Πέθανε σήμερα σε ηλικία 90 ετών ο καταξιωμένος σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας ενώ σύμφωνα με πληροφορίες, εδώ και αρκετές εβδομάδες νοσηλευόταν σε σοβαρή κατάσταση με αναπνευστικά προβλήματα.
Ο Νίκος Κούνδουρος είναι από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες. Διανοητής, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, με έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, εγκαινίασε ένα καινούργιο στυλ ποιότητας και πλαστικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο. Οι ταινίες του βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, σε μεγαλοαστική οικογένεια, και σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο, όντας ενεργό μέλος του ΕΑΜ από τα χρόνια της κατοχής, εξορίστηκε για 4 χρόνια στην Μακρόνησο. Επιστρέφοντας από την εξορία, είχε ήδη αποφασίσει να ασχοληθεί με την κινηματογραφική σκηνοθεσία. Μελετώντας αδιάκοπα εκλεκτά έργα της 7ης τέχνης, ξεκινάει τη σκηνοθεσία το 1954, με την ταινία «Μαγική Πόλις» (σενάριο Μαργαρίτας Λυμπεράκη), στην οποία είναι εμφανείς οι εικαστικές γνώσεις του, αλλά και οι νεορεαλιστικές επιρροές του. Η ταινία, παίρνει εξαιρετικές κριτικές, αντιμετωπίζεται θετικά και από το ελληνικό κοινό, ξαφνιάζει το Φεστιβάλ της Βενετίας – αν και συμμετέχει ανεπίσημα λόγω της ελληνικής λογοκρισίας – και ο Κούνδουρος θεωρείται από πολλούς «αποκάλυψη».
Δεύτερη ταινία του είναι «Ο Δράκος» του 1956 σε σενάριο Ιάκ. Καμπανέλλη, η οποία διακρίθηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ το 1960 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ως καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1950-60. Σήμερα η ταινία αυτή θεωρείται σαν μία από τις σπουδαιότερες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Το 1957 ο Κούνδουρος γυρίζει την τρίτη ταινία του σε δικό του σενάριο, με τίτλο «Οι Παράνομοι», πρώτη ταινία για τον ελληνικό εμφύλιο, με εξαιρετική εικαστική εικόνα. Ο Φιλοποίμην Φίνος, αν και γνωρίζει την αντιεμπορικότητα των ταινιών ποιότητας, εκτιμάει ιδιαίτερα το ταλέντο και τις ικανότητες του Κούνδουρου και αναλαμβάνει την παραγωγή. Η ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1959, όπου λαμβάνει εξαιρετικά θετικά σχόλια από κριτικούς και κοινό, ενώ την επόμενη χρονιά προβάλλεται από το BBC.
Σταθμό στο κινηματογραφικό γίγνεσθαι, αποτελεί και η τέταρτη ταινία του «Μικρές Αφροδίτες» του 1963, σε σενάριο Βασ. Βασιλικού, η οποία κατακτά το βραβείο σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου το 1963, βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, μουσικής και κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1963, καθώς και το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Το 1967 γυρίζει την τολμηρή ταινία «Πρόσωπο της Μέδουσας», η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω αναχώρησης του Κούνδουρου από την Ελλάδα την επομένη του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών. Αργότερα, η ταινία ολοκληρώθηκε στην Ιταλία και παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Βόρτεξ».
Το 1975, η Φίνος Φιλμ ήταν η κύρια παραγωγός του μουσικού ντοκιμαντέρ του Κούνδουρου, «Τα Τραγούδια της Φωτιάς». Ωστόσο, όλες οι ταινίες του μέχρι το 1977 επεξεργάστηκαν στα εργαστήρια της Φίνος Φιλμ.
Ο Νίκος Κούνδουρος έχει σκηνοθετήσει συνολικά 11 ξεχωριστές ταινίες - αρκετές με δικά του σενάρια - που κατέκτησαν πολλές διεθνείς βραβεύσεις. Τελευταία του ταινία είναι η αγγλικής παραγωγής «Το Πλοίο», την οποία γύρισε το 2011 σε δικό του σενάριο. Έχει επίσης γυρίσει τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ: «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Αντιγόνη» και «Ελληνιστί Κύπρος». Έχει διατελέσει πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών, ενώ το 1998 εκδόθηκε βιβλίο του (Stop Carre), με μακέτες, σχέδια και φωτογραφίες από τα πρόσωπα, τα σκηνικά και τα κοστούμια των ταινιών του. Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα».
Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών, την οποία του παρέδωσε ο υπουργός Πολιτισμού, Πάνος Παναγιωτόπουλος.
Ο Νίκος Κούνδουρος είναι από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες. Διανοητής, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, με έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, εγκαινίασε ένα καινούργιο στυλ ποιότητας και πλαστικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο. Οι ταινίες του βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, σε μεγαλοαστική οικογένεια, και σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο, όντας ενεργό μέλος του ΕΑΜ από τα χρόνια της κατοχής, εξορίστηκε για 4 χρόνια στην Μακρόνησο. Επιστρέφοντας από την εξορία, είχε ήδη αποφασίσει να ασχοληθεί με την κινηματογραφική σκηνοθεσία. Μελετώντας αδιάκοπα εκλεκτά έργα της 7ης τέχνης, ξεκινάει τη σκηνοθεσία το 1954, με την ταινία «Μαγική Πόλις» (σενάριο Μαργαρίτας Λυμπεράκη), στην οποία είναι εμφανείς οι εικαστικές γνώσεις του, αλλά και οι νεορεαλιστικές επιρροές του. Η ταινία, παίρνει εξαιρετικές κριτικές, αντιμετωπίζεται θετικά και από το ελληνικό κοινό, ξαφνιάζει το Φεστιβάλ της Βενετίας – αν και συμμετέχει ανεπίσημα λόγω της ελληνικής λογοκρισίας – και ο Κούνδουρος θεωρείται από πολλούς «αποκάλυψη».
Δεύτερη ταινία του είναι «Ο Δράκος» του 1956 σε σενάριο Ιάκ. Καμπανέλλη, η οποία διακρίθηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ το 1960 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ως καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1950-60. Σήμερα η ταινία αυτή θεωρείται σαν μία από τις σπουδαιότερες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Το 1957 ο Κούνδουρος γυρίζει την τρίτη ταινία του σε δικό του σενάριο, με τίτλο «Οι Παράνομοι», πρώτη ταινία για τον ελληνικό εμφύλιο, με εξαιρετική εικαστική εικόνα. Ο Φιλοποίμην Φίνος, αν και γνωρίζει την αντιεμπορικότητα των ταινιών ποιότητας, εκτιμάει ιδιαίτερα το ταλέντο και τις ικανότητες του Κούνδουρου και αναλαμβάνει την παραγωγή. Η ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1959, όπου λαμβάνει εξαιρετικά θετικά σχόλια από κριτικούς και κοινό, ενώ την επόμενη χρονιά προβάλλεται από το BBC.
Σταθμό στο κινηματογραφικό γίγνεσθαι, αποτελεί και η τέταρτη ταινία του «Μικρές Αφροδίτες» του 1963, σε σενάριο Βασ. Βασιλικού, η οποία κατακτά το βραβείο σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου το 1963, βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, μουσικής και κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1963, καθώς και το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Το 1967 γυρίζει την τολμηρή ταινία «Πρόσωπο της Μέδουσας», η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω αναχώρησης του Κούνδουρου από την Ελλάδα την επομένη του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών. Αργότερα, η ταινία ολοκληρώθηκε στην Ιταλία και παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Βόρτεξ».
Το 1975, η Φίνος Φιλμ ήταν η κύρια παραγωγός του μουσικού ντοκιμαντέρ του Κούνδουρου, «Τα Τραγούδια της Φωτιάς». Ωστόσο, όλες οι ταινίες του μέχρι το 1977 επεξεργάστηκαν στα εργαστήρια της Φίνος Φιλμ.
Ο Νίκος Κούνδουρος έχει σκηνοθετήσει συνολικά 11 ξεχωριστές ταινίες - αρκετές με δικά του σενάρια - που κατέκτησαν πολλές διεθνείς βραβεύσεις. Τελευταία του ταινία είναι η αγγλικής παραγωγής «Το Πλοίο», την οποία γύρισε το 2011 σε δικό του σενάριο. Έχει επίσης γυρίσει τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ: «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Αντιγόνη» και «Ελληνιστί Κύπρος». Έχει διατελέσει πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών, ενώ το 1998 εκδόθηκε βιβλίο του (Stop Carre), με μακέτες, σχέδια και φωτογραφίες από τα πρόσωπα, τα σκηνικά και τα κοστούμια των ταινιών του. Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα».
Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών, την οποία του παρέδωσε ο υπουργός Πολιτισμού, Πάνος Παναγιωτόπουλος.