Για την σημαντική γιορτή των Βαΐων αλλά και για το Σάββατο του Λαζάρου που είναι μια από τις πιο σημαντικές ημέρες της Ορθοδοξίας, αφού σηματοδοτεί αφενός το θάνατο και αφετέρου τη ζωή, έμαθαν τα μικρά παιδιά του βρεφονηπιακού σταθμού Δον Πινέλο.
Ο μικροί μαθητές του Δον Πινέλο με τους εκπαιδευτικούς τους Έλενα και Ιωάννα Ιωαννίδη και τον Γιάννη Αντωνόπουλο εκτός των άλλων, επισκέφθηκαν και δώρισαν τρόφιμα που είχαν συγκεντρώσει τις προηγούμενες ημέρες, στο συσσίτιο του Ιερού ναού Ευαγγελιστρίας κάνοντας πράξη την αλληλεγγύη και την προσφορά στον συνάνθρωπο, ενώ ετοίμασαν τον σημερινό γεύμα "βοηθώντας" τους εθελοντές του συσσιτίου.
Τα παιδιά παρακολούθησαν στον χώρο του κατηχητικού, ταινία θρησκευτικού περιεχομένου και στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού, είχαν την ευκαιρία να παίξουν, αλλά και να τραγουδήσουν τα κάλαντα του Λαζάρου που συναντώνται σε πολλά μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδος.Έτσι ζύμωσαν, έπλασαν και έψησαν σε φούρνο, τα "Λαζαράκια" τους, που έφτιαξαν με υλικά του σχολείου τους και την βοήθεια των δασκάλων τους, αναβιώνοντας το έθιμο αυτό που κρατάει πολλούς αιώνες. Πρόκειται για μικρά ψωμάκια πλασμένα σε σχήμα ανθρώπου που μέσα στην ζύμη έβαλαν μέλι, καρύδια ἢ σταφίδες.
Επίσης κατασκεύασαν τον Λαζαρο, έναν ξύλινο σταυρό, που τον στόλισαν με πολύχρωμα ανοιξιάτικα λουλούδια. Στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας για να απεικονίσουν την Ανάσταση του Λάζαρου, να συμβολίσουν δηλαδή τη Νίκη του Χριστού απέναντι στο θάνατο, αλλά παράλληλα και για να υποδηλώσουν την ανάσταση της φύσης, έφτιαχναν ένα ομοίωμα του Λάζαρου.
Την παραμονή της γιορτής ή, σε πολλά μέρη, ανήμερα την “πρώτη Λαμπρή”, τα παιδιά, κρατώντας το “Λάζαρο”, γύριζαν στα σπίτια και τραγουδούσαν τα “λαζαρικά”, για να διηγηθούν την ιστορία του αναστημένου φίλου του Χριστού και να πουν παινέματα στους νοικοκυραίους.
“Πες μας Λάζαρε τι είδες
εις τον Άδη που επήγες.
Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους,
δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι,
της καρδούλας μου το λέω
και μοιρολογώ και κλαίω.
Του χρόνου πάλι να ʽρθουμε,
με υγεία να σας βρούμε,
και ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνια πολλά να ζήσει,
να ζήσει χρόνια εκατό
και να τα ξεπεράσει.”