Σαν σήμερα, πριν περίπου μισό αιώνα, σύσσωμη η Ευρώπη έσβησε τα χρέη της Γερμανίας με σκοπό την ανοικοδόμηση της γηραιάς ηπείρου. Ήταν 27 Φεβρουαρίου του 1953, όταν στο Λονδίνο επετεύχθη η συμφωνία ακύρωσης για τα μισά χρέη της μεταπολεμικής Γερμανίας.
Αυτή η ακύρωση και ο τρόπος που έγινε, ήταν ζωτικής σημασίας για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης (όπως ειπώθηκε) από τον πόλεμο. Παρουσιάζει ωστόσο έντονη αντίθεση με τα δεινά των πολιτών της Νότιας Ευρώπης σήμερα, στο όνομα του χρέους.
Με τις μνήμες της ναζιστικής θηριωδίας ακόμη νωπές, πολλές χώρες ήταν απρόθυμες να προσφέρουν τόσο γενναιόδωρη ανακούφιση χρέους στη Γερμανία. Αλλά οι ΗΠΑ έπεισαν τους Eυρωπαίους συμμάχους της, όπως η Ελλάδα, να παραιτηθούν από την αποπληρωμή του χρέους και ορισμένες αποζημιώσεις, προκειμένου να οικοδομηθεί μια σταθερή Δυτική Ευρώπη.
Βγαίνοντας από το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, οι Γερμανοί εξακολουθούσαν να έχουν χρέη από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Δηλαδή τις αποζημιώσεις που επιβλήθηκαν στη χώρα, μετά τη διάσκεψη ειρήνης των Βερσαλλιών το 1919. Πολλοί, συμπεριλαμβανομένου του John Maynard Keynes, υποστήριξαν ότι το εν λόγω ανεξόφλητο χρέος και οι οικονομικές πολιτικές που συνεπάγεται οδήγησαν στην άνοδο των Ναζί και τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Μέχρι το 1953, η Γερμανία είχε επίσης χρέη με βάση τα δάνεια ανοικοδόμησης που πήρε αμέσως μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Πιστωτές της Γερμανίας ήταν η Ελλάδα και η Ισπανία, το Πακιστάν και η Αίγυπτος, καθώς και οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Οικονομικές απαιτήσεις από τη Γερμανία είχαν 70 χώρες και το 1953 το συνολικό χρέος της χώρας ανερχόταν σε 30 δισ. μάρκα (σχεδόν 15,3 δισ. ευρώ) και αντιστοιχούσε μόλις στο 23% του ΑΕΠ.
Το μισό χρέος αφορούσε την προπολεμική και το υπόλοιπο τη μεταπολεμική περίοδο. Την εποχή εκείνη σύμφωνα με τον Guardian, η Ευρώπη χρειαζόταν μια ισχυρή Δυτική Γερμανία ως προπύργιο ενάντια στον κομμουνισμό. Έτσι οι πιστωτές της χώρας συναντήθηκαν στο Λονδίνο και έδειξαν ότι έχουν κατανοήσει ότι έπρεπε να βοηθήσουν μια χώρα να ανακάμψει από την καταστροφή. Έδειξαν επίσης κατανόηση στο γεγονός ότι το χρέος δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ευθύνη του οφειλέτη και μόνο.
Η Ελλάδα πήρε μέρος οικειοθελώς σε μια συμφωνία για να συμβάλλει στη δημιουργία μιας σταθερής και ευημερούσας Δυτικής Ευρώπης, παρά τα εγκλήματα πολέμου, που οι Γερμανοί κατακτητές είχαν προκαλέσει μόλις λίγα χρόνια πριν.
Με τις μνήμες της ναζιστικής θηριωδίας ακόμη νωπές, πολλές χώρες ήταν απρόθυμες να προσφέρουν τόσο γενναιόδωρη ανακούφιση χρέους στη Γερμανία. Αλλά οι ΗΠΑ έπεισαν τους Eυρωπαίους συμμάχους της, όπως η Ελλάδα, να παραιτηθούν από την αποπληρωμή του χρέους και ορισμένες αποζημιώσεις, προκειμένου να οικοδομηθεί μια σταθερή Δυτική Ευρώπη.
Βγαίνοντας από το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, οι Γερμανοί εξακολουθούσαν να έχουν χρέη από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Δηλαδή τις αποζημιώσεις που επιβλήθηκαν στη χώρα, μετά τη διάσκεψη ειρήνης των Βερσαλλιών το 1919. Πολλοί, συμπεριλαμβανομένου του John Maynard Keynes, υποστήριξαν ότι το εν λόγω ανεξόφλητο χρέος και οι οικονομικές πολιτικές που συνεπάγεται οδήγησαν στην άνοδο των Ναζί και τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Μέχρι το 1953, η Γερμανία είχε επίσης χρέη με βάση τα δάνεια ανοικοδόμησης που πήρε αμέσως μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Πιστωτές της Γερμανίας ήταν η Ελλάδα και η Ισπανία, το Πακιστάν και η Αίγυπτος, καθώς και οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Οικονομικές απαιτήσεις από τη Γερμανία είχαν 70 χώρες και το 1953 το συνολικό χρέος της χώρας ανερχόταν σε 30 δισ. μάρκα (σχεδόν 15,3 δισ. ευρώ) και αντιστοιχούσε μόλις στο 23% του ΑΕΠ.
Το μισό χρέος αφορούσε την προπολεμική και το υπόλοιπο τη μεταπολεμική περίοδο. Την εποχή εκείνη σύμφωνα με τον Guardian, η Ευρώπη χρειαζόταν μια ισχυρή Δυτική Γερμανία ως προπύργιο ενάντια στον κομμουνισμό. Έτσι οι πιστωτές της χώρας συναντήθηκαν στο Λονδίνο και έδειξαν ότι έχουν κατανοήσει ότι έπρεπε να βοηθήσουν μια χώρα να ανακάμψει από την καταστροφή. Έδειξαν επίσης κατανόηση στο γεγονός ότι το χρέος δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ευθύνη του οφειλέτη και μόνο.
Η Ελλάδα πήρε μέρος οικειοθελώς σε μια συμφωνία για να συμβάλλει στη δημιουργία μιας σταθερής και ευημερούσας Δυτικής Ευρώπης, παρά τα εγκλήματα πολέμου, που οι Γερμανοί κατακτητές είχαν προκαλέσει μόλις λίγα χρόνια πριν.