Με κάθε λαμπρότητα εορτάστηκε η μνήμη των τριών Ιεραρχών στην Αργολίδα στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γεωργίου στην πόλη του Ναυπλίου.
Στον όρθρο και στην θεία λειτουργία χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος . ο οποίος ευχαρίστησε καθηγητές και μαθητές για την συμμετοχή τους στην θεία λειτουργία κατά τον εορτασμό των Αγίων τους.Για την ζωή και το έργο των Τριών Ιεραρχών μίλησε η θεολόγος καθηγήτρια Λαμπροπούλου Μίχου Μαρία .
Στην εορτή των αγίων ήταν ο βουλευτής Αργολίδος Γιάννης Ανδριανός, ο δήμαρχος Ναυπλίου Δημήτριος Κωστούρος , ο διευθυντής της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Γιάννης Γαληνός.
ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ
Οι Τρεις Ιεράρχες πρώτευσαν σε όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής.Κατέκτησαν με τον προσωπικό τους αγώνα και την βοήθεια της θείας Χάριτος τις κορυφές της αγιότητας και καλούσαν τους πιστούς να ανεβαίνουν στις ωραίες πνευματικές αναβάσεις.
Συνέγραψαν θαυμάσια συγγράμματα, τα οποία ξεπέρασαν τη φθορά του χρόνου και ισχύουν και για τις μέρες μας. Βασικό στοιχείο της αγιότητας και των τριών είναι ότι ήταν ασυμβίβαστοι με το κακό, την αμαρτία και την αίρεση. Δεν γνώριζαν τη γλώσσα των συμβιβασμών και της διπλωματίας. Προτιμούσαν να χάσουν τη θέση τους και αυτή τη ζωή τους, παρά να συμβιβαστούν σε θέματα αρχών και πίστεως. Δε σκέφτηκαν ποτέ εάν αντίπαλοί τους ήσαν αυτοκράτορες η σοφοί διάφοροι η ισχυροί κατά κόσμο. Έμειναν ακλόνητοι στην ορθή πίστη και ζωή αψηφώντας τις συνέπειες.
Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αφού νίκησε τους αρειανούς και πήρε πίσω τους Ναούς της Κωνσταντινούπολης, που τους είχαν καταπατήσει αυτοί, και ενώ είχε φίλο του τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Μέγα και μαζί του το μεγαλύτερο μέρος του πιστού λαού, όταν μερικοί ζηλόφθονες επισκόπου αμφισβήτησαν την εκλογή του, παρητήθη αμέσως. Δε θέλησε να έλθει σε συμβιβασμούς με μοχθηρούς ανθρώπους. Παρητήθη και από την προεδρία της Β’ Οικουμενικής Συνόδου και από τον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Αντί της θέσεως προτίμησε την ακεραιότητα και το ασυμβίβαστο του χαρακτήρος του. Δεν γνώριζε τους διπλωματικούς ελιγμούς, αλλά γνώρισμά του ήταν όπως έγραφε, το «μη παρασυρήναι», να μη παρασύρεται και να έχει «παρρησίαν» (Και ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έγινε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και θέλησε να καθαρίσει την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς, οι οποίοι είχαν την προστασία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, δεν εδίστασε να ελέγξει και την αυτοκράτειρα για τη ζωή της. Δεν συμβιβάστηκε μαζί της. Γι’ αυτό και εξορίστηκε και πέθανε εξόριστος μέσα σε αφάνταστες κακουχίες, με πνεύμα όμως απτόητο και αδούλωτο.