ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

Η φωτογραφία της ημέρας: Ο Γαλαζοκότσυφας

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 11:22:00 π.μ. |
Η φωτογραφία της ημέρας: Ο Γαλαζοκότσυφας
O Γαλαζοκότσυφας είναι πτηνό της οικογενείας των Μυιοθηριδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Monticola solitarius και περιλαμβάνει 5 υποείδη.

Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος Monticola solitarius longirostris. Πτηνό προσαρμοσμένο να ζει σε βραχώδεις περιοχές, ο γαλαζοκότσυφας ξεχωρίζει από το κυανόγκριζο καλοκαιρινό του πτέρωμα και το μουσικό του κελάηδημα.

Ο γαλαζοκότσυφας είναι τυπικό πτηνό μέσου και μεγάλου υψομέτρου, αφού ο κύριος οικότοπος του είδους είναι οι ημιορεινές και ορεινές βραχώδεις τοποθεσίες με διάσπαρτη βλάστηση. Ωστόσο, το υψόμετρο μπορεί να είναι μικρό, ακόμη και κοντά στην θάλασσα, αρκεί να υπάρχουν βράχια στην περιοχή. Επίσης, απαντά σχεδόν πάντοτε σε χαμηλότερα υψόμετρα από εκείνα του συγγενικού πετροκότσυφα.

Στην ευρύτερη περιοχή του Νεπάλ μπορεί να «ανεβεί» το καλοκαίρι από τα 2.590 μέχρι τα 4.880 μέτρα, αλλά διαχειμάζει κάτω από τα 1.400 μέτρα σε ποτάμια και παλιά κτήρια. ,

Στην Ελλάδα, οι κύριοι οικότοποι περιλαμβάνουν πετρώδεις και βραχώδεις περιοχές με ελαιώνες, αμπελώνες, αραιούς θάμνους, αλλά και σε ακροποταμιές, από το υψόμετρο της θάλασσα μέχρι τις κορυφές των βουνών. Επίσης σε φαράγγια, ακτές νησιών και απομονωμένες βραχονησίδες.
Μορφολογία

Ο γαλαζοκότσυφας, γενικά, είναι μεσαίου μεγέθους πτηνό που, μπορεί να μην είναι εύκολο να παρατηρηθεί, λόγω της φύσης του εδάφους όπου απαντά. Ωστόσο, η «φιγούρα» του μπορεί να κάνει την εμφάνισή της στιγμιαία, συνήθως στην άκρη ενός βράχου και, τότε, μπορεί να αναγνωριστεί, από το χαρακτηριστικό μπλε αναπαραγωγικό του πτέρωμα. Από μακριά, και με κόντρα φωτισμό, εμφανίζει την σιλουέτα της γερακότσιχλας (Turdus viscivorus), Εχει τις διαστάσεις του πετροκότσυφα, αλλά είναι ελαφρά μεγαλύτερος και με σαφώς μεγαλύτερο ράμφος.

Στο είδος εμφανίζεται έντονος φυλετικός διμορφισμός, με τα δύο φύλα να έχουν μεγάλη διαφορά στο -καλοκαιρινό- πτέρωμα. Η ουρά είναι σχετικά κοντή, και το ράμφος μακρύ, οξύληκτο και με γκριζομπλέ χρώμα. Η ίριδα είναι μαύρη και οι ταρσοί με τα πόδια, γκριζοκαφέ. Ο οφθαλμός περιβάλλεται από ανεπαίσθητο ανοικτόχρωμο δακτύλιο.

Το αναπαραγωγικό πτέρωμα του αρσενικού είναι ομοιόμορφο κυανόγκριζο σε όλο το σώμα, χωρίς τις οριοθετημένες καστανόξανθες περιοχές του πετροκότσυφα, ενώ οι πτέρυγες είναι σκοτεινόχρωμες. Πολλές φορές, αυτό το χρώμα δεν φαίνεται παρά μόνον υπό κατάλληλο φωτισμό, αλλιώς εμφανίζεται πολύ σκούρο. Τα καλυπτήρια φτερά της κάτω επιφανείας της ουράς είναι γκριζομπλέ με λευκές αποχρώσεις. Κατά το φθινόπωρο, το αρσενικό εμφανίζεται πιο «μαυριδερό».

Το θηλυκό, δεν διαθέτει τα φανταχτερά χρώματα του αρσενικού, ωστόσο ξεχωρίζει από τις χαρακτηριστικές λεπτές, ραβδώσεις στο πτέρωμα, που δίνουν την αίσθηση σκωληκοειδών γραμμών, στο κάτω μέρος του σώματος. Πιθανόν να διατηρεί κάποια υποκύανη απόχρωση. Μοιάζει πολύ με τον θηλυκό πετροκότσυφα, αλλά το στέμμα είναι σκουρότερο, ενώ η ουρά είναι σκούρα καφέ και όχι πορτοκαλί-καφέ. Επίσης, η άνω επιφάνεια δεν έχει τις λεπτές ραβδώσεις που υπάρχουν στο κάτω μέρος του σώματος.

Τα νεαρά άτομα είναι πιο σκούρα, με σκούρες σκωληκοειδείς γραμμές και ανοικτόχρωμες άκρες στα στέγαστρα των πρωτευόντων ερετικών φτερών.
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ