Ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Ανδριανός, στην ομιλία του κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις», τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα είναι το τρίτο βήμα ενός κυρίως επικοινωνιακού χαρακτήρα σχεδιασμού των κυβερνητικών τακτικισμών, ενόψει της παρουσίας του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Πρώτο βήμα ήταν το νομοσχέδιο για την εκπαίδευση, ένα νομοσχέδιο στο οποίο η Κυβέρνηση είχε επενδύσει πολλά, κυρίως γιατί, σε αντίθεση με το πεδίο της οικονομίας, πίστευε ότι θα είχε την ευκαιρία να δώσει διαπιστευτήρια αριστεροσύνης. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ένας νόμος γεμάτος παρωχημένες ιδεοληψίες, που μας γυρνά δεκαετίες πίσω, υπονομεύει το έργο των πανεπιστημίων και θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τη βιωσιμότητα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων.
Δεύτερο βήμα ήταν ο αποπροσανατολισμός, τη μία με συζητήσεις για τον Χίτλερ και τον Στάλιν και την άλλη με το περιβόητο άρθρο του Πρωθυπουργού για τoν Ανδρέα Παπανδρέου, λες και δεν έχουμε άλλα προβλήματα στη χώρα και έχουμε την πολυτέλεια της ιδεολογικής ομφαλοσκόπησης. Απάντηση πήρατε, ηχηρή και προσήκουσα από τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το τρίτο βήμα, στην απεγνωσμένη προσπάθεια της Κυβέρνησης να στήσει μία ατζέντα λιγότερο οδυνηρή στη ΔΕΘ, είναι το νομοσχέδιο αυτό που ενάμισι χρόνο μετά έρχεται να τροποποιήσει τον νόμο Κατρούγκαλου, πριν ακόμη αυτός εφαρμοστεί στο σύνολό του.
Δυστυχώς, όμως, για την κυβερνητική πλειοψηφία η προσπάθεια αυτή πέφτει στο κενό. Πρώτον γιατί το αρνητικό κλίμα για εσάς δεν αλλάζει με επικοινωνιακά τερτίπια. Δεν αλλάζει, όταν ξεκινούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, από εκείνους μάλιστα που είχαν κάνει σύνθημα το «Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη». Δεν αλλάζει, όταν οι πολίτες ακούν Υπουργό σας να δηλώνει με κυνισμό ότι αφήσατε να χαθούν 35 δισεκατομμύρια, 11 δισεκατομμύρια για το 2017 του πακέτου Γιούνκερ, γιατί το οικονομικό επιτελείο δεν προλαβαίνει να φτιάξει και να υποβάλει το απαιτούμενο σχέδιο και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς για τα προτεινόμενα έργα. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το πακέτο Γιούνκερ είναι 35 δισεκατομμύρια, τα οποία θα δημιουργούσαν θέσεις εργασίας, θα βελτίωναν υποδομές, θα έδιναν μία απολύτως αναγκαία ανάσα ζωής στην πραγματική οικονομία - και η Κυβέρνηση τα αφήνει να χαθούν γιατί δεν προλαβαίνει, όπως είπε ο Υπουργός σας, να σχεδιάσει το οικονομικό επιτελείο.
Δεύτερον, βεβαίως, το κλίμα δεν αλλάζει, όταν το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, παρά τις προσδοκίες που επενδύθηκαν σε αυτό, παρά τα μεγάλα λόγια, δεν απαντά στα προβλήματα του κόσμου της εργασίας, πολλά από τα οποία μάλιστα έχουν φαρδιά πλατιά την υπογραφή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Ενδεικτικά θυμίζω μόνο κάποια από τα αποτελέσματα της πολιτικής σας:
-Την απώλεια δύο μισθών για όλους τους εργαζομένους μέσα από αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων και τις διαδοχικές μειώσεις του αφορολόγητου.
-Τις συντάξεις των 185 ευρώ, που πριν από λίγες ημέρες είδαμε για πρώτη φορά και άρον-άρον δόθηκε εντολή να κρυφτούν για επικοινωνιακούς λόγους.
-Χιλιάδες συνταξιούχοι να καλούνται να επιστρέψουν ποσά που εισέπραξαν ως προσωρινή σύνταξη.
-Οι συντάξεις να μειώνονται κατά 40% σε σχέση με το 2014 και τώρα να υφίστανται νέες, επιπρόσθετες μειώσεις.
-Τριακόσιες χιλιάδες δικαιούχοι να βλέπουν τις συντάξεις συνολικού ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ να παραμένουν εδώ και μήνες παγωμένες. Από 1-1-2015 μάλιστα δεν έχει εγκριθεί καμία απολύτως επικουρική σύνταξη.
-Στους εργαζόμενους, εσείς που δεσμευόσασταν για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, δημιουργείτε τώρα τη γενιά των εργαζομένων των 360 ευρώ.
-Επί των ημερών σας βλέπουμε να συντελείται μία ιστορική ανατροπή στην αγορά εργασίας, με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης να κυριαρχούν πλέον σταθερά έναντι της πλήρους εργασίας. Τα στοιχεία της «ΕΡΓΑΝΗΣ» είναι αποκαλυπτικά: Τον Ιούλιο που μας πέρασε η μερική απασχόληση ήταν 54,26%, ενώ η πλήρης απασχόληση ήταν 45,74%. Αντί, δηλαδή, να έχουμε δραματική μείωση της ανεργίας, με ανάπτυξη που θα φέρει πραγματικές θέσεις απασχόλησης, βλέπουμε τη μερική απασχόληση να κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο, τη μαύρη και αδήλωτη εργασία να παραμένει στα ίδια επίπεδα, τους απασχολούμενους να μειώνονται από μέτρηση σε μέτρηση και τη φυγή κυρίως των νέων ανθρώπων στο εξωτερικό να εντείνεται επικίνδυνα, από το 11% το 2015 να έχει φτάσει στο 33% το 2017.
Και μέσα σε αυτό το εκρηκτικό οικονομικό και κοινωνικό κλίμα, τι προβλέπει το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα;
Προβλέπει, πρώτον, μειώσεις στις συντάξεις. Με το άρθρο 17 επιβεβαιώνεται η μείωση των επικουρικών από 21,4% έως 40%. Είναι μειώσεις, βεβαίως, που θα δουν οι νέοι συνταξιούχοι, όταν η Κυβέρνηση αποφασίσει να ξεπαγώσει τις πάνω από εκατόν είκοσι εννιά χιλιάδες αιτήσεις για χορήγηση επικουρικών που παραμένουν στο ράφι. Διότι προς το παρόν οι εκατόν είκοσι εννιά χιλιάδες Έλληνες και οι οικογένειές τους δεν βλέπουν ούτε ευρώ από τα χρήματα που δικαιούνται.
Δεύτερον, προβλέπει αυξήσεις φόρων, αύξηση της παρακράτησης από το 4% στο Ταμείο Μετοχικών Υπαλλήλων στο 4,5%, που βεβαίως ισοδυναμεί με μείωση μισθού, μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για τα νοικοκυριά σε αυτήν την εξαιρετικά μάλιστα δύσκολη συγκυρία.
Τρίτον, προβλέπει κρυμμένες μειώσεις σε στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς, πανεπιστημιακούς γιατρούς του ΕΣΥ, καθώς ο μη υπολογισμός της προσωπικής διαφοράς στα συνταξιοδοτικά χρόνια συνεπάγεται μείωση των συντάξεων στο μέλλον.
Και βεβαίως, μέσα σε όλα αυτά, δεκατρείς κρίσιμες διατάξεις με δημοσιονομικό βάρος έρχονται προς συζήτηση στην Ολομέλεια, χωρίς να έχουν αξιολογηθεί από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ως προς το ύψος της δαπάνης που συνεπάγονται, και χωρίς να υπάρχει έκθεση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Είναι απαράδεκτο σε αυτή τη συγκυρία και σε αυτό το κρίσιμο για την κοινωνία και την οικονομία πεδίο να έρχεται ένα νομοσχέδιο με ακοστολόγητες διατάξεις. Είναι μια πρακτική που δείχνει στην καλύτερη περίπτωση προχειρότητα, και στη χειρότερη ασυγχώρητη ανευθυνότητα, ενώ ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για να δούμε για μια ακόμη φορά τη σημερινή Κυβέρνηση να «ξεψηφίζει» αυτά που ψήφισε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς δεν πολιτευόμαστε με όρους μικροπολιτικής και στηρίζουμε τις επιμέρους διατάξεις με θετική κατεύθυνση, με θετικό πρόσημο, όπως για τα άτομα με αναπηρία, όπως την επιτάχυνση της δίκης στις περιπτώσεις μετά από προσφυγή των εργαζομένων, ή το επίδομα ανεργίας για τους εγκλωβισμένους ανέργους. Και βεβαίως, επισημαίνω και εγώ από την πλευρά μου την αναγκαιότητα να διορθώσετε τη μεγάλη αδικία ως προς τις συντάξεις χηρείας. Δεν μπορεί μια χήρα που είναι πενήντα πέντε ετών και κάτω να έχει να μεγαλώσει παιδιά και να μην παίρνει σύνταξη. Είναι απαράδεκτο και πρέπει άμεσα να διορθώσετε αυτή την αδικία. Εμείς είμαστε ξεκάθαροι.
Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για τη βελτίωση της κατάστασης στα εργασιακά είναι η επανεκκίνηση της οικονομίας με την πλήρη αποκατάσταση της σταθερότητας, με ένα ευνοϊκό πλαίσιο για νέες επενδύσεις, με φορολογία και εισφορές που θα δίνουν κίνητρα και δεν θα καταδικάζουν εξ αρχής κάθε επιχειρηματική προσπάθεια, με ένα κράτος που θα είναι πρώτα από όλα συνεπές στις δικές του υποχρεώσεις προς τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους, τους επιχειρηματίες, τους προμηθευτές του και όχι να αυξάνει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, όπως είδαμε πριν από λίγο, προς τους ιδιώτες τον Ιούλιο κατά 343 εκατομμύρια ευρώ.
Έχουμε, λοιπόν, αυξήσεις των ήδη υψηλών εισφορών που γονατίζουν επιχειρηματίες, ελεύθερους επαγγελματίες, επιστήμονες και αγρότες, κυριαρχία της μερικής απασχόλησης, τη λογική του «σε όσους δεν αρέσει να φύγουν από τη χώρα» που ακούσαμε από Υπουργό της Κυβέρνησης, την ψήφιση διατάξεων στα όρια της νομιμότητας που κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την όποια δημιουργική προσπάθεια, πρωτοβουλία, την ιδεολογική έχθρα ενάντια στην επιχειρηματικότητα και το κέρδος, λες και οι εργαζόμενοι μπορούν να πληρώνονται από επιχειρήσεις ή από δουλειές που έχουν ζημιές.
Όλα αυτά συντείνουν όχι απλώς στη διατήρηση των προβλημάτων, αλλά και στην περαιτέρω επιδείνωσή τους. Για αυτούς, λοιπόν, τους λόγους η Νέα Δημοκρατία καταψηφίζει επί της αρχής το παρόν νομοσχέδιο».
«Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα είναι το τρίτο βήμα ενός κυρίως επικοινωνιακού χαρακτήρα σχεδιασμού των κυβερνητικών τακτικισμών, ενόψει της παρουσίας του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Πρώτο βήμα ήταν το νομοσχέδιο για την εκπαίδευση, ένα νομοσχέδιο στο οποίο η Κυβέρνηση είχε επενδύσει πολλά, κυρίως γιατί, σε αντίθεση με το πεδίο της οικονομίας, πίστευε ότι θα είχε την ευκαιρία να δώσει διαπιστευτήρια αριστεροσύνης. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ένας νόμος γεμάτος παρωχημένες ιδεοληψίες, που μας γυρνά δεκαετίες πίσω, υπονομεύει το έργο των πανεπιστημίων και θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τη βιωσιμότητα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων.
Δεύτερο βήμα ήταν ο αποπροσανατολισμός, τη μία με συζητήσεις για τον Χίτλερ και τον Στάλιν και την άλλη με το περιβόητο άρθρο του Πρωθυπουργού για τoν Ανδρέα Παπανδρέου, λες και δεν έχουμε άλλα προβλήματα στη χώρα και έχουμε την πολυτέλεια της ιδεολογικής ομφαλοσκόπησης. Απάντηση πήρατε, ηχηρή και προσήκουσα από τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το τρίτο βήμα, στην απεγνωσμένη προσπάθεια της Κυβέρνησης να στήσει μία ατζέντα λιγότερο οδυνηρή στη ΔΕΘ, είναι το νομοσχέδιο αυτό που ενάμισι χρόνο μετά έρχεται να τροποποιήσει τον νόμο Κατρούγκαλου, πριν ακόμη αυτός εφαρμοστεί στο σύνολό του.
Δυστυχώς, όμως, για την κυβερνητική πλειοψηφία η προσπάθεια αυτή πέφτει στο κενό. Πρώτον γιατί το αρνητικό κλίμα για εσάς δεν αλλάζει με επικοινωνιακά τερτίπια. Δεν αλλάζει, όταν ξεκινούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, από εκείνους μάλιστα που είχαν κάνει σύνθημα το «Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη». Δεν αλλάζει, όταν οι πολίτες ακούν Υπουργό σας να δηλώνει με κυνισμό ότι αφήσατε να χαθούν 35 δισεκατομμύρια, 11 δισεκατομμύρια για το 2017 του πακέτου Γιούνκερ, γιατί το οικονομικό επιτελείο δεν προλαβαίνει να φτιάξει και να υποβάλει το απαιτούμενο σχέδιο και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς για τα προτεινόμενα έργα. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το πακέτο Γιούνκερ είναι 35 δισεκατομμύρια, τα οποία θα δημιουργούσαν θέσεις εργασίας, θα βελτίωναν υποδομές, θα έδιναν μία απολύτως αναγκαία ανάσα ζωής στην πραγματική οικονομία - και η Κυβέρνηση τα αφήνει να χαθούν γιατί δεν προλαβαίνει, όπως είπε ο Υπουργός σας, να σχεδιάσει το οικονομικό επιτελείο.
Δεύτερον, βεβαίως, το κλίμα δεν αλλάζει, όταν το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, παρά τις προσδοκίες που επενδύθηκαν σε αυτό, παρά τα μεγάλα λόγια, δεν απαντά στα προβλήματα του κόσμου της εργασίας, πολλά από τα οποία μάλιστα έχουν φαρδιά πλατιά την υπογραφή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Ενδεικτικά θυμίζω μόνο κάποια από τα αποτελέσματα της πολιτικής σας:
-Την απώλεια δύο μισθών για όλους τους εργαζομένους μέσα από αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων και τις διαδοχικές μειώσεις του αφορολόγητου.
-Τις συντάξεις των 185 ευρώ, που πριν από λίγες ημέρες είδαμε για πρώτη φορά και άρον-άρον δόθηκε εντολή να κρυφτούν για επικοινωνιακούς λόγους.
-Χιλιάδες συνταξιούχοι να καλούνται να επιστρέψουν ποσά που εισέπραξαν ως προσωρινή σύνταξη.
-Οι συντάξεις να μειώνονται κατά 40% σε σχέση με το 2014 και τώρα να υφίστανται νέες, επιπρόσθετες μειώσεις.
-Τριακόσιες χιλιάδες δικαιούχοι να βλέπουν τις συντάξεις συνολικού ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ να παραμένουν εδώ και μήνες παγωμένες. Από 1-1-2015 μάλιστα δεν έχει εγκριθεί καμία απολύτως επικουρική σύνταξη.
-Στους εργαζόμενους, εσείς που δεσμευόσασταν για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, δημιουργείτε τώρα τη γενιά των εργαζομένων των 360 ευρώ.
-Επί των ημερών σας βλέπουμε να συντελείται μία ιστορική ανατροπή στην αγορά εργασίας, με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης να κυριαρχούν πλέον σταθερά έναντι της πλήρους εργασίας. Τα στοιχεία της «ΕΡΓΑΝΗΣ» είναι αποκαλυπτικά: Τον Ιούλιο που μας πέρασε η μερική απασχόληση ήταν 54,26%, ενώ η πλήρης απασχόληση ήταν 45,74%. Αντί, δηλαδή, να έχουμε δραματική μείωση της ανεργίας, με ανάπτυξη που θα φέρει πραγματικές θέσεις απασχόλησης, βλέπουμε τη μερική απασχόληση να κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο, τη μαύρη και αδήλωτη εργασία να παραμένει στα ίδια επίπεδα, τους απασχολούμενους να μειώνονται από μέτρηση σε μέτρηση και τη φυγή κυρίως των νέων ανθρώπων στο εξωτερικό να εντείνεται επικίνδυνα, από το 11% το 2015 να έχει φτάσει στο 33% το 2017.
Και μέσα σε αυτό το εκρηκτικό οικονομικό και κοινωνικό κλίμα, τι προβλέπει το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα;
Προβλέπει, πρώτον, μειώσεις στις συντάξεις. Με το άρθρο 17 επιβεβαιώνεται η μείωση των επικουρικών από 21,4% έως 40%. Είναι μειώσεις, βεβαίως, που θα δουν οι νέοι συνταξιούχοι, όταν η Κυβέρνηση αποφασίσει να ξεπαγώσει τις πάνω από εκατόν είκοσι εννιά χιλιάδες αιτήσεις για χορήγηση επικουρικών που παραμένουν στο ράφι. Διότι προς το παρόν οι εκατόν είκοσι εννιά χιλιάδες Έλληνες και οι οικογένειές τους δεν βλέπουν ούτε ευρώ από τα χρήματα που δικαιούνται.
Δεύτερον, προβλέπει αυξήσεις φόρων, αύξηση της παρακράτησης από το 4% στο Ταμείο Μετοχικών Υπαλλήλων στο 4,5%, που βεβαίως ισοδυναμεί με μείωση μισθού, μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για τα νοικοκυριά σε αυτήν την εξαιρετικά μάλιστα δύσκολη συγκυρία.
Τρίτον, προβλέπει κρυμμένες μειώσεις σε στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς, πανεπιστημιακούς γιατρούς του ΕΣΥ, καθώς ο μη υπολογισμός της προσωπικής διαφοράς στα συνταξιοδοτικά χρόνια συνεπάγεται μείωση των συντάξεων στο μέλλον.
Και βεβαίως, μέσα σε όλα αυτά, δεκατρείς κρίσιμες διατάξεις με δημοσιονομικό βάρος έρχονται προς συζήτηση στην Ολομέλεια, χωρίς να έχουν αξιολογηθεί από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ως προς το ύψος της δαπάνης που συνεπάγονται, και χωρίς να υπάρχει έκθεση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Είναι απαράδεκτο σε αυτή τη συγκυρία και σε αυτό το κρίσιμο για την κοινωνία και την οικονομία πεδίο να έρχεται ένα νομοσχέδιο με ακοστολόγητες διατάξεις. Είναι μια πρακτική που δείχνει στην καλύτερη περίπτωση προχειρότητα, και στη χειρότερη ασυγχώρητη ανευθυνότητα, ενώ ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για να δούμε για μια ακόμη φορά τη σημερινή Κυβέρνηση να «ξεψηφίζει» αυτά που ψήφισε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς δεν πολιτευόμαστε με όρους μικροπολιτικής και στηρίζουμε τις επιμέρους διατάξεις με θετική κατεύθυνση, με θετικό πρόσημο, όπως για τα άτομα με αναπηρία, όπως την επιτάχυνση της δίκης στις περιπτώσεις μετά από προσφυγή των εργαζομένων, ή το επίδομα ανεργίας για τους εγκλωβισμένους ανέργους. Και βεβαίως, επισημαίνω και εγώ από την πλευρά μου την αναγκαιότητα να διορθώσετε τη μεγάλη αδικία ως προς τις συντάξεις χηρείας. Δεν μπορεί μια χήρα που είναι πενήντα πέντε ετών και κάτω να έχει να μεγαλώσει παιδιά και να μην παίρνει σύνταξη. Είναι απαράδεκτο και πρέπει άμεσα να διορθώσετε αυτή την αδικία. Εμείς είμαστε ξεκάθαροι.
Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για τη βελτίωση της κατάστασης στα εργασιακά είναι η επανεκκίνηση της οικονομίας με την πλήρη αποκατάσταση της σταθερότητας, με ένα ευνοϊκό πλαίσιο για νέες επενδύσεις, με φορολογία και εισφορές που θα δίνουν κίνητρα και δεν θα καταδικάζουν εξ αρχής κάθε επιχειρηματική προσπάθεια, με ένα κράτος που θα είναι πρώτα από όλα συνεπές στις δικές του υποχρεώσεις προς τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους, τους επιχειρηματίες, τους προμηθευτές του και όχι να αυξάνει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, όπως είδαμε πριν από λίγο, προς τους ιδιώτες τον Ιούλιο κατά 343 εκατομμύρια ευρώ.
Έχουμε, λοιπόν, αυξήσεις των ήδη υψηλών εισφορών που γονατίζουν επιχειρηματίες, ελεύθερους επαγγελματίες, επιστήμονες και αγρότες, κυριαρχία της μερικής απασχόλησης, τη λογική του «σε όσους δεν αρέσει να φύγουν από τη χώρα» που ακούσαμε από Υπουργό της Κυβέρνησης, την ψήφιση διατάξεων στα όρια της νομιμότητας που κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την όποια δημιουργική προσπάθεια, πρωτοβουλία, την ιδεολογική έχθρα ενάντια στην επιχειρηματικότητα και το κέρδος, λες και οι εργαζόμενοι μπορούν να πληρώνονται από επιχειρήσεις ή από δουλειές που έχουν ζημιές.
Όλα αυτά συντείνουν όχι απλώς στη διατήρηση των προβλημάτων, αλλά και στην περαιτέρω επιδείνωσή τους. Για αυτούς, λοιπόν, τους λόγους η Νέα Δημοκρατία καταψηφίζει επί της αρχής το παρόν νομοσχέδιο».