Το νέο βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ «Οι καρτ ποστάλ», ένα εικονογραφημένο ταξίδι μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας στην ελληνική περιφέρεια και κυρίως στην Πελοπόννησο, κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα από τις εκδόσεις Διόπτρα.
Η συγγραφέας του ευπώλητου βιβλίου «Το νησί», που μεταφέρθηκε στην ελληνική τηλεοπτική οθόνη και αναδείχθηκε παγκόσμιο μπεστ σέλερ, έρχεται πάλι στο εκδοτικό προσκήνιο δυναμικά, πετυχαίνοντας να μπει ήδη στα τοπ 5 της βρετανικής εφημερίδας «Σάντεϊ Τάιμς».
Ποια είναι η νέα ιστορία που διηγείται η Βρετανίδα, της οποίας μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα της Κρήτης, τη νησίδα των λεπρών της δεκαετίας του 40, την κατέστησε ανεπίσημα πρέσβειρα της χώρας μας, καθώς έγραψε και τα ελληνοκεντρικά «Το νήμα», «Ο τελευταίος χορός» και «Η Ανατολή», μοιράζοντας τη ζωή της μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας;
Μια πωλήτρια διαφημιστικού χώρου σε περιοδικό μένει σε ένα καταθλιπτικό υπόγειο διαμέρισμα λονδρέζικης πολυκατοικίας και βάζει στο χέρι τα ταχυδρομικά δελτάρια, με αποστολέα έναν άγνωστό της, ο οποίος υπογράφει με το γράμμα Α. Οι κάρτες είναι ανοιχτές, έχουν εντυπωσιακές φωτογραφίες από Πελοποννησιακά τοπία και με ένα ερωτικό ύφος απευθύνονται στην προηγούμενη κάτοικο του διαμερίσματος.
Η μοναχική Αγγλίδα βλέπει μέσα στην πλήξη της λαμπερά μέρη από τη Μεθώνη, τον Μυστρά, τη Μονεμβασιά, τη Ναύπακτο, το Ναύπλιο, την Ολυμπία, τη Σπάρτη… Βλέπει και μαγεύεται. Ειδικά όταν διαβάζει, όχι μόνο ενθουσιώδεις περιγραφές για την ελκυστικότητα του τοπίου, αλλά και μαρτυρίες για τη μαγεία των Ελλήνων. Για την εκφραστικότητά τους προς του ξένους, την φιλοξενία τους, τα πανηγύρια τους, τα γλέντια σε γάμους και βαφτίσεις. Για τις ιστορίες των γέρων στα καφενεία. Ιστορίες που καταγράφει.Όμως… «χωρίς εσένα αυτός ο τόπος είναι ένα τίποτα»...
Η ηρωίδα δεν μπορεί να αντισταθεί. Είναι Σεπτέμβρης. Αποφασίζει να ζητήσει άδεια από το αδιάφορο αφεντικό της και να πάρει το πρώτο αεροπλάνο για την Ελλάδα. Εκείνη τη μέρα βάζει στο χέρι ένα σημειωματάριο που έστειλε ο άγνωστός της και προτιμάει να το ανοίξει στο μπαλκόνι του δωματίου της στο ηλιόλουστο Τολό του Ναυπλίου. Όσα απεικόνιζαν οι κάρτες τα έχει τώρα μπροστά της!
Από κει και πέρα, η συγγραφέας ακολουθεί τη συνδυαστική φόρμα με την ανάγνωση του αναλυτικού σημειωματάριου- ημερολογίου και με αφήγηση της ταξιδεύτριας .
«Όταν πήγα να σε συναντήσω εκείνη τη μέρα στο μικρό αεροδρόμιο της Καλαμάτας, εσύ δεν εμφανίστηκες (… ). Εκείνο το βράδυ στη Μεθώνη, όπου έκλεισα τα παντζούρια να μη βλέπω το ηλιοβασίλεμα, έπρεπε να πάρω μια απόφαση: Να επιστρέψω στο Λονδίνο ή να ταξιδέψω μόνος μου». Τελικά ο άγνωστος αποφασίζει να ταξιδέψει μόνος, κάνοντας επιτόπια έρευνα σε χώρους και ανθρώπους.
Έτσι ο αναγνώστης δεν μένει μόνο στο καθαυτό τουριστικό ενδιαφέρον, αλλά διαβάζει μικρές ανθρώπινες ιστορίες μέσα στην μεγάλη Ιστορία. Στις σελίδες του πρώτου κεφαλαίου περνάει όχι μόνο η δολοφονία του Καποδίστρια από τους μανιάτες Μαυρομιχαλαίους της βεντέτας, αλλά και η προσωπική ιστορία ενός ντόπιου που κάθε απόγευμα 4 με 6 κάθεται απόμακρος στην ίδια καφετέρια της πλατεία πίνοντας, καπνίζοντας και ζώντας το σκηνικό στο οποίο πρωταγωνίστησε πριν αρκετά χρόνια. Τότε που περίμενε την αγαπημένη του να την παντρευτεί στην απέναντι εκκλησία . Αυτή όμως είχε φύγει με άλλον ντροπιάζοντάς τον στο κατάμεστο εκκλησίασμα. Οπότε εκείνος απάντησε αλλιώς: Σκότωσε τον πατέρα και το αδελφό της που δεν του την πρόσεχαν…
Με αυτή την πλοκή προχωρεί το βιβλίο των 420 σελίδων, αφήνοντας την κινηματογραφική κατάληξη για την έξοδο.
Η μυθιστοριογράφος μας βλέπει μια χώρα με το αγγλοσαξονικό μάτι, γι αυτό και εντοπίζει εικόνες, γωνιές και αντιλήψεις που μια ελληνική ματιά θα παρέκαμπτε θεωρώντας όλα αυτά εύλογα, συμβατικά και αφελή.
Πάντως, ούτως ή άλλως, πρόκειται για ένα βιβλίο μιας ψυχογραφικής τοπολογίας που στο εξωτερικό θα τονώσει το μύθο «Ελλάδα». Πέρα από το τουριστικό στοιχείο των καρτ ποστάλ…
Η συγγραφέας του ευπώλητου βιβλίου «Το νησί», που μεταφέρθηκε στην ελληνική τηλεοπτική οθόνη και αναδείχθηκε παγκόσμιο μπεστ σέλερ, έρχεται πάλι στο εκδοτικό προσκήνιο δυναμικά, πετυχαίνοντας να μπει ήδη στα τοπ 5 της βρετανικής εφημερίδας «Σάντεϊ Τάιμς».
Ποια είναι η νέα ιστορία που διηγείται η Βρετανίδα, της οποίας μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα της Κρήτης, τη νησίδα των λεπρών της δεκαετίας του 40, την κατέστησε ανεπίσημα πρέσβειρα της χώρας μας, καθώς έγραψε και τα ελληνοκεντρικά «Το νήμα», «Ο τελευταίος χορός» και «Η Ανατολή», μοιράζοντας τη ζωή της μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας;
Μια πωλήτρια διαφημιστικού χώρου σε περιοδικό μένει σε ένα καταθλιπτικό υπόγειο διαμέρισμα λονδρέζικης πολυκατοικίας και βάζει στο χέρι τα ταχυδρομικά δελτάρια, με αποστολέα έναν άγνωστό της, ο οποίος υπογράφει με το γράμμα Α. Οι κάρτες είναι ανοιχτές, έχουν εντυπωσιακές φωτογραφίες από Πελοποννησιακά τοπία και με ένα ερωτικό ύφος απευθύνονται στην προηγούμενη κάτοικο του διαμερίσματος.
Η μοναχική Αγγλίδα βλέπει μέσα στην πλήξη της λαμπερά μέρη από τη Μεθώνη, τον Μυστρά, τη Μονεμβασιά, τη Ναύπακτο, το Ναύπλιο, την Ολυμπία, τη Σπάρτη… Βλέπει και μαγεύεται. Ειδικά όταν διαβάζει, όχι μόνο ενθουσιώδεις περιγραφές για την ελκυστικότητα του τοπίου, αλλά και μαρτυρίες για τη μαγεία των Ελλήνων. Για την εκφραστικότητά τους προς του ξένους, την φιλοξενία τους, τα πανηγύρια τους, τα γλέντια σε γάμους και βαφτίσεις. Για τις ιστορίες των γέρων στα καφενεία. Ιστορίες που καταγράφει.Όμως… «χωρίς εσένα αυτός ο τόπος είναι ένα τίποτα»...
Η ηρωίδα δεν μπορεί να αντισταθεί. Είναι Σεπτέμβρης. Αποφασίζει να ζητήσει άδεια από το αδιάφορο αφεντικό της και να πάρει το πρώτο αεροπλάνο για την Ελλάδα. Εκείνη τη μέρα βάζει στο χέρι ένα σημειωματάριο που έστειλε ο άγνωστός της και προτιμάει να το ανοίξει στο μπαλκόνι του δωματίου της στο ηλιόλουστο Τολό του Ναυπλίου. Όσα απεικόνιζαν οι κάρτες τα έχει τώρα μπροστά της!
Από κει και πέρα, η συγγραφέας ακολουθεί τη συνδυαστική φόρμα με την ανάγνωση του αναλυτικού σημειωματάριου- ημερολογίου και με αφήγηση της ταξιδεύτριας .
«Όταν πήγα να σε συναντήσω εκείνη τη μέρα στο μικρό αεροδρόμιο της Καλαμάτας, εσύ δεν εμφανίστηκες (… ). Εκείνο το βράδυ στη Μεθώνη, όπου έκλεισα τα παντζούρια να μη βλέπω το ηλιοβασίλεμα, έπρεπε να πάρω μια απόφαση: Να επιστρέψω στο Λονδίνο ή να ταξιδέψω μόνος μου». Τελικά ο άγνωστος αποφασίζει να ταξιδέψει μόνος, κάνοντας επιτόπια έρευνα σε χώρους και ανθρώπους.
Έτσι ο αναγνώστης δεν μένει μόνο στο καθαυτό τουριστικό ενδιαφέρον, αλλά διαβάζει μικρές ανθρώπινες ιστορίες μέσα στην μεγάλη Ιστορία. Στις σελίδες του πρώτου κεφαλαίου περνάει όχι μόνο η δολοφονία του Καποδίστρια από τους μανιάτες Μαυρομιχαλαίους της βεντέτας, αλλά και η προσωπική ιστορία ενός ντόπιου που κάθε απόγευμα 4 με 6 κάθεται απόμακρος στην ίδια καφετέρια της πλατεία πίνοντας, καπνίζοντας και ζώντας το σκηνικό στο οποίο πρωταγωνίστησε πριν αρκετά χρόνια. Τότε που περίμενε την αγαπημένη του να την παντρευτεί στην απέναντι εκκλησία . Αυτή όμως είχε φύγει με άλλον ντροπιάζοντάς τον στο κατάμεστο εκκλησίασμα. Οπότε εκείνος απάντησε αλλιώς: Σκότωσε τον πατέρα και το αδελφό της που δεν του την πρόσεχαν…
Με αυτή την πλοκή προχωρεί το βιβλίο των 420 σελίδων, αφήνοντας την κινηματογραφική κατάληξη για την έξοδο.
Η μυθιστοριογράφος μας βλέπει μια χώρα με το αγγλοσαξονικό μάτι, γι αυτό και εντοπίζει εικόνες, γωνιές και αντιλήψεις που μια ελληνική ματιά θα παρέκαμπτε θεωρώντας όλα αυτά εύλογα, συμβατικά και αφελή.
Πάντως, ούτως ή άλλως, πρόκειται για ένα βιβλίο μιας ψυχογραφικής τοπολογίας που στο εξωτερικό θα τονώσει το μύθο «Ελλάδα». Πέρα από το τουριστικό στοιχείο των καρτ ποστάλ…