Μια νέα, αλλά πολλά υποσχόμενη παραγωγή κάνει δυναμική εμφάνιση στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια: Το γάλα γαϊδούρας.
Με την τιμή πώλησής του να φτάνει ακόμη και τα 50 ευρώ το κιλό, η ενασχόληση με την εκτροφή όνων και την εκμετάλλευση του γάλακτός τους θα μπορούσε να εξελιχθεί σε «χρυσωρυχείο». Κι όμως, στη χώρα μας μόλις τέσσερις φάρμες ασχολούνται οργανωμένα με αυτό, οι τρεις εκ των οποίων λειτουργούν στην Πελοπόννησο και η τέταρτη στην Εδεσσα.
Το νομοθετικό πλαίσιο για την αξιοποίηση του γαϊδουρινού γάλακτος με σκοπό την κατανάλωσή του από τον άνθρωπο δημιουργήθηκε μόλις το 2014, έπειτα από μεγάλες προσπάθειες των παραγωγών. Οι λίγοι που το τόλμησαν δεν διαψεύστηκαν: Μετά την αρχική δυσπιστία των καταναλωτών, λόγω άγνοιας, η ζήτηση έχει αυξηθεί σημαντικά, καθώς γίνονται γνωστές ολοένα και περισσότερο οι ευεργετικές ιδιότητες του γάλακτος όνου στην ανθρώπινη υγεία -ειδικά σε αλλεργικά άτομα- και τα κοινά του στοιχεία με το μητρικό γάλα. Παράλληλα, αξιοσημείωτες πωλήσεις έχουν παράγωγά του, όπως το σαπούνι από γάλα γαϊδούρας, οι κρέμες που χρησιμοποιούνται κατά δερματολογικών προβλημάτων και άλλα καλλυντικά προϊόντα.
Οπως εξηγούν οι παραγωγοί, ένα από τα πλεονεκτήματα της εκτροφής όνων με σκοπό την αξιοποίηση του γάλακτός τους είναι ότι το ξεκίνημα δεν απαιτεί μεγάλο κεφάλαιο. Η τιμή για την απόκτηση ενός αρσενικού γαϊδουριού ηλικίας έως 2 ετών κοστίζει περίπου 500 ευρώ, ενώ μια έγκυος γαϊδουρίτσα κοστολογείται στα 1.500 με 2.000 ευρώ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η περίοδος γαλακτοφορίας της γαϊδούρας διαρκεί περίπου 10 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων αρμέγεται τρεις φορές την ημέρα, με παραγωγή περίπου 1,5 λίτρου γάλακτος τη φορά.
Το γάλα συντηρείται για πέντε ημέρες στο ψυγείο, ενώ σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (στους -18 βαθμούς Κελσίου) μπορεί να φυλαχθεί αναλλοίωτο ακόμη και για χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά, οι ενδιαφερόμενοι προειδοποιούν: Οσοι ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με την εκτροφή γαϊδουριών θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πρόκειται για ασχολία που απαιτεί επιμονή, καθώς για να παραχθεί περισσότερο γάλα από αυτό που δαπανάται για να μεγαλώσουν τα μικρά γαϊδούρια χρειάζεται χρόνος και κόπος. Η μικρή ποσότητα γάλακτος που προωθείται στην αγορά συνιστά, άλλωστε, και τη βασική αιτία της υψηλής τιμής πώλησης του προϊόντος.
Η χημική σύσταση του γάλακτος όνου διαφέρει σημαντικά -κυρίως στο λίπος, την πρωτεΐνη, τη λακτόζη- σε σχέση με αυτή των άλλων μηρυκαστικών, ενώ η χαμηλή συγκέντρωση πρωτεϊνών και καζεϊνών δυσκολεύει την παραγωγή τυριών από το γάλα του, το οποίο δεν πήζει εύκολα.
Η τάση για υγιεινή διατροφή, που κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια, έχει φέρει στο προσκήνιο το γάλα όνου.
Οπως εξηγεί μιλώντας στην «ΑγροΒusiness» ο καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου κ. Θεόφιλος Μασούρας, η διατροφική υπεροχή του γάλακτος που παράγει η γαϊδούρα είναι επιστημονικά αποδεδειγμένη. «Τελευταία υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για προϊόντα διατροφής που θεωρείται ότι διαθέτουν ευεργετικές, θρεπτικές και θεραπευτικές ιδιότητες. Μεταξύ αυτών, ιδιαίτερο ενδιαφέρον δίνεται στο γάλα όνων, καθώς αποτελεί τρόφιμο με χαρακτηριστικά παρόμοια με του μητρικού γάλακτος και με ιδιαίτερες θρεπτικές και λειτουργικές ιδιότητες. Ετσι, το γάλα όνου μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία τροφίμων, στις φαρμακοβιομηχανίες για παραγωγή καλλυντικών και τέλος ως υποκατάστατο τροφής του γάλακτος», σημείωσε σε ομιλία που πραγματοποίησε στο 4ο Φεστιβάλ Τυριού και Τροφίμων πριν από μερικούς μήνες. «Ο πληθυσμός των όνων ανά τον κόσμο είναι περίπου 44 εκατομμύρια ζώα, με κύριες χώρες την Κίνα (13 εκατομμύρια ζώα) και το Μεξικό (6 εκατομμύρια ζώα). Το 1955, ο πληθυσμός των όνων στην Ελλάδα ήταν 508.000 ζώα. Το 1995, ο πληθυσμός τους κατήλθε στα 95.000 και σήμερα εκτιμάται ότι το νούμερο αυτό έχει φτάσει κάτω από τα 13.000. Στην εικόνα 1.1 παρουσιάζεται η δραστική μείωση του πληθυσμού των όνων από το 1950 έως το 2008», επεσήμανε ο ίδιος.
Τα γάλα γαϊδούρας έχει πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και υψηλότερη λακτόζη, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη διατροφή όσων έχουν δυσανεξία στο αγελαδινό γάλα. Παράλληλα, όπως εξηγεί ο κ. Μασούρας, το μικροβιακό φορτίο του γάλακτος όνου είναι αρκετά χαμηλό, γεγονός που αποδίδεται στη μεγάλη περιεκτικότητά του στο ένζυμο λυσοζύμη. «Η συγκέντρωσή της στο γάλα του όνου φτάνει τα 4.000 mg/L. Πολλοί ερευνητές έχουν βρει τιμές που κυμαίνονται γύρω από τα 1.000 mg/L. Στο μητρικό γάλα, η αντίστοιχη συγκέντρωση κυμαίνεται στα 40-200 mg/L και στο αγελαδινό γάλα είναι 0,09 mg/L. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι οι υψηλότερες συγκεντρώσεις της λυσοζύμης στο γάλα του όνου, καταγράφονται στο πρωτόγαλα, μέχρι τις πρώτες 60 ημέρες από τον τοκετό».
ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΚΤΡΟΦΗΣ…
Ο όνος αναπαράγεται κανονικά με άτομα του ίδιου είδους, αλλά και με τον ίππο.
Η περίοδος κυοφορίας διαρκεί 372-374 ημέρες.
Η γαλακτική περίοδος της γαϊδούρας διαρκεί συνολικά περίπου 10 μήνες. O ιδανικός αριθμός αμέλξεων, στη γαϊδούρα είναι τρεις αμέλξεις ανά ημέρα ανά τρεις ώρες.
Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος συνιστά γάλα γαϊδούρας για την καταπολέμηση της δηλητηρίασης, τον πυρετό, την αδυναμία, τα αδύναμα δόντια, τα έλκη, το άσθμα και ορισμένες γυναικολογικές παθήσεις.
Το νομοθετικό πλαίσιο για την αξιοποίηση του γαϊδουρινού γάλακτος με σκοπό την κατανάλωσή του από τον άνθρωπο δημιουργήθηκε μόλις το 2014, έπειτα από μεγάλες προσπάθειες των παραγωγών. Οι λίγοι που το τόλμησαν δεν διαψεύστηκαν: Μετά την αρχική δυσπιστία των καταναλωτών, λόγω άγνοιας, η ζήτηση έχει αυξηθεί σημαντικά, καθώς γίνονται γνωστές ολοένα και περισσότερο οι ευεργετικές ιδιότητες του γάλακτος όνου στην ανθρώπινη υγεία -ειδικά σε αλλεργικά άτομα- και τα κοινά του στοιχεία με το μητρικό γάλα. Παράλληλα, αξιοσημείωτες πωλήσεις έχουν παράγωγά του, όπως το σαπούνι από γάλα γαϊδούρας, οι κρέμες που χρησιμοποιούνται κατά δερματολογικών προβλημάτων και άλλα καλλυντικά προϊόντα.
Οπως εξηγούν οι παραγωγοί, ένα από τα πλεονεκτήματα της εκτροφής όνων με σκοπό την αξιοποίηση του γάλακτός τους είναι ότι το ξεκίνημα δεν απαιτεί μεγάλο κεφάλαιο. Η τιμή για την απόκτηση ενός αρσενικού γαϊδουριού ηλικίας έως 2 ετών κοστίζει περίπου 500 ευρώ, ενώ μια έγκυος γαϊδουρίτσα κοστολογείται στα 1.500 με 2.000 ευρώ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η περίοδος γαλακτοφορίας της γαϊδούρας διαρκεί περίπου 10 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων αρμέγεται τρεις φορές την ημέρα, με παραγωγή περίπου 1,5 λίτρου γάλακτος τη φορά.
Το γάλα συντηρείται για πέντε ημέρες στο ψυγείο, ενώ σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (στους -18 βαθμούς Κελσίου) μπορεί να φυλαχθεί αναλλοίωτο ακόμη και για χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά, οι ενδιαφερόμενοι προειδοποιούν: Οσοι ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με την εκτροφή γαϊδουριών θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πρόκειται για ασχολία που απαιτεί επιμονή, καθώς για να παραχθεί περισσότερο γάλα από αυτό που δαπανάται για να μεγαλώσουν τα μικρά γαϊδούρια χρειάζεται χρόνος και κόπος. Η μικρή ποσότητα γάλακτος που προωθείται στην αγορά συνιστά, άλλωστε, και τη βασική αιτία της υψηλής τιμής πώλησης του προϊόντος.
Η χημική σύσταση του γάλακτος όνου διαφέρει σημαντικά -κυρίως στο λίπος, την πρωτεΐνη, τη λακτόζη- σε σχέση με αυτή των άλλων μηρυκαστικών, ενώ η χαμηλή συγκέντρωση πρωτεϊνών και καζεϊνών δυσκολεύει την παραγωγή τυριών από το γάλα του, το οποίο δεν πήζει εύκολα.
Η τάση για υγιεινή διατροφή, που κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια, έχει φέρει στο προσκήνιο το γάλα όνου.
Οπως εξηγεί μιλώντας στην «ΑγροΒusiness» ο καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου κ. Θεόφιλος Μασούρας, η διατροφική υπεροχή του γάλακτος που παράγει η γαϊδούρα είναι επιστημονικά αποδεδειγμένη. «Τελευταία υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για προϊόντα διατροφής που θεωρείται ότι διαθέτουν ευεργετικές, θρεπτικές και θεραπευτικές ιδιότητες. Μεταξύ αυτών, ιδιαίτερο ενδιαφέρον δίνεται στο γάλα όνων, καθώς αποτελεί τρόφιμο με χαρακτηριστικά παρόμοια με του μητρικού γάλακτος και με ιδιαίτερες θρεπτικές και λειτουργικές ιδιότητες. Ετσι, το γάλα όνου μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία τροφίμων, στις φαρμακοβιομηχανίες για παραγωγή καλλυντικών και τέλος ως υποκατάστατο τροφής του γάλακτος», σημείωσε σε ομιλία που πραγματοποίησε στο 4ο Φεστιβάλ Τυριού και Τροφίμων πριν από μερικούς μήνες. «Ο πληθυσμός των όνων ανά τον κόσμο είναι περίπου 44 εκατομμύρια ζώα, με κύριες χώρες την Κίνα (13 εκατομμύρια ζώα) και το Μεξικό (6 εκατομμύρια ζώα). Το 1955, ο πληθυσμός των όνων στην Ελλάδα ήταν 508.000 ζώα. Το 1995, ο πληθυσμός τους κατήλθε στα 95.000 και σήμερα εκτιμάται ότι το νούμερο αυτό έχει φτάσει κάτω από τα 13.000. Στην εικόνα 1.1 παρουσιάζεται η δραστική μείωση του πληθυσμού των όνων από το 1950 έως το 2008», επεσήμανε ο ίδιος.
Τα γάλα γαϊδούρας έχει πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και υψηλότερη λακτόζη, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη διατροφή όσων έχουν δυσανεξία στο αγελαδινό γάλα. Παράλληλα, όπως εξηγεί ο κ. Μασούρας, το μικροβιακό φορτίο του γάλακτος όνου είναι αρκετά χαμηλό, γεγονός που αποδίδεται στη μεγάλη περιεκτικότητά του στο ένζυμο λυσοζύμη. «Η συγκέντρωσή της στο γάλα του όνου φτάνει τα 4.000 mg/L. Πολλοί ερευνητές έχουν βρει τιμές που κυμαίνονται γύρω από τα 1.000 mg/L. Στο μητρικό γάλα, η αντίστοιχη συγκέντρωση κυμαίνεται στα 40-200 mg/L και στο αγελαδινό γάλα είναι 0,09 mg/L. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι οι υψηλότερες συγκεντρώσεις της λυσοζύμης στο γάλα του όνου, καταγράφονται στο πρωτόγαλα, μέχρι τις πρώτες 60 ημέρες από τον τοκετό».
ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΚΤΡΟΦΗΣ…
Ο όνος αναπαράγεται κανονικά με άτομα του ίδιου είδους, αλλά και με τον ίππο.
Η περίοδος κυοφορίας διαρκεί 372-374 ημέρες.
Η γαλακτική περίοδος της γαϊδούρας διαρκεί συνολικά περίπου 10 μήνες. O ιδανικός αριθμός αμέλξεων, στη γαϊδούρα είναι τρεις αμέλξεις ανά ημέρα ανά τρεις ώρες.
Η ημερήσια παραγωγή γάλακτος πιθανόν να φτάσει το 1,5 λίτρο.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ…
Στα βάθη των αιώνων χάνεται η ιστορία της σχέσης του ανθρώπου με τα γαϊδουράκια. Το γάλα του ήταν ευρέως διαδεδομένο στην αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, στις φτωχές περιοχές της Ινδίας, αλλά και στις μεγάλες πόλεις κατά τη διάρκεια πολέμων και κακουχίας των πληθυσμών.
Στα βάθη των αιώνων χάνεται η ιστορία της σχέσης του ανθρώπου με τα γαϊδουράκια. Το γάλα του ήταν ευρέως διαδεδομένο στην αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, στις φτωχές περιοχές της Ινδίας, αλλά και στις μεγάλες πόλεις κατά τη διάρκεια πολέμων και κακουχίας των πληθυσμών.
Σύμφωνα με την επιχείρηση παραγωγής γαϊδουρινού γάλακτος του κ. Σπύρου Οικονόμου, με έδρα στην Αργολίδα: «Ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε το γάλα γαϊδούρας για πολλές ασθένειες, όπως προβλήματα του ήπατος, μολυσματικές ασθένειες, πυρετούς, οιδήματα, δηλητηριάσεις και πληγές». «Είναι γνωστό ότι η φημισμένη για την ομορφιά της βασίλισσα Κλεοπάτρα της αρχαίας Αιγύπτου έκανε καθημερινά μπάνιο με γάλα γαϊδούρας. Σύμφωνα με τον μύθο, όπου κι αν ταξίδευε, έπαιρνε μαζί της απαραίτητα 500 γαϊδούρια, για να εξασφαλίζει την καθημερινή της τελετουργία, με σκοπό τη διατήρηση της νεότητας της επιδερμίδας της. Η δεύτερη σύζυγος του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Νέρωνα, η Poppaea Sabina, υιοθέτησε επίσης το ίδιο μυστικό ομορφιάς, όπως αναφέρεται και στην περιγραφή του Πλίνιου για τις ευεργετικές ιδιότητες του γάλακτος γαϊδούρας για το δέρμα.
Ο Πλίνιος αναφέρει ότι: «Το γαϊδουρόγαλα σβήνει τις ρυτίδες στο δέρμα, το καθιστά πιο λεπτό και διατηρεί το λευκό του χρώμα. Είναι γνωστό ότι μερικές γυναίκες πλένουν το πρόσωπό τους με αυτό επτά φορές την ημέρα, με αυστηρότητα στον αριθμό αυτό». Η αδελφή του Ναπολέοντα, Πωλίν, ήταν επίσης οπαδός του γάλακτος γαϊδουριών για τη φροντίδα του δέρματος.
Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος συνιστά γάλα γαϊδούρας για την καταπολέμηση της δηλητηρίασης, τον πυρετό, την αδυναμία, τα αδύναμα δόντια, τα έλκη, το άσθμα και ορισμένες γυναικολογικές παθήσεις.