Ήταν μία από τις υποθέσεις που συγκλόνισαν την τοπική κοινωνία της Ερμιόνης στην Αργολίδα αλλά και το πανελλήνιο. Mια υπόθεση με πολλά σκοτεινά σημεία. Σαν σήμερα πριν από 23 χρόνια, βγήκε η ετυμηγορία του δικαστηρίου.
31η Δεκεμβρίου 1993, παραμονή Πρωτοχρονιάς, στην Ερμιόνη Αργολίδας: O Μανώλης και η Γεωργία Δουρή καταφεύγουν στην αστυνομία για να δηλώσουν την εξαφάνιση του μικρού τους γιου, του 6χρονου Νίκου, που δεν έχει επιστρέψει σπίτι.
Αν και δεν έχουν περάσει οι απαιτούμενες ώρες μετά τις οποίες αρχίζουν επίσημα οι έρευνες, οι Αρχές κινητοποιούνται άμεσα, όπως και ολόκληρη η τοπική κοινωνία της Ερμιόνης. Αστυνομικοί και γείτονες, συγγενείς και φίλοι της οικογένειας «χτενίζουν» την περιοχή για να βρουν το 6χρονο αγόρι.
1η Ιανουαρίου 1994: Ο Μανώλης Δουρής μαζί με έναν από τους μεγαλύτερους γιους του βρίσκουν το παιδί νεκρό και κακοποιημένο. Η σορός του Νίκου είναι κρυμμένη στον μαντρότοιχο μιας αλάνας, κοντά στο σπίτι της οικογένειας.
Ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης αναφέρει στο πόρισμά του ότι το παιδί πέθανε από ασφυξία, καθώς ο δράστης του είχε κλείσει τη μύτη και το στόμα, αφού πρώτα το είχε βιάσει. Ακολουθούν σπαρακτικές σκηνές. Ο πατέρας θρηνεί για τον χαμό του παιδιού του και ορκίζεται να εκδικηθεί τον φονιά.
Από κει και μετά, οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Ενώ αρχικά στα μάτια όλης της Ελλάδας ο Μανώλης Δουρής είναι ο χαροκαμένος πατέρας, σύντομα γίνεται η μεγάλη ανατροπή. Ο Δουρής συλλαμβάνεται και ομολογεί το έγκλημά του, καθώς οι αντιφάσεις στην κατάθεσή του και το γεγονός ότι βρήκε ο ίδιος το πτώμα σε ένα μέρος που μόνο κάποιος που ήξερε θα έψαχνε, έκαναν τους αστυνομικούς να τον υποψιαστούν.
Στην ανάκριση ο Δουρής προσπαθεί να δικαιολογηθεί: «Με κυριεύει μια σπάνια ασθένεια, με μεταμορφώνει. Με έπιαναν κρίσεις και δεν έβλεπα μπροστά μου. Ο καθένας στη θέση μου το ίδιο μπορεί να έκανε». Το κλίμα αντιστρέφεται πλήρως. Η κοινή γνώμη όχι μόνο χαρακτηρίζει τον Δουρή «ανθρωπόμορφο τέρας» και «κτήνος», αλλά απαιτεί την παραδειγματική τιμωρία του.
Λίγες μέρες μετά την κηδεία του Νίκου, ο πατέρας του αρνείται όσα είπε στην πρώτη κατάθεση και δηλώνει αθώος. Μάλιστα, κατηγορεί τη γυναίκα του: «Θα είσαι ελεύθερη να ζήσεις τη ζωή σου, όπως εσύ το ζήτησες μαζί με τον εραστή σου, με τον οποίο σκοτώσατε το Νίκο». Παρά τις νέες δηλώσεις του, όμως, ο Δουρής κρίνεται προφυλακιστέος μετά από κοινή απόφαση εισαγγελέα και ανακριτή.
Η δίκη
Η δίκη του παιδοκτόνου μονοπωλεί, όπως είναι λογικό, το ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Και επειδή κανείς συνήγορος δεν θέλει να τον υπερασπιστεί, το κράτος διορίζει αυτεπάγγελτα τον δικηγόρο Βασίλη Καρύδη.
Στο δικαστήριο, ο συνήγορος του Δουρή, μελετώντας την υπόθεση, καταλήγει στο ότι ο κατηγορούμενος ήταν αθώος. Μάλιστα, παρουσιάζει στοιχεία που ενισχύουν τους ισχυρισμούς του, όπως ότι στο άψυχο σώμα του αγοριού, στον πρωκτό και το στόμα, βρέθηκαν τρίχες γεννητικών οργάνων που δεν ανήκαν στον Μανώλη Δουρή.
«Από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης των εγκληματολογικών εργαστηρίων μπορεί να τεθεί εν αμφιβόλω η ταυτότητα του δολοφόνου του παιδιού. Μπορεί άλλος να είναι ο βιαστής κι άλλος ο δολοφόνος», είναι η εκτίμηση του καθηγητή Εγκληματολογίας Γιάννη Πανούση, μετέπειτα υπουργού Δημοσίας Τάξεως.
Παρά τα νέα στοιχεία, ο Δουρής, σαν σήμερα, στις 23 Νοεμβρίου 1994, κρίνεται ένοχος. Καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σε ποινή φυλάκισης 1 έτους για ασέλγεια και σε κάθειρξη 20 ετών για βιασμό.
Η μεταφορά στη φυλακή
Η απόφαση του δικαστηρίου γίνεται δεκτή με ικανοποίηση, αλλά από τη στιγμή που ανακοινώνεται αρχίζουν οι αντιδράσεις των κρατουμένων. Οι τρόφιμοι των φυλακών της Τρίπολης απειλούν με εξέγερση σε περίπτωση που μεταφερθεί εκεί ο παιδοκτόνος.
Έτσι, οι Αρχές αποφασίζουν να τον οδηγήσουν στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Κέρκυρας, όπου είχε διαμορφωθεί ειδικός χώρος για την κράτησή του. Κατά τη μεταγωγή του, ο Δουρής ξυλοκοπείται από τους υπόλοιπους κρατούμενους. Όταν κατεβαίνει από την κλούβα, το πρόσωπό του είναι αλλοιωμένο.
Στη διαδρομή κακοποιήθηκε, βιάστηκε και ξυλοκοπήθηκε από τους βαρυποινίτες, που τήρησαν τον άγραφο νόμο της φυλακής, σύμφωνα με τον οποίο οι παιδοκτόνοι δεν συγχωρούνται. Η κακοποίησή του, όμως, συνεχίζεται και μέσα στη φυλακή.
Το κλίμα είναι τόσο βαρύ εναντίον του, που οι Αρχές αναγκάζονται να τον μετακινούν συνέχεια. Μέσα σε δύο χρόνια ο Δουρής αλλάζει τέσσερα διαφορετικά σωφρονιστικά ιδρύματα.
Η αυτοκτονία
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1996, σχεδόν δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του γιου του, ο Μανώλης Δουρής δίνει τέλος στη ζωή του μέσα στο κελί του στις φυλακές της Τρίπολης. Οι φύλακες τον βρίσκουν κρεμασμένο με το καλώδιο της τηλεόρασης.
Τα σενάρια, πολλά. Αυτοκτόνησε από τις τύψεις; Δεν άντεξε το λιντσάρισμα των συγκρατουμένων του; Δεν άντεξε την τιμωρία για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε; Ο,τι κι αν ισχύει τελικά, ο Μανώλης Δουρής παραμένει μέχρι και σήμερα στη συνείδηση του κόσμου ως παιδοκτόνος, όπως ήταν και η ετυμηγορία του δικαστηρίου.
Το προφίλ του Δουρή
Ο Μανώλης Δουρής ήταν ένας άνθρωπος με έντονα ψυχολογικά προβλήματα. Το 1974 πολέμησε στην Κύπρο αντιστεκόμενος στην εισβολή των Τούρκων. Η εμπειρία του εκεί ήταν πολύ σκληρή, καθώς είδε πολλές άγριες σφαγές.
Από τότε είχε συνεχώς ψυχολογικά προβλήματα. Είχε πάθει αμόκ και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί είχαν αποφανθεί ότι έπασχε από το «σύνδρομο της Κύπρου». Τα προβλήματα που είχε πριν από τη συμμετοχή του στις εχθροπραξίες επιδεινώθηκαν. Ο ίδιος αργότερα υποστήριξε ότι έπασχε από μια ασθένεια που του προκαλούσε κρίσεις και του θόλωνε το μυαλό.
Πηγή: iefimerida.gr