Το μακρύ ταξίδι γευσιγνωσίας μεταξύ του Ελληνικού Γαστρονομικού Οδηγού εκ μέρους του Γ. Πίττα και της Ερμιονίδας με σκοπό και στόχο την ανάδειξη της παραδοσιακής γαστρονομίας της περιοχής κάνει στάση στην αναμφισβήτητα, πιο διάσημη παραθαλάσσια ψαροταβέρνα του «Παπαδία» στο Πόρτο Χέλι, Ερμιονίδας.
Ο χώρος της είναι καλόγουστος, αν και δεν έχει κάτι ιδιαίτερο και το φαντακτερό που να την ξεχωρίζει από τα άλλα εστιατόρια. Αυτό που κάνει όμως την διαφορά, είναι το μενού και κυρίως η πελατεία της, αφού εδώ συχνάζει η αφρόκρεμα του jet set της ελληνικής Ριβιέρας, δηλαδή όλοι οι επώνυμοι, βασιλιάδες, εφοπλιστές, επιχειρηματίες και καλλιτέχνες που ζουν στις επαύλεις του Πόρτο-Χελίου περιοχές (Κόστα, Άγιος Αιμιλιανός). Εμβληματική ψαροταβέρνα της περιοχής, λειτουργεί από το 1958, γεγονός που τεκμηριώνεται με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της εποχής που στολίζουν τους τοίχους και όπου το ταβερνάκι φαίνεται με ένα σκιάδιο από καλάμια, πάνω στην ακροθαλασσιά. Μας αφηγείται ο κυρ-Νίκος:
«Ο πατέρας μου Παναγιώτης έστησε το μαγαζάκι πάνω στην θάλασσα, εδώ τώρα που καθόμαστε και τρώμε -στο εσωτερικό της ταβέρνας- ήταν αμμουδιά εκείνη την εποχή και δεν πέρναγε δρόμος μπροστά. Την ονόμασε “η ταβέρνα της κυρά Ευγενίας”, το όνομα της γυναίκας του, που τον βοηθούσε στην κουζίνα και κατόπιν Ακρογιάλι. Με το που απολύθηκα το 1976 μπήκα και γω στη δουλειά και το 1988, το μαγαζί γράφτηκε στο όνομά μου και ονομάστηκε Παπαδίας».
Σήμερα στον «Παπαδία», γαλαζοαίματοι και θνητοί, ντόπιοι και παραθεριστές μπορούν να γευτούν απλά μεζεδάκια όπως κολοκυθοκεφτέδες ή χαλούμι ψητό, φρέσκα ψάρια, απολαυστικούς ψαρομεζέδες και θαλασσινά (καραβιδόψυχα, σαρδέλες με κάπαρη, πετροσωλήνες, καβουροπόδαρα, αστακομακαρονάδες) αλλά και καλοψημένα κρεατικά στη σχάρα, έχοντας παράλληλα μια μεγάλη επιλογή από μια ενημερωμένη λίστα κρασιών.
Παρότι παραδοσιακός ο κυρ-Nίκος, τολμά τις καινούργιες τάσεις. Αποδείξη ότι σερβίρει μια συγκλονιστική σφυρίδα καρπάτσιο. Στην ερώτηση πως εξοικειώθηκε στο να παρασκευάζει ψάρια ωμά μού απάντησε αφοπλιστικά: «Μικρά όταν είμασταν, με κυνηγούσε ο πατέρας μου να βοηθήσω στο σερβίρισμα… αλλά εγώ είχα το μυαλό μου στο παιγνίδι…την κοπανούσα με την πιτσιρικαρία. Ένα από τα αγαπημένα μας παιγνίδια ήταν τα ψαρέματα… χταπόδια, καλαμάρια, γαρίδες, καβούρια. Πόσες και πόσες φορές, όταν μας έπιανε η πείνα, δεν τραβάγαμε δαγκωνιές και τα τρώγαμε ωμά. Καρπάτσιο και σεβίτσε να δουν τα μάτια σου!», μας λέει γελώντας ο κυρ-Νίκος.
«Την σφυρίδα δεν την χαραμίζω. Το κεφάλι θα γίνει σούπα. Τις φέτες θα τις πάρω από τον κορμό και το καρπάτσιο από την ουρά», συνεχίζει ενώ μας σερβίρει με περηφάνεια γαριδοκεφτέδες με μους μελιτζάνας και το κριθαρώτο με γαρίδες. Τι κι αν ο κυρ-Νίκος συναναστρέφεται καθημερινά σπουδαίες προσωπικότητες, παραμένει ένας γλυκομίλητος και σεμνός επαγγελματίας που μοναδικό στόχο έχει να ικανοποιήσει με την ίδια φροντίδα την πελατεία του, τους θνητούς και τους γαλαζοαίματους.
Ο χώρος της είναι καλόγουστος, αν και δεν έχει κάτι ιδιαίτερο και το φαντακτερό που να την ξεχωρίζει από τα άλλα εστιατόρια. Αυτό που κάνει όμως την διαφορά, είναι το μενού και κυρίως η πελατεία της, αφού εδώ συχνάζει η αφρόκρεμα του jet set της ελληνικής Ριβιέρας, δηλαδή όλοι οι επώνυμοι, βασιλιάδες, εφοπλιστές, επιχειρηματίες και καλλιτέχνες που ζουν στις επαύλεις του Πόρτο-Χελίου περιοχές (Κόστα, Άγιος Αιμιλιανός). Εμβληματική ψαροταβέρνα της περιοχής, λειτουργεί από το 1958, γεγονός που τεκμηριώνεται με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της εποχής που στολίζουν τους τοίχους και όπου το ταβερνάκι φαίνεται με ένα σκιάδιο από καλάμια, πάνω στην ακροθαλασσιά. Μας αφηγείται ο κυρ-Νίκος:
«Ο πατέρας μου Παναγιώτης έστησε το μαγαζάκι πάνω στην θάλασσα, εδώ τώρα που καθόμαστε και τρώμε -στο εσωτερικό της ταβέρνας- ήταν αμμουδιά εκείνη την εποχή και δεν πέρναγε δρόμος μπροστά. Την ονόμασε “η ταβέρνα της κυρά Ευγενίας”, το όνομα της γυναίκας του, που τον βοηθούσε στην κουζίνα και κατόπιν Ακρογιάλι. Με το που απολύθηκα το 1976 μπήκα και γω στη δουλειά και το 1988, το μαγαζί γράφτηκε στο όνομά μου και ονομάστηκε Παπαδίας».
Σήμερα στον «Παπαδία», γαλαζοαίματοι και θνητοί, ντόπιοι και παραθεριστές μπορούν να γευτούν απλά μεζεδάκια όπως κολοκυθοκεφτέδες ή χαλούμι ψητό, φρέσκα ψάρια, απολαυστικούς ψαρομεζέδες και θαλασσινά (καραβιδόψυχα, σαρδέλες με κάπαρη, πετροσωλήνες, καβουροπόδαρα, αστακομακαρονάδες) αλλά και καλοψημένα κρεατικά στη σχάρα, έχοντας παράλληλα μια μεγάλη επιλογή από μια ενημερωμένη λίστα κρασιών.
Παρότι παραδοσιακός ο κυρ-Nίκος, τολμά τις καινούργιες τάσεις. Αποδείξη ότι σερβίρει μια συγκλονιστική σφυρίδα καρπάτσιο. Στην ερώτηση πως εξοικειώθηκε στο να παρασκευάζει ψάρια ωμά μού απάντησε αφοπλιστικά: «Μικρά όταν είμασταν, με κυνηγούσε ο πατέρας μου να βοηθήσω στο σερβίρισμα… αλλά εγώ είχα το μυαλό μου στο παιγνίδι…την κοπανούσα με την πιτσιρικαρία. Ένα από τα αγαπημένα μας παιγνίδια ήταν τα ψαρέματα… χταπόδια, καλαμάρια, γαρίδες, καβούρια. Πόσες και πόσες φορές, όταν μας έπιανε η πείνα, δεν τραβάγαμε δαγκωνιές και τα τρώγαμε ωμά. Καρπάτσιο και σεβίτσε να δουν τα μάτια σου!», μας λέει γελώντας ο κυρ-Νίκος.
«Την σφυρίδα δεν την χαραμίζω. Το κεφάλι θα γίνει σούπα. Τις φέτες θα τις πάρω από τον κορμό και το καρπάτσιο από την ουρά», συνεχίζει ενώ μας σερβίρει με περηφάνεια γαριδοκεφτέδες με μους μελιτζάνας και το κριθαρώτο με γαρίδες. Τι κι αν ο κυρ-Νίκος συναναστρέφεται καθημερινά σπουδαίες προσωπικότητες, παραμένει ένας γλυκομίλητος και σεμνός επαγγελματίας που μοναδικό στόχο έχει να ικανοποιήσει με την ίδια φροντίδα την πελατεία του, τους θνητούς και τους γαλαζοαίματους.