Του Νίκου Ζέρβα
Στα τέλη του 19ου αιώνα, στο ευρωπαϊκό, κατά κύριο λόγο, προσκήνιο έκανε την εμφάνισή της μια νέα κατηγορία δικαιωμάτων του ανθρώπου, εκείνα που αφορούν το πεδίο της εργασίας. Από τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο άρχισε να αναπτύσσεται ο συνδικαλισμός, ως τρόπος οργάνωσης των αδύναμων εργατών απέναντι στις καταπιεστικές εργοδοσίες, με κυρίαρχο μέσο έκφρασής του την απεργία.
Η ρητή κατοχύρωση, βέβαια, των δικαιωμάτων της ομαδικής δράσης, όσον αφορά την εργασία, επήλθε λίγο αργότερα, έπειτα και από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918, ενώ στη χώρα μας τα εν λόγω ατομικά-κοινωνικά δικαιώματα, άμα τη εμφανίσει τους τη δεκαετία του 1950, εδραιώθηκαν πλήρως με το Σύνταγμα του 1975. Έκτοτε, η συνδικαλιστική δράση αποτελεί ρητά κατοχυρωμένη ελευθερία του καθενός μας, για τη διατήρηση και την υπεράσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων και συμφερόντων μας.
Δυστυχώς όμως στη χώρα μας, τα τελευταία 40 χρόνια επικράτησε μια καταστρεπτική ασυδοσία ως προς την ενάσκηση των συνταγματικώς θεμελιωμένων ελευθεριών. Η συνδικαλιστική δράση χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ως μέσο πίεσης προς τους εκάστοτε κυβερνώντες μας, προκειμένου να ικανοποιούνται κατά καιρούς, λογικά ή παράλογα, αιτήματα των Ελλήνων εργαζομένων και επαγγελματιών. Οι δε Κυβερνήσεις, σε μια προσπάθεια διατήρησης της εκλογικής τους πελατείας, έτεινα να χαϊδεύουν τα αυτιά των συντεχνιακών ηγεσιών, που μάχονταν ταυτόχρονα για τα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου τους, κυρίως όμως για τα αμιγώς προσωπικά τους συμφέροντα. Πάντοτε άλλωστε, ως σύμμαχο στην επαιτική τους δράση είχαν την εκάστοτε αντιπολίτευση, η οποία και αυτή με τη σειρά της αλίευε ψήφους σε θολά νερά. Ξεχνά κανείς τον πρώην αρχηγό του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που χέρι-χέρι με τον πρόεδρο της Γ.Σ.Ε.Ε. αντιστεκόταν στην ήπια ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2008, ή μήπως τη συμπαράταξή του με τους συνδικαλιστές του Π.Α.ΜΕ. στο λιμάνι του Πειραιά το 2009 για την υποδοχή των Κρητικών αγροτών; Ουδείς! Και αυτό, γιατί αυτές οι διεστραμμένες νοοτροπίες εκ μέρους συντεχνιών και πολιτικών, εκτόξευαν διαχρονικά τα ελλείμματα του κράτους, οδηγώντας το στη χρεωκοπία.
Αντί όμως να βάλουμε μυαλό -κάνοντας μια ειλικρινή αυτοκριτική- και να λογικευθούμε για να μη χαθούμε, κάποιοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αντίστοιχες μεθόδους και πρακτικές, για την ικανοποίηση των όποιων παράλογων και απίστευτων αιτημάτων τους. Πρόσφατο παράδειγμα, αυτό που συνέβαινε τις τελευταίες μέρες στις λαϊκές αγορές της χώρας. Ενώ από την Κυβέρνηση, και πιο συγκεκριμένα από την ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης, επιχειρήθηκε μια προσπάθεια κωδικοποίησης της νομοθεσίας και εκσυγχρονισμού-εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου για τις λαϊκές αγορές -παρά τις όποιες λαϊκίστικες-ψηφοθηρικές αντιδράσεις διάσωσης εκ μέρους του δεύτερου τη τάξει κυβερνητικού εταίρου-, τις τελευταίες 10 ημέρες οι επαγγελματίες, έμποροι και παραγωγοί, των λαϊκών αγορών της χώρας βρίσκονταν στα κάγκελα, επιζητώντας τη ματαίωσή της. Αρνούμενοι να αντιμετωπίσουν κατάματα την αλήθεια για ό,τι συνέβαινε στις λαϊκές σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, επιδόθηκαν σ’ ένα θέατρο του παραλόγου, με ακούσιους πρωταγωνιστές πληγέντες από την κρίση συμπολίτες μας, συνεπικουρούμενοι από την πρώτη στιγμή από ανεύθυνες αντιπολιτευτικές κορώνες.
Σε ποιά σημεία όμως του επίμαχου -για τους ίδιους- νομοσχεδίου επικεντρώθηκαν οι φωνασκίες τους; Και πράγματι, ήταν τόσο βάσιμες οι κραυγές τους, που να δικαιολογούν το γεγονός ότι δεν δίστασαν να παίξουν με τον πόνο αναξιοπαθούντων συμπολιτών μας; Εξηγούμεθα.
Κραυγές Νο 1 : Περί της τοποθέτησης σε ξεχωριστούς-διακριτούς χώρους των πάγκων μεταξύ παραγωγών και εμπόρων αγροτικών προϊόντων. Το κύριο επιχείρημα που χρησιμοποίησαν για την υπεράσπιση του παρόντος καθεστώτος, ήταν ότι δήθεν θα συγκεντρωθούν σ’ ένα σημείο της λαϊκής ομοειδή προϊόντα (λ.χ. εσπεριδοειδή), με συνέπεια τη μείωση του τζίρου ορισμένων συναδέλφων τους, όσο όμως και τη δημιουργία καρτέλ. Αντί να χαιρετήσουν το συγκεκριμένο μέτρο του διαχωρισμού μεταξύ εμπόρων και αμιγώς παραγωγών, που θα συμβάλλει στην προστασία των καταναλωτών, έχοντες τη δυνατότητα να επιλέγουν με μεγαλύτερη ευκολία προϊόντα της αρεσκείας τους, αναλόγως της τιμής τους και προπαντός της ποιότητάς τους, εκείνοι μεμψιμοιρούν, κάνοντας λόγο για καρτέλ. Μα κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται ο υγιής ανταγωνισμός συμπαθείς, συνάμα όμως μύωπες, επαγγελματίες των λαϊκών, που υπό προϋποθέσεις δύναται να οδηγήσει και σε μειώσεις των τιμών, ή ακόμα και στη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών. Και εάν, δολίως, κάποιοι από εσάς διανοηθούν να προβούν σε πρακτικές καρτελοποίησης της αγοράς, να είστε βέβαιοι, πως εμείς οι ίδιοι, οι καταναλωτές, θα είμεθα οι πρώτοι που θα σας αποδοκιμάσουν!
Κραυγές Νο 2 : Περί της ’’αυστηροποίησης’’ των εις βάρος τους διοικητικών κυρώσεων, αλλά και της επιβολής ποινικών κυρώσεων. Κατ’ αρχάς, εάν διαβάσει κάποιος τις σχετικές διατάξεις του ’’επίμαχου’’, και κατακρεουργημένου πια, νομοθετήματος, και τις συγκρίνει με τις αντίστοιχες του νόμου 4177 του 2013, θα διαπιστώσει, πως τα προβλεπόμενα χρηματικά πρόστιμα παραμένουν ίδια. Όσον αφορά δε τις ποινικές κυρώσεις -στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων και φυλάκισης-, αυτές αφορούν εκείνους, που παρανόμως, δίχως να διαθέτουν άδεια και απλώς και μόνο απολαμβάνοντας την ’’προστασία’’ κάποιων ’’νταβατζήδων’’ της κάθε λαϊκής, επιδίδονται στο παραεμπόριο. Πραγματικά, δεν μπορεί ένας να απαντήσει, τί έχει να φοβηθεί ο σοβαρός, ο υπεύθυνος και ο νόμιμος επαγγελματίας από τα πρόστιμα και τις άλλες ποινές; Μόνο όσοι έχουν λερωμένη τη φωλιά τους ’’δικαιούνται’’ να κραυγάζουν για την τάχα μνημονιακή επέλαση στον ’’υγιέστατο’’ κλάδο των λαϊκών αγορών. Είναι όντως τόσοι πολλοί;
Κραυγές Νο 3 : Περί της διαδικασίας της κλήρωσης για την χωροθέτηση των πάγκων στις λαϊκές αγορές. Εδώ τα επιχειρήματα των διαμαρτυρόμενων στερούνται πάσης φύσης και λογικής. Ισχυρίζονται, άκουσον-άκουσον, ότι με την κλήρωση και την αλλαγή των θέσεών τους, θα απολέσουν τους παραδοσιακούς τους πελάτες. Λες και ο καταναλωτής στερείται πάσης νοημοσύνης και δεν θα μετακινηθεί 50, 100, ακόμα και 500 μέτρα για την αγορά ποιοτικών προϊόντων για τον ίδιο και την οικογένειά του. Διστάζουν όμως να παραδεχτούν, πως η κλήρωση είναι ένα απολύτως θετικό, και αν μη τι άλλο, δίκαιο μέτρο, προκειμένου κάθε επαγγελματίας, μέσω της ετήσιας κυκλικής τους εναλλαγής -που εν τέλει δεν ψηφίστηκε, εξαιτίας παλαιοκομματικών και ψηφοθηρικών, εκ μέρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- πρακτικών- να έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει μια «καλή» θέση στη λαϊκή, και όχι να αναγκάζεται να την εξαγοράσει από εκείνους που διαχειρίζονταν -και λυμαίνονταν- μέχρι και σήμερα το καθεστώς των λαϊκών.
Κραυγές Νο 4 : Περί της διαδικασίας αδειοδοτήσεώς τους. Το συγκεκριμένο μέτρο αφορά τους επαγγελματίες εμπόρους, καθ’ ότι οι παραγωγοί καταλαμβάνουν αυτοδικαίως -τουλάχιστον με ό,τι προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, και όχι απ’ ό,τι επιβάλλεται από τα κυκλώματα που δρουν μέχρι σήμερα ανεξέλεγκτα σε ορισμένες κεντρικές λαϊκές- άδεια εμπορίας, εάν υφίσταται κενή θέση. Παρόλο που με τη νέα ρύθμιση μειώνεται κατά 20% το ημερήσιο τέλος καταβολής και μεταβάλλεται σε αόριστη από 3ετή η άδεια λειτουργίας πάγκου πώλησης προϊόντων, οι συντεχνίες τους στέκονται στην υποχρέωση κατοχής φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, μέσω μια απλής ρυθμίσεως των οφειλών των ενδιαφερομένων, ώστε να συνεχίσουν ανεμπόδιστα την άσκηση των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Δηλαδή, αντιδρούν για μια υποχρέωση που έχει κάθε Έλληνας φορολογούμενος, έμπορος ή οποιοσδήποτε άλλος επαγγελματίας, επικαλούμενοι τις συνέπειες της κρίσης. Μιας κρίσης, που ενδεχομένως να μην επιτρέπει την πλήρη αποπληρωμή των οφειλών τους προς το Δημόσιο, όχι όμως και να αποτρέπει την ρύθμισή τους τουλάχιστον.
Συμπερασματικά, τα επιχειρήματα των επαγγελματιών των λαϊκών αγορών της χώρας, που προέβησαν τις προηγούμενες μέρες σε απεργία, πάσχουν. Και είναι δύστυχες, να κατηγορείται, χωρίς να το θέλουμε, ένας ζωτικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας, επειδή η πλειονότητα των επαγγελματιών του, άνθρωποι μαχόμενοι για το μεροκάματο, που για την κοπιώδη συγκομιδή των προσφερόμενων εκ μέρους τους προϊόντων χύνουν τόνους ιδρώτα, παρασύρθηκαν σ’ έναν άνευ ουσίας και περιεχομένου αγώνα, από διεφθαρμένες συντεχνιακές ηγεσίες -στις οποίες δεσπόζουν οι έμποροι-, που λυμαίνονται εδώ και δεκαετίες τις λαϊκές αγορές. Ας ελπίσουμε, πως η πλήρης εφαρμογή του νόμου -εάν αυτός επανέλθει στο μέλλον, αφού αποφευχθούν εκ των προτέρων οι λαϊκίστικες ρητορείες πολιτικάντηδων αρχόντων και μεγαλοπαραγόντων λαϊκατζήδων- δεν θα δικαιώσει τις συνδικαλιστικές και αντιπολιτευτικές ’’Κασσάνδρες’’, και πολύ περισσότερο, πως θα πετάξει, μια και καλή, εκτός των λαϊκών τους τσιφλικάδες του παρελθόντος.
Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δυστυχώς όμως στη χώρα μας, τα τελευταία 40 χρόνια επικράτησε μια καταστρεπτική ασυδοσία ως προς την ενάσκηση των συνταγματικώς θεμελιωμένων ελευθεριών. Η συνδικαλιστική δράση χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ως μέσο πίεσης προς τους εκάστοτε κυβερνώντες μας, προκειμένου να ικανοποιούνται κατά καιρούς, λογικά ή παράλογα, αιτήματα των Ελλήνων εργαζομένων και επαγγελματιών. Οι δε Κυβερνήσεις, σε μια προσπάθεια διατήρησης της εκλογικής τους πελατείας, έτεινα να χαϊδεύουν τα αυτιά των συντεχνιακών ηγεσιών, που μάχονταν ταυτόχρονα για τα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου τους, κυρίως όμως για τα αμιγώς προσωπικά τους συμφέροντα. Πάντοτε άλλωστε, ως σύμμαχο στην επαιτική τους δράση είχαν την εκάστοτε αντιπολίτευση, η οποία και αυτή με τη σειρά της αλίευε ψήφους σε θολά νερά. Ξεχνά κανείς τον πρώην αρχηγό του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που χέρι-χέρι με τον πρόεδρο της Γ.Σ.Ε.Ε. αντιστεκόταν στην ήπια ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2008, ή μήπως τη συμπαράταξή του με τους συνδικαλιστές του Π.Α.ΜΕ. στο λιμάνι του Πειραιά το 2009 για την υποδοχή των Κρητικών αγροτών; Ουδείς! Και αυτό, γιατί αυτές οι διεστραμμένες νοοτροπίες εκ μέρους συντεχνιών και πολιτικών, εκτόξευαν διαχρονικά τα ελλείμματα του κράτους, οδηγώντας το στη χρεωκοπία.
Αντί όμως να βάλουμε μυαλό -κάνοντας μια ειλικρινή αυτοκριτική- και να λογικευθούμε για να μη χαθούμε, κάποιοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αντίστοιχες μεθόδους και πρακτικές, για την ικανοποίηση των όποιων παράλογων και απίστευτων αιτημάτων τους. Πρόσφατο παράδειγμα, αυτό που συνέβαινε τις τελευταίες μέρες στις λαϊκές αγορές της χώρας. Ενώ από την Κυβέρνηση, και πιο συγκεκριμένα από την ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης, επιχειρήθηκε μια προσπάθεια κωδικοποίησης της νομοθεσίας και εκσυγχρονισμού-εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου για τις λαϊκές αγορές -παρά τις όποιες λαϊκίστικες-ψηφοθηρικές αντιδράσεις διάσωσης εκ μέρους του δεύτερου τη τάξει κυβερνητικού εταίρου-, τις τελευταίες 10 ημέρες οι επαγγελματίες, έμποροι και παραγωγοί, των λαϊκών αγορών της χώρας βρίσκονταν στα κάγκελα, επιζητώντας τη ματαίωσή της. Αρνούμενοι να αντιμετωπίσουν κατάματα την αλήθεια για ό,τι συνέβαινε στις λαϊκές σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, επιδόθηκαν σ’ ένα θέατρο του παραλόγου, με ακούσιους πρωταγωνιστές πληγέντες από την κρίση συμπολίτες μας, συνεπικουρούμενοι από την πρώτη στιγμή από ανεύθυνες αντιπολιτευτικές κορώνες.
Σε ποιά σημεία όμως του επίμαχου -για τους ίδιους- νομοσχεδίου επικεντρώθηκαν οι φωνασκίες τους; Και πράγματι, ήταν τόσο βάσιμες οι κραυγές τους, που να δικαιολογούν το γεγονός ότι δεν δίστασαν να παίξουν με τον πόνο αναξιοπαθούντων συμπολιτών μας; Εξηγούμεθα.
Κραυγές Νο 1 : Περί της τοποθέτησης σε ξεχωριστούς-διακριτούς χώρους των πάγκων μεταξύ παραγωγών και εμπόρων αγροτικών προϊόντων. Το κύριο επιχείρημα που χρησιμοποίησαν για την υπεράσπιση του παρόντος καθεστώτος, ήταν ότι δήθεν θα συγκεντρωθούν σ’ ένα σημείο της λαϊκής ομοειδή προϊόντα (λ.χ. εσπεριδοειδή), με συνέπεια τη μείωση του τζίρου ορισμένων συναδέλφων τους, όσο όμως και τη δημιουργία καρτέλ. Αντί να χαιρετήσουν το συγκεκριμένο μέτρο του διαχωρισμού μεταξύ εμπόρων και αμιγώς παραγωγών, που θα συμβάλλει στην προστασία των καταναλωτών, έχοντες τη δυνατότητα να επιλέγουν με μεγαλύτερη ευκολία προϊόντα της αρεσκείας τους, αναλόγως της τιμής τους και προπαντός της ποιότητάς τους, εκείνοι μεμψιμοιρούν, κάνοντας λόγο για καρτέλ. Μα κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται ο υγιής ανταγωνισμός συμπαθείς, συνάμα όμως μύωπες, επαγγελματίες των λαϊκών, που υπό προϋποθέσεις δύναται να οδηγήσει και σε μειώσεις των τιμών, ή ακόμα και στη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών. Και εάν, δολίως, κάποιοι από εσάς διανοηθούν να προβούν σε πρακτικές καρτελοποίησης της αγοράς, να είστε βέβαιοι, πως εμείς οι ίδιοι, οι καταναλωτές, θα είμεθα οι πρώτοι που θα σας αποδοκιμάσουν!
Κραυγές Νο 2 : Περί της ’’αυστηροποίησης’’ των εις βάρος τους διοικητικών κυρώσεων, αλλά και της επιβολής ποινικών κυρώσεων. Κατ’ αρχάς, εάν διαβάσει κάποιος τις σχετικές διατάξεις του ’’επίμαχου’’, και κατακρεουργημένου πια, νομοθετήματος, και τις συγκρίνει με τις αντίστοιχες του νόμου 4177 του 2013, θα διαπιστώσει, πως τα προβλεπόμενα χρηματικά πρόστιμα παραμένουν ίδια. Όσον αφορά δε τις ποινικές κυρώσεις -στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων και φυλάκισης-, αυτές αφορούν εκείνους, που παρανόμως, δίχως να διαθέτουν άδεια και απλώς και μόνο απολαμβάνοντας την ’’προστασία’’ κάποιων ’’νταβατζήδων’’ της κάθε λαϊκής, επιδίδονται στο παραεμπόριο. Πραγματικά, δεν μπορεί ένας να απαντήσει, τί έχει να φοβηθεί ο σοβαρός, ο υπεύθυνος και ο νόμιμος επαγγελματίας από τα πρόστιμα και τις άλλες ποινές; Μόνο όσοι έχουν λερωμένη τη φωλιά τους ’’δικαιούνται’’ να κραυγάζουν για την τάχα μνημονιακή επέλαση στον ’’υγιέστατο’’ κλάδο των λαϊκών αγορών. Είναι όντως τόσοι πολλοί;
Κραυγές Νο 3 : Περί της διαδικασίας της κλήρωσης για την χωροθέτηση των πάγκων στις λαϊκές αγορές. Εδώ τα επιχειρήματα των διαμαρτυρόμενων στερούνται πάσης φύσης και λογικής. Ισχυρίζονται, άκουσον-άκουσον, ότι με την κλήρωση και την αλλαγή των θέσεών τους, θα απολέσουν τους παραδοσιακούς τους πελάτες. Λες και ο καταναλωτής στερείται πάσης νοημοσύνης και δεν θα μετακινηθεί 50, 100, ακόμα και 500 μέτρα για την αγορά ποιοτικών προϊόντων για τον ίδιο και την οικογένειά του. Διστάζουν όμως να παραδεχτούν, πως η κλήρωση είναι ένα απολύτως θετικό, και αν μη τι άλλο, δίκαιο μέτρο, προκειμένου κάθε επαγγελματίας, μέσω της ετήσιας κυκλικής τους εναλλαγής -που εν τέλει δεν ψηφίστηκε, εξαιτίας παλαιοκομματικών και ψηφοθηρικών, εκ μέρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- πρακτικών- να έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει μια «καλή» θέση στη λαϊκή, και όχι να αναγκάζεται να την εξαγοράσει από εκείνους που διαχειρίζονταν -και λυμαίνονταν- μέχρι και σήμερα το καθεστώς των λαϊκών.
Κραυγές Νο 4 : Περί της διαδικασίας αδειοδοτήσεώς τους. Το συγκεκριμένο μέτρο αφορά τους επαγγελματίες εμπόρους, καθ’ ότι οι παραγωγοί καταλαμβάνουν αυτοδικαίως -τουλάχιστον με ό,τι προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, και όχι απ’ ό,τι επιβάλλεται από τα κυκλώματα που δρουν μέχρι σήμερα ανεξέλεγκτα σε ορισμένες κεντρικές λαϊκές- άδεια εμπορίας, εάν υφίσταται κενή θέση. Παρόλο που με τη νέα ρύθμιση μειώνεται κατά 20% το ημερήσιο τέλος καταβολής και μεταβάλλεται σε αόριστη από 3ετή η άδεια λειτουργίας πάγκου πώλησης προϊόντων, οι συντεχνίες τους στέκονται στην υποχρέωση κατοχής φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, μέσω μια απλής ρυθμίσεως των οφειλών των ενδιαφερομένων, ώστε να συνεχίσουν ανεμπόδιστα την άσκηση των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Δηλαδή, αντιδρούν για μια υποχρέωση που έχει κάθε Έλληνας φορολογούμενος, έμπορος ή οποιοσδήποτε άλλος επαγγελματίας, επικαλούμενοι τις συνέπειες της κρίσης. Μιας κρίσης, που ενδεχομένως να μην επιτρέπει την πλήρη αποπληρωμή των οφειλών τους προς το Δημόσιο, όχι όμως και να αποτρέπει την ρύθμισή τους τουλάχιστον.
Συμπερασματικά, τα επιχειρήματα των επαγγελματιών των λαϊκών αγορών της χώρας, που προέβησαν τις προηγούμενες μέρες σε απεργία, πάσχουν. Και είναι δύστυχες, να κατηγορείται, χωρίς να το θέλουμε, ένας ζωτικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας, επειδή η πλειονότητα των επαγγελματιών του, άνθρωποι μαχόμενοι για το μεροκάματο, που για την κοπιώδη συγκομιδή των προσφερόμενων εκ μέρους τους προϊόντων χύνουν τόνους ιδρώτα, παρασύρθηκαν σ’ έναν άνευ ουσίας και περιεχομένου αγώνα, από διεφθαρμένες συντεχνιακές ηγεσίες -στις οποίες δεσπόζουν οι έμποροι-, που λυμαίνονται εδώ και δεκαετίες τις λαϊκές αγορές. Ας ελπίσουμε, πως η πλήρης εφαρμογή του νόμου -εάν αυτός επανέλθει στο μέλλον, αφού αποφευχθούν εκ των προτέρων οι λαϊκίστικες ρητορείες πολιτικάντηδων αρχόντων και μεγαλοπαραγόντων λαϊκατζήδων- δεν θα δικαιώσει τις συνδικαλιστικές και αντιπολιτευτικές ’’Κασσάνδρες’’, και πολύ περισσότερο, πως θα πετάξει, μια και καλή, εκτός των λαϊκών τους τσιφλικάδες του παρελθόντος.
Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.