Ένα μεγάλο μέρος από το νερό που υπάρχει στη Γη και πέρα από αυτήν, είναι αρχαιότερο από τον Ήλιο, καθώς προϋπήρχε της δημιουργίας του ηλιακού μας συστήματος, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη.
Η έρευνα δείχνει ότι σχεδόν το μισό νερό που βρίσκεται στο ποτήρι μας, είναι πιο παλιό και από το άστρο μας. Η εκτίμηση αυτή ενισχύει την πιθανότητα να υπάρχει ζωή κάπου αλλού στον γαλαξία μας, καθώς φαίνεται πως το νερό είναι πιο διαδεδομένο στα πλανητικά συστήματα από ό,τι πιστευόταν ως τώρα.
Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό "Science", σύμφωνα με το ίδιο, τα πρακτορεία Ρόιτερς και Γαλλικό και το "New Scientist", συνέκριναν -με τη βοήθεια υπολογιστικών μοντέλων που ανέπτυξαν- την αναλογία των ισοτόπων του υδρογόνου με το βαρύτερο ισότοπό του, το δευτέριο (που έχει ένα νετρόνιο παραπάνω), αναλύοντας δείγματα νερού από τον πλανήτη μας και μετεωρίτες, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Στο ηλιακό μας σύστημα νερό έχει βρεθεί στη Γη, τη Σελήνη, τον Άρη, μετεωρίτες, κομήτες και τους παγωμένους δορυφόρους των μεγάλων πλανητών. Το ερώτημα που εδώ και χρόνια απασχολεί τους επιστήμονες, είναι από πού προέρχεται όλο αυτό το νερό.
Η νέα «ετυμηγορία» είναι ότι το 30% έως 50% από τα μόρια του νερού στη Γη και γενικότερα στο ηλιακό μας σύστημα -και σχεδόν όλο το παγωμένο νερό πάνω στους κομήτες- σχηματίστηκαν νωρίτερα από τη δημιουργία του ίδιου του Ήλιου πριν από περίπου 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια, προερχόμενα από μικροσκοπικά σωματίδια πάγου που έπλεαν στον διαστρικό χώρο.
Αυτό, όμως, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αποτελεί άλλη μια ένδειξη ότι συνθήκες ευνοϊκές για τη ζωή μπορεί να υπήρχαν ήδη -και να υπάρχουν ακόμη- κάπου «εκεί έξω», πιθανώς σε ορισμένους εξωπλανήτες, προτού αναπτυχθούν καν στον δικό μας πλανήτη.
Οι πιθανότερες περιοχές εκτός του ηλιακού μας συστήματος που θα μπορούσαν να έχουν σχηματιστεί αυτές οι μεγάλες ποσότητες νερού, είναι τα κρύα διαστρικά νέφη αερίων και σκόνης, που αποτέλεσαν την πρώτη ύλη και για το δικό μας ηλιακό σύστημα.
Το νερό ή ο πάγος με διαστρική προέλευση έχει μεγάλη αναλογία δευτέριου προς υδρογόνο, επειδή σχηματίζεται σε χαμηλές θερμοκρασίες. Η διακριτή αυτή χημική «υπογραφή» αποκαλύπτει την εξωηλιακή προέλευση αυτών των μορίων.