Του Νίκου Σπ. Ζέρβα
Πολιτικού Επιστήμονα Πανεπιστημίου Αθηνών
Είναι κοινό τοις πάσι ότι στην Ελλάδα τα τελευταία 25-30 χρόνια έχουμε ένα έλλειμμα δημοκρατίας. Οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες υποβαθμίζονται συνεχώς, οι Κυβερνήσεις μας λειτουργούν μονοκρατικά ή τουλάχιστον ολιγοκρατικά, οι δε συνεχείς αναδιαρθρώσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης μπορεί να έχουν επιφέρει μια αποκέντρωση των υπηρεσιών -έστω και περιορισμένη-, δεν έχουν φέρει όμως μια πραγματική αποσυγκέντρωση των εξουσιών. Ωστόσο, πολλές φορές είναι λανθασμένες οι αιτίες που αποδίδονται σ’ αυτό το δημοκρατικό έλλειμμα. Μεταξύ αυτών δεσπόζει η απουσία άμεσων δημοκρατικών θεσμών, όπως το δημοψήφισμα, η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, ή και η λαϊκή ανάκληση αντιπροσώπου κατά το ελβετικό πρότυπο. Στεκούμενοι σ’ αυτές, και προτάσσοντας την τεχνολογική πρόοδο ως εργαλείο για την άμεση συμμετοχή των πολιτών σε νομοθετικές κατά κύριο λόγο διαδικασίες -μέσω για παράδειγμα της διαδικτυακής ψήφου-, οι υπερασπιστές της ’’γνήσιας’’, για τους ίδιους, δημοκρατίας δεν διστάζουν να αμφισβητούν ακόμα και τη σημερινή της ύπαρξη.
Είναι κοινό τοις πάσι ότι στην Ελλάδα τα τελευταία 25-30 χρόνια έχουμε ένα έλλειμμα δημοκρατίας. Οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες υποβαθμίζονται συνεχώς, οι Κυβερνήσεις μας λειτουργούν μονοκρατικά ή τουλάχιστον ολιγοκρατικά, οι δε συνεχείς αναδιαρθρώσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης μπορεί να έχουν επιφέρει μια αποκέντρωση των υπηρεσιών -έστω και περιορισμένη-, δεν έχουν φέρει όμως μια πραγματική αποσυγκέντρωση των εξουσιών. Ωστόσο, πολλές φορές είναι λανθασμένες οι αιτίες που αποδίδονται σ’ αυτό το δημοκρατικό έλλειμμα. Μεταξύ αυτών δεσπόζει η απουσία άμεσων δημοκρατικών θεσμών, όπως το δημοψήφισμα, η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, ή και η λαϊκή ανάκληση αντιπροσώπου κατά το ελβετικό πρότυπο. Στεκούμενοι σ’ αυτές, και προτάσσοντας την τεχνολογική πρόοδο ως εργαλείο για την άμεση συμμετοχή των πολιτών σε νομοθετικές κατά κύριο λόγο διαδικασίες -μέσω για παράδειγμα της διαδικτυακής ψήφου-, οι υπερασπιστές της ’’γνήσιας’’, για τους ίδιους, δημοκρατίας δεν διστάζουν να αμφισβητούν ακόμα και τη σημερινή της ύπαρξη.
Καθημερινά μπορεί κανείς να διαβάσει, να δει, ν’ ακούσει, ότι τάχα μας κυβερνούν η πλουτοκρατία, η λέσχη Bilderberg, οι τέκτονες, ο Αντίχριστος, οι νεφελίμ και άλλες τέτοιες μπούρδες. Και τούτο διότι οι συγκεκριμένοι γραφικοί κυρίως τύποι -ορισμένους εξ’ αυτών τους συναντά κανείς ακόμη και στους διαδρόμους της Βουλής- έχουν χάσει τη στοιχειώδη ουσία της αντιπροσωπευτικής μας δημοκρατίας.
Από την Επανάσταση του 1821 και έπειτα, η κρατική εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αντιπροσώπων του λαού. Η δημοκρατία έκτοτε λειτουργεί έμμεσα και αντιπροσωπευτικά, και όχι άμεσα! Διότι, εάν την εξουσία ασκούσε άμεσα ο λαός, όπως ορισμένοι ορέγονται, μας διδάσκει ο Αριστοτέλης, πως θα οδηγούμασταν με μαθηματική ακρίβεια στην οχλοκρατία, αφού καθείς πραγματικά θα έκανε ό,τι του κατέβαινε. Γι’ αυτό και ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος προτάσσει τη δημοκρατία, και μάλιστα όχι αυτήν καθ’ αυτή, αλλά την πολιτεία, την αντιπροσωπευτική δηλαδή δημοκρατία περιστοιχισμένη από αριστοκρατικά στοιχεία, ανάλογα με το επίπεδο και τις αξίες που φέρει ο κάθε ’’άρχοντας’’. Επομένως, εχθρός της αριστοτελικής-αριστοκρατικής μας δημοκρατίας είναι τόσο η οχλοκρατία, πάντοτε συνοδευόμενη και από τη δημαγωγία, όσο όμως και η φαυλοκρατία, το να επιλεχθούν ως αντιπρόσωποι οι φαύλοι και όχι οι άριστοι. Για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση όμως του δεύτερου κατά σειρά εχθρού, ο λαός διαθέτει ένα πανίσχυρο όπλο, την ψήφο.
Η ψήφος αποτελεί το σημαντικότερο ατομικό-πολιτικό μας δικαίωμα. Είναι άμεση, καθολική, μυστική εάν το επιθυμούμε, και προπαντός ελεύθερη. Δεν επιβάλλεται, ούτε -τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να ισχύει- εξαγοράζεται! Μέσω αυτής καλούμαστε να αναδείξουμε τους αρίστους μεταξύ των υπολοίπων, οι οποίοι και θα λειτουργούν ως αγωγοί της θελήσεώς μας, των αναγκών και των αξιώσεών μας στα κέντρα λήψεως των αποφάσεων, αποσκοπώντας στην εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Και ευτυχώς ο λαός της Αργολίδας, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, έχει την τάση να εξελέγει τους αρίστους!
Στη Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να υπάρξει κάποια άλλη, ενδεδειγμένη και άριστη επιλογή μεταξύ των άλλων συνυποψηφίων του και τοπικών στελεχών από τον Γιάννη Ανδριανό. Στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. περίπου το ίδιο. Γιατί μαζί με τον αξιότατο Γιάννη Μανιάτη, στη σοσιαλιστική παράταξη υπάρχει και άλλο ένα στέλεχος του νομού μας, που κοσμεί την Αντιπεριφέρεια, ο Τάσσος Χειβιδόπουλος. Όσο για τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ., παρόλο που ο γράφων δεν έχει πλήρη εικόνα για το σύνολο των στελεχών του νομού, ο κύριος Κοδέλας έχει μια θετική και γιατί όχι αξιοπρεπή κοινοβουλευτική παρουσία.
Την ίδια υπευθυνότητα επιδεικνύουμε τις περισσότερες φορές οι Αργολιδείς ψηφοφόροι και στις κάλπες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην Περιφέρεια εξελέγξαμε -και οφείλουμε να το πράξουμε ξανά- τον αξιότερο, που διακρίνεται για το ήθος του, και μεταξύ των πιο επιτυχημένων περιφερειαρχών ανά την Ελλάδα, τον Πέτρο Τατούλη. Παράλληλα, και από το ψηφοδέλτιο της «Νέας Πελοποννήσου» επελέγησαν οι άριστοι, όπως οι κύριοι Στεφανόπουλος, Πουλάς, Κονοπισόπουλος και η κυρία Μελίδη. Όσο για το δήμο Άργους-Μυκηναίων, η αλλαγή και μόνο της εικόνας της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, όσο και η αποκατάσταση της εξαφανισμένης για τετραετίες διαφάνειαw στα της διοίκησης του δήμου, συγκαταλέγουν το Δημήτρη Καμπόσο στους πιο πετυχημένους, καθαρούς και δημοφιλείς δημάρχους της χώρας, με σοβαρό ενδεχόμενο στις επερχόμενες εκλογές το ποσοστό του συνδυασμού του να ξεπεράσει το 60% από την πρώτη κιόλας Κυριακή, όπως και σε κάνα δύο (2) άλλους δήμους της χώρας -του Διονύση Χατζηδάκη για παράδειγμα στο Παλαιό Φάληρο και του Ανδρέα Παχατουρίδη στο Περιστέρι-. Ας ελπίσουμε, ότι και οι δημότες του Ναυπλίου και των καλλικρατικών πλέον δημοτικών και τοπικών κοινοτήτων θα προτάξουν την αριστεία στα κριτήρια της επιλογής τους.
Συνεπώς, η ουσία της αντιπροσωπευτικής μας δημοκρατίας έγκειται στην αριστεία, στην υπευθυνότητα και στη βούληση των αντιπροσώπων μας να προσφέρουν στον τόπο και στο λαό πάντοτε αξιοκρατικά. Ούτε πελατειακά, ούτε ψηφοθηρικά. Γι’ αυτό και εχθροί και παρεκβάσεις της είναι τόσο η φαυλότητα των πολιτικών, όσο όμως και το μπάχαλο που θα επικρατούσε στην περίπτωση της ύπαρξης μοναχά άμεσων δημοκρατικών διαδικασιών.
Πού εντοπίζεται όμως το σημερινό της έλλειμμα;
Για μια σειρά από λόγους, θεσμικούς -ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα-, αλλά και κοινωνικούς, όπως οι φιλοδοξίες ορισμένων πολιτικών μας να υπουργοποιηθούν ή η χαρισματική φύση κομματικών ηγετών, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει μετεξελιχθεί σε αμιγώς πρωθυπουργοκεντρική. Οι Κυβερνήσεις δεν λειτουργούν δημοκρατικά, όπως προβλέπεται από τον ’’Κανονισμό’’ τους και την έννομη τάξη μας. Απεναντίας, όλες οι αποφάσεις τους λαμβάνονται είτε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είτε από μέλη του πολύ στενού του επιτελείου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι κυβερνητικές αποφάσεις στερούνται νομιμοποιήσεως, όπως και ορθότητας και αποτελεσματικότητας, αφού ο γόνιμος και δημιουργικός διάλογος μεταξύ των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου έχει αντικατασταθεί από τις αποφάσεις του αρχηγού και της αυλής του.
Μιας ολιγοκρατίας δηλαδή, που τον Ιούνιο του 2013 διέλυσε ό,τι πιο υγιές είχε σχηματιστεί στον τόπο μας τα τελευταία 20 χρόνια, την τρικομματική Κυβέρνηση συνεργασίας. Βέβαια, εκτός από τους αυλικούς του Σαμαρά, τις ευθύνες για την αποχώρηση της Δημοκρατικής Αριστεράς από την Κυβέρνηση, μοιράζονται και οι δύο (2) άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, Βενιζέλος και Κουβέλης, που αντί να απαιτήσουν από την αρχή, από τις προγραμματικές ακόμα δηλώσεις του σημερινού πρωθυπουργού, την ύπαρξη συλλογικών αποφάσεων για οποιαδήποτε κυβερνητική ενέργεια, ενστερνίστηκαν τις ολιγοκρατικές του διαθέσεις, δημιουργώντας και συμμετέχοντας σε μια ’’Παρακυβέρνηση’’, στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών ακόμα και στην οικία του Σαμαρά, απ’ όπου και λαμβάνονταν όλες οι πρωτοβουλίες, δίχως καν να ζητείται η γνώμη των υπουργών.
Έτσι όμως, το έλλειμμα της δημοκρατίας μας διογκώνεται συνεχώς, κάτι που επίσης εντοπίζεται στην πλήρη υποβάθμιση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, όπου ανήθικες κομματικές πειθαρχίες βιάζουν την ελευθερία της συνείδησης του βουλευτή. Γι’ αυτό εκείνο που απαιτείται, είναι μια εκ νέου αναζήτηση της ουσίας της δημοκρατίας μας, ένας εκδημοκρατισμός της ίδιας της αντιπροσωπευτικής-αριστοκρατικής μας δημοκρατίας, προκειμένου να πάψουν μια και καλή οι εκ δεξιών και εξ’ αριστερών αμφισβητήσεις της.
Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.
Από την Επανάσταση του 1821 και έπειτα, η κρατική εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αντιπροσώπων του λαού. Η δημοκρατία έκτοτε λειτουργεί έμμεσα και αντιπροσωπευτικά, και όχι άμεσα! Διότι, εάν την εξουσία ασκούσε άμεσα ο λαός, όπως ορισμένοι ορέγονται, μας διδάσκει ο Αριστοτέλης, πως θα οδηγούμασταν με μαθηματική ακρίβεια στην οχλοκρατία, αφού καθείς πραγματικά θα έκανε ό,τι του κατέβαινε. Γι’ αυτό και ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος προτάσσει τη δημοκρατία, και μάλιστα όχι αυτήν καθ’ αυτή, αλλά την πολιτεία, την αντιπροσωπευτική δηλαδή δημοκρατία περιστοιχισμένη από αριστοκρατικά στοιχεία, ανάλογα με το επίπεδο και τις αξίες που φέρει ο κάθε ’’άρχοντας’’. Επομένως, εχθρός της αριστοτελικής-αριστοκρατικής μας δημοκρατίας είναι τόσο η οχλοκρατία, πάντοτε συνοδευόμενη και από τη δημαγωγία, όσο όμως και η φαυλοκρατία, το να επιλεχθούν ως αντιπρόσωποι οι φαύλοι και όχι οι άριστοι. Για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση όμως του δεύτερου κατά σειρά εχθρού, ο λαός διαθέτει ένα πανίσχυρο όπλο, την ψήφο.
Η ψήφος αποτελεί το σημαντικότερο ατομικό-πολιτικό μας δικαίωμα. Είναι άμεση, καθολική, μυστική εάν το επιθυμούμε, και προπαντός ελεύθερη. Δεν επιβάλλεται, ούτε -τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να ισχύει- εξαγοράζεται! Μέσω αυτής καλούμαστε να αναδείξουμε τους αρίστους μεταξύ των υπολοίπων, οι οποίοι και θα λειτουργούν ως αγωγοί της θελήσεώς μας, των αναγκών και των αξιώσεών μας στα κέντρα λήψεως των αποφάσεων, αποσκοπώντας στην εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Και ευτυχώς ο λαός της Αργολίδας, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, έχει την τάση να εξελέγει τους αρίστους!
Στη Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να υπάρξει κάποια άλλη, ενδεδειγμένη και άριστη επιλογή μεταξύ των άλλων συνυποψηφίων του και τοπικών στελεχών από τον Γιάννη Ανδριανό. Στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. περίπου το ίδιο. Γιατί μαζί με τον αξιότατο Γιάννη Μανιάτη, στη σοσιαλιστική παράταξη υπάρχει και άλλο ένα στέλεχος του νομού μας, που κοσμεί την Αντιπεριφέρεια, ο Τάσσος Χειβιδόπουλος. Όσο για τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ., παρόλο που ο γράφων δεν έχει πλήρη εικόνα για το σύνολο των στελεχών του νομού, ο κύριος Κοδέλας έχει μια θετική και γιατί όχι αξιοπρεπή κοινοβουλευτική παρουσία.
Την ίδια υπευθυνότητα επιδεικνύουμε τις περισσότερες φορές οι Αργολιδείς ψηφοφόροι και στις κάλπες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην Περιφέρεια εξελέγξαμε -και οφείλουμε να το πράξουμε ξανά- τον αξιότερο, που διακρίνεται για το ήθος του, και μεταξύ των πιο επιτυχημένων περιφερειαρχών ανά την Ελλάδα, τον Πέτρο Τατούλη. Παράλληλα, και από το ψηφοδέλτιο της «Νέας Πελοποννήσου» επελέγησαν οι άριστοι, όπως οι κύριοι Στεφανόπουλος, Πουλάς, Κονοπισόπουλος και η κυρία Μελίδη. Όσο για το δήμο Άργους-Μυκηναίων, η αλλαγή και μόνο της εικόνας της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, όσο και η αποκατάσταση της εξαφανισμένης για τετραετίες διαφάνειαw στα της διοίκησης του δήμου, συγκαταλέγουν το Δημήτρη Καμπόσο στους πιο πετυχημένους, καθαρούς και δημοφιλείς δημάρχους της χώρας, με σοβαρό ενδεχόμενο στις επερχόμενες εκλογές το ποσοστό του συνδυασμού του να ξεπεράσει το 60% από την πρώτη κιόλας Κυριακή, όπως και σε κάνα δύο (2) άλλους δήμους της χώρας -του Διονύση Χατζηδάκη για παράδειγμα στο Παλαιό Φάληρο και του Ανδρέα Παχατουρίδη στο Περιστέρι-. Ας ελπίσουμε, ότι και οι δημότες του Ναυπλίου και των καλλικρατικών πλέον δημοτικών και τοπικών κοινοτήτων θα προτάξουν την αριστεία στα κριτήρια της επιλογής τους.
Συνεπώς, η ουσία της αντιπροσωπευτικής μας δημοκρατίας έγκειται στην αριστεία, στην υπευθυνότητα και στη βούληση των αντιπροσώπων μας να προσφέρουν στον τόπο και στο λαό πάντοτε αξιοκρατικά. Ούτε πελατειακά, ούτε ψηφοθηρικά. Γι’ αυτό και εχθροί και παρεκβάσεις της είναι τόσο η φαυλότητα των πολιτικών, όσο όμως και το μπάχαλο που θα επικρατούσε στην περίπτωση της ύπαρξης μοναχά άμεσων δημοκρατικών διαδικασιών.
Πού εντοπίζεται όμως το σημερινό της έλλειμμα;
Για μια σειρά από λόγους, θεσμικούς -ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα-, αλλά και κοινωνικούς, όπως οι φιλοδοξίες ορισμένων πολιτικών μας να υπουργοποιηθούν ή η χαρισματική φύση κομματικών ηγετών, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει μετεξελιχθεί σε αμιγώς πρωθυπουργοκεντρική. Οι Κυβερνήσεις δεν λειτουργούν δημοκρατικά, όπως προβλέπεται από τον ’’Κανονισμό’’ τους και την έννομη τάξη μας. Απεναντίας, όλες οι αποφάσεις τους λαμβάνονται είτε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είτε από μέλη του πολύ στενού του επιτελείου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι κυβερνητικές αποφάσεις στερούνται νομιμοποιήσεως, όπως και ορθότητας και αποτελεσματικότητας, αφού ο γόνιμος και δημιουργικός διάλογος μεταξύ των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου έχει αντικατασταθεί από τις αποφάσεις του αρχηγού και της αυλής του.
Μιας ολιγοκρατίας δηλαδή, που τον Ιούνιο του 2013 διέλυσε ό,τι πιο υγιές είχε σχηματιστεί στον τόπο μας τα τελευταία 20 χρόνια, την τρικομματική Κυβέρνηση συνεργασίας. Βέβαια, εκτός από τους αυλικούς του Σαμαρά, τις ευθύνες για την αποχώρηση της Δημοκρατικής Αριστεράς από την Κυβέρνηση, μοιράζονται και οι δύο (2) άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, Βενιζέλος και Κουβέλης, που αντί να απαιτήσουν από την αρχή, από τις προγραμματικές ακόμα δηλώσεις του σημερινού πρωθυπουργού, την ύπαρξη συλλογικών αποφάσεων για οποιαδήποτε κυβερνητική ενέργεια, ενστερνίστηκαν τις ολιγοκρατικές του διαθέσεις, δημιουργώντας και συμμετέχοντας σε μια ’’Παρακυβέρνηση’’, στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών ακόμα και στην οικία του Σαμαρά, απ’ όπου και λαμβάνονταν όλες οι πρωτοβουλίες, δίχως καν να ζητείται η γνώμη των υπουργών.
Έτσι όμως, το έλλειμμα της δημοκρατίας μας διογκώνεται συνεχώς, κάτι που επίσης εντοπίζεται στην πλήρη υποβάθμιση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, όπου ανήθικες κομματικές πειθαρχίες βιάζουν την ελευθερία της συνείδησης του βουλευτή. Γι’ αυτό εκείνο που απαιτείται, είναι μια εκ νέου αναζήτηση της ουσίας της δημοκρατίας μας, ένας εκδημοκρατισμός της ίδιας της αντιπροσωπευτικής-αριστοκρατικής μας δημοκρατίας, προκειμένου να πάψουν μια και καλή οι εκ δεξιών και εξ’ αριστερών αμφισβητήσεις της.
Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.