παπαδάκη.
Τη διοργάνωση της ιστορικής παράστασης είχε αναλάβει η Περιηγητική Λέσχη, με στόχο την καθιέρωση, στη συνέχεια, «σεζόν Επιδαύρου» αλλά η κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Εμφύλιος Πόλεμος που θα ακολουθήσει, θα αναστείλουν τα φιλόδοξα σχέδια.
Η κήρυξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και ο εμφύλιος που θα ακολουθήσει θα αναστείλουν προσωρινά τις παραστάσεις στο αργολικό θέατρο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, οι αναστηλωτικές εργασίες έδωσαν τη δυνατότητα στο χώρο να υποδέχεται περισσότερους θεατές.Δεκαέξι χρόνια μετά την πρώτη παράσταση, μπαίνουν τα θεμέλια ενός μεγάλου θεσμού: του Φεστιβάλ Επιδαύρου. Ο « Ιππόλυτος» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, θα αποτελέσει, το 1954, τη γενική δοκιμή του νεοσύστατου θεσμού. Η επίσημη έναρξη θα πραγματοποιηθεί το 1955 με την «Εκάβη», σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και πρωταγωνίστρια την Κατίνα Παξινού.
Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 1938
«Ανέζησε η Σοφόκλειος Τραγωδία, ανέζησε η Ηλέκτρα εμπρός εις το πολυάριθμον κοινόν που εξεκίνησε όχι μόνον από τας Αθήνας δια να παρακολουθήση την υψηλήν αυτήν μυσταγωγίαν αλλά και από πολλάς γειτονικάς της Επιδαύρου γωνίας της Πελοπονήσσου».
Τη διοργάνωση της ιστορικής παράστασης είχε αναλάβει η Περιηγητική Λέσχη, με στόχο την καθιέρωση, στη συνέχεια, «σεζόν Επιδαύρου» αλλά η κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Εμφύλιος Πόλεμος που θα ακολουθήσει, θα αναστείλουν τα φιλόδοξα σχέδια.
Οι παραστάσεις σταμάτησαν στην συνέχεια λόγω του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, το θέατρο δέχτηκε εργασίες αναστήλωσης και το 1955 εγκαινιάστηκε το Φεστιβάλ Επιδαύρου που έκτοτε περιλαμβάνει παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο κάθε καλοκαίρι.
Για τις επόμενες δύο δεκαετίες, αποκλειστικός «χρήστης» της Επιδαύρου είναι το Εθνικό Θέατρο. Παρά τις διαφοροποιήσεις των εκάστοτε σκηνοθετών, διαμορφώνεται ένα ενιαίο ύφος.Σημαντικοί ηθοποιοί και νέοι τραγωδοί αναδεικνύουν μία κλασικίζουσα αισθητική γραμμή. Το εικαστικό μέρος υπογράφουν οι μόνιμοι «Διόσκουροι» της κρατικής σκηνής, ο σκηνογράφος Κλεόβουλος Κλεώνης με τους αρχιτεκτονικούς όγκους του και ο ενδυματολόγος Αντώνης Φωκάς με τις διάσημες πτυχώσεις των χιτώνων του.
Το 1957 ακούγεται για πρώτη φορά στην Επίδαυρο ο αριστοφανικός λόγος· η Μαίρη Αρώνη ερμηνεύει τη «Λυσιστράτη», σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, σε μία παράσταση που είναι σαφής η προσπάθεια ανανέωσης της παραδοσιακής σκηνοθετικής προσέγγισης. Ένα σύντομο αλλά μοναδικό λυρικό διάλειμμα αποτέλεσαν οι δύο εμφανίσεις της μεγάλης ντίβας της όπερας, Μαρίας Κάλλας, για δύο συναπτά έτη, στη «Νόρμα» του Bellini (1960) και τη «Μήδεια» του Cherubini (1961). Το 1975, ένα καλοκαίρι μετά τη μεταπολίτευση, το Φεστιβάλ Επιδαύρου θα ανοίξει τις πύλες του στο Θέατρο Τέχνης, το αντίπαλον δέος του Εθνικού Θεάτρου. Οι θρυλικοί «Όρνιθες», σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, σκηνικά – κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη, μουσική Μάνου Χατζιδάκι και χορογραφία Ζουζούς Νικολούδη θα ταράξουν τα λιμνάζοντα νερά .
Θα ακολουθήσουν οι περίφημοι «Πέρσες» (1976) σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν και μουσική Γιάννη Χρήστου. Το 1975 εντάσσεται στα Επιδαύρια το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη. Στη συνέχεια, το κατώφλι του Φεστιβάλ θα περάσουν ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου και το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου. Με την πάροδο του χρόνου και την έλευση της δεκαετίας του ’80, η Επίδαυρος «ανοίγει» για όλα τα θεατρικά σχήματα και τους ηθοποιούς.
Οι παραστάσεις-σταθμοί: 1978, η Μελίνα Μερκούρη πρωταγωνιστεί στην «Ορέστεια» του Καρόλου Κουν –40.000 θεατές είδαν την παράσταση!– και φέρνει για πρώτη φορά στην Επίδαυρο τον αέρα της σταρ και ένα νέο «σύστημα» επιλογής των πρωταγωνιστών των παραστάσεων που κατεβαίνουν στην Αργολίδα· 1981, ένας εξαιρετικός Ντίνος Ηλιόπουλος στις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη· την ίδια χρονιά ο Μάνος Κατράκης στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή· 1982, ο Peter Hall με την «Ορέστειά» του· η Λυδία Κονιόρδου, το 1989, στην «Ηλέκτρα» από το Θεσσαλικό Θέατρο· η «Αντιγόνη» του Θόδωρου Τερζόπουλου, το 1995. Παραστάσεις που προκάλεσαν ποικίλα σχόλια ήταν η «Ελένη» του Ανδρέα Βουτσινά με το πρώτο γυμνό στο χώρο –γυμνόστηθο χορό– καθώς και πυροτεχνήματα· η «Άλκηστη» του Γιάννη Χουβαρδά, το 1984· η «Ηλέκτρα» του Robert Sturua, το 1987, με την Τζένη Καρέζη· η «Αντιγόνη» του Μίνωα Βολανάκη, το 1990, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, που προκάλεσε ατελείωτες αρνητικές κριτικές για την άλωση του χώρου από τη σταρ· οι «Βάκχες» του Matias Langhoff, το 1997· η «Μήδεια» του Anatoli Vasilief, το 2008· η «Φαίδρα» του Nicholas Hytner με την Helen Mirren, το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι» του Sam Mendes με τον Ethan Hawke, το 2009 και o «Ριχάρδος ο 3ος» και πάλι του Mendes με τον Κevin Spacey το 2011. Από το 2006 η Επίδαυρος γίνεται πιο διεθνής, αφενός φιλοξενώντας στην αρχαία σκηνή της διάσημους καλλιτέχνες, αφετέρου οργανώνοντας συμπαραγωγές με σημαντικά φεστιβάλ και οργανισμούς του εξωτερικού. Το ερώτημα για το τι πρέπει να παίζεται στο αρχαίο θέατρο παραμένει πάντοτε επίκαιρο, προκαλώντας συνεχείς συζητήσεις και κριτικές από όλο τον κόσμο. Παρόλα αυτά, τίποτε δεν μειώνει τη μαγεία μιας βραδιάς στην αργολική γη, σε ένα χώρο ευλογημένο εδώ και αιώνες. Η Επίδαυρος είναι μία αξέχαστη εμπειρία.