Κλείνουν τα εργαστήρια ελέγχου των υπολειμμάτων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στα Π.Κ.Π.Φ. & Π.Ε. Πειραιώς, Πάτρας, Ηρακλείου, Βόλου, Ιωαννίνων, Καβάλας και Αργολίδας, ενώ παραμένει της Θεσσαλονίκης. Ο εργαστηριακός έλεγχος των υπολειμμάτων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης θα γίνεται από το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο και το Εργαστήριο Υπολειμμάτων Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων του Π.Κ.Π.Φ. & Π.Ε. Θεσσαλονίκης.
Η συγκεκριμένη Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), που δημοσιεύθηκε στη Διαύγεια, τροποποιεί την προηγούμενη ΚΥΑ (Αριθ. 11324/113170) σχετικά με τη «διάθεση γεωργικών φαρμάκων στην αγορά, ορθολογική χρήση αυτών και συναφείς διατάξεις» (έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ Β΄3225).
Όπως αναφέρει ανακοίνωση του ΥπΑΑΤ, με την απόφαση αυτή η χώρα μας συμμορφώνεται προς τις συστάσεις οι οποίες περιέχονται στο σχέδιο έκθεσης DG(SANTE)/2015-7475-MR και στην Έκθεση Επιθεώρησης DG(SANCO)/2012-6285-MR των εμπειρογνωμόνων της ελεγκτικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Γραφείο Τροφίμων & Κτηνιατρικής (Food and Veterinary Office – FVO). Ειδικότερα, η σύσταση 8 της Έκθεσης του 2012 εντοπίζε σημαντικά προβλήματα εξοπλισμού και λειτουργίας των επίσημων εργαστηρίων ελέγχου υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων της χώρας μας.
Προκειμένου να εξευρεθεί η πλέον κατάλληλη λύση και στηριζόμενοι στις αρχές της διαφάνειας, αποτελεσματικότητας και αξιοκρατίας της διοίκησης, πραγματοποιήθηκε ευρεία σύσκεψη το Φεβρουάριο του 2016 στο Γραφείο του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων όπου και δόθηκε η ευκαιρία για την απαραίτητη διαβούλευση και την παρουσίαση (ποιοτική και ποσοτική) του έργου ενός εκάστου εργαστηρίου με τεκμηριωμένες έγγραφες εισηγήσεις στην κατεύθυνση αξιολόγησης αποτελεσματικότητας των Εργαστηρίων της χώρας.
Στη σύσκεψη παραβρέθηκαν εκπρόσωποι όλων των εργαστηρίων υπολειμμάτων της χώρας (Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Ιωάννινα, Βόλος, Πάτρα, Ναύπλιο, Πειραιάς και Κρήτη) καθώς και οι αρμόδιοι Γενική Διευθύντρια και Διευθυντής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Σύμφωνα με τις συστάσεις του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα υπάρχοντα σήμερα εργαστήρια υπολειμμάτων της χώρας υπολείπονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία τόσο του απαραίτητου υλικοτεχνικού εξοπλισμού (μηχανήματα, αναλώσιμα), όσο και του απαιτούμενου εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού. Στόχος της συνάντησης ήταν να εξευρεθεί η πλέον κατάλληλη λύση στηριζόμενη στις αρχές της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας και της αξιοκρατίας της διοίκησης.
Οι εκπρόσωποι όλων των εργαστηρίων παρουσίασαν συνοπτικά το έργο και την κατάσταση λειτουργίας ενός εκάστου εργαστηρίου και κατέθεσαν τεκμηριωμένες έγγραφες εισηγήσεις στην κατεύθυνση αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους.
Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης η οποία έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της σύσκεψης ήταν η αναγκαιότητα αναδιοργάνωσης του δικτύου εργαστηρίων υπολειμμάτων ούτως ώστε να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό το πρίσμα της παρούσας δυσχερούς οικονομικής συγκυρίας. Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για εργαστήρια τα οποία για να πληρούν τις προϋποθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οφείλουν να είναι εξοπλισμένα με εξειδικευμένα και ακριβά μηχανήματα και αναλόγου κόστους αναλώσιμα (αντιδραστήρια κλπ).
Συμπερασματικά, προτάθηκε από όλους τους παριστάμενους υπηρεσιακούς παράγοντες και τους εκπροσώπους των εργαστηρίων να μειωθεί ο αριθμός των υπαρχόντων εργαστηρίων με την εξασφάλιση αξιοποίησης στις δομές που θα παραμείνουν τόσο του ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης, όσο και του μηχανολογικού εξοπλισμού και των αναλωσίμων. Τέλος, ήταν ομόφωνη γνώμη όλων των παρευρισκόμενων εκπροσώπων εργαστηρίων ότι δεν είναι καλό να υπάρξει μεταβατική περίοδος κατά την οποία θα λειτουργούσαν περισσότερα εργαστήρια από όσα θα μείνουν τελικά, καθώς κάτι τέτοιο θα δρούσε ως αντικίνητρο παραγωγικότητας και θα αποτελούσε αγχογόνο παράγοντα ανασφάλειας για το προσωπικό των εργαστηρίων.
Με βάση τα παραπάνω, η απόφαση η οποία υπογράφηκε αναθέτει τον εργαστηριακό έλεγχο των υπολειμμάτων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, στο Εργαστήριο Υπολειμμάτων Γεωργικών Φαρμάκων του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου (το οποίο και αποτελεί το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς) και στο Εργαστήριο Υπολειμμάτων Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Θεσσαλονίκης.
Διαβάστε την τροποποιητική απόφαση
Η συγκεκριμένη Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), που δημοσιεύθηκε στη Διαύγεια, τροποποιεί την προηγούμενη ΚΥΑ (Αριθ. 11324/113170) σχετικά με τη «διάθεση γεωργικών φαρμάκων στην αγορά, ορθολογική χρήση αυτών και συναφείς διατάξεις» (έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ Β΄3225).
Όπως αναφέρει ανακοίνωση του ΥπΑΑΤ, με την απόφαση αυτή η χώρα μας συμμορφώνεται προς τις συστάσεις οι οποίες περιέχονται στο σχέδιο έκθεσης DG(SANTE)/2015-7475-MR και στην Έκθεση Επιθεώρησης DG(SANCO)/2012-6285-MR των εμπειρογνωμόνων της ελεγκτικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Γραφείο Τροφίμων & Κτηνιατρικής (Food and Veterinary Office – FVO). Ειδικότερα, η σύσταση 8 της Έκθεσης του 2012 εντοπίζε σημαντικά προβλήματα εξοπλισμού και λειτουργίας των επίσημων εργαστηρίων ελέγχου υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων της χώρας μας.
Προκειμένου να εξευρεθεί η πλέον κατάλληλη λύση και στηριζόμενοι στις αρχές της διαφάνειας, αποτελεσματικότητας και αξιοκρατίας της διοίκησης, πραγματοποιήθηκε ευρεία σύσκεψη το Φεβρουάριο του 2016 στο Γραφείο του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων όπου και δόθηκε η ευκαιρία για την απαραίτητη διαβούλευση και την παρουσίαση (ποιοτική και ποσοτική) του έργου ενός εκάστου εργαστηρίου με τεκμηριωμένες έγγραφες εισηγήσεις στην κατεύθυνση αξιολόγησης αποτελεσματικότητας των Εργαστηρίων της χώρας.
Στη σύσκεψη παραβρέθηκαν εκπρόσωποι όλων των εργαστηρίων υπολειμμάτων της χώρας (Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Ιωάννινα, Βόλος, Πάτρα, Ναύπλιο, Πειραιάς και Κρήτη) καθώς και οι αρμόδιοι Γενική Διευθύντρια και Διευθυντής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Σύμφωνα με τις συστάσεις του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα υπάρχοντα σήμερα εργαστήρια υπολειμμάτων της χώρας υπολείπονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία τόσο του απαραίτητου υλικοτεχνικού εξοπλισμού (μηχανήματα, αναλώσιμα), όσο και του απαιτούμενου εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού. Στόχος της συνάντησης ήταν να εξευρεθεί η πλέον κατάλληλη λύση στηριζόμενη στις αρχές της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας και της αξιοκρατίας της διοίκησης.
Οι εκπρόσωποι όλων των εργαστηρίων παρουσίασαν συνοπτικά το έργο και την κατάσταση λειτουργίας ενός εκάστου εργαστηρίου και κατέθεσαν τεκμηριωμένες έγγραφες εισηγήσεις στην κατεύθυνση αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους.
Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης η οποία έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της σύσκεψης ήταν η αναγκαιότητα αναδιοργάνωσης του δικτύου εργαστηρίων υπολειμμάτων ούτως ώστε να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό το πρίσμα της παρούσας δυσχερούς οικονομικής συγκυρίας. Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για εργαστήρια τα οποία για να πληρούν τις προϋποθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οφείλουν να είναι εξοπλισμένα με εξειδικευμένα και ακριβά μηχανήματα και αναλόγου κόστους αναλώσιμα (αντιδραστήρια κλπ).
Συμπερασματικά, προτάθηκε από όλους τους παριστάμενους υπηρεσιακούς παράγοντες και τους εκπροσώπους των εργαστηρίων να μειωθεί ο αριθμός των υπαρχόντων εργαστηρίων με την εξασφάλιση αξιοποίησης στις δομές που θα παραμείνουν τόσο του ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης, όσο και του μηχανολογικού εξοπλισμού και των αναλωσίμων. Τέλος, ήταν ομόφωνη γνώμη όλων των παρευρισκόμενων εκπροσώπων εργαστηρίων ότι δεν είναι καλό να υπάρξει μεταβατική περίοδος κατά την οποία θα λειτουργούσαν περισσότερα εργαστήρια από όσα θα μείνουν τελικά, καθώς κάτι τέτοιο θα δρούσε ως αντικίνητρο παραγωγικότητας και θα αποτελούσε αγχογόνο παράγοντα ανασφάλειας για το προσωπικό των εργαστηρίων.
Με βάση τα παραπάνω, η απόφαση η οποία υπογράφηκε αναθέτει τον εργαστηριακό έλεγχο των υπολειμμάτων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, στο Εργαστήριο Υπολειμμάτων Γεωργικών Φαρμάκων του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου (το οποίο και αποτελεί το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς) και στο Εργαστήριο Υπολειμμάτων Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Θεσσαλονίκης.
Διαβάστε την τροποποιητική απόφαση