Το ζήτημα των αλλαγών στο φορολογικό των αγροτών έθεσε ως κυρίαρχο στην τοποθέτησή του ο βουλευτής και εισηγητής από τον ΣΥΡΙΖΑ για το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Δημήτρης Κοδέλας στη σχετική συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 7/1. Χαρακτήρισε τα φορολογικά μέτρα εξοντωτικά, καταστροφικά για τη γεωργία και την παραγωγή της χώρας, που συνιστούν ιδιότυπη δήμευση της αγροτικής περιουσίας και γης. Μάλιστα, ζήτησε από τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να θέσει ζήτημα παραίτησής του εφόσον δεν υπάρχει αλλαγή πορείας της κυβέρνησης και κάλεσε τους αγρότες να κινητοποιηθούν απέναντι στο εφιαλτικό μέλλον που προδιαγράφεται.
Πιο ειδικά, ο Δημήτρης Κοδέλας ανέφερε:
«Είναι εξοντωτικές τόσο οι ρυθμίσεις του νέου φορολογικού για τους αγρότες όσο και ο τρόπος εφαρμογής και υλοποίησης τους. Έχουν δημιουργήσει μεγάλη ανησυχία στους γεωργούς και νομίζω ότι έχει μικρή σημασία ότι συζητήσουμε σήμερα για το υπόλοιπο νομοσχέδιο, αν πραγματικά δεν δούμε σοβαρά την υπόθεση της φορολογίας των αγροτών.
Μιλάμε για μια αφαίμαξη άνευ ορίου, που αγγίζει τα όρια της διαστροφής, και δεν υπερβάλλω. Μιλάμε για φορολογία στο σπίτι του αγρότη, όπως και όλων των Ελλήνων, για φορολογία στο χωράφι και για φορολογία 13% από το πρώτο ευρώ μαζί με όλα τα άλλα έξοδα και δαπάνες που αφορούν στο τέλος επιτηδεύματος, γιατί αντιμετωπίζονται ως επιτηδευματίες, και στα λογιστικά έξοδα.
Αυτά δεν βγαίνουν από τους αγρότες, δεν μπορούν να πληρωθούν. Συνιστούν μια ιδιότυπη δήμευση της αγροτικής περιουσίας και, στην πορεία, της αγροτικής γης.
Θα βυθίσουν την αγροτική οικονομία σε ύφεση, θα οδηγήσουν σε εγκατάλειψη και αποεπένδυση, ασχέτως τις προσδοκίες που το υπουργείο θέλει να δημιουργήσει μέσα από το νομοσχέδιο αυτό, θα οδηγήσει σε πιο ακριβά τρόφιμα, τη στιγμή που η κοινωνία ζητάει πιο φθηνό τρόφιμο. Ανεβάζοντας όμως έτσι το κόστος παραγωγής και τα έξοδα δεν μπορούν να πέσουν οι τιμές στα τρόφιμα. Θα οδηγήσει σε ύφεση την οικονομία της περιφέρειας καθώς η αγροτική οικονομία επηρεάζει πολύ συνολικότερα την οικονομία της περιφέρειας και της υπαίθρου και είναι νομίζω η χαριστική βολή στον τομέα, ο οποίος θα μπορούσε, και πολλοί το ισχυρίζονται, να είναι πραγματικά μοχλός εξόδου από την κρίση στη χώρα μας. Νομίζω ότι, αν είναι έτσι τα πράγματα και δεν υπερβάλλω κύριε υπουργέ, θεσμικά, οποιοσδήποτε υπουργός αγροτικής ανάπτυξης, ύστερα από τέτοια μέτρα θα έπρεπε να θέσετε επί τάπητος το ζήτημα της παραίτησής σας από την κυβέρνηση αυτή, εφόσον συνεχιστεί και επιμείνει το οικονομικό επιτελείο να υλοποιήσει και να εφαρμόσει αυτό το μέτρο.
Γνωρίζω ότι δεν έχετε εσείς προσωπικά την ευθύνη, υπάρχουν πράγματα ψηφισμένα και γι' αυτό θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους οι βουλευτές οι οποίοι ψήφισαν τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις. Ωστόσο νομίζω ότι είναι θέμα στοιχειώδους ακολουθίας με τους στόχους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης πραγματικά να βάλει ένα τέλος με έναν τέτοιο τρόπο στην πορεία κατάρρευσης της ελληνικής γεωργίας, της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Και δεν είναι μόνο αυτά που είπα, ο συντελεστής, για παράδειγμα, του 13%, το αφορολόγητο που δεν υπάρχει κ.τ.λ., είναι και ο τρόπος υλοποίησης. Ενώ ξεκίνησε αυτό να εφαρμόζεται από 1/1/2014, μέσα από μια εγκύκλιο που βγήκε στις 31/12 που διευκρίνισε ελάχιστα σημεία, έχουμε οδηγηθεί στο να είναι απροετοίμαστος ο αγροτικός κόσμος και οι υπηρεσίες και οι εφορίες και οι λογιστές πραγματικά να μην ξέρουν ενώ τους ρωτάνε οι αγρότες, τι ακριβώς και λεπτομερώς συμβαίνει και ισχύει.
Καταλαβαίνετε ότι αυτό είναι καταστροφικό, ειδικά όταν μιλάμε για προϊόντα τα οποία αυτή την εποχή πρέπει να εμπορευθούν. Συγκεκριμένα επειδή είμαι από την Αργολίδα είναι πορτοκάλια τα οποία τώρα πρέπει να εμπορευθούν και υπάρχει ένα χάος στις διαδικασίες που πραγματικά θα οδηγήσει σε πολύ δύσκολες καταστάσεις. Να σας πω δύο τρία παραδείγματα. Ένας αγρότης που κόβει πορτοκάλια ή άλλα προϊόντα της εποχής, σήμερα το Γενάρη, το Φλεβάρη, τον Μάρτη θα δηλώσει έσοδα με βάση το τιμολόγιο πώλησης, τα έξοδα όμως που έγιναν το 2013 δεν θα μπορούν να δηλωθούν. Θα φορολογηθεί με 13% λοιπόν επί του συνόλου του ακαθάριστου των εσόδων χωρίς να μπορεί να περάσει τα έξοδα που έκανε την προηγούμενη χρονιά στο βιβλίο εσόδων, εξόδων που άρχισε να ισχύει από 1/1 του 2014.
Επίσης, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα, το έχουμε επισημάνει εδώ και καιρό για τα θέματα του εργόσημου, για τα θέματα των συνεργείων συγκομιδής. Θα έπρεπε ήδη να υπήρχε συνεργασία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης με το Υπουργείο Εργασίας και άλλα συναρμόδια Υπουργεία γιατί θα βρεθούν παραγωγοί που να μην μπορούν να δικαιολογήσουν ως έξοδα μεροκάματα που έκαναν εργάτες γης στα χωράφια τους ή το κόστος συγκομιδής των προϊόντων τους.
Τελειώνοντας σε σχέση με αυτό, οδηγούμαστε σε ένα τεράστιο αδιέξοδο και δυστυχώς το εξαιρετικά ανησυχητικό είναι ότι η κυβέρνηση φαίνεται να μην ασχολείται καθόλου με όλο αυτό το ζήτημα που ο αγρότης όμως θα κληθεί με τη φορολογική του δήλωση να πληρώσει τεράστια ποσά που θα στείλουν αγρότες από την πρώτη κιόλας χρονιά εφαρμογής του μέτρου εκτός γεωργίας και στην απόγνωση.
Σκεφτείτε και το άλλο, ότι οι αγρότες πλέον στο βιβλίο εσόδων εξόδων θα δηλώνουν με τιμολόγιο που θα κόβουν το ποσό το οποίο θα εισπράξουν από τον έμπορο. Το ποσό αυτό συνήθως με βάση το χάος και την αναρχία που υπάρχει στο αγροτικό εμπόριο πληρώνονται ύστερα από αρκετούς μήνες, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που δεν πληρώνονται και καθόλου. Ο αγρότης θα πρέπει στο τρίμηνο να αποδώσει το αντίστοιχο Φ.Π.Α. Πώς θα το δώσει όταν δε θα έχει πληρωθεί; Νομίζω ότι η αρχική μου τοποθέτηση και εισαγωγική δεν είναι υπερβολική, νομίζω ότι η Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με αυτό το ζήτημα.
Κύριε Υπουργέ Αγροτικής Ανάπτυξης, νομίζω πρέπει εσείς με κάθε τρόπο να επιβάλλετε αλλαγές σε αυτή την πορεία που ακολουθείται. Σε κάθε περίπτωση και εφόσον δεν αλλάξουν τα πράγματα, νομίζω ότι ο μόνος δρόμος για τους αγρότες είναι η κινητοποίησή τους γιατί πραγματικά αυτό που προδιαγράφεται με όλες αυτές τις αλλαγές είναι εφιαλτικό για τους ίδιους και πραγματικά καθιστά τη συζήτηση για το σχέδιο νόμου το οποίο συζητάμε σήμερα άνευ ουσίας εφόσον λειτουργήσουν αυτές οι ρυθμίσεις.»
Στη συνέχεια ο Δημήτρης Κοδέλας αναφερόμενος στο Σχέδιο Νόμου είπε τα εξής:
«Υπάρχει μια σειρά σοβαρών προβλημάτων στην παραγωγή, τα οποία δεν πιάνονται από το παρόν νομοσχέδιο. Το φορολογικό το ανέφερα, το κόστος παραγωγής που είναι στα ύψη και οι επικείμενες νέες αυξήσεις στο τέλος ΑΠΕ, δηλαδή στο ρεύμα το αγροτικό που θα αγγίζουν το 157% είναι και άλλη μία επιλογή η οποία προφανώς δεν συνάδει με διαδικασίες αναγκαίες παραγωγικής ανασυγκρότησης και στήριξης του αγρότη και του εισοδήματος του.
Το τεράστιο ζήτημα της χρηματοδότησης και της αγροτικής πίστης που δεν θίγεται. Είπατε, κύριε Υπουργέ, ότι θα φέρετε τροπολογία για τα δάνεια - πρόκειται για σημαντικό ζήτημα, να την δούμε, να τη συζητήσουμε και θα τοποθετηθούμε επ’ αυτής - πάντως, το ότι δεν υπάρχει πιστωτική πολιτική και έχει εκχωρηθεί η οποιαδήποτε χρηματοπιστωτική πολιτική σε ιδιωτικά ιδρύματα και ειδικά στην τράπεζα Πειραιώς είναι κάτι το οποίο έχουμε θέσει ξανά και είναι εξαιρετικά προβληματικό.
Επίσης, στο θέμα των συνεταιρισμών. Πήγατε τις προηγούμενες μέρες ξανά σε μία νέα παράταση και καταλαβαίνετε ότι δεν μπορεί να προχωρήσει άλλο η γεωργία χωρίς την οργάνωση των παραγωγών.
Ένα άλλο ζήτημα είναι το χάος που ανέφερα στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων, όπου ο παραγωγός είναι απροστάτευτος σε κάθε λογής καρτέλ στο χώρο.
Επιπλέον, έχουμε και μια κατάρρευση του κρατικού μηχανισμού, που πολύ δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει έστω και τη στοιχειώδη θετική πρωτοβουλία, που θα ήθελε το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να εφαρμόσει. Θα αναφερθώ σε αυτό και στη συνέχεια.
Με αυτήν την έννοια το σχέδιο νόμου μάλλον είναι μακριά από τις πραγματικές ανάγκες και αναγκαίες τομές που έπρεπε να γίνουν, ώστε να αλλάξει αυτή η πορεία κατάρρευσης της ελληνικής γεωργίας.
Είναι διεκπεραιωτικό, είναι αποσπασματικό, δεν επιλύει σχεδόν κανένα από τα βασικά προβλήματα, δεν έχει μια ολοκληρωμένη νομοθετική ρύθμιση για σημαντικά ζητήματα, που πολλά από αυτά παραπέμπονται σε επιμέρους υπουργικές αποφάσεις, καθιστώντας ασαφείς πολλές από τις διατάξεις του. Επίσης, προσπαθώντας να διορθώσει ζητήματα που προέκυψαν από πολύ πρόσφατους νόμους, προβαίνει σε ρυθμίσεις με πολύ αμφίβολα αποτελέσματα, αλλά και μερικές φορές και με ύποπτες προθέσεις. Πρόκειται, τελικά, για ένα σχέδιο νόμου χαμηλών προσδοκιών, που, κυρίως, αναπαράγει αδιέξοδα, περιέχει διατάξεις εκποίησης, παραχώρησης αρμοδιοτήτων στον ιδιωτικό τομέα και ημιτελών και έωλων θετικών ρυθμίσεων, όπου αυτές βρίσκονται.
Στο πρώτο μέρος επιδιώκεται η ενοποίηση του κυρωτικού συστήματος για τα τρόφιμα, ζωοτροφές, για την υγεία και προστασία των ζώων, για τη διαχείριση ζωικών υποπροϊόντων και παράγωγων προϊόντων αυτών. Αυτό το συμμάζεμα, που επιχειρείται, έχει, όμως, συγκεκριμένα όρια, αφού αναπαράγει ένα πλαίσιο με επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες ανάμεσα σε Υπουργείο, ΕΦΕΤ, Περιφέρειες. Επομένως, η κωδικοποίηση, που επιχειρείται, μάλλον δεν φαίνεται να επιλύει την έλλειψη ενός ενιαίου συστήματος ελέγχου, με αποσαφηνισμένο πλαίσιο λειτουργίας και διακριτούς ρόλους, ενώ έχει και ρυθμίσεις, όπως το άρθρο 6, όπου μάλλον δημιουργούν παράθυρα ανοχής για παραβάσεις, όσον αφορά στη σύσταση προ της δέσμευσης προϊόντων – εδώ είναι ένα σημαντικό θέμα πώς αυτό το σχέδιο νόμου θα συμβάλλει ή θα συνέβαλε στο χτύπημα των ελληνοποιήσεων, ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο τον καταναλωτή, αλλά και την παραγωγή. Στη συζήτηση κατ’ άρθρο θα αναφερθούμε αναλυτικά, ωστόσο, θα ήθελα να θέσω δύο γενικότερα ζητήματα.
Πρώτον, το τρόφιμο δεν αφορά μόνο κάποια πρόστιμα, επομένως, δεν καλύπτεται το θέμα απλά με την κωδικοποίηση της νομοθεσίας. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για τρόφιμο, αναφερόμαστε σε διατροφικό μοντέλο, αναφερόμαστε στην αντιμετώπιση της διατροφικής υποβάθμισης μέσα από τα τρόφιμα σκουπίδια που επιβάλλονται στη σύγχρονη εποχή. Εκεί χρειάζονται πολιτικές άμυνας, ελέγχου και προστασίας της ποιότητας των τροφίμων. Εδώ, οι πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης είναι στην αντίθετη κατεύθυνση. Η νομιμοποίηση εμπορίας ληγμένων είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Πριν λίγους μήνες πέρασε διάταξη που επιτρέπει την εμπορία ληγμένων σε χαμηλότερες τιμές. Επίσης, η Έκθεση του ΟΟΣΑ, που κομμάτια της χρησιμοποιούνται και από στελέχη της Κυβέρνησης, οδηγεί στην διατροφική και παραγωγική υποβάθμιση της χώρας μας. Αναφέρομαι σε ρυθμίσεις για το γάλα και τη διάρκεια ζωής τους, για το λάδι, όπου προτείνει ο ΟΟΣΑ να νομιμοποιηθεί η μίξη, δηλαδή η νοθεία, ελαιολάδου με λάδι φυτικής προέλευσης, για τα γιαούρτια και μια σειρά άλλα, που αποτελούν μείωση της διατροφικής αξίας και παράλληλα χτύπημα του πρωτογενή τομέα της χώρας μας και ειδικά στα ποιοτικά του προϊόντα. Ένα άλλο θέμα είναι ο υποσιτισμός, που δεν αφορά μόνο το συγκεκριμένο Υπουργείο, αλλά όλη την Κυβέρνηση, για την κατάσταση που έχουμε έρθει από τα Μνημόνια. Και φυσικά σε ένα περιβάλλον, που θα αναπνέουμε αιθαλομίχλη, είναι λογικό για την Κυβέρνηση να τρώμε χαμηλής διατροφικής αξίας τροφή.
Ένα δεύτερο ζήτημα αφορά την κατάρρευση του δημοσίου, που καθιστά πολλά από αυτά που προβλέπονται ανέφικτα ή εφαρμοστέα σε πολύ μικρή κλίμακα.
Αναφέρομαι στις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις, που αφορούν και στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στον Ε.Φ.Ε.Τ., αναφέρομαι στις μεγάλες ελλείψεις προσωπικού και ειδικά γεωτεχνικών, την στιγμή που μεταναστεύουν νέοι επιστήμονες σε άλλες χώρες, αναφέρομαι στον περιορισμό της δυνατότητας μετακίνησης των γεωτεχνικών εκτός έδρας, στην ανυπαρξία μέσων και στην αύξηση του ορίου για την ημερήσια αποζημίωση, αναφέρομαι ακόμη στα τρίμηνα του ΕΛΓΑ, αυτή την κοροϊδία τόσο για τους εργαζόμενους εκεί όσο και για το τι μπορούν να προσφέρουν στις αυξημένες ανάγκες, που έχει ο ΕΛΓΑ, αναφέρομαι και στους 445 επιστήμονες του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι οποίοι προσλήφθηκαν για έξι μόλις μήνες, με 700 ευρώ μικτά, σε πρόγραμμα απόκτησης εμπειρίας, για να καλύψουν, όμως, πραγματικές ανάγκες του Οργανισμού και, δυστυχώς, αυτό, κύριε Υπουργέ, δεν αποτελεί κίνητρο για να μείνουν εδώ οι επιστήμονες, δηλαδή, αυτές οι συνθήκες και οι όροι εργασίας.
Όλα αυτά, λοιπόν, είναι μείζονα προβλήματα, που υπονομεύουν - αυτή η διάλυση που υπάρχει, η ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού μέσα από τις μνημονιακές πολιτικές - πραγματικά να λειτουργήσουν είτε έλεγχοι είτε να ασκηθούν πολιτικές είτε να βγουν οι εγκρίσεις στους χρόνους, που χρειάζεται να βγουν και γενικά να χτυπηθεί όλη αυτή η εμπλοκή, που υπάρχει στο δημόσιο τομέα.
Στο δεύτερο μέρος υπάρχει σειρά άρθρων, που, κυρίως, τροποποιούν άρθρα σειράς παλαιότερων νόμων.
Εκεί έχουμε ρυθμίσεις που αφορούν την κτηνοτροφία, τροποποιώντας είτε το ν. 4061/2012, που αφορά τη διαχείριση και προστασία ακινήτων του ΥΠΑΑΤ είτε το ν. 4056, που αφορά ρυθμίσεις στην κτηνοτροφία και τις κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις. Με τις τροποποιήσεις αυτές στον πρώτο νόμο για τη διαχείριση των ακινήτων του Υπουργείου το μεγαλύτερο πρόβλημα των τροποποιήσεων είναι ότι, χωρίς μια σοβαρή πολιτική γης, χωρίς δασικούς χάρτες, χωρίς πολεοδομικά σχέδια, χωρίς καθορισμό και προστασία στη γη υψηλής παραγωγικότητας, χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό, ειδικά για την πρωτογενή παραγωγή, τότε, είμαστε βέβαιοι ότι, δυστυχώς, θα αναπαραχθούν τα ίδια αδιέξοδα. Έτσι, θα υποβληθούν κτηνοτρόφοι σε γραφειοκρατική ταλαιπωρία και σε κόστη, χωρίς, δυστυχώς, να έχουν αποτέλεσμα.
Το δεύτερο είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις, όπου εκποιούνται εκτάσεις και προστίθενται νέες εκτάσεις προστατευόμενων περιοχών, όπου μπορούν να εφαρμοστούν διατάξεις του νόμου, οι οποίες, όμως, πριν εξαιρούνταν. Να τονίσω, επίσης, ότι, ο νόμος δεν προβλέπει μόνο παραχώρηση ακινήτων για κτηνοτροφικούς σκοπούς, βάζει μέσα και ΑΠΕ και ξενοδοχειακές μονάδες και, ενδεχομένως, να ανοίγουν οι ασκοί του Αιόλου για διάφορα άλλα ζητήματα, που δεν έχουν σχέση με την παραγωγή και, επίσης, νομιμοποιούνται διάφορων ειδών καταπατήσεις.
Στα θετικά είναι η παραχώρηση εκτάσεων για τη δημιουργία λαχανόκηπων, αυτό που αφορά τα 70 στρέμματα, εφόσον οι αντίστοιχοι δήμοι δεν έχουν εκτάσεις. Παρόλα αυτά οι λεπτομέρειες παραπέμπονται σε υπουργική απόφαση.
Η τροποποίηση τώρα, όσον αφορά το ν. 4056 για την κτηνοτροφία και τις κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, γίνεται για να συμμαζέψουν, χωρίς, όμως, να ανατρέπουν την προβληματική λογική του εν λόγω νόμου. Η αντίληψη αδειοδοτώ και μετά ελέγχω φαίνεται με τα προβλήματα, που δημιούργησε στην πορεία της.
Επίσης, το fast truck των αυθημερόν διεκπεραιώσεων από τις υπηρεσίες, όταν παράλληλα αποψιλώνονται, ήταν προφανές ότι θα ήταν ανέφικτο και, νομίζω ότι, τα περιθώρια, που δίνονται και τώρα που διευρύνονται, θα εξακολουθήσουν με βάση την αποψίλωση του δημόσιου τομέα ξανά να δυσκολεύουν πολύ τις υπηρεσίες εντός αυτών των ορίων να κάνουν τις απαραίτητες εργασίες, που πρέπει να κάνουν.
Μια χρήσιμη αναφορά, που γίνεται στα κτηνοτροφικά πάρκα, παραπέμπεται σε υπουργικές αποφάσεις, που θα ήταν ένα κρίσιμο ζήτημα, που θα αφορούσε την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
Επίσης, έχουμε μια ρύθμιση για τον ΕΛΓΑ, που αφορά τις επίσπορες καλλιέργειες, που, όμως, είναι εξαιρετικά αποσπασματική, την στιγμή που υπάρχει ανάγκη επικαιροποίησης όλου του πλαισίου λειτουργίας και ασφάλισης, το έθεσε και ο κ. Υπουργός, όπου μίλησε για ρύθμιση, που θα έρθει κάποια στιγμή. Είναι ένα κομβικό ζήτημα. Ο τρόπος λειτουργίας σήμερα του ΕΛΓΑ δεν τιμά τον ΕΛΓΑ και δημιουργεί μια άσχημη εικόνα στους αγρότες, οι οποίοι πληρώνουν υπέρογκα ποσά για ασφάλιστρα και δεν έχουν τις αντίστοιχες υπηρεσίες.
Επιπλέον, οι αλλαγές στο Μητρώο Αγροτών και Εκμεταλλεύσεων, όπου εγγράφονται οι δασεργάτες χωρίς ΟΓΑ και ελαστικοποιούνται τα κριτήρια για τους νεοεισερχόμενους αγρότες, είναι μια θετική ρύθμιση, που θα έπρεπε, ήδη, να έχει γίνει νωρίτερα για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή τους σε προγράμματα και ενισχύσεις.
Όσον αφορά το άρθρο 44 και τις αλλαγές στη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, έχει διάφορες ρυθμίσεις, αλλά εκεί, που θα ήθελα να μείνω, είναι ότι, ουσιαστικά, έχουμε την είσοδο μη επιστημόνων, μη γεωτεχνικών στην εμπορία γεωργικών φαρμάκων.
Αυτό αφορά τον υπάλληλο-πωλητή ο οποίος μπορεί να έχει μια ψευτό κατάρτιση της πλάκας κυριολεκτικά των τριών ημερών, δηλαδή, λίγων ωρών, και θα αποτελέσουν αυτό το δυναμικό ένα πιο ευέλικτο εργατικό δυναμικό που επιστημονικά, χωρίς φυσικά να έχει καμία πληρότητα για να εκτελέσει αυτά τα καθήκοντα. Και τα παραπάνω έρχονται φυσικά στη συνέχεια παρεμβάσεων που υπάρχουν σε προηγούμενα νομοθετήματα απαξίωσης του γεωτεχνικού επαγγέλματος και της γεωτεχνικής επιστήμης, όπως παράδειγμα ήταν η μερική απασχόληση που καθιερώθηκε για τις διαδικασίες εμπορίας λιπασμάτων όσο και πολλαπλασιαστικού υλικού.
Στη συνέχεια, σε παρόμοιο κλίμα είναι και η διάταξη για την εμπορία λιπασμάτων. Εκεί έχουμε πλέον τον εργαστηριακό έλεγχο λιπασμάτων να εκχωρείται και σε ιδιωτικά εργαστήρια, ενώ παράλληλα υπάρχει ένα αλαλούμ -θα αναφερθώ πιο ειδικά συνδικάτα άρθρον συζήτηση- σε σχέση με τους υπεύθυνους επιστήμονες για τα λιπάσματα και μια σειρά διατάξεων, μόλις τελευταίο χρόνο που η μια ανατρέπει την άλλη και ορισμένες συνθήκες.
Το μητρώο εμπόρων αγροτικών προϊόντων εφοδίων και εισροών είναι κάτι εξαιρετικά κρίσιμο. Αναφέρθηκα και πριν ότι με βάση τον νέο φορολογικό, αν αυτός ο θεσμός δεν λειτουργήσει, αν δεν δημιουργηθούν ασφαλιστικές δικλείδες για την εμπορία των αγροτικών προϊόντων των παραγωγών θα καλούνται να πληρώνουν για το Φ.Π.Α, που υποτίθεται θα είχαν λάβει τη στιγμή που δεν θα έχουν πληρωθεί. Είναι μία ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της γεωργίας οι καθυστερήσεις, καθώς και οι απλήρωτοι αγρότες για προϊόντα τα οποία έδωσαν και νομίζω, όμως, ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν λύνει το πρόβλημα, δημιουργεί σύνδεση με το ΓΕ.Μ.Η., που μπορεί να έχει αγρότης που ξέρει και θέλει μια καλύτερη εικόνα της επιχείρησης. Ωστόσο παραμένουν τα ζητήματα των εγγυητικών επιστολών που θα καθοριστούν με υπουργική απόφασή και είναι εξαιρετικά κρίσιμο αυτό.
Επίσης, υπάρχει ένα θέμα σε σχέση πάλι με τις τράπεζες. Καθώς πλέον το ολιγοπωλιακό τραπεζικό σύστημα θα ελέγχει πλήρως και το θέμα των εγγυητικών επιστολών εάν δέηση και βγει μια ειδική ρύθμιση και επομένως της εμπορία αγροτικών προϊόντων.
Δύο ρυθμίσεις για το Μπενάκειο, εξασφαλίζουν εξαιρετικά προνομιακή μεταχείριση στο ίδρυμα αυτό και το 70% των παραγόντων που πηγαίνουν απευθείας στο Μπενάκειο και η παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες και επιχειρήσεις έναντι αμοιβής. Αυτό πρέπει οπωσδήποτε να το ξαναδείτε. Ειδικά οι αγρότες και ιδιώτες γεωπόνοι που, όπως διαπιστώνεται και στην αιτιολογική, όλο πιο συχνά απευθύνονται στο Μπενάκειο, για να βοηθηθούν στην επιστημονική στήριξη του έργου τους δεν μπορούν να πληρώνουν, δεν μπορούν να επιβαρύνονται, ίσα-ίσα θα πρέπει να επεκτείνουμε δομές που να μπορούν να παρέχονται δωρεάν τέτοιες υπηρεσίες που θα συμβάλουν στη καλύτερη αντιμετώπιση εχθρών και ασθενειών.
Οι αγορές παραγώγων είναι μια θετική διάταξη ασαφείς, όμως, είναι μεγάλη έλλειψη το ότι δεν αναφέρεται τίποτα για τις αγορές βιοκαλλιεργητών ως ένας ιδιαιτέρως τύπος και νομίζω ότι είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να προστεθεί αυτό. Ενώ νομίζω εν γένει τη λείπει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που να αφορά ένα πλαίσιο που να μπαίνει τόσο για τις λαϊκές, τόσο για τις αγορές παραγωγών, όσο και για άλλα δίκτυα απευθείας εμπορίας είτε συνεταιριστικών προϊόντων είτε αγροτών. Πραγματικά να δίνει μια άλλη διάσταση απευθείας εμπορίας παραγωγού, καταναλωτή και σπάσιμο των καρτέλ και των μεσαζόντων.
Τέλος, τράπεζα γενετικού υλικού. Δεν συμφωνούμε με την επιλογή που γίνεται. Αντί να χρηματοδοτείται από τον τακτικό προϋπολογισμό και τις δημόσιες επενδύσεις να παίρνει χρήματα από το ταμείο γεωργίας - κτηνοτροφίας από το παράρτημα σποροπαραγωγής και φυτωρίων που νομίζω ότι έχει άλλο ρόλο και στόχο ούτως ή άλλως. Δεν το συζητάμε αυτό, έχουμε κάνει έντονες παρεμβάσεις στο παρελθόν. Η τράπεζα γενετικού υλικού είναι απαράδεκτο να είναι σε αυτή την κατάσταση που είναι σήμερα, έπρεπε να είναι προτεραιότητα να χρηματοδοτείται επαρκώς για να επιτελέσει το πολύτιμο έργο της ειδικά στις συνθήκες που ζούμε.
Δεν αναφέρομαι σε αλλά λόγου χρόνο. Για τα δεσποζόμενα και αδέσποτα ζώα είναι χρήσιμες οι παρεμβάσεις των τον φιλοζωικών οργανώσεων, θα τα δούμε κατά άρθρο και στη διαβούλευση.
Θα ορίσουμε τη στάση μας για το Σχέδιο Νόμου εφόσον ακούσουμε και τους φορείς στη συνέχεια των διαδικασιών της επιτροπής.