Περιζήτητο και τη νέα εμπορική χρονιά θα είναι το ελληνικό ελαιόλαδο στις διεθνείς αγορές. Η καθίζηση -σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις- στην παραγωγή ελαιολάδου στη γειτονική Ιταλία, θα εκτινάξει τη ζήτηση για το ελληνικό ελαιόλαδο που θεωρείται κορυφαίο σε ποιότητα σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα παγκοσμίως, αλλά κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο από πλευράς ποιότητας
Η Ελλάδα, μετά από δύο χρονιές με παραγωγή άνω των 300.000 τόνων, φέτος αναμένει μια σχετικά μειωμένη παραγωγή, με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για παραγωγή της τάξεως των 240.000-250.000 τόνων. Μια τέτοια εξέλιξη εύλογα θα προκαλέσει μια ώθηση προς τα πάνω στις τιμές παραγωγού, με τις πρώτες συναλλαγές να πραγματοποιούνται σε επίπεδα τιμών άνω των 3 ευρώ το κιλό. Μάλιστα, στις τελευταίες δημοπρασίες πώλησης ελαιολάδου στη Λακωνία οι τιμές κυμάνθηκαν μεταξύ 3,18-3,3 ευρώ το κιλό.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών φορέων, εκτιμάται μια μείωση κατά 8% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου σε σύγκριση με την παραγωγή του προηγούμενου έτους.
Συγκεκριμένα η Ευρώπη, η οποία αντιπροσωπεύει το 78% της παγκόσμιας προσφοράς ελαιολάδου, φαίνεται να έχει μειωμένη παραγωγή κατά 7% λόγω της μείωσης της παραγωγής στην Ιταλία κατά 43%, στην Ελλάδα κατά 17% και στην Πορτογαλία κατά 4%. Αντίθετα προβλέπει ότι η Ισπανία θα έχει μία μικρή αύξηση κατά 8%. Σύμφωνα με τα δεδομένα αυτής της μελέτης, η παραγωγή ελαιολάδου στις κυριότερες χώρες παραγωγής την περίοδο 2016-2017 θα είναι:
• Ισπανία: 1.530.000 τόνοι
• Ιταλία: 270.000 τόνοι
• Ελλάδα: 245.000 τόνοι
• Πορτογαλία: 95.000 τόνοι
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία, αλλά με κριτήριο την ποιότητα η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο, καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (Σ.Ε.ΒΙ.Τ.ΕΛ.), πάνω από το 80% της ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου είναι «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο».
Παρ’ όλα αυτά οι εξαγωγές του ελαιόλαδου που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο είναι κυρίως σε μορφή «χύμα» και με βασικό προορισμό την Ιταλία. Οι εκεί βιομηχανίες χρησιμοποιούν το εξαιρετικά παρθένο ελληνικό ελαιόλαδο για την ποιοτική αναβάθμιση των δικών τους προϊόντων και στη συνέχεια το εξάγουν ως ιταλικό παρθένο ελαιόλαδο με αποδέκτες πολλές χώρες, ανάμεσα στις οποίες και την... Ελλάδα.
Τα τελευταία πάντως χρόνια στην Ελλάδα -σύμφωνα με όσα αναφέρει ο γεωπόνος Κάσσανδρος Γάτσιος- υπάρχει μεγάλη τάση από τους ελαιοπαραγωγούς να μετατρέπουν τις ελαιοκαλλιέργει;eς τους σε βιολογικές καλλιέργειες.
Η καλλιέργεια της βιολογικά καλλιεργούμενης ελιάς στη χώρα μας έφθασε σε σημείο να αποτελεί την κυριότερη βιολογική καλλιέργεια της Ελλάδος λόγω των ιδιαίτερα ευνοϊκών εδαφοκλι• ατικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα. Οι βιολογικά καλλιεργούμενοι ελαιώνες αποτελούν το 50% των βιολογικών καλλιεργειών της χώρας μας.
Οι ελαιοπαραγωγοί της χώρας μας έχουν τεράστια εμπειρία στην ελαιοκαλλιέργεια, με αποτέλεσμα η μετατροπή της συμβατικής καλλιέργειας σε βιολογική να είναι γίνεται σχετικά εύκολη. Σχεδόν το 60% του καλλιεργούμενου ελληνικού εδάφους είναι ελαιώνες, ενώ παγκοσμίως η Ελλάδα είναι πρώτη στην παραγωγή μαύρων ελιών και τρίτη στην παραγωγή ελαιολάδου.
Στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 132 εκατ. ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται σε κανονικές χρονιές, περίπου 300.000 τόνοι ελαιολάδου ετησίως. Το 82% της παραγωγής αυτής ανήκει στην κατηγορία «εξαιρετικά-παρθένου ελαιόλαδου», όταν της Ισπανίας μόνο το 25-30% και της Ιταλίας το 40-45% χαρακτηρίζονται έτσι. Περίπου η μισή από την ετήσια ελληνική παραγωγή ελαιολάδου εξάγεται προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και κυρίως στην Ιταλία.
Οι πιο σημαντικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές στην Ελλάδα είναι η Πελοπόννησος, η οποία παράγει το 65% της συνολικής παραγωγής, καθώς επίσης και η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου. Η περισσότερο γνωστή ελληνική ποικιλία ελιάς είναι η Κορωνέικη, προερχόμενη από τη νότια Πελοπόννησο, και συγκεκριμένα τη Κορώνη της Μεσσηνίας.
Η Κορωνέικη ευδοκιμεί στις πλαγιές των βουνών, παράγει πολύ μικρούς καρπούς, η μεγάλη αναλογία φλοιού προς σάρκα των οποίων, χαρίζει στο ελαιόλαδο το ιδιαίτερο άρωμά του. Η ποικιλία αυτή είναι επίσης κατάλληλη για παραγωγή αγουρέλαιου.
Οι Ισπανοί
Η Ισπανία κατέχει την πρώτη θέση στην παραγωγή και την εξαγωγή επιτραπέζιων ελαιών και ελαιολάδου, ενώ στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 300 εκατ. ελαιόδεντρα. Η Ιταλία είναι η δεύτερη ελαιοπαραγωγική χώρα της Ευρώπης. Στην Ιταλία υπάρχουν 37 ετικέτες ελαιολάδου με «Προστατευμένη Ονομασία Προέλευσης» (ΠΟΠ) τα οποία παράγονται σε όλη τη χώρα.
ΚΩΣΤΑΣ ΝΑΝΟΣ
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα παγκοσμίως, αλλά κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο από πλευράς ποιότητας
Η Ελλάδα, μετά από δύο χρονιές με παραγωγή άνω των 300.000 τόνων, φέτος αναμένει μια σχετικά μειωμένη παραγωγή, με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για παραγωγή της τάξεως των 240.000-250.000 τόνων. Μια τέτοια εξέλιξη εύλογα θα προκαλέσει μια ώθηση προς τα πάνω στις τιμές παραγωγού, με τις πρώτες συναλλαγές να πραγματοποιούνται σε επίπεδα τιμών άνω των 3 ευρώ το κιλό. Μάλιστα, στις τελευταίες δημοπρασίες πώλησης ελαιολάδου στη Λακωνία οι τιμές κυμάνθηκαν μεταξύ 3,18-3,3 ευρώ το κιλό.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών φορέων, εκτιμάται μια μείωση κατά 8% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου σε σύγκριση με την παραγωγή του προηγούμενου έτους.
Συγκεκριμένα η Ευρώπη, η οποία αντιπροσωπεύει το 78% της παγκόσμιας προσφοράς ελαιολάδου, φαίνεται να έχει μειωμένη παραγωγή κατά 7% λόγω της μείωσης της παραγωγής στην Ιταλία κατά 43%, στην Ελλάδα κατά 17% και στην Πορτογαλία κατά 4%. Αντίθετα προβλέπει ότι η Ισπανία θα έχει μία μικρή αύξηση κατά 8%. Σύμφωνα με τα δεδομένα αυτής της μελέτης, η παραγωγή ελαιολάδου στις κυριότερες χώρες παραγωγής την περίοδο 2016-2017 θα είναι:
• Ισπανία: 1.530.000 τόνοι
• Ιταλία: 270.000 τόνοι
• Ελλάδα: 245.000 τόνοι
• Πορτογαλία: 95.000 τόνοι
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία, αλλά με κριτήριο την ποιότητα η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο, καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (Σ.Ε.ΒΙ.Τ.ΕΛ.), πάνω από το 80% της ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου είναι «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο».
Παρ’ όλα αυτά οι εξαγωγές του ελαιόλαδου που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο είναι κυρίως σε μορφή «χύμα» και με βασικό προορισμό την Ιταλία. Οι εκεί βιομηχανίες χρησιμοποιούν το εξαιρετικά παρθένο ελληνικό ελαιόλαδο για την ποιοτική αναβάθμιση των δικών τους προϊόντων και στη συνέχεια το εξάγουν ως ιταλικό παρθένο ελαιόλαδο με αποδέκτες πολλές χώρες, ανάμεσα στις οποίες και την... Ελλάδα.
Τα τελευταία πάντως χρόνια στην Ελλάδα -σύμφωνα με όσα αναφέρει ο γεωπόνος Κάσσανδρος Γάτσιος- υπάρχει μεγάλη τάση από τους ελαιοπαραγωγούς να μετατρέπουν τις ελαιοκαλλιέργει;eς τους σε βιολογικές καλλιέργειες.
Η καλλιέργεια της βιολογικά καλλιεργούμενης ελιάς στη χώρα μας έφθασε σε σημείο να αποτελεί την κυριότερη βιολογική καλλιέργεια της Ελλάδος λόγω των ιδιαίτερα ευνοϊκών εδαφοκλι• ατικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα. Οι βιολογικά καλλιεργούμενοι ελαιώνες αποτελούν το 50% των βιολογικών καλλιεργειών της χώρας μας.
Οι ελαιοπαραγωγοί της χώρας μας έχουν τεράστια εμπειρία στην ελαιοκαλλιέργεια, με αποτέλεσμα η μετατροπή της συμβατικής καλλιέργειας σε βιολογική να είναι γίνεται σχετικά εύκολη. Σχεδόν το 60% του καλλιεργούμενου ελληνικού εδάφους είναι ελαιώνες, ενώ παγκοσμίως η Ελλάδα είναι πρώτη στην παραγωγή μαύρων ελιών και τρίτη στην παραγωγή ελαιολάδου.
Στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 132 εκατ. ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονται σε κανονικές χρονιές, περίπου 300.000 τόνοι ελαιολάδου ετησίως. Το 82% της παραγωγής αυτής ανήκει στην κατηγορία «εξαιρετικά-παρθένου ελαιόλαδου», όταν της Ισπανίας μόνο το 25-30% και της Ιταλίας το 40-45% χαρακτηρίζονται έτσι. Περίπου η μισή από την ετήσια ελληνική παραγωγή ελαιολάδου εξάγεται προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και κυρίως στην Ιταλία.
Οι πιο σημαντικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές στην Ελλάδα είναι η Πελοπόννησος, η οποία παράγει το 65% της συνολικής παραγωγής, καθώς επίσης και η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου. Η περισσότερο γνωστή ελληνική ποικιλία ελιάς είναι η Κορωνέικη, προερχόμενη από τη νότια Πελοπόννησο, και συγκεκριμένα τη Κορώνη της Μεσσηνίας.
Η Κορωνέικη ευδοκιμεί στις πλαγιές των βουνών, παράγει πολύ μικρούς καρπούς, η μεγάλη αναλογία φλοιού προς σάρκα των οποίων, χαρίζει στο ελαιόλαδο το ιδιαίτερο άρωμά του. Η ποικιλία αυτή είναι επίσης κατάλληλη για παραγωγή αγουρέλαιου.
Οι Ισπανοί
Η Ισπανία κατέχει την πρώτη θέση στην παραγωγή και την εξαγωγή επιτραπέζιων ελαιών και ελαιολάδου, ενώ στο έδαφός της καλλιεργούνται περισσότερα από 300 εκατ. ελαιόδεντρα. Η Ιταλία είναι η δεύτερη ελαιοπαραγωγική χώρα της Ευρώπης. Στην Ιταλία υπάρχουν 37 ετικέτες ελαιολάδου με «Προστατευμένη Ονομασία Προέλευσης» (ΠΟΠ) τα οποία παράγονται σε όλη τη χώρα.
ΚΩΣΤΑΣ ΝΑΝΟΣ
Πηγή: ethnos.gr