Άρθρο Αγγελίνας Χατζοπούλου,
υποψήφια βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Αργολίδας
υποψήφια βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Αργολίδας
Οι εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη συνιστούν μια από τις λίγες στιγμές της μεταπολιτευτικής Ελλάδας που σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού αλλά και οι πολίτες, προσέρχονται στις κάλπες υπό συνθήκες πολιτικής ωρίμανσης και ρεαλισμού.
Το κάλεσμα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα προς τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ να αφήσουμε πίσω μας τις αυταπάτες, σήμαινε μια στροφή στη σκληρή πραγματικότητα και παράλληλα έβαλε σε άλλη σφαίρα την διάκριση Αριστεράς και Δεξιάς.
Μετά από 7 μήνες σκληρών διαπραγματεύσεων, αντιμετώπισης του δύσκαμπτου κράτους, πάλης με εγχώρια και ξένα λόμπι και τελικά με τον ερχομό μιας συμφωνίας που αναμφίβολα έπρεπε- με όρους εθνικούς- να υπογραφεί, γνωρίζουμε πλέον ότι το καθήκον μιας Αριστεράς που δεν αποφεύγει τις ευθύνες της, όταν ο λαός της το επιβάλει, είναι να κυβερνά τη χώρα και όχι να κυβερνάται από τις ιδεοληψίες της.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες σε όλο αυτόν τον ανηφορικό δρόμο της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς, άντεξαν και στήριξαν πιο πολύ απ’ ότι οι ίδιοι οι- μέχρι πρότινος- σύντροφοί μας. Ο λαός υπέμεινε στις ουρές των τραπεζών, δε φοβήθηκε στον ανηλεή πόλεμο των καναλιών, ψήφισε με άχτι στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη και τώρα ξανά περιμένει από τον ΣΥΡΙΖΑ να διεκδικήσει τη διακυβέρνηση, με όρους όμως που θα απαντούν καταρχήν στη δική του καθημερινότητα και θα ικανοποιούν τη δική του απαίτηση. Και η απαίτηση του λαού μαζί με το γινάτι των σημερινών 20άρηδων και 30άρηδων είναι να εγκαθιδρυθεί επιτέλους η διαφάνεια, η αξιοκρατία και η ισονομία στη χώρα αυτή που κυβερνήθηκε με πλιάτσικα, με κολλητούς και με κουμπάρους.
Μετά από αυτά τα 5 χρόνια διαχείρισης των Μνημονίων είναι αρκετά ξεκάθαρο σε όλους ότι το πραγματικό δίλλημα αυτών των εκλογών δεν είναι η απόλυτη παράδοση στα Μνημόνια από τη μια, και ο άκρατος αρνητισμός από την άλλη.
Το δίλλημα αυτών των εκλογών είναι ανάμεσα στο παλιό πολιτικό σύστημα και σε μια διακυβέρνηση με λαϊκό μεταρρυθμιστικό προφίλ και βούληση. Το δίλημμα αυτών των εκλογών είναι συνυφασμένο με την επιβίωση του λαού και την τύχη των νέων γενεών. Δεν χωράει μέσα ουτοπίες και καιροσκοπισμούς. Ούτε όμως υπάρχει καιρός να μεταλλαχτούν σε «λαϊκά παιδιά», όσοι μέχρι τώρα, από κυβερνητικούς θώκους, έδιναν όρκους πίστης και αφοσίωσης στα κέντρα διαπλοκής.
Δεν μπορούμε να βαδίσουμε άλλο με τις αλυσίδες του παλιού και φθαρμένου κυβερνητισμού στα πόδια μας. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζητάμε για λύσεις από όλους αυτούς που ήταν οι ηθικοί αυτουργοί μιας χρεοκοπημένης Ελλάδας και ενός έθνους, έρμαιο των κομματικών μηχανισμών. Δε μπορεί η Ν.Δ. να συνεχίσει σε αυτή την προεκλογική μάχη χωρίς να μας μιλήσει για το πρόγραμμά της, χωρίς να κάνει αυτοκριτική για τον τρόπο που χειρίστηκε επί δεκαετίες τα κοινά, χωρίς να αποκαλύψει τα συμφέροντα που την στηρίζουν και χωρίς να φέρει στο φως τα φίλια πρόσωπα που συνδέονται με τις μαύρες λίστες παράνομου χρήματος.
Ο διαχωρισμός Αριστεράς και Δεξιάς συμπυκνώνεται, πλέον, στο βαθμό της βούλησης για την πάταξη της φοροδιαφυγής, για τα μέτρα κατά της διαφθοράς και φυσικά για την ανασύσταση του κράτους.
Το μέλλον της χώρας θα κριθεί πλέον σε πραγματικές συνθήκες και όχι στη σφαίρα της φαντασίας. Καθένας θα μετρηθεί με τις πράξεις του, θα λογοδοτήσει για τα λάθη του και θα κριθεί από τις αλήθειες του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας υπηρετήσει την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας με ψηλά το κεφάλι, έχοντας ανοίξει όλα τα χαρτιά του στο τραπέζι και με ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που στοχεύει σε όλα τα εγγενή καρκινώματα που κουβαλά η χώρα μας, ζητά από το λαό την ψήφο του για την επανεκκίνηση της οικονομίας, για την Ελλάδα της επιχειρηματικότητας και για το κράτος πρόνοιας και δικαίου. Ο λαός απαιτεί τη φυγή προς το ρεαλισμό με πράξη, και αυτό μπορεί μόνο να γίνει από ένα κόμμα που δεν ομνύει σε κανένα λόμπι διαπλοκής και δεν κρύβεται πίσω από ανεφάρμοστα ψευτοδιλήμματα.
Με δεξιά μας τη διαφθορά και αριστερά μας την ουτοπία, εμείς διαλέγουμε να αφήσουμε πίσω το παλιό και να κερδίσουμε το αύριο.
Το κάλεσμα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα προς τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ να αφήσουμε πίσω μας τις αυταπάτες, σήμαινε μια στροφή στη σκληρή πραγματικότητα και παράλληλα έβαλε σε άλλη σφαίρα την διάκριση Αριστεράς και Δεξιάς.
Μετά από 7 μήνες σκληρών διαπραγματεύσεων, αντιμετώπισης του δύσκαμπτου κράτους, πάλης με εγχώρια και ξένα λόμπι και τελικά με τον ερχομό μιας συμφωνίας που αναμφίβολα έπρεπε- με όρους εθνικούς- να υπογραφεί, γνωρίζουμε πλέον ότι το καθήκον μιας Αριστεράς που δεν αποφεύγει τις ευθύνες της, όταν ο λαός της το επιβάλει, είναι να κυβερνά τη χώρα και όχι να κυβερνάται από τις ιδεοληψίες της.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες σε όλο αυτόν τον ανηφορικό δρόμο της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς, άντεξαν και στήριξαν πιο πολύ απ’ ότι οι ίδιοι οι- μέχρι πρότινος- σύντροφοί μας. Ο λαός υπέμεινε στις ουρές των τραπεζών, δε φοβήθηκε στον ανηλεή πόλεμο των καναλιών, ψήφισε με άχτι στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη και τώρα ξανά περιμένει από τον ΣΥΡΙΖΑ να διεκδικήσει τη διακυβέρνηση, με όρους όμως που θα απαντούν καταρχήν στη δική του καθημερινότητα και θα ικανοποιούν τη δική του απαίτηση. Και η απαίτηση του λαού μαζί με το γινάτι των σημερινών 20άρηδων και 30άρηδων είναι να εγκαθιδρυθεί επιτέλους η διαφάνεια, η αξιοκρατία και η ισονομία στη χώρα αυτή που κυβερνήθηκε με πλιάτσικα, με κολλητούς και με κουμπάρους.
Μετά από αυτά τα 5 χρόνια διαχείρισης των Μνημονίων είναι αρκετά ξεκάθαρο σε όλους ότι το πραγματικό δίλλημα αυτών των εκλογών δεν είναι η απόλυτη παράδοση στα Μνημόνια από τη μια, και ο άκρατος αρνητισμός από την άλλη.
Το δίλλημα αυτών των εκλογών είναι ανάμεσα στο παλιό πολιτικό σύστημα και σε μια διακυβέρνηση με λαϊκό μεταρρυθμιστικό προφίλ και βούληση. Το δίλημμα αυτών των εκλογών είναι συνυφασμένο με την επιβίωση του λαού και την τύχη των νέων γενεών. Δεν χωράει μέσα ουτοπίες και καιροσκοπισμούς. Ούτε όμως υπάρχει καιρός να μεταλλαχτούν σε «λαϊκά παιδιά», όσοι μέχρι τώρα, από κυβερνητικούς θώκους, έδιναν όρκους πίστης και αφοσίωσης στα κέντρα διαπλοκής.
Δεν μπορούμε να βαδίσουμε άλλο με τις αλυσίδες του παλιού και φθαρμένου κυβερνητισμού στα πόδια μας. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζητάμε για λύσεις από όλους αυτούς που ήταν οι ηθικοί αυτουργοί μιας χρεοκοπημένης Ελλάδας και ενός έθνους, έρμαιο των κομματικών μηχανισμών. Δε μπορεί η Ν.Δ. να συνεχίσει σε αυτή την προεκλογική μάχη χωρίς να μας μιλήσει για το πρόγραμμά της, χωρίς να κάνει αυτοκριτική για τον τρόπο που χειρίστηκε επί δεκαετίες τα κοινά, χωρίς να αποκαλύψει τα συμφέροντα που την στηρίζουν και χωρίς να φέρει στο φως τα φίλια πρόσωπα που συνδέονται με τις μαύρες λίστες παράνομου χρήματος.
Ο διαχωρισμός Αριστεράς και Δεξιάς συμπυκνώνεται, πλέον, στο βαθμό της βούλησης για την πάταξη της φοροδιαφυγής, για τα μέτρα κατά της διαφθοράς και φυσικά για την ανασύσταση του κράτους.
Το μέλλον της χώρας θα κριθεί πλέον σε πραγματικές συνθήκες και όχι στη σφαίρα της φαντασίας. Καθένας θα μετρηθεί με τις πράξεις του, θα λογοδοτήσει για τα λάθη του και θα κριθεί από τις αλήθειες του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας υπηρετήσει την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας με ψηλά το κεφάλι, έχοντας ανοίξει όλα τα χαρτιά του στο τραπέζι και με ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που στοχεύει σε όλα τα εγγενή καρκινώματα που κουβαλά η χώρα μας, ζητά από το λαό την ψήφο του για την επανεκκίνηση της οικονομίας, για την Ελλάδα της επιχειρηματικότητας και για το κράτος πρόνοιας και δικαίου. Ο λαός απαιτεί τη φυγή προς το ρεαλισμό με πράξη, και αυτό μπορεί μόνο να γίνει από ένα κόμμα που δεν ομνύει σε κανένα λόμπι διαπλοκής και δεν κρύβεται πίσω από ανεφάρμοστα ψευτοδιλήμματα.
Με δεξιά μας τη διαφθορά και αριστερά μας την ουτοπία, εμείς διαλέγουμε να αφήσουμε πίσω το παλιό και να κερδίσουμε το αύριο.