H Μαρία Άννα Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Ν. Υόρκη .Την ίδια χρονιά οι γονείς της είχαν μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. Από νωρίς εκδηλώνει το μεγάλο ταλέντο της στη μουσική και το 1931 ξεκινά μαθήματα πιάνου και σολφέζ. Την πρώτη της επαφή με τη μουσική την αποδεικνύει μια μαγνητοταινία από το 1935, στην οποία η Κάλλας με το ψευδώνυμο Νίνα Φορέστι μιλάει και κατόπιν τραγουδάει την άρια "un bel di vedremo" από τη Μαντάμ Μπάτερφλάϊ.
Το 1937 η Μαρία Κάλλας επιστρέφει με τη μητέρα της στην Ελλάδα και έχοντας ήδη εκδηλώσει τα φωνητικά της χαρίσματα γίνεται δεκτή δωρεάν από το Εθνικό Ωδείο και φοιτά στην τάξη τηςΜαρίας Τριβέλλα.
«…Ήμουν το ασχημόπαπο, χοντρούλα και καθόλου δημοφιλής. Είναι σκληρό πράγμα να κάνεις ένα παιδί να νιώθει άσχημο και ανεπιθύμητο… Ποτέ δεν θα την συγχωρήσω που μου στέρησε την παιδική μου ηλικία. Όλα εκείνα τα χρόνια που κανονικά έπρεπε να παίζω, εγώ είτε θα τραγουδούσα είτε θα έβγαζα χρήματα…» ,δήλωσε για την ίδια της την μητέρα , η Κάλλας αργότερα…
Η πρώτη καθοριστική επιρροή της όμως προήλθε στο διάστημα 1939-1943 όταν φοιτούσε στο Ωδείο Αθηνών από την καθηγήτρια της Elvira de Hidalgo. Η διδασκαλία της - η οποία συχνά κρατούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ - θεωρείται ότι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής της προσωπικότητας. Για τη χρυσή φωνή ο κριτικός Ζακ Μπουρζουά σημείωσε πως "είναι σαν την Ακρόπολη: όλο και πιο ωραία όσο φθείρεται".
Το 1939 ερμηνεύει τη Santuzza στην "Cavalleria Rusticana" σε μαθητική παράσταση του Ωδείου Αθηνών. Το 1940 εμφανίζεται με το Ωδείο ως Αμέλια στο "Un Ballo in Maschera" και ως Aida στην ομώνυμη όπερα του Verdi. Στις 27 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου πραγματοποιεί την πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση με τη Λυρική Σκηνή όπου γίνεται η Βεατρίκη στο "Boccaccio" του Suppe. Για τα επόμενα πέντε χρόνια (1940 - 1945) συνεργάζεται με τη Λυρική Σκηνή. Τραγουδά Tosca, Cavalleria, τη Σμαράγδα στον "Πρωτομάστορα" του Μ.Καλομοίρη, τη Μάρθα στο "Tiefland" του d' Albert και τη Leonora στο "Fidelio".
Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν. Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.
Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με τους "Σικελικούς Εσπερινούς", εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτα" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι.
Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου "Νόρμα" και το επόμενο έτος "Μήδεια" σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα" στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν (Covent Garden). Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά.
Λένε πως λάτρευε τα παιδιά και το μεγάλο μυστικό που αποκαλύφθηκε αργότερα στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ "Απόλυτη Κάλλας" του Γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης "ντίβας".
«…Στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα άρρεν βρέφος πλην όμως νεκρό που φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Κολί ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονός με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται με το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο "μη αναγνώσιμο". Επίσης ισχυρίζεται ότι κατέχει φωτογραφίες από το νεκροταφείο Μπρέσο του Μιλάνου όπου, κατά τους ισχυρισμούς του, θάφτηκε το νεογέννητο υπό "άκρα μυστικότητα"…»
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν κάτι που τελικά δεν γίνεται, μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Το 1969 γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου 1970 μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επεχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο το έργο "Σικελικοί Εσπερινοί" (I Vespri Siciliani) και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.
Η ίδια η Μαρία Κάλλας εκμυστηρεύεται στην τελευταία της συνέντευξη: "Ξέρεις, είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες". Μέσα από τις συνεντεύξεις και τις βιογραφίες της, αποκαλύπτεται η ανθρώπινη ευαίσθητη πλευρά της Μαρίας Κάλλας, της γυναίκας που αγαπήθηκε, θαυμάστηκε και αποθεώθηκε.
ΠΗΓΕΣ:
"Μαρία Κάλλας", εκδ. ΠΑΝΟΣ
Palmografos.gr
Wikipedia.gr
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Cretalive.gr
Το 1937 η Μαρία Κάλλας επιστρέφει με τη μητέρα της στην Ελλάδα και έχοντας ήδη εκδηλώσει τα φωνητικά της χαρίσματα γίνεται δεκτή δωρεάν από το Εθνικό Ωδείο και φοιτά στην τάξη τηςΜαρίας Τριβέλλα.
«…Ήμουν το ασχημόπαπο, χοντρούλα και καθόλου δημοφιλής. Είναι σκληρό πράγμα να κάνεις ένα παιδί να νιώθει άσχημο και ανεπιθύμητο… Ποτέ δεν θα την συγχωρήσω που μου στέρησε την παιδική μου ηλικία. Όλα εκείνα τα χρόνια που κανονικά έπρεπε να παίζω, εγώ είτε θα τραγουδούσα είτε θα έβγαζα χρήματα…» ,δήλωσε για την ίδια της την μητέρα , η Κάλλας αργότερα…
Η πρώτη καθοριστική επιρροή της όμως προήλθε στο διάστημα 1939-1943 όταν φοιτούσε στο Ωδείο Αθηνών από την καθηγήτρια της Elvira de Hidalgo. Η διδασκαλία της - η οποία συχνά κρατούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ - θεωρείται ότι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής της προσωπικότητας. Για τη χρυσή φωνή ο κριτικός Ζακ Μπουρζουά σημείωσε πως "είναι σαν την Ακρόπολη: όλο και πιο ωραία όσο φθείρεται".
Το 1939 ερμηνεύει τη Santuzza στην "Cavalleria Rusticana" σε μαθητική παράσταση του Ωδείου Αθηνών. Το 1940 εμφανίζεται με το Ωδείο ως Αμέλια στο "Un Ballo in Maschera" και ως Aida στην ομώνυμη όπερα του Verdi. Στις 27 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου πραγματοποιεί την πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση με τη Λυρική Σκηνή όπου γίνεται η Βεατρίκη στο "Boccaccio" του Suppe. Για τα επόμενα πέντε χρόνια (1940 - 1945) συνεργάζεται με τη Λυρική Σκηνή. Τραγουδά Tosca, Cavalleria, τη Σμαράγδα στον "Πρωτομάστορα" του Μ.Καλομοίρη, τη Μάρθα στο "Tiefland" του d' Albert και τη Leonora στο "Fidelio".
Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν. Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.
Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με τους "Σικελικούς Εσπερινούς", εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτα" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι.
Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου "Νόρμα" και το επόμενο έτος "Μήδεια" σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα" στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν (Covent Garden). Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά.
Λένε πως λάτρευε τα παιδιά και το μεγάλο μυστικό που αποκαλύφθηκε αργότερα στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ "Απόλυτη Κάλλας" του Γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης "ντίβας".
«…Στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα άρρεν βρέφος πλην όμως νεκρό που φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Κολί ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονός με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται με το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο "μη αναγνώσιμο". Επίσης ισχυρίζεται ότι κατέχει φωτογραφίες από το νεκροταφείο Μπρέσο του Μιλάνου όπου, κατά τους ισχυρισμούς του, θάφτηκε το νεογέννητο υπό "άκρα μυστικότητα"…»
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν κάτι που τελικά δεν γίνεται, μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Το 1969 γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου 1970 μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επεχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο το έργο "Σικελικοί Εσπερινοί" (I Vespri Siciliani) και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.
Η ίδια η Μαρία Κάλλας εκμυστηρεύεται στην τελευταία της συνέντευξη: "Ξέρεις, είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες". Μέσα από τις συνεντεύξεις και τις βιογραφίες της, αποκαλύπτεται η ανθρώπινη ευαίσθητη πλευρά της Μαρίας Κάλλας, της γυναίκας που αγαπήθηκε, θαυμάστηκε και αποθεώθηκε.
ΠΗΓΕΣ:
"Μαρία Κάλλας", εκδ. ΠΑΝΟΣ
Palmografos.gr
Wikipedia.gr
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Cretalive.gr