Με κάθε λαμπρότητα και επισημότητα τελέσθηκε πανηγυρικός εσπερινός στην ομώνυμη εκκλησία του Αγίου Αντωνίου στην περιοχή Λυκοτρούπι – Άγιος Αντώνιος στην Τ.Κ. Κάντιας του Δήμου Ναυπλιέων.
Στον πανηγυρικό εσπερινό χοσροστάτησε ο θεοφιλέστατος Επίσκοπος Επιδαύρου Καλλίνικος μαζί με άλλους ιερείς από τις γύρω περιοχές. Μετά το πέρας του εσπερινού ακολούθησε περιφορά της εικόνας πέριη του Ναού.Πρόκειται για την μοναδική εκκλησία στην επαρχία Ναυπλίας και κάθε χρόνο συγκεντρώνει πάρα πολύ κόσμο.
Παλιά υπήρχε και έθιμο από το βράδυ της παραμονής της εορτής του Αγίου να τοποθετούνται καζάνια και να φτιάχνουν οι γυναίκες τις περιοχής βραστό κρέας. Η εκκλησία χτίστηκε το 1975.Στο χώρο προϋπήρχε εκκλησάκι από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας αλλά είχε υποστεί ρωγμές . Βάση στοιχείων από αρχαιολογική έρευνα στο χώρο αυτό υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Αντώνιο κατά την περίοδο της πρωτοβυζαντινής περιόδου.
Το παρών τους έδωσαν μεταξύ άλλων ο Δήμαρχος Ναυπλιέων Δημήτριος Κωστούρος , ο αντιδήμαρχος Ναυπλίου Γ.Μπουζαλάς κα.
Ο Μέγας Αντώνιος γεννήθηκε το 251 μ.Χ. στην Άνω Αίγυπτο από πλούσιους και ενάρετους γονείς, τους οποίους έχασε σε νεαρή ηλικία. Συγκεντρώνει όμως την προσοχή του στην μυστική θεωρία των μοναχών της ερήμου και στην φροντίδα της μικρής αδελφής του.
Γρήγορα αποφασίζει να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και αναχωρεί για την έρημο, αφού πρώτα τακτοποίησε την μικρότερη αδελφή του και μοίρασε την μεγάλη πατρική περιουσία στους φτωχούς της περιοχής του. Στην έρημο παίδευσε την ψυχή του και τιθάσευσε τα πάθη του φθάνοντας στα ανώτατα όρια της άσκησης ώστε η ψυχή του αγίου μπορούσε να εξέρχεται του σώματός του ενώ βρισκόταν ακόμη εν ζωή. Γίνεται το πρότυπο των ασκητών. Πολλοί εξ αυτών έφθαναν στην έρημο για να τον ακούσουν και να τον συμβουλευθούν. Παρέδωσε την μακάρια ψυχή του σε ηλικία 105 ετών.
Αν και, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου Αντωνίου ήταν να μείνει κρυφός ο τόπος της ταφής του, οι μοναχοί που μόναζαν κοντά του έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.