ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο λόφο που δεσπόζει του Άργους με υψόμετρο 287μ. Η στρατηγική θέση του, καθώς ελέγχει τη σημαντικότερη πόλη της Αργολίδας, αλλά και τις θαλάσσιες οδούς και χερσαίες οδούς που συνδέουν τη ΝΑ Πελοπόννησο με την Αττική και τα νησιά του Αιγαίου, οδήγησε στην οχύρωση του λόφου, ήδη από την Προϊστορική Εποχή.
Ίχνη της μυκηναϊκής οχύρωσης (13ος αι. π.Χ.) σώζονται στην ακρόπολη του κάστρου, ενώ ογκώδη αρχιτεκτονικά μέλη από τη μυκηναϊκή οχύρωση έχουν επαναχρησιμοποιηθεί στις μεταγενέστερες μεσαιωνικές οχυρώσεις.
Αν και ο χώρος δεν έπαψε να είναι σε χρήση από τους προϊστορικούς χρόνους έως το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σημερινή μορφή του κάστρου αποκρυσταλλώθηκε στο Μεσαίωνα, όταν οι οχυρώσεις Βυζαντινών και Φράγκων κατέστησαν τη Λάρισα ένα από τα τέσσερα ισχυρότερα κάστρα της Πελοποννήσου, όπως μαρτυρεί το Χρονικό του Μορέως. Τα αρχαία τείχη, τμήματα των οποίων διακρίνονται ακόμα και σήμερα ενσωματωμένα στην μεταγενέστερη τοιχοποιία, αποτέλεσαν τον κύριο γνώμονα χάραξης της μεσαιωνικής οχύρωσης. Η οχύρωση απαρτίζεται από την ακρόπολη στην κορυφή και έναν εξωτερικό περίβολο.
Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ήταν για πολλούς αιώνες διοικητικό, στρατιωτικό και θρησκευτικό κέντρο του Άργους. Το μυκηναϊκό τείχος είναι χτισμένο με μεγάλους ασβεστόλιθους και ακολουθεί κυκλική πορεία. Λείψανά του εντοπίζονται στο ανατολικό στο βόρειο τμήμα της ακρόπολης. Στα νότια υπάρχει μεγάλο μονολιθικό κατώφλι και τμήματα παραστάδων. Τα μέλη αυτά αρχικά ανήκαν στη μυκηναϊκή πύλη. Το ανώφλι της, από αμυγδαλίτη λίθο, είναι ενσωματωμένο στην εξωτερική όψη νότιου τείχους της ακρόπολης. Στην αρχαϊκή περίοδο, η ακρόπολη πλουτίστηκε με ιερά. Στα νοτιο- δυτικά υπήρχε ναός αφιερωμένος στον Δία Λαρισαίο. Στα βόρεια είναι ορατό τμήμα της βάσης του ναού της Αθηνάς Πολιάδος. Το κέντρο της ακρόπολης καταλαμβάνει μεγάλη δεξαμενή, σε φυσική κοιλότητα του βράχου. Ο περίβολος της ακρόπολης των ιστορικών χρόνων είναι μεγαλύτερος και έχει περίπου την σημερινή του μορφή, αφού πάνω σε αυτόν ορθώθηκαν όλες οι μεσαιωνικές φάσεις του. Η βυζαντινή οχύρωση διακρίνεται καλύτερα στο νοτιοανατολικό τμήμα, όπου και η βυζαντινή πύλη, η οποία τειχίστηκε στον ύστερο μεσαίωνα, όταν ανακατασκευάστηκε το νότιο τείχος, τοποθετήθηκαν κανονιοθυρίδες και ανοίχτηκε η νεότερη πύλη λίγο δυτικότερα της βυζαντινής. Μια δεύτερη βυζαντινή πυλίδα πρέπει να βρισκόταν στο δυτικό τείχος. Εδώ εντοιχίστηκε μεγάλος ορθογώνιος λίθος, με επιγραφή στην οποία σώζονται ονόματα Αργείων δωρητών του ναού της Αθηνάς. Στα ανατολικά του ναού της Αθηνάς διακρίνεται η αψίδα εκκλησίας της πρώτης χιλιετίας. Το 1174, σύμφωνα με κτητορική επιγραφή, χτίστηκε ναός αφιερωμένος στην Παναγία, από τον επίσκοπο Άργους, Νικήτα. Το ναΐδριο κατελάμβανε το βόρειο τμήμα της παλιότερης βυζαντινής εκκλησίας, που είχε ερειπωθεί. Στα βορειοανατολικά της ακρόπολης υπάρχει μεγάλο διώροφο κτήριο που μπορεί να συνδεθεί με την έδρα του διοικητή του κάστρου. Πιθανώς κατασκευάστηκε στην περίοδο της Φραγκοκρατίας (13ος αι. μ.Χ.).
ΣΤΟΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΠΕΡΙΒΟΛΟ υπήρχε οικιστικός ιστός, σήμερα ανεξερεύνητος. Μεγάλες κινστέρνες φρόντιζαν για την ύδρευση σε περίοδο πολιορκίας. Στον ύστερο μεσαίωνα κατασκευάστηκε δια- τείχισμα που απέκοπτε το νότιο τμήμα του εξωτερικού περιβόλου. Η εξωτερική οχύρωση ενισχύθηκε με κυλινδρικούς πύργους και κανονιοθυρίδες. Μετά την αποκοπή του εξωτερικού περιβόλου με το διατείχισμα, για να προστατευτούν οι δυο πύλες που έμεναν εκτεθειμένες, κατασκευάστηκε άλλο τείχος που συνέδεε τον ακρόπυργο με τον κυκλικό πύργο του διατειχίσματος, σχηματίζοντας μια μικρή νότια αυλή μπροστά από την πύλη της ακρόπολης. Στο νέο τμήμα διευθετήθηκε πλέον η κεντρική εξωτερική πύλη του κάστρου. Η πύλη έκλεινε με διπλά θυρόφυλλα που ασφάλιζαν με αμπάρες. Θολωτό διαβατικό, στην άκρη του οποίου υπήρχε κι άλλη πόρτα, οδηγούσε στην αυλή.
ΟΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ξεκίνησαν από την 25η ΕΒΑ και ολοκληρώθηκαν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας. Κατά τη διάρκεια των εργασιών έγιναν εκτεταμένες ανασκαφές που αποκάλυψαν τις όψεις των τειχών, οι οποίες είχαν σκεπαστεί από μπάζα καταρρεύσεων και εμφάνισαν όλη τη νότια αυλή και το διαβατικό που ήταν σκεπασμένα από μπάζα παλαιότερων ανασκαφών, αλλά και από τις διαμορφώσεις των Οθωμανών. Αποκαταστάθηκε η στάθμη του εδάφους στο εσωτερικό της ακρόπολης, με επιχωματώσεις, ώστε να είναι δυνατή η περιήγηση στο εσωτερικό. Αποκαλύφθηκαν σημαντικά στοιχεία της λειτουργίας του κάστρου, όπως η μικρή πυλίδα του διατειχίσματος που είχε εσφαλμένα τοιχιστεί κατά τις αναστηλώσεις της δεκαετίας του 1970. Η πύλη του διατειχίσματος ξανανοίχτηκε, το διαβατικό με τις δυο πύλες του καθαρίστηκε και στερεώθηκε, τα τείχη στερεώθηκαν και αποκαταστάθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Όλες οι αποκαταστάσεις βασίστηκαν στα στοιχεία που εμφανίστηκαν κατά τους καθαρισμούς και οι συμπληρώσεις τεκμηριώθηκαν από φωτογραφίες των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Οι ανασκαφές απέδωσαν μεγάλο αριθμό ευρημάτων, ορισμένα από τα οποία εκτίθενται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αργολίδας. Για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών κατασκευάστηκε νέα λίθινη σκάλα που οδηγεί από το χώρο στάθμευσης οχημάτων στην Κεντρική Πύλη, περιμετρικό μονοπάτι ήπιας πρόσβασης, WC και μικρός χώρος εκπαιδευτικών προγραμμάτων, τοποθετήθηκαν ενημερωτικές πινακίδες, καθιστικά και κάδοι απορριμμάτων. Για την προστασία του χώρου τοποθετήθηκαν μεταλλικές θύρες και μεταλλικά κιγκλιδώματα στα επικίνδυνα σημεία.