Ένα ή μέχρι και δύο χρόνια μπορεί και φτάσει η διάρκεια της «εισβολής» των μεδουσών που σημειώνεται στον Κορινθιακό κόλπο, σύμφωνα με εκτενές ρεπορτάζ της εφημερίδας «Πελοπόννησος».
Όπως σημειώνεται, η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας πήρε στα χέρια της έκθεση της υπηρεσίας Αλιείας και ετοιμάζει παρέμβαση προς το αρμόδιο υπουργείο.
Όσον αφορά στους λόγους, αν και ένας εξ αυτών μπορεί να θεωρηθεί η υπεραλίευση, δεν αρκεί μόνη της για να εξηγήσει τη μεγάλη αύξηση των μεδουσών, ούτε και η ρύπανση. Θεωρείται ότι το φαινόμενο οφείλεται και σε συγκυριακούς παράγοντες, όπως η κίνηση των ρευμάτων.
Το πρόβλημα του Κορινθιακού, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, «ακουμπά» τέσσερις περιφέρειες. Σύμφωνα με πληροφορίες, σε Περιφερειακό Επίπεδο, η αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Δυτικής Ελλάδος, απορρίπτει τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος εκτιμώντας ότι «δεν θα φέρει αποτέλεσμα, καθώς δεν έχουν σαφώς προσδιοριστεί τα αίτια του προβλήματος» όπως αναφέρεται σε εμπιστευτικό σημείωμα της υπηρεσίας.
Όπως ανέφερε στην «Πελοπόννησο» ο Επαμεινώνδας Χρήστου, τομεάρχης Βιολογίας του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, οι μέδουσες είναι θαλάσσιοι οργανισμοί που κατά περιόδους 10 - 15 χρόνων εμφανίζουν εξάρσεις, οι οποίες αποδίδονται κυρίως σε κλιματικούς κύκλους και λιγότερο σε αιτίες που αφορούν την υπεραλίευση. Μάλιστα, πρόκειται για εξάρσεις εμφανίσεων και όχι κατ΄ανάγκη του συνολικού πληθυσμού των μεδουσών. Όσον αφορά το φαινόμενο του Κορινθιακού, ο κ. Χρήστου τόνισε ότι ο κόλπος ενδέχεται να φιλοξενεί έναν τοπικό πληθυσμό μεδουσών, ο οποίος κατοικεί σε μεγάλα βάθη κάτω από τα 500 μέτρα. Είναι γνωστό ότι στον Κορινθιακό υπάρχουν βάθη που ξεπερνούν τα 900 μέτρα.
Κάποιες φορές όμως, λόγω της μετακίνησης θαλάσσιων μαζών που προκαλούνται από κλιματικούς παράγοντες, αυτοί οι πληθυσμοί μεδουσών φτάνουν στην επιφάνεια και με τα ρεύματα που μπορεί να επικρατούν την εποχή αυτή, τους παρασύρουν και τους εγκλωβίζουν στις ακτές.
Κάτι παρόμοιο φαίνεται ότι έχει γίνει και στην περίπτωση του Κορινθιακού και Πατραϊκού Κόλπου, εκτίμησε ο κ. Χρήστου τονίζοντας μάλιστα ότι αυτή είναι η πιο πιθανή εξήγηση. Μάλιστα, δήλωσε ότι οι πρώτες αναφορές για αύξηση της συχνότητας εμφάνισης μεδουσών στην περιοχή είχαν αρχίσει από πέρυσι και όπως τόνισε, αυτά τα φαινόμενα έχουν διάρκεια 2-3 χρόνια. Οπότε δεν είναι απίθανο να δούμε παρόμοιες εικόνες, αλλά με μικρότερη ένταση και του χρόνου το καλοκαίρι.
Όσον αφορά τη συμπεριφορά των λουομένων, ο κ. Χρήστου συστήνει προσοχή, επειδή η Pelagia noctiluca, είδος που αυτή τη στιγμή είναι σε έξαρση στην περιοχή, προξενεί οδυνηρά τσιμπήματα, καθώς η μέδουσα αυτή διαθέτει νημάτια μήκους μέχρι και 2 μέτρων που μέσα στο νερό δεν διακρίνονται.
Όπως σημειώνεται, η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας πήρε στα χέρια της έκθεση της υπηρεσίας Αλιείας και ετοιμάζει παρέμβαση προς το αρμόδιο υπουργείο.
Όσον αφορά στους λόγους, αν και ένας εξ αυτών μπορεί να θεωρηθεί η υπεραλίευση, δεν αρκεί μόνη της για να εξηγήσει τη μεγάλη αύξηση των μεδουσών, ούτε και η ρύπανση. Θεωρείται ότι το φαινόμενο οφείλεται και σε συγκυριακούς παράγοντες, όπως η κίνηση των ρευμάτων.
Το πρόβλημα του Κορινθιακού, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, «ακουμπά» τέσσερις περιφέρειες. Σύμφωνα με πληροφορίες, σε Περιφερειακό Επίπεδο, η αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Δυτικής Ελλάδος, απορρίπτει τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος εκτιμώντας ότι «δεν θα φέρει αποτέλεσμα, καθώς δεν έχουν σαφώς προσδιοριστεί τα αίτια του προβλήματος» όπως αναφέρεται σε εμπιστευτικό σημείωμα της υπηρεσίας.
Όπως ανέφερε στην «Πελοπόννησο» ο Επαμεινώνδας Χρήστου, τομεάρχης Βιολογίας του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, οι μέδουσες είναι θαλάσσιοι οργανισμοί που κατά περιόδους 10 - 15 χρόνων εμφανίζουν εξάρσεις, οι οποίες αποδίδονται κυρίως σε κλιματικούς κύκλους και λιγότερο σε αιτίες που αφορούν την υπεραλίευση. Μάλιστα, πρόκειται για εξάρσεις εμφανίσεων και όχι κατ΄ανάγκη του συνολικού πληθυσμού των μεδουσών. Όσον αφορά το φαινόμενο του Κορινθιακού, ο κ. Χρήστου τόνισε ότι ο κόλπος ενδέχεται να φιλοξενεί έναν τοπικό πληθυσμό μεδουσών, ο οποίος κατοικεί σε μεγάλα βάθη κάτω από τα 500 μέτρα. Είναι γνωστό ότι στον Κορινθιακό υπάρχουν βάθη που ξεπερνούν τα 900 μέτρα.
Κάποιες φορές όμως, λόγω της μετακίνησης θαλάσσιων μαζών που προκαλούνται από κλιματικούς παράγοντες, αυτοί οι πληθυσμοί μεδουσών φτάνουν στην επιφάνεια και με τα ρεύματα που μπορεί να επικρατούν την εποχή αυτή, τους παρασύρουν και τους εγκλωβίζουν στις ακτές.
Κάτι παρόμοιο φαίνεται ότι έχει γίνει και στην περίπτωση του Κορινθιακού και Πατραϊκού Κόλπου, εκτίμησε ο κ. Χρήστου τονίζοντας μάλιστα ότι αυτή είναι η πιο πιθανή εξήγηση. Μάλιστα, δήλωσε ότι οι πρώτες αναφορές για αύξηση της συχνότητας εμφάνισης μεδουσών στην περιοχή είχαν αρχίσει από πέρυσι και όπως τόνισε, αυτά τα φαινόμενα έχουν διάρκεια 2-3 χρόνια. Οπότε δεν είναι απίθανο να δούμε παρόμοιες εικόνες, αλλά με μικρότερη ένταση και του χρόνου το καλοκαίρι.
Όσον αφορά τη συμπεριφορά των λουομένων, ο κ. Χρήστου συστήνει προσοχή, επειδή η Pelagia noctiluca, είδος που αυτή τη στιγμή είναι σε έξαρση στην περιοχή, προξενεί οδυνηρά τσιμπήματα, καθώς η μέδουσα αυτή διαθέτει νημάτια μήκους μέχρι και 2 μέτρων που μέσα στο νερό δεν διακρίνονται.