Του Αθανάσιου Ζιάκα
Υποψήφιου Διδάκτωρ Φιλοσοφικής Σχολής ΕΚΠΑ
Το όνομα Άργος, ως τοπωνύμιο, είναι αρχαίο και έχει μάλλον πελασγική προέλευση, σημαίνοντας το πεδίο. Το πελοποννησιακό Άργος, μία από τις αρχαιότερες πόλεις της Ελλάδας, φέρεται να είχε πρώτο της βασιλιά τον Ίναχο γιο του Ωκεανού. Η σπουδαιότητα της πόλης του Άργους φαίνεται από τα έπη του Ομήρου, στα οποία όλοι οι Έλληνες αποκαλούνται Αργείοι. Κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο όλες οι πόλεις της νότιας κυρίως Ελλάδας είχαν στενές σχέσεις μεταξύ τους, ενώ οι Μυκήνες επείχαν θέση πρώτης μεταξύ ίσων πόλης. Το πελοποννησιακό Άργος ήταν μια από αυτές.
Το όνομα Άργος, ως τοπωνύμιο, είναι αρχαίο και έχει μάλλον πελασγική προέλευση, σημαίνοντας το πεδίο. Το πελοποννησιακό Άργος, μία από τις αρχαιότερες πόλεις της Ελλάδας, φέρεται να είχε πρώτο της βασιλιά τον Ίναχο γιο του Ωκεανού. Η σπουδαιότητα της πόλης του Άργους φαίνεται από τα έπη του Ομήρου, στα οποία όλοι οι Έλληνες αποκαλούνται Αργείοι. Κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο όλες οι πόλεις της νότιας κυρίως Ελλάδας είχαν στενές σχέσεις μεταξύ τους, ενώ οι Μυκήνες επείχαν θέση πρώτης μεταξύ ίσων πόλης. Το πελοποννησιακό Άργος ήταν μια από αυτές.
Οι Έλληνες της εποχής του χαλκού, αν και δεν είχαν συμπήξει ακόμη τις πόλεις-κράτη των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, είχαν συναίσθηση ότι αποτελούσαν το ελληνικό γένος, ανεξάρτητα υπό ποιο όνομα διατελούσαν. Αχαιοί, Δαναοί, Αργείοι ήταν μόνο προσωνύμια μιας κοινής πολιτισμικής συνείδησης, αυτής των Ελλήνων. Η Ελένη λόγου χάρη, αν και βασίλισσα της Σπάρτης, ονομάζεται σε κάποιο σημείο Αργεία.
Ως προς την ίδρυση της πόλης του Άργους Ορεστικού, ελλείψει πηγών, βασιζόμαστε στο ιστορικό υπόβαθρο του μύθου του Ορέστη, γεγονός που μας οδηγεί να την αναζητήσουμε περί τον 12ο π.Χ. αιώνα, περίοδο που έλαβε χώρα η εκστρατεία στην Τροία. Ο Αππιανός, Ρωμαίος ιστορικός ελληνικής καταγωγής, κάνει λόγο για το Άργος εν Ορεστεία αν και δεν αποκλείεται απλά να εννοεί το «πεδίο όπου κατοικούσαν οι Ορέστες».
Οι ρίζες του Άργους Ορεστικού εντοπίζονται στους μύθους τους σχετικούς με μια από τις μεγάλες δυναστείες του πελοποννησιακού Άργους, τους Πελοπίδες, μια από τις πιο ισχυρές της πόλης. Κατά το μύθο, ο γιος του Αγαμέμνονα, Ορέστης είχε εξοριστεί από την πατρίδα του, όταν η μητέρα του Κλυταιμνήστρα είχε προσπαθήσει να τον φονεύσει και οριακά είχε διασωθεί, σύμφωνα με τον Πίνδαρο, από την τροφό του Αρσινόη ή την αδελφή του Ηλέκτρα, η οποία τον είχε μεταφέρει έξω από τη χώρα. Η Κλυταιμνήστρα είχε συνδεθεί με τον Αίγισθο, ο οποίος είχε σφετεριστεί τον θρόνο του Αγαμέμνονα. Έχοντας παραμείνει επτά έτη στην εξορία και ανδρωθεί κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Ορέστης επιστρέφει και φονεύει και τον Αίγισθο και την μητέρα του, γινόμενος ο ίδιος μητροκτόνος και πληρώνοντας με το ίδιο νόμισμα το φόνο του πατέρα του. Ας σημειωθεί ότι κατά μια παραλλαγή του μύθου ο Αίγισθος είχε σκοτώσει και τον πατέρα του Αγαμέμνονα, Ατρέα.
Ο Ορέστης στη συνέχεια περιπλανιέται σε διάφορα μέρη κυνηγημένος από τις Ερινύες, τερατόμορφες θεοτήτες και κατά κάποιο τρόπο, προσωποποίηση του ψυχολογικού φαινομένου των τύψεων. Φτάνοντας στο οροπέδιο της Δυτικής Μακεδονίας πιθανώς γίνεται ιδρυτής του Άργους Ορεστικού, σε μια περιοχή που κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια, όπως αποδεικνύουν αρχαιολογικά ευρήματα παραλίμνιων οικισμών της νεολιθικής εποχής, που βρέθηκαν πολύ κοντά στο αρχαίο Κέλετρον, την σημερινή Καστοριά. Ας σημειωθεί ότι το πρόσωπο του Ορέστη ως εξαγνισμένου εκδικητή μητροκτόνου, συνδέεται, κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, με θρησκευτικούς καθαρμούς από βαριά εγκλήματα που διέπρατταν άνθρωποι καθ ’όλη την αρχαιότητα.
Επίσης, οι βασιλικοί οίκοι της Ελλάδος κατά μέγα μέρος έλκουν την καταγωγή τους από το Άργος, συμπεριλαμβανομένων και των οίκων των Μακεδόνων, τόπο καταγωγής των Τημενιδών. Οι Αργεάδες, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τους Τημενίδες του Άργους, στην Πελοπόννησο, του οποίου θρυλικός πρόγονος ήταν ο Τήμενος, τρισέγγονος του Ηρακλή, ήταν επικρατούσα δυναστεία της Μακεδονίας περίπου από το 700 έως το 310 π.Χ. και απετέλεσαν σημαντικό κομμάτι του βασιλικού οίκου των Μακεδόνων, ενώ κατά την εποχή του Φιλίππου του Β’ είχαν αυξήσει την επιρροή τους, με αποτέλεσμα να συμπεριλάβουν στην διοίκηση της Μακεδονίας όλες της βόρειες περιοχές της Μακεδονίας.
Άργος λοιπόν και Άργος Ορεστικόν σχετίζονται τόσο στο επίπεδο της σπερματικής αλήθειας των μύθων όσο και στις ετυμολογικές προεκτάσεις που υφίστανται στην περιγραφή του χωροταξικού περιβάλλοντος και των δύο περιοχών ως πεδίου. Όπως και να έχει και οι δύο πόλεις κατοικούνταν από δωρικά ελληνικά φύλα, από Έλληνες, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί με χρονική πιθανόν διαφορά στους τόπους αυτούς όντας φορείς του ίδιου πολιτισμού, παρότι οι Ορέστες ανήκαν στο ευρύτερο μακεδονικό κράτος και οι Αργείοι ζούσαν υπό το πολιτειακό status της πόλης κράτους.
Ως προς την ίδρυση της πόλης του Άργους Ορεστικού, ελλείψει πηγών, βασιζόμαστε στο ιστορικό υπόβαθρο του μύθου του Ορέστη, γεγονός που μας οδηγεί να την αναζητήσουμε περί τον 12ο π.Χ. αιώνα, περίοδο που έλαβε χώρα η εκστρατεία στην Τροία. Ο Αππιανός, Ρωμαίος ιστορικός ελληνικής καταγωγής, κάνει λόγο για το Άργος εν Ορεστεία αν και δεν αποκλείεται απλά να εννοεί το «πεδίο όπου κατοικούσαν οι Ορέστες».
Οι ρίζες του Άργους Ορεστικού εντοπίζονται στους μύθους τους σχετικούς με μια από τις μεγάλες δυναστείες του πελοποννησιακού Άργους, τους Πελοπίδες, μια από τις πιο ισχυρές της πόλης. Κατά το μύθο, ο γιος του Αγαμέμνονα, Ορέστης είχε εξοριστεί από την πατρίδα του, όταν η μητέρα του Κλυταιμνήστρα είχε προσπαθήσει να τον φονεύσει και οριακά είχε διασωθεί, σύμφωνα με τον Πίνδαρο, από την τροφό του Αρσινόη ή την αδελφή του Ηλέκτρα, η οποία τον είχε μεταφέρει έξω από τη χώρα. Η Κλυταιμνήστρα είχε συνδεθεί με τον Αίγισθο, ο οποίος είχε σφετεριστεί τον θρόνο του Αγαμέμνονα. Έχοντας παραμείνει επτά έτη στην εξορία και ανδρωθεί κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Ορέστης επιστρέφει και φονεύει και τον Αίγισθο και την μητέρα του, γινόμενος ο ίδιος μητροκτόνος και πληρώνοντας με το ίδιο νόμισμα το φόνο του πατέρα του. Ας σημειωθεί ότι κατά μια παραλλαγή του μύθου ο Αίγισθος είχε σκοτώσει και τον πατέρα του Αγαμέμνονα, Ατρέα.
Ο Ορέστης στη συνέχεια περιπλανιέται σε διάφορα μέρη κυνηγημένος από τις Ερινύες, τερατόμορφες θεοτήτες και κατά κάποιο τρόπο, προσωποποίηση του ψυχολογικού φαινομένου των τύψεων. Φτάνοντας στο οροπέδιο της Δυτικής Μακεδονίας πιθανώς γίνεται ιδρυτής του Άργους Ορεστικού, σε μια περιοχή που κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια, όπως αποδεικνύουν αρχαιολογικά ευρήματα παραλίμνιων οικισμών της νεολιθικής εποχής, που βρέθηκαν πολύ κοντά στο αρχαίο Κέλετρον, την σημερινή Καστοριά. Ας σημειωθεί ότι το πρόσωπο του Ορέστη ως εξαγνισμένου εκδικητή μητροκτόνου, συνδέεται, κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, με θρησκευτικούς καθαρμούς από βαριά εγκλήματα που διέπρατταν άνθρωποι καθ ’όλη την αρχαιότητα.
Επίσης, οι βασιλικοί οίκοι της Ελλάδος κατά μέγα μέρος έλκουν την καταγωγή τους από το Άργος, συμπεριλαμβανομένων και των οίκων των Μακεδόνων, τόπο καταγωγής των Τημενιδών. Οι Αργεάδες, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τους Τημενίδες του Άργους, στην Πελοπόννησο, του οποίου θρυλικός πρόγονος ήταν ο Τήμενος, τρισέγγονος του Ηρακλή, ήταν επικρατούσα δυναστεία της Μακεδονίας περίπου από το 700 έως το 310 π.Χ. και απετέλεσαν σημαντικό κομμάτι του βασιλικού οίκου των Μακεδόνων, ενώ κατά την εποχή του Φιλίππου του Β’ είχαν αυξήσει την επιρροή τους, με αποτέλεσμα να συμπεριλάβουν στην διοίκηση της Μακεδονίας όλες της βόρειες περιοχές της Μακεδονίας.
Άργος λοιπόν και Άργος Ορεστικόν σχετίζονται τόσο στο επίπεδο της σπερματικής αλήθειας των μύθων όσο και στις ετυμολογικές προεκτάσεις που υφίστανται στην περιγραφή του χωροταξικού περιβάλλοντος και των δύο περιοχών ως πεδίου. Όπως και να έχει και οι δύο πόλεις κατοικούνταν από δωρικά ελληνικά φύλα, από Έλληνες, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί με χρονική πιθανόν διαφορά στους τόπους αυτούς όντας φορείς του ίδιου πολιτισμού, παρότι οι Ορέστες ανήκαν στο ευρύτερο μακεδονικό κράτος και οι Αργείοι ζούσαν υπό το πολιτειακό status της πόλης κράτους.