Γράφει ὁ π. Ἀνδρέας Κονάνος
Πού πείνασαν, κρύωσαν, φοβήθηκαν, τρόμαξαν, μὰ τὰ ξεπέρασαν, οἱ περισσότεροι, καὶ πολέμησαν. Πού βγῆκαν ἀπ' τὴ στενὴ μικρή τους οἰκογένεια, καὶ σκέφτηκαν κάτι εὐρύτερο. Πού αἰσθάνθηκαν ἑνωμένοι σὲ μεγάλο βαθμὸ μὲ ὅλους. Πού ἀγάπησαν ἀρκετὰ ἁγνά, καὶ ἔδωσαν χρόνο, χρῆμα, δάκρυ, αἷμα, μέλλον κι ὄνειρα, γιὰ τὸ γενικὸ καλό του τόπου.
Ἂς βάλουμε νοερὰ μία βαθιὰ μετάνοια, ἂς φιλήσουμε τὸ χῶμα ποὺ πατᾶμε, κι ἂς νιώσουμε τὰ πνεύματα αὐτῶν τῶν πεινασμένων καὶ τυμπανισμένων κορμιῶν νὰ μᾶς ραίνουν καὶ νὰ μᾶς φυσοῦν τὸ δικό τους ἀέρα, τῆς λεβεντιᾶς καὶ τοῦ θάρρους. Κι ἂς δοῦμε, νοερὰ καὶ προσευχητικά, τὴν Ἑλλάδα τῆς κρίσης καὶ τῆς γενικῆς κατάπτωσης, πάλι μέσα στὸ Φῶς καὶ τὸ ἐρχόμενο Μεγαλεῖο.
Καὶ μετά, ἂς ξυπνήσουμε.
Κι ἂς κάνουμε πράξεις ἀνάλογες. Ἱστορικὰ ὑπεύθυνες, πολιτικὰ ὥριμες, ἔξυπνες καὶ δημιουργικές. Γιὰ νὰ γίνει τὸ Ὅραμα πραγματικότητα.
Ή, ἂς συνεχίσουμε νὰ βλέπουμε ἐκστατικοὶ τὸ ¨Dancing with the stars¨, ἢ τὸ καταπληκτικὸ Pretty bra, μὲ 50% ἔκπτωση.