ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

Κουδούνια ή Τροκάνια: Ο πρόδρομος του... GPS για τους κτηνοτρόφους

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 11:14:00 π.μ. |
 Κουδούνια ή κυπριά ή  τροκάνια, η πλέον συνηθισμένη πρακτική αναγνώρισης των ζώων από τους κτηνοτρόφους είναι ο ήχος των κουδουνιών. Ο ήχος του κουδουνιού πρέπει να ξεχωρίζει από τους ήχους των άλλων κοπαδιών, που σημαίνει ότι οι βοσκοί πρέπει να είναι αρκετά προσεκτικοί στην επιλογή τους.

Τα κουδούνια τα βάζουν στα πιο νέα και γερά πρόβατα, για να οδηγούν το κοπάδι, αφού και τα ζώα ξέρουν ποιος είναι ο ήχος του κουδουνιού του κοπαδιού που ανήκουν. Τα κουδούνια διαφέρουν ανάλογα με το αν προορίζονται για πρόβατα ή κατσίκια, ενώ τα μεγέθη τους ποικίλλουν και ανάλογα και με την ηλικία των ζώων. 
Η επιλογή των κουδουνιών γίνεται με προσοχή από τους κτηνοτρόφους ανάλογα με τον ήχο τους και η προμήθεια τους γίνεται από διάφορες περιοχές.

Τα κυπροκούδουνα δίνουν ζωή στο κοπάδι και βοηθούν τον τσοπάνη στο έργο του, στη βοσκή, στο σάλαγο, στο σκάρο, στη στρούγκα, στο στάλο. Τον διευκολύνουν να τα βρει, όταν έχουν ξεκόψει από το υπόλοιπο κοπάδι ή έχουν μείνει πίσω ή έχουν χαθεί.
Τα κυπροκούδουνα τα ξεχωρίζουν σε 3 μεγάλες κατηγορίες:
1) Κουδούνια
2) Κυπριά
3) Τροκάνια

Όλα αυτά είναι κατασκευασμένα από μέταλλο, από λαμαρίνα (ψευδάργυρο) ή από μπρούντζο (ορείχαλκο). Οι τσοπάνηδες πίστευαν και πιστεύουν ακόμη και σήμερα, πως αν προστεθεί στο μέταλλο και ασήμι (άργυρος), το κράμα αυτό, από το οποίο θα γίνουν τα κουδούνια, θα είναι μελωδικότερα. Τα κουδούνια τα κρεμούν στα πρόβατα και τα κυπριά στα γίδια, στα μουλάρια και στα σκυλιά.

• ΚΟΥΔΟΥΝΙΑ
Ανάλογα με το μέγεθος είναι 3 ειδών:
1) τα αρνοκούδουνα,
2) τα μισοκούδουνα και
3) οι κουδούνες
Ο κάθε τσοπάνης χρησιμοποιεί δικά του, «διακριτικά» κουδούνια. Έτσι από μακριά γνωρίζει τα πρόβατά του. Κι αν σμίξουν κάποια κοπάδια, ξέρουν οι τσοπάνηδες πώς να τα ξεχωρίσουν εύκολα, από τον ήχο των κουδουνιών πάντοτε. Για να κρεμάσουν τα κουδούνια, χρειάζονται τις κουλούρες, που λέγονται και προβατοζυγοί. Οι κουλούρες είναι ξύλινες και γίνονταν από «καθαρό» ξύλο. Απαραίτητο υλικό ήταν και το ψίδι, ένα μακρύ κομμάτι από πετσί, δηλ. από δέρμα. Το έβαζαν στο εσωτερικό του κουδουνιού, όταν περνούσαν το γλωσσίδι από το κουδούνι, ανάμεσα στα δύο σίδερα, για να μην τρίβεται το ένα σίδερο πάνω στο άλλο και έτσι το κουδούνι να βγάζει καθάριο μεταλλικό ήχο.

• ΚΥΠΡΙΑ (για «περήφανα» τραγιά και γίδια).
Και τα κυπριά, όπως και τα κουδούνια, είναι 3 ειδών:
1) Οι καμπανίτσες
2) Μισόκυπρα και
3) Οι κύπροι
Για να τα κρεμάσουν, χρησιμοποιούσαν ειδικές κουλούρες, που ονομάζονταν γιδοστέφανα ή γιδοζυγοί. Τα στεφάνια αυτά ήταν ξύλινα, από πουρνάρι και δεν άνοιγαν εύκολα, μιας και τα εφάρμοζαν σφιχτά. Οι τεχνίτες που τα έφτιαχναν, έπρεπε να επιτύχουν μεγάλη εφαρμογή, γιατί διαφορετικά, πλήγιαζαν τα γίδια στο λαιμό και τα σακάτευαν. Εκτός από τα γιδοστέφανα, χρησιμοποιούσαν και πέτσινα λουριά για να κρεμούν τα μεγάλα κυπριά. Άλλο εξάρτημα ήταν η κλάπα (κομμάτι λαμαρίνας). Την έβαζαν, για μην «κρεμάει» ο κύπρος, λόγω του βάρους του, κι έτσι να ελαφρύνει κάπως τον τράγο.

• ΤΡΟΚΑΝΙΑ
Τα κρέμαγαν κυρίως σε μεγάλα ζώα, όπως στα βόδια. Τριών ειδών κι αυτά:
1) Τα μικρά,
2) Τα μισοτρόκανα και
3) Οι τροκάνες.
Τα κρέμαγαν κι αυτά με τον ίδιο τρόπο, όπως τα κουδούνια και τα κυπριά.
Ο τελευταίος έλληνας κουδουνάς βρήκε τη «μελωδία της ευτυχίας» από παιδί!

«Ηθελα απλώς να βγάλω ένα χαρτζιλίκι, αλλά αυτή η δουλειά αποδείχτηκε έργο ζωής. Το κουδούνι δεν είναι μόνο ένα εργαλείο. Είναι ένας ξεχωριστός κώδικας επικοινωνίας. Διακρίνω τους ήχους του όπως τις ανθρώπινες φωνές. Για μένα είναι η ζωή μου. Γι΄ αυτό και λυπάμαι πολύ που αυτή η τέχνη σβήνει για πάντα».

O Χρήστος Παπαδήμας από την Αμφισσα είναι ο τελευταίος έλληνας κουδουνάς. Στα 34 χρόνια του σήμερα, βλέπει την τέχνη στην οποία μυήθηκε πριν από είκοσι χρόνια να χάνεται οριστικά. Η χειροποίητη κουδουνοποιία έχει παράδοση αιώνων στα Σάλωνα. Τα ...παλιά χρόνια υπήρχαν στην πόλη πολλά κουδουνάδικα με δεκάδες τεχνίτες.

«Εδώ και 13 χρόνια έχω μείνει ο μοναδικός κουδουνάς. Οι υπόλοιποι έχουν φύγει από τη ζωή ή έχουν πια βγει στη σύνταξη», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Παπαδήμας. Ηταν μαθητής γυμνασίου ακόμα όταν συνάντησε «τη μελωδία της ευτυχίας», όπως λέει, στον ήχο των κουδουνιών. «Δίπλα στο σπίτι μας δούλευε ένας μάστορας. Μια μέρα μου είπε: “Ελα να με βοηθάς και να κερδίζεις κι ένα χαρτζιλίκι”. Ετσι ξεκίνησα να δουλεύω τα καλοκαίρια και τον χειμώνα που άρχισε το σχολείο συνέχισα παράλληλα με τα μαθήματα». Ανοίγει το εργαστήριό του κάθε πρωί στις 6 και δουλεύει μέχρι αργά το μεσημέρι. Μοναδικός του εξοπλισμός είναι ένα καμίνι, τρία αμόνια κι ένα ηλεκτρικό ψαλίδι. «Μ΄ αυτά φτιάχνουμε δύο ειδών κουδούνια: τα στρογγυλά που τα βάζουμε στα αρνιά και τα πλακέ που τα λέμε τσοκάνια και μπαίνουν στα κατσίκια. Βγαίνουν σε 13 μεγέθη, 5 επί 10 το μικρότερο και 40 επί 30 το μεγαλύτερο». 
Τα μυστικά του ήχου 

Για να φτιαχτεί ένα κουδούνι χρειάζονται 3-4 ώρες. Η κατασκευή του δεν είναι εύκολη υπόθεση. «Παίρνουμε ένα φύλλο λαμαρίνας, το κόβουμε στις διαστάσεις που θέλουμε και το βάζουμε στο καμίνι. Αφού γίνει κατακόκκινο το χτυπάμε, το ξαναβάζουμε στη φωτιά, μετά το αφήνουμε να κρυώσει κι ύστερα πάλι μέσα στο καμίνι. Μέχρι να πάρει το τελικό του σχήμα μπαίνει στη φωτιά 10-12 φορές. Στο τέλος το περνάμε με χαλκοπότισμα, ένα ειδικό γυαλιστικό».

Το μυστικό για να αποκτήσει το κουδούνι τον κατάλληλο ήχο είναι... οι σφαίρες. «Ρίχνουμε μέσα στο κουδούνι κάλυκες. Ετσι πιάνει πιο καλή φωνή. Θέλει, όμως, μεγάλη τέχνη. Οταν έρχεται ο βοσκός και μου λέει “θέλω 50 τσοκάνια να χτυπάνε με μία φωνή”, εγώ πρέπει να πετύχω τον ίδιο ήχο σε όλα». Πώς το καταφέρνει; «Χτυπάς, ξαναχτυπάς, το παλεύεις μέχρι να το πετύχεις. Δουλεύω είκοσι χρόνια κι ακόμη μαθαίνω».

«Οσο ζω θα φτιάχνω κουδούνια»

Η ΤΙΜΗ του κάθε κουδουνιού αρχίζει από 5 ευρώ και μπορεί να φτάσει τα 50, ανάλογα με το μέγεθος και τον τρόπο κατασκευής.

«Εχω κάνει δουλειές των εκατό ευρώ, αλλά μου έχουν τύχει και παραγγελίες για πέντε και έξι χιλιάδες. Μια φορά κάποιος μου ζήτησε 200 κουδούνια», λέει ο κ. Παπαδήμας, ο οποίος φτιάχνει κάθε εβδομάδα περίπου 150 κομμάτια. «Οσο ζω θα φτιάχνω κουδούνια», λέει, χωρίς να κρύβει το παράπονό του. «Κάποτε το επάγγελμα είχε μεγάλη πέραση. Σήμερα δεν ενδιαφέρεται κανείς να το συνεχίσει».

Τα τελευταία χρόνια, τη θέση των παραδοσιακών κουδουνοποιών έχει πάρει η βιομηχανική παραγωγή. «Πολλοί προτιμούν τα εισαγόμενα κουδούνια που φτιάχνονται μαζικά στο εξωτερικό, κυρίως στην Τουρκία. Ομως ο μερακλής θα έρθει σε εμένα».

Εργένης ακόμη, ο Χρήστος Παπαδήμας τάσσεται υπέρ του γάμου, αλλά ξεκαθαρίζει ότι θα κρατήσει τη γυναίκα του μακριά από τα κουδούνια. «Δηλώνει ερωτευμένος με τα κουδούνια: «Λατρεύω τον ήχο τους. Πολλές φορές πηγαίνω εκεί όπου βρίσκονται μεγάλα κοπάδια και κάθομαι να ακούσω τις φωνές των κουδουνιών». 

Ο πρόδρομος του... GΡS

Η ΤΕΧΝΗ του κουδουνοποιού γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στην Αμφισσα και έγινε το σήμα κατατεθέν της πόλης από τον 19ο αιώνα. «Η μάνα των κουδουνιών είναι τα Σάλωνα με τα πολλά εργαστήρια. Οι Σαλωνίτες γιομίζουν όλη τη Ρούμελη με τα κουδούνια που βγάνουν απ τα χέρια τους», έγραφε το 1930 ο λαογράφος Δημήτριος Λουκόπουλος στα «Ποιμενικά της Ρούμελης». Τα παλιά χρόνια οι κουδονοποιοί ήταν γνωστοί ως κουδουνάρηδες ή λεράδες. «Η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας στην παραδοσιακή αγροτική κοινωνία μέχρι και τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο ανέδειξε την τέχνη τους, καθώς το κουδούνι ήταν απαραίτητο εξάρτημα του κοπαδιού», λέει η Καίτη Καμηλάκη, διευθύντρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.

Το κουδούνι είναι ο... πρόδρομος του GΡS, αφού η κύρια χρησιμότητά του είναι ο εντοπισμός του κοπαδιού. «Τα ζώα που οδηγούσαν το κοπάδι φορούσαν μεγάλα κουδούνια και με τον ήχο τους ο βοσκός γνώριζε ανά πάσα στιγμή πού βρίσκονται. Κουδούνια φορούσαν κυρίως όταν ήταν στα βουνά. Οταν κατέβαιναν στα χειμαδιά, οι ποιμένες τα απέφευγαν για να μη δίνουν στόχο τα κοπάδια», εξηγεί η κ. Καμηλάκη.

Στην Κρήτη μαρτυρείται χρήση του κουδουνιού για... σωφρονιστικούς λόγους! «Το σκλαβέρι, μέγας κώδων, τίθεται εις τον τράχηλον των ατακτότερων ζώων προς σωφρονισμόν», καταγράφει ερευνητής του Κέντρου Λαογραφίας το 1890.
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ