Μετά την επιτυχημένη έκδοση «Άργος το Πολυδίψιον» ο Φιλόλογος - Συγγραφέας Οδυσσέας Κουμαδωράκης, μας παραδίδει άλλο ένα πόνημά του, με τίτλο «Στα χνάρια του χθες». Το βιβλίο αυτό έρχεται να προστεθεί και να εμπλουτίσει την ήδη σημαντική σειρά των ερευνητικών βιβλίων των εκδόσεων « Εκ προοιμίου».
Οι ιστορικές αναδρομές, που φτάνουν καμιά φορά μέχρι την αρχαία μυθολογία, και η εικόνα μιας κοινωνίας φτωχής αλλά υπερήφανης, με αρκετά λαογραφικά, οικονομικά και άλλα στοιχεία συνθέτουν το πνευματικό προϊόν μιας επίπονης και δημιουργικής αναζήτησης τριών χρόνων. Κάθε παραδοσιακό επάγγελμα έχει την ιστορία του και πολλά μαζί διαμορφώνουν τον ιστό της κοινωνίας μιας παλιότερης εποχής, όπου τα τεχνολογικά δεδομένα και το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων ήταν χαμηλού επιπέδου. Αυτό είναι το αντικείμενο του βιβλίου.
Το βιβλίο πλαισιώνεται με δεκάδες φωτογραφίες που τεκμηριώνουν την περιγραφή των επαγγελμάτων και των εθιμικών παραδόσεων στα κείμενα του συγγραφέα.
Τα όποια ιδιάζοντα τοπικά πολύμορφα στοιχεία, βιώματα και εμπειρίες εθνοχαρακτηριστικών της περιοχής, ίσως να αποτελέσουν μελλοντικά αντικείμενο έρευνας για ιστορικούς και λαογράφους και να ενταχθούν στα εθνικά εθιμικά στερεότυπα.
Στην εξαντλητική συγγραφική περιπλάνηση αυτού του έργου, βήμα προς βήμα ο συγγραφέας, τινάζοντας απαλά - σχεδόν θωπευτικά - τη σκόνη του παρελθόντος, σαν εικαστικός καλλιτέχνης, αναδύει λησμονημένες στιγμές μικροϊστορίας, θέλοντας να ανασυνθέσει τη συλλογική μας μνήμη, μέσα από μια συμβολική περιπλάνηση στο χρόνο και την ιστορία μας.
Με έναν γλαφυρό, ρέοντα λόγο, μας μεταφέρει σε άλλες εποχές, που παραμένουν σιωπηλές σε κάποια κρυμμένη πτυχή της ψυχής μας.
« Οι άνθρωποι ήταν αυτάρκεις και ολιγαρκείς. Δεν αναζητούσαν την ευημερία στα πολλά, αλλά περιορίζονταν στα απαραίτητα. Την έννοια της ευημερίας δεν τη γνώριζαν. Κληρονομούσαν οι αγρότες από τους πατεράδες τους τρόπους καλλιέργειας της γης, οι τεχνίτες τη μαστοριά, οι γυναίκες τη νοικοκυροσύνη, κληρονομούσαν και διατηρούσαν με ευλάβεια τα λαϊκά έθιμα και συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς. Οι ξωμάχοι δούλευαν σκληρά με πρωτόγονους σχεδόν τρόπους να κάμουν τη γη να καρπίσει. Στα κακοτράχαλα και άγονα μέρη ξελιθάριζαν, έχτιζαν ξερολιθιές, έτριβαν την πέτρα να την κάμουν χώμα. Δεν ήξεραν από ωράρια. Νύχτα ξεκινούσαν και νύχτα επέστρεφαν στο φτωχικό τους, «άστρι μ’ άστρι». Το ίδιο και οι μαστόροι, οι χτίστες και οι πετράδες.
Το ίδιο κι άλλοι τεχνίτες κι επαγγελματίες. Δε γνώριζαν τι σημαίνει οχτάωρο…». Και λίγο πιο κάτω μας θυμίζει σκληρές αλήθειες που ίσως σήμερα μονάχα κάποιοι υπερήλικες τις έχουν φυλαγμένες στις αναμνήσεις τους. Κι όταν αυτές ζωντανεύουν, φέρνουν μια πίκρα στο στόμα, ίδια με του ψιλοκομμένου ταμπάκου.
« Κάποτε οι γονείς αγωνιούσαν μην τους πεθάνει κανένα παιδί από την πείνα - ιδίως την κατοχή - και κοίταζαν να δώσουν κανένα κορίτσι σε πλουσιόσπιτο στην κοντινή πόλη σαν ψυχοκόρη, που έκανε όλες τις δουλειές και την είχανε δουλάκι. Πολλά αγόρια στην Αργολίδα βόσκανε κοπάδια με αμοιβή το φαγητό τους κι ένα μικρό συμβολικό χαρτζιλίκι στο τέλος της χρονιάς. Στην κατοχή ένα Αργειτάκι σαλαγούσε όλη τη μέρα το μουλάρι με το τυφλοπάνι στο μαγκανοπήγαδο με αμοιβή ένα βραστό αβγό και μια φετούλα ψωμί. Αυτά ήτανε τα «κοπέλια», οι υπηρέτες ή δουλάκια, κάτι ανάλογο με τους φαμέγιους στην Κρήτη».
Το βιβλίο (522 σελίδες) αποτελείται από 14 θεματικές ενότητες. Για να διευκολυνθεί ο αναγνώστης, παρατίθεται στο τέλος αλφαβητικό ευρετήριο «πραγμάτων» και ιστορικών ή μυθικών προσώπων, όπου μπορεί εύκολα να αναζητήσει το αντικείμενο που τον ενδιαφέρει. Το βιβλίο «Στα χνάρια του χθες» θα το βρείτε σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία. Η κεντρική διάθεση γίνεται από τις εκδόσεις «Εκ Προοιμίου» στο Άργος (τηλ. 27510 20419).