Νικήτρια στη μάχη με το σύγχρονο τρόπο ζωής και το διατροφικό μοντέλο των τυποποιημένων τροφίμων βγαίνει η αγκινάρα, η οποία διατηρεί τη ζήτηση της σε υψηλά επίπεδα, αφού οι καταναλωτές είναι καλά πληροφορημένοι για την υψηλή διατροφική της αξία.
Έτσι η αγκινάρα κατέχει μια εξέχουσα θέση στην ελληνική και τη μεσογειακή διατροφή και καταναλώνεται κατά κόρον στη λεκάνη της Μεσογείου, αφού είναι πλούσια σε βιταμίνες A, C και Β, σε ασβέστιο και φωσφόρο. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται περίπου 25.000 στρέμματα με αγκινάρες, με συνολική παραγωγή 28.000 τόνους.
Η αγκινάρα είναι πολυετής καλλιέργεια που διαρκεί 3-4 χρόνια και η πιο διαδεδομένη μέθοδος πολλαπλασιασμού της είναι με ριζώματα. Η φύτευση των ριζωμάτων στις περισσότερες περιοχές της χώρας ξεκινάει τον Αύγουστο.
Τα φυτά πρέπει να φυτεύονται σε γραμμές απόστασης 1-1,5 μ και να απέχουν μεταξύ τους 60-100 εκατοστά. Αναπτύσσεται σε σχήμα θάμνου, ύψους περίπου 1,5 μ, ενώ η ρίζα της είναι πασσαλώδης και προχωρεί βαθιά στο έδαφος. Καλό θα είναι να καλλιεργείται σε θέσεις προφυλαγμένες από το δυνατό ψύχος και εδάφη χωρίς πολλή υγρασία.
H αγκινάρα ευδοκιμεί σε περιοχές που έχουν κλίμα εύκρατο, δροσερό, με ήπιο χειμώνα. Όσο πιο ψυχρό είναι το κλίμα τόσο πιο όψιμη είναι η παραγωγή και τόσο πιο αργά συνεχίζεται προς το καλοκαίρι. Παγετοί που σημειώνονται νωρίς την καλλιεργητική περίοδο προκαλούν ζημιές στα φύλλα ενώ όψιμοι παγετοί μπορεί να προκαλέσουν ζημιές και στις ανθοκεφαλές. Όταν υπάρχει κίνδυνος παγετού, τα φυτά προστατεύονται με τεχνητή βροχή. Να προσθέσουμε ότι η αγκινάρα είναι ανθεκτική στους ισχυρούς ανέμους λόγω διαμόρφωσης του φυλλώματός της.
Όσον αφορά τις απαιτήσεις σε έδαφος, η αγκινάρα δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητική και αναπτύσσεται χωρίς πρόβλημα ακόμη και σε ασβεστώδη και ελαφρώς αλκαλικά εδάφη. Παρόλα αυτά, αποδίδει καλύτερα σε βαθιά, γόνιμα, καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη που καλλιεργούνται εύκολα. Υψηλή περιεκτικότητα του εδάφους σε οργανική ουσία βοηθά σημαντικά στην εξασφάλιση σημαντικών αποδόσεων.
Ξεχωριστή περίπτωση, όμως, αποτελεί η αγκινάρα της Τήνου, η οποία επιδοτείται με 50 ευρώ το στρέμμα από το καθεστώς των Μικρών Νησιών του Αιγαίου, παρέχοντας πρόσθετα κίνητρα στους καλλιεργητές της στην περιοχή Λειβάδι Κώμης-Καλλονής. Η ετήσια παραγωγή αγκινάρας στην Τήνο ξεπερνά τα 295.000 ζεύγη και το συνολικό ετήσιο ακαθάριστο εισόδημα των καλλιεργητών της περιοχής αγγίζει περί τα 150.000 ευρώ.
Πότε "βγαίνει" στην αγορά
Η έναρξη της συγκομιδής πραγματοποιείται όταν η ανθοκεφαλή έχει αποκτήσει εμπορεύσιμο μέγεθος, είναι τρυφερή, κλειστή και συμπαγής. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ των φυτών της ίδιας φυτείας όσον αφορά το χρόνο ωρίμανσης των ανθοκεφαλών όπως επίσης, και διαφορά στο χρόνο ωρίμανσης των ανθοκεφαλών του ίδιου φυτού. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την κλιμάκωση της παραγωγής που διαρκεί περίπου 3-4 μήνες. Η συγκομιδή επαναλαμβάνεται κάθε 7-10 μέρες ή κάθε 15 μέρες όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες.
Οι πρώτες ανθοκεφαλές συγκομίζονται στα τέλη Νοέμβρη και εξαιτίας της έλλειψης στην αγορά ξεκινάνε με πολύ καλές τιμές περί τα 1,5 ευρώ το ζευγάρι. Στη συνέχεια, την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου οι τιμές διαμορφώνονται στα 0,70-0,80 ευρώ το ζευγάρι, ενώ στα τέλη Μαΐου η τιμή υποχωρεί αρκετά χαμηλότερα, αφού η ζήτηση τους μειώνεται προς όφελος των ανοιξιάτικων λαχανικών.
Φέτος, ιδιαίτερα, η χαλαζόπτωση που σημειώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου και ο παγετός που έπληξε την καλλιέργεια στις αρχές Δεκεμβρίου στη περιοχή της Ίριας Ναυπλίου, είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής κι έτσι οι τιμές αυτή την περίοδο βρίσκονται στο 1 ευρώ το ζευγάρι, σύμφωνα με τον παραγωγό της περιοχής, Λυκουρέτζο Ευάγγελο.
Να σημειωθεί ότι τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά δεδομένου του ότι στην περιοχή αυτή παράγεται σχεδόν το 90% της συνολικής ελληνικής παραγωγής και σύμφωνα με πληροφορίες δεν υπάρχουν περισσότερα από 100 δέματα των 20 αγκινάρων αυτή την εποχή στην αγορά.
Αποδόσεις και κόστος παραγωγής
Κάθε φυτό αγκινάρας παράγει κατά μέσο όρο 5-10 ανθοκεφαλές, ανάλογα με την ποικιλία, την ηλικία του φυτού, τη γονιμότητα του εδάφους και τις κλιματικές συνθήκες. Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα αξιοποίησης της πλούσιας βιομάζας της αγκινάρας ως ζωοτροφή κι έτσι να εξασφαλιστεί ένα επιπλέον εισόδημα για τους παραγωγούς.
Το κόστος παραγωγής για την αγκινάρα σύμφωνα με τον παραγωγό Δημήτρη Δρούζα ανέρχεται στα 150-200 ευρώ το στρέμμα. Όσον αφορά τις στρεμματικές αποδόσεις, αυτές ποικίλουν εξαιτίας της ποικιλομορφίας των εδαφών που καλλιεργείται η αγκινάρα και κυμαίνονται από 1.000 έως 2.000 κιλά το στρέμμα.
Με άρωμα Μεσογείου
Με καταγωγή από τις Μεσογειακές χώρες, η αγκινάρα ήταν γνωστή από την αρχαιότητα και η κατανάλωση της συνδέεται με την παραδοσιακή διατροφή των λαών τόσο στη νότια Ευρώπη, όσο και στη βόρεια Αφρική. Οι Ρωμαίοι την καλλιεργούσαν αφού την θεωρούσαν εξαιρετικό φαγητό και είχε την πιο υψηλή τιμή από όλα τα λαχανικά. Έχει αναφερθεί ότι οι ευγενείς έτρωγαν αγκινάρες όλο τον χρόνο, νωπές και διατηρημένες σε ξύδι και κρασί μαζί με κύμινο.
Κατά τον 16ο αιώνα η αγκινάρα μεταφέρθηκε στην Αμερική, ωστόσο το επίκεντρο της καλλιέργειας εξακολουθεί να παραμένει σε χώρες της Μεσογειακής λεκάνης όπου παράγεται το 93% της παγκόσμιας παραγωγής, με την Ιταλία να κατέχει το 43%, την Ισπανία το 12% και την Ελλάδα το 2%.
Έξοδα/Έσοδα | Τιμές/Αποδόσεις |
Κόστος παραγωγής | 150-200 ευρώ/στρέμμα |
Τιμή αγκινάρας | 50 λεπτά η κάθε ανθοκεφαλή |
Απόδοση καλλιέργειας (σε κιλά) | 1.000-2.000 κιλά/στρέμμα |
Απόδοση καλλιέργειας (σε ανθοκεφαλές) | 3.000-4.000 αγκινάρες/στρέμμα |