Άρθρο της Σόνιας Τάνταρου-Κρίγγου, Δικηγόρου
Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας ΥΔΔΑΔ
Μέλος του Τομέα Οικονομίας και Ανάπτυξης της Ν.Δ.
Πολιτευτή Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για τις αναπτυξιακές επιδόσεις της Ελληνικής οικονομίας υπήρξαν μια ψυχρολουσία για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Απομυθοποίησαν τις κυβερνητικές διακηρύξεις για δήθεν ανάκαμψη της οικονομίας και κονιορτοποίησαν τους προπαγανδιστικούς ισχυρισμούς για τάχα είσοδο της χώρας σε μια νέα περίοδο οικονομικής ανόδου.
Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας ΥΔΔΑΔ
Μέλος του Τομέα Οικονομίας και Ανάπτυξης της Ν.Δ.
Πολιτευτή Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για τις αναπτυξιακές επιδόσεις της Ελληνικής οικονομίας υπήρξαν μια ψυχρολουσία για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Απομυθοποίησαν τις κυβερνητικές διακηρύξεις για δήθεν ανάκαμψη της οικονομίας και κονιορτοποίησαν τους προπαγανδιστικούς ισχυρισμούς για τάχα είσοδο της χώρας σε μια νέα περίοδο οικονομικής ανόδου.
Με την ψυχρή γλώσσα των αριθμών, η ΕΛΣΤΑΤ, απέδειξε το έωλο της πολυθόρυβης κυβερνητικής εκστρατείας παραπλάνησης των Ελλήνων πολιτών και το ανενδοίαστο της κυβερνητικής ψευδολογίας. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της, το Δ’ τρίμηνο του 2016, η ανάπτυξη στη χώρα μας όχι μόνο δεν αυξήθηκε, αλλά υποχώρησε κατά 1,1 % εν σχέσει με το αντίστοιχο διάστημα του 2015. Η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται καθηλωμένη στην ύφεση, η οικονομία της είναι εγκλωβισμένη σε μια παραλυτική στασιμότητα και παρά τις μεγάλες θυσίες των Ελλήνων πολιτών, τα προβλήματα μεγεθύνονται, ενώ ορατή προοπτική εξόδου από την κρίση δεν φαίνεται να υπάρχει στον ορίζοντα.
Στην πραγματικότητα, η ΕΛΣΤΑΤ, με τα στοιχεία τα οποία δημοσιοποίησε, επιβεβαίωσε αυτό που ο καθένας βιώνει στην καθημερινότητά του. Ότι δηλαδή, παρά τα κυβερνητικά φληναφήματα, και την ανέξοδη ρητορική, η κατάσταση διαρκώς επιδεινώνεται, τα προβλήματα συσσωρεύονται και η χειροπιαστή αναστροφή του αδιεξόδου μετατοπίζεται στο άδηλης προοπτικής μέλλον. Επιβεβαίωσε ακόμη ότι η Ελληνική οικονομία, παραμένει δέσμια των κακοδαιμονιών που την κατατρύχουν και αιχμάλωτη των στρεβλώσεων που την τροχοπεδούν και ότι , παρά τις κυβερνητικές μεγαλοστομίες, όχι μόνο δεν φαίνεται να απαλλάσσεται από τα βαρίδια που την «τραβούν προς τα κάτω», αλλά αντίθετα υποκύπτει όλο και περισσότερο στα βάρη με τα οποία αυτά την επιβαρύνουν.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την όλη αρνητική εικόνα είναι μεγάλες και ανεξιλέωτες. Με το δογματισμό της υπέρ του μεγάλου κράτους επέμεινε στην εφαρμογή μιας πολιτικής ασυνάρτητης και αναποτελεσματικής. Με τις ιδεολογικές αγκυλώσεις της εναντίον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την έθεσε υπό διωγμό και, ενοχοποιώντας εκ προοιμίου κάθε κίνησή της, ουσιαστικά την εξουδετέρωσε. Με την εμμονή της στην υπερφορολόγηση, αύξησε υπέρμετρα τα φορολογικά βάρη και υπονόμευσε κάθε επιχειρηματική/επαγγελματική δραστηριότητα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα ανήλθε στο 36,8 % του ΑΕΠ, όταν κατά το διάστημα 2000-2015 ήταν στο 33,4 % του ΑΕΠ της χώρας.
Μοιραίο επακόλουθο αυτής της άφρονος πολιτικής η πτώση των επενδύσεων στο 13 % του ΑΕΠ το 2016, όταν την περίοδο 2000-2008, ανέρχονταν στο 24 % του ΑΕΠ, προκαλώντας όλο αυτό το διάστημα από την έναρξη της κρίσης το 2010, απώλειες επενδυτικών κεφαλαίων ύψους 100 δις ευρώ και άνω. Επίσης, η εκτίναξη της ανεργίας σε ιστορικά πρωτόγνωρα επίπεδα, αφού από το 13,9 % του 2010 έφτασε το 2015 στο 24,5 %. Αλλά και η διαρροή εγκεφάλων στο εξωτερικό, αφού περίπου 400.000 νέοι και νέες έχουν διαλέξει να φύγουν από τη χώρα σε αναζήτηση καλύτερης τύχης και βάσιμων δυνατοτήτων ανέλιξης .
Αναμφισβήτητα η κρίση, που ταλανίζει την εθνική μας οικονομία, ξεκίνησε πριν την ανάληψη της κυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά επίσης αναμφισβήτητα οι μόνοι υπαίτιοι για την παράταση και επιδείνωσή της είναι οι σημερινοί κυβερνητικοί εταίροι και η κυβερνητική πολιτική που εφαρμόζεται από αυτούς . Όχι μόνο γιατί τα κόμματα που τη συγκροτούν, έρμαια της βουλιμίας τους για εξουσία , οδήγησαν με τους τυχοδιωκτικούς χειρισμούς τους στην πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά σε μια φάση που έδειχνε να θέτει τη κρίση υπό έλεγχο, αλλά και γιατί με την πολιτική τους ως κυβέρνηση, δέσμια τα ίδια των ιδεοληψιών τους, λειτούργησαν σαν φραγμός για την ανάπτυξη της οικονομίας. Όσο η χώρα εξακολουθεί να είναι αιχμάλωτη της πολιτικής τους, η νοσηρή αυτή κατάσταση θα διαιωνίζεται.
Μόνο μια κυβέρνηση ιδεολογικά απαλλαγμένη από λαϊκίστικες αυταπάτες και πολιτικά αποφασισμένη να συγκρουστεί με τους παράγοντες που τις καλλιεργούν, όπως αυτή της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μπορεί να εγγυηθεί μια βιώσιμη πορεία της εθνικής μας οικονομίας προς το αύριο. Να απελευθερώσει την οικονομία από τα δεσμά του κρατισμού και τις συνέπειες των νεφελωδών αντιλήψεων, να ενθαρρύνει πραγματικά την ιδιωτική πρωτοβουλία, να κινητοποιήσει τις δημιουργικές δυνάμεις αυτού του τόπου, να ανακουφίσει τους πολίτες από τα επαχθή βάρη των φορολογικών επιβαρύνσεων και να βάλει την οικονομία σε μια τροχιά πραγματικά ανταγωνιστική στις σύνθετες συνθήκες ενός κόσμου υψηλών απαιτήσεων.
Τώρα που είναι ακόμη καιρός. Πριν χαθούν όλα. Πριν η Ελλάδα μεταβληθεί σε μια τριτοκοσμικού τύπου χώρα και η ανάκτηση της οικονομικής της ζωτικότητας αποδειχθεί ένα ανυπέρβλητο έργο.
Στην πραγματικότητα, η ΕΛΣΤΑΤ, με τα στοιχεία τα οποία δημοσιοποίησε, επιβεβαίωσε αυτό που ο καθένας βιώνει στην καθημερινότητά του. Ότι δηλαδή, παρά τα κυβερνητικά φληναφήματα, και την ανέξοδη ρητορική, η κατάσταση διαρκώς επιδεινώνεται, τα προβλήματα συσσωρεύονται και η χειροπιαστή αναστροφή του αδιεξόδου μετατοπίζεται στο άδηλης προοπτικής μέλλον. Επιβεβαίωσε ακόμη ότι η Ελληνική οικονομία, παραμένει δέσμια των κακοδαιμονιών που την κατατρύχουν και αιχμάλωτη των στρεβλώσεων που την τροχοπεδούν και ότι , παρά τις κυβερνητικές μεγαλοστομίες, όχι μόνο δεν φαίνεται να απαλλάσσεται από τα βαρίδια που την «τραβούν προς τα κάτω», αλλά αντίθετα υποκύπτει όλο και περισσότερο στα βάρη με τα οποία αυτά την επιβαρύνουν.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την όλη αρνητική εικόνα είναι μεγάλες και ανεξιλέωτες. Με το δογματισμό της υπέρ του μεγάλου κράτους επέμεινε στην εφαρμογή μιας πολιτικής ασυνάρτητης και αναποτελεσματικής. Με τις ιδεολογικές αγκυλώσεις της εναντίον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την έθεσε υπό διωγμό και, ενοχοποιώντας εκ προοιμίου κάθε κίνησή της, ουσιαστικά την εξουδετέρωσε. Με την εμμονή της στην υπερφορολόγηση, αύξησε υπέρμετρα τα φορολογικά βάρη και υπονόμευσε κάθε επιχειρηματική/επαγγελματική δραστηριότητα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα ανήλθε στο 36,8 % του ΑΕΠ, όταν κατά το διάστημα 2000-2015 ήταν στο 33,4 % του ΑΕΠ της χώρας.
Μοιραίο επακόλουθο αυτής της άφρονος πολιτικής η πτώση των επενδύσεων στο 13 % του ΑΕΠ το 2016, όταν την περίοδο 2000-2008, ανέρχονταν στο 24 % του ΑΕΠ, προκαλώντας όλο αυτό το διάστημα από την έναρξη της κρίσης το 2010, απώλειες επενδυτικών κεφαλαίων ύψους 100 δις ευρώ και άνω. Επίσης, η εκτίναξη της ανεργίας σε ιστορικά πρωτόγνωρα επίπεδα, αφού από το 13,9 % του 2010 έφτασε το 2015 στο 24,5 %. Αλλά και η διαρροή εγκεφάλων στο εξωτερικό, αφού περίπου 400.000 νέοι και νέες έχουν διαλέξει να φύγουν από τη χώρα σε αναζήτηση καλύτερης τύχης και βάσιμων δυνατοτήτων ανέλιξης .
Αναμφισβήτητα η κρίση, που ταλανίζει την εθνική μας οικονομία, ξεκίνησε πριν την ανάληψη της κυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά επίσης αναμφισβήτητα οι μόνοι υπαίτιοι για την παράταση και επιδείνωσή της είναι οι σημερινοί κυβερνητικοί εταίροι και η κυβερνητική πολιτική που εφαρμόζεται από αυτούς . Όχι μόνο γιατί τα κόμματα που τη συγκροτούν, έρμαια της βουλιμίας τους για εξουσία , οδήγησαν με τους τυχοδιωκτικούς χειρισμούς τους στην πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά σε μια φάση που έδειχνε να θέτει τη κρίση υπό έλεγχο, αλλά και γιατί με την πολιτική τους ως κυβέρνηση, δέσμια τα ίδια των ιδεοληψιών τους, λειτούργησαν σαν φραγμός για την ανάπτυξη της οικονομίας. Όσο η χώρα εξακολουθεί να είναι αιχμάλωτη της πολιτικής τους, η νοσηρή αυτή κατάσταση θα διαιωνίζεται.
Μόνο μια κυβέρνηση ιδεολογικά απαλλαγμένη από λαϊκίστικες αυταπάτες και πολιτικά αποφασισμένη να συγκρουστεί με τους παράγοντες που τις καλλιεργούν, όπως αυτή της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μπορεί να εγγυηθεί μια βιώσιμη πορεία της εθνικής μας οικονομίας προς το αύριο. Να απελευθερώσει την οικονομία από τα δεσμά του κρατισμού και τις συνέπειες των νεφελωδών αντιλήψεων, να ενθαρρύνει πραγματικά την ιδιωτική πρωτοβουλία, να κινητοποιήσει τις δημιουργικές δυνάμεις αυτού του τόπου, να ανακουφίσει τους πολίτες από τα επαχθή βάρη των φορολογικών επιβαρύνσεων και να βάλει την οικονομία σε μια τροχιά πραγματικά ανταγωνιστική στις σύνθετες συνθήκες ενός κόσμου υψηλών απαιτήσεων.
Τώρα που είναι ακόμη καιρός. Πριν χαθούν όλα. Πριν η Ελλάδα μεταβληθεί σε μια τριτοκοσμικού τύπου χώρα και η ανάκτηση της οικονομικής της ζωτικότητας αποδειχθεί ένα ανυπέρβλητο έργο.