ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Δημήτρης Πασσάς: Ερωτευμένος με το θέατρο

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 12:09:00 μ.μ. | | | |
 Ο Δημήτρης Πασσάς γεννήθηκε το 1986 και μεγάλωσε στο Άργος. Αποφοίτησε το 2007 από τη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου. Από τότε δουλεύει στο θέατρο, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο. Έχει συνεργαστεί με αξιόλογους σκηνοθέτες μεταξύ των οποίων τους Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, Γιώργο Μιχαλακόπουλο, Στάθη Λιβαθηνό, M.Kaminski, C.Grauzinis, Ελένη Θεοδώρου, L.Chetouane και Γιάννη Κακλέα. 

Ο ταλαντούχος ηθοποιός αναζητά την αλήθεια στο σανίδι και ονειρεύεται να κάνει την αγαπημένη του δουλειά με αξιοπρέπεια. Εργατικός και ειλικρινής, ένα κράμα παιδικής αθωότητας και ενήλικης συνείδητότητας, με ελκυστικά χαρακτηριστικά και δυναμική παρουσία ως τώρα στο θέατρο.
Ερωτευμένος με το θέατρο

Αυτή την περίοδο ο Δημήτρης Πασσάς κάνει επτά μέρες την εβδομάδα θέατρο. Τετάρτη έως Κυριακή πρωταγωνιστεί στο θέατρο Χώρα και στο «Κρίμα που είναι πόρνη» του Τζον Φορντ, που παρουσιάζει το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη. Και Δευτέρα-Τρίτη στη μαύρη κωμωδία του Τζο Ορτον “Loot” στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Μάκη Παπαδημητρίου. Στον υπόλοιπο χρόνο του ολοκληρώνει τις σπουδές του στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

«Αυτό το τελευταίο δεν το ήξερα!» του λέω αιφνιδιασμένος. «Σκέφτηκα ότι για να απαντάω πιο έξυπνα στις ερωτήσεις στις συνεντεύξεις πρέπει να ξέρω καλά και σφαιρικά το αντικείμενό μου», μου απαντά γελώντας. «Στο πλαίσιο της προετοιμασίας μου για το “Κρίμα που είναι πόρνη” γέμισα ένα τετράδιο γράφοντας. Μετά το πέταξα, αλλά πρώτα το γέμισα. Καλό είναι να τα μαθαίνεις όλα, μετά να τα ξεχνάς και να πηγαίνεις παρακάτω».

Στην παράσταση του Εθνικού υποδύεται τον Τζιοβάννι, έναν νεαρό ευγενή στην Πάρμα του 1625, που ερωτεύεται την αδελφή του, την Ανναμπέλλα. Ο παράνομος αυτός έρωτας φέρνει σε αμηχανία τις αρχές και την Εκκλησία, που θα σπεύσουν λίαν συντόμως να τον στοχοποιήσουν και να τον κατασπαράξουν.

«Το έργο κάνει το εξής: βάζει μπροστά μία φωτογραφία με δύο αδέλφια, τα οποία φιλιούνται. Εσύ πάλι μπορείς να βάλεις στη θέση τους ό,τι θες. Ακόμα κι έναν μουσουλμάνο με έναν γελοιογράφο, που είναι και επίκαιρο. Εστιάζεις λοιπόν σε αυτό και ακριβώς πίσω, σε φλουταρισμένο φόντο, πρωταγωνιστεί μία ολόκληρη κοινωνία διαφθοράς και σαπίλας», μου εξηγεί ο Δημήτρης. «Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με έναν παράνομο έρωτα μέσα σε ένα περιβάλλον που είναι πιο παράνομο και πιο ανήθικο από αυτόν».
Κάπως έτσι, ο Τζον Φορντ στηλιτεύει με το γάντι τα κοινωνικά ήθη της εποχής του, αλλά παράλληλα χαρίζει στο έργο του και μία αίσθηση διαχρονίας, αφού στην πραγματικότητα το focus φεύγει από τα ερωτευμένα αδέλφια για να φωτίσει μία κοινωνία που δεν διαφέρει και πολύ από τη δική μας. «Μέσα στο έργο γίνεται ένας φόνος και ο δολοφόνος αθωώνεται, επειδή είναι ευνοούμενος του Πάπα», μου αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης σχολιάζοντας: «Μα πόσο σύγχρονο!».

«Πώς και δεν τον έριξαν στην πυρά τον Φορντ με ένα τέτοιο έργο;» απορώ. «Δεν κυνηγήθηκε, γιατί διατήρησε το πλαίσιο που ζητούσε και επέβαλε η εποχή. Στο τέλος οι αιμομίκτες σκοτώνονται. Από την άλλη ο καρδινάλιος και ο ευνοούμενος του Πάπα ζουν. Κι έτσι μοιάζει στο τέλος σαν να κουκουλώνει αυτό που κάνει. Σαν να κλείνει το μάτι στους έχοντες εξουσία και να τους λέει “εντάξει, σας την είπα, αλλά μην ανησυχείτε’», μου επισημαίνει.

«Η μαρτυρική ζωή των δύο εραστών γίνεται θυσία στον βωμό της έννομης τάξης» διαβάζω στο δελτίο τύπου και ρωτάω τον Δημήτρη τι σημαίνει για εκείνον σήμερα ο όρος έννομη τάξη. «Επειδή ζω στο 2015, στην Ελλάδα, την έννομη τάξη την έχω στο νου μου σαν κάτι κακό. Ξέρω ότι είναι η μάσκα πίσω από την οποία κρύβεται η χειραγώγηση και η καταπίεση. Θυμάστε τη ληστεία στο Βελβεντό; Βγήκαν στη δημοσιότητα κάποιες φωτογραφίες με εκείνα τα παιδιά ξυλοκοπημένα. Το τι είναι αυτοί οι άνθρωποι δεν με νοιάζει. Ας είναι οι χειρότεροι άνθρωποι στον κόσμο. Οταν όμως βγαίνουν στο φως αυτές οι φωτογραφίες είναι σαν να σου λέει το κράτος: “Κάτσε καλά!’. Αυτή την αίσθηση μου δημιουργεί ο όρος έννομη τάξη. Κάτσε καλά. Χωρίς να σου δικαιολογήσω το γιατί. Απλά κάτσε καλά», μου λέει.

Το «Κρίμα που είναι πόρνη» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του ’80 σε μία θρυλική παράσταση του Ανοιχτού Θεάτρου και του Γιώργου Μιχαηλίδη με πρωταγωνιστές την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τον Μηνά Χατζησάββα στους ρόλους της Ανναμπέλλα και του Τζιοβάννι αντίστοιχα. Ο Μηνάς παίζει και σ’ αυτή την παράσταση υποδυόμενος τον Καρδινάλιο κι έτσι μπαίνω στον πειρασμό να ρωτήσω τον Δημήτρη αν τον συμβουλεύτηκε για τον ρόλο του. «Δεν τον ρώτησα τίποτα για εκείνη την παράσταση. Ούτε αν υπάρχει βίντεο για να την δω», μου απαντά και συνεχίζει: «Το έργο πάντα είναι η αφορμή. Αυτή η συνύπαρξη ωστόσο με τον Μηνά επί σκηνής λειτουργεί λίγο σαν αλλαγή φρουράς. Κι ο Μηνάς είναι ένας υπέροχος συνάδελφος. Ενας ευγενής, έξυπνος άνθρωπος, που ξέρει πολύ καλά τη δουλειά. Ο,τι έχει να σου πει είναι επί της ουσίας».

Μόνο καλά λόγια έχει να πει και για τον σκηνοθέτη του, τον Δημήτρη Λιγνάδη, που τον σκηνοθετεί για δεύτερη φορά μετά τις περιβόητες «Βάκχες» του προπέρσινου καλοκαιριού. «Πέρα από σκηνοθέτης, ο Δημήτρης είναι τρομερά ικανός ηθοποιός. Ξέρει τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός και το χρησιμοποιεί υπέρ σου. Επίσης, έχει μία πολύ δημιουργική τρέλα και ξέρει να καλλιεργεί και το μέσα σου έτσι το αποτέλεσμα να βγαίνει όχι μόνο ωραίο, αλλά και σωστό. Τον θεωρώ από τους πολύ ικανούς Ελληνες θεατρανθρώπους».
Με τον Μάκη Παπαδημητρίου πάλι, που τον σκηνοθετεί στο “Loot”, η σχέση τους είναι σε άλλο επίπεδο. Είναι φίλοι, τον εκτιμά βαθιά και εκτός από το θέατρο μοιράζονται κι ένα ακόμα μεγάλο πάθος. «Λύνουμε κύβους!» μου λέει. Γενικά η συνθήκη στο “Loot” είναι διαφορετική. Εξι ικανοί ηθοποιοί ενώνουν τις δυνάμεις τους κάνοντας μόνοι τους μια παράσταση. «Δεν είναι μια παράσταση παρεΐστικη για να είναι παρεΐστικη. Εχει γίνει με καλές συνθήκες. Εχουμε φροντίσει την παράσταση. Εχουμε κανονικό σκηνικό. Δεν θα ένιωθα καλά αν το έκανα αυτό με τρεις φίλους μου με το που θα είχα βγει από τη σχολή. Σε αυτό δεν πιστεύω καθόλου. Μου αρέσει πολύ η ελευθερία που μπορεί να κρύβει μια παράσταση χωρίς από πίσω οργανωμένη παραγωγή, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί σώνει και καλά πρέπει να κάνουμε μία ομάδα», σχολιάζει.

Το αποτέλεσμα πάντως δικαιώνει τους πάντες. Μία ξεκαρδιστική μαύρη κωμωδία, που θέλει δύο αμφισεξουαλικούς νεαρούς να ληστεύουν μία τράπεζα κι ύστερα να κρύβουν τα λεφτά στο φέρετρο της μάνας του ενός, που μόλις έχει πεθάνει. «Ολο αυτό διαπνέεται από το βάναυσο χιούμορ του Μάκη, που πραγματικά το λατρεύω. Βασικά δεν υπάρχει κάτι που να μη γίνεται σε αυτή την παράσταση», παρατηρεί.

Στο τέλος της κουβέντας μας τον ρωτάω αν συμφωνεί με την επαναφορά της άδειας εξασκήσεως του επαγγέλματος του ηθοποιού. Είναι κατηγορηματικά αντίθετος. «Πολλοί άξιοι ηθοποιοί, συμπεριλαμβανομένων και πολλών ταλαντούχων ηθοποιών του παλιού σινεμά, δεν τέλειωσαν δραματική σχολή. Ξέρω πάρα πολλούς ανθρώπους που έχουν τελειώσει δραματική σχολή και δεν είναι καλοί ηθοποιοί», μου τονίζει. «Κι επίσης, φοβάμαι. Εμένα ποιος θα μου τη δώσει;» μου λέει και μας πιάνουν τα γέλια.

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ