Σε εξέλιξη βρίσκεται στα δικαστήρια του Πειραιά, από τις 9 Νοεμβρίου, δίκη με κατηγορουμένους 99(!) υπαλλήλους τελωνείων απ’ όλη τη χώρα. Αντιμετωπίζουν κατηγορίες για λαθρεμπόριο και ψευδή βεβαίωση και βρίσκονται ήδη από τον περασμένο Ιούλιο σε διαθεσιμότητα. Η υπόθεση συνδέεται με παλαιότερη, πολύκροτη έρευνα της αστυνομίας για παράνομη διακίνηση ναυτιλιακού πετρελαίου σε πρατήρια της Αττικής.
Η ιστορία ξεκινά να διαδραματίζεται τον Φεβρουάριο του 2014, όταν η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Δυτικής Αττικής προχώρησε στη σύλληψη 14 ατόμων με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε κύκλωμα λαθρεμπορίας καυσίμου. Στους κατηγορουμένους συγκαταλέγονταν ο ιδιοκτήτης της εταιρείας πετρελαιοειδών ΕΤΕΚΑ, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ελέγχου Πετρελαιοειδών του υπουργείου Περιβάλλοντος, ένας υπάλληλος του Τελωνείου Πειραιά και πέντε ιδιοκτήτες βυτιοφόρων. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., τα μέλη του κυκλώματος παρακρατούσαν ποσότητες ναυτιλιακού –και αδασμολόγητου– πετρελαίου κατά τον ανεφοδιασμό πλοίων και διοχέτευαν το κλεμμένο καύσιμο στην αγορά, αφού πρώτα το αναμείγνυαν με πετρέλαιο κίνησης.
Το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου 2014, αστυνομικοί που μετείχαν στην έρευνα, είχαν πραγματοποιήσει έφοδο σε πάρκινγκ φορτηγών στο Πέραμα και είχαν κατάσχει τρία βυτιοφόρα. Στις δεξαμενές τους είχαν βρεθεί συνολικά 7.000 λίτρα ναυτιλιακού diesel. Από την αξιοποίηση των ευρημάτων είχε προκύψει ότι οι οδηγοί είχαν κλέψει τα καύσιμα κατά τον ανεφοδιασμό τριών πλοίων σε Φθιώτιδα, Θεσσαλονίκη και Αργολίδα.
Συγκεκριμένα, στη δεξαμενή του ενός βυτιοφόρου είχαν βρεθεί 5.000 λίτρα marine diesel, που ο οδηγός είχε κλέψει κατά τον ανεφοδιασμό του πλοίου «Julieta» στη Λάρυμνα. Στη δεξαμενή του δεύτερου βυτιοφόρου είχαν βρεθεί 2.000 λίτρα ναυτιλιακού πετρελαίου, που ο οδηγός της είχε –αντίστοιχα– παρακρατήσει από το πλοίο «Ναυτίλος» στο Ναύπλιο, ενώ η ποσότητα πετρελαίου στο τρίτο βυτιοφόρο δεν ξεπερνούσε τα 350 λίτρα. Οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση κατηγορούνται ότι θα διέθεταν το λαθραίο καύσιμο στην αγορά, μέσω ενός δικτύου «συνεργαζόμενων» πρατηρίων υγρών καυσίμων στην Αττική.
Υπόνοιες
Στα επίσημα δικαστικά έγγραφα, οι ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. άφηναν αιχμές για τον ρόλο τελωνειακών υπαλλήλων στην υπόθεση: «Εγείρονται υπόνοιες για το αν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι των κατά τόπους τελωνείων πραγματοποιούσαν ουσιαστικό έλεγχο, καθ’ όσον στα συνοδευτικά έγραφα βεβαιώνουν ότι τα βυτιοφόρα άδειασαν πλήρως το περιεχόμενό τους» αναφέρεται στη δικογραφία της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής, που βρίσκεται στη διάθεση της «Κ».
Η υπόθεση περιπλέχθηκε, καθώς στην καμπίνα ενός εκ των τριών φορτηγών, οι αστυνομικοί είχαν βρει ατζέντα στην οποία ο ένας από τους κατηγορούμενους οδηγούς, 44 ετών σήμερα, σημείωνε με λεπτομέρειες τις ημερομηνίες των πετρελεύσεων που είχε πραγματοποιήσει, τα ονόματα των πλοίων που είχε ανεφοδιάσει, τις ποσότητες ναυτιλιακού diesel που είχε παρακρατήσει καθώς και τα τελωνεία που είχαν βεβαιώσει την παράδοση - παραλαβή του φορτίου.
Αντίγραφο των σημειώσεων υπάρχει στον φάκελο της υπόθεσης, όπως και η ακόλουθη επισήμανση των αστυνομικών της Ασφάλειας Δυτικής Αττικής: «Ενεργό συμμετοχή στην παράνομη δραστηριότητα είχαν υπάλληλοι των κατά τόπους τελωνείων. Ο βαθμός συμμετοχής ενός εκάστου ερευνάται. Δεν προέβαιναν σε ουσιαστικό έλεγχο με αυτοπρόσωπη παρουσία κατά τον ανεφοδιασμό του ελλιμενισμένου πλοίου αλλά περιορίζοντο στη “διά περιφοράς” θεώρηση των συνοδευτικών εγγράφων» επισημαίνεται στα επίσημα έγγραφα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής.
Τέσσερα χρόνια μετά την επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ., η ανάκριση για την υπόθεση δεν έχει ολοκληρωθεί και οι 14 συλληφθέντες (αντιμετωπίζουν δίωξη σε βαθμό κακουργήματος) δεν έχουν ακόμα παραπεμφθεί σε δίκη. Αντίθετα, η Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά φοβούμενη πιθανή παραγραφή αδικημάτων (λόγω συμπλήρωσης πενταετίας) άσκησε δίωξη για λαθρεμπορία και ψευδή βεβαίωση εις βάρος όλων –αδιακρίτως– των τελωνειακών που είχαν υπογράψει τα παραστατικά των «επίμαχων» φορτοεκφορτώσεων. Πρόκειται για 99 άτομα, που μετά την άσκηση διώξεων τον Ιούλιο ετέθησαν σε αργία.
«Οι κατηγορούμενοι, μολονότι γνώριζαν ότι τα βυτιοφόρα εξέρχονταν με μεγάλες ποσότητες καυσίμου στις δεξαμενές τους κατόπιν παραπλάνησης των πλοιάρχων και των εκπροσώπων των πλοιοκτητριών εταιρειών, βεβαίωσαν με πρόθεση ψευδώς ότι τα βυτιοφόρα εξέρχονταν κενά φορτίου, περιστατικό το οποίο ήταν ψευδές» επισημαίνεται στο κλητήριο θέσπισμα με το οποίο παραπέμφθηκαν να δικαστούν οι κατηγορούμενοι τελωνειακοί. Στο ίδιο έγγραφο γίνεται λεπτομερής αναφορά σε 318 ανεφοδιασμούς πλοίων, που οι διωκόμενοι για συμμετοχή στο κύκλωμα οδηγοί πραγματοποίησαν το διάστημα 2012 - 2014.
Τι λένε οι δικηγόροι
Οι δικηγόροι των τελωνειακών σχολίασαν στην «Κ» ότι στους ανεφοδιασμούς που γίνονται μακριά από τα μεγάλα λιμάνια, ο ρόλος των τελωνειακών είναι περισσότερο τυπικός: «Πριν από την πετρέλευση ελέγχουν μήπως τυχόν έχουν παραβιαστεί οι μολυβοσφραγίδες στις δεξαμενές των βυτιοφόρων. Στη συνέχεια, εφόσον πλοίαρχος και οδηγός συμφωνήσουν ότι η παράδοση - παραλαβή του καυσίμου έχει ολοκληρωθεί, υπογράφουν το σχετικό έγγραφο».
«Στην πράξη δεν έχουν δυνατότητα να διαπιστώσουν εάν π.χ. στο βυτιοφόρο υπάρχει διπλή δεξαμενή» σχολιάζει στην «Κ» ο ένας από τους συνηγόρους. «Η ποινική δίωξη στηρίχθηκε σε χειρόγραφες σημειώσεις που βρέθηκαν σε μια ατζέντα. Δεν έγινε καμία περαιτέρω έρευνα για την υπόθεση. Ενδεικτικό της προχειρότητας της δίωξης είναι ότι κατηγορούνται υπάλληλοι που την ημέρα των “επίμαχων” πετρελεύσεων βρίσκονταν με άδεια στο εξωτερικό. Επίσης, δεν έχουν υπολογιστεί οι διαφυγόντες δασμοί, όπως γίνεται σε όλες τις υποθέσεις λαθρεμπορίας», παρατηρεί ο ένας απ’ αυτούς.
Αλλος δικηγόρος σχολιάζει ότι εξαιτίας της δίωξης έχει «παγώσει» η λειτουργία πολλών τελωνείων ανά τη χώρα. «Με 99 υπαλλήλους σε αργία είναι μια καλή περίοδος για τη δράση λαθρεμπόρων», λέει...
Η ιστορία ξεκινά να διαδραματίζεται τον Φεβρουάριο του 2014, όταν η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Δυτικής Αττικής προχώρησε στη σύλληψη 14 ατόμων με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε κύκλωμα λαθρεμπορίας καυσίμου. Στους κατηγορουμένους συγκαταλέγονταν ο ιδιοκτήτης της εταιρείας πετρελαιοειδών ΕΤΕΚΑ, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ελέγχου Πετρελαιοειδών του υπουργείου Περιβάλλοντος, ένας υπάλληλος του Τελωνείου Πειραιά και πέντε ιδιοκτήτες βυτιοφόρων. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., τα μέλη του κυκλώματος παρακρατούσαν ποσότητες ναυτιλιακού –και αδασμολόγητου– πετρελαίου κατά τον ανεφοδιασμό πλοίων και διοχέτευαν το κλεμμένο καύσιμο στην αγορά, αφού πρώτα το αναμείγνυαν με πετρέλαιο κίνησης.
Το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου 2014, αστυνομικοί που μετείχαν στην έρευνα, είχαν πραγματοποιήσει έφοδο σε πάρκινγκ φορτηγών στο Πέραμα και είχαν κατάσχει τρία βυτιοφόρα. Στις δεξαμενές τους είχαν βρεθεί συνολικά 7.000 λίτρα ναυτιλιακού diesel. Από την αξιοποίηση των ευρημάτων είχε προκύψει ότι οι οδηγοί είχαν κλέψει τα καύσιμα κατά τον ανεφοδιασμό τριών πλοίων σε Φθιώτιδα, Θεσσαλονίκη και Αργολίδα.
Συγκεκριμένα, στη δεξαμενή του ενός βυτιοφόρου είχαν βρεθεί 5.000 λίτρα marine diesel, που ο οδηγός είχε κλέψει κατά τον ανεφοδιασμό του πλοίου «Julieta» στη Λάρυμνα. Στη δεξαμενή του δεύτερου βυτιοφόρου είχαν βρεθεί 2.000 λίτρα ναυτιλιακού πετρελαίου, που ο οδηγός της είχε –αντίστοιχα– παρακρατήσει από το πλοίο «Ναυτίλος» στο Ναύπλιο, ενώ η ποσότητα πετρελαίου στο τρίτο βυτιοφόρο δεν ξεπερνούσε τα 350 λίτρα. Οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση κατηγορούνται ότι θα διέθεταν το λαθραίο καύσιμο στην αγορά, μέσω ενός δικτύου «συνεργαζόμενων» πρατηρίων υγρών καυσίμων στην Αττική.
Υπόνοιες
Στα επίσημα δικαστικά έγγραφα, οι ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. άφηναν αιχμές για τον ρόλο τελωνειακών υπαλλήλων στην υπόθεση: «Εγείρονται υπόνοιες για το αν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι των κατά τόπους τελωνείων πραγματοποιούσαν ουσιαστικό έλεγχο, καθ’ όσον στα συνοδευτικά έγραφα βεβαιώνουν ότι τα βυτιοφόρα άδειασαν πλήρως το περιεχόμενό τους» αναφέρεται στη δικογραφία της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής, που βρίσκεται στη διάθεση της «Κ».
Η υπόθεση περιπλέχθηκε, καθώς στην καμπίνα ενός εκ των τριών φορτηγών, οι αστυνομικοί είχαν βρει ατζέντα στην οποία ο ένας από τους κατηγορούμενους οδηγούς, 44 ετών σήμερα, σημείωνε με λεπτομέρειες τις ημερομηνίες των πετρελεύσεων που είχε πραγματοποιήσει, τα ονόματα των πλοίων που είχε ανεφοδιάσει, τις ποσότητες ναυτιλιακού diesel που είχε παρακρατήσει καθώς και τα τελωνεία που είχαν βεβαιώσει την παράδοση - παραλαβή του φορτίου.
Αντίγραφο των σημειώσεων υπάρχει στον φάκελο της υπόθεσης, όπως και η ακόλουθη επισήμανση των αστυνομικών της Ασφάλειας Δυτικής Αττικής: «Ενεργό συμμετοχή στην παράνομη δραστηριότητα είχαν υπάλληλοι των κατά τόπους τελωνείων. Ο βαθμός συμμετοχής ενός εκάστου ερευνάται. Δεν προέβαιναν σε ουσιαστικό έλεγχο με αυτοπρόσωπη παρουσία κατά τον ανεφοδιασμό του ελλιμενισμένου πλοίου αλλά περιορίζοντο στη “διά περιφοράς” θεώρηση των συνοδευτικών εγγράφων» επισημαίνεται στα επίσημα έγγραφα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής.
Τέσσερα χρόνια μετά την επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ., η ανάκριση για την υπόθεση δεν έχει ολοκληρωθεί και οι 14 συλληφθέντες (αντιμετωπίζουν δίωξη σε βαθμό κακουργήματος) δεν έχουν ακόμα παραπεμφθεί σε δίκη. Αντίθετα, η Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά φοβούμενη πιθανή παραγραφή αδικημάτων (λόγω συμπλήρωσης πενταετίας) άσκησε δίωξη για λαθρεμπορία και ψευδή βεβαίωση εις βάρος όλων –αδιακρίτως– των τελωνειακών που είχαν υπογράψει τα παραστατικά των «επίμαχων» φορτοεκφορτώσεων. Πρόκειται για 99 άτομα, που μετά την άσκηση διώξεων τον Ιούλιο ετέθησαν σε αργία.
«Οι κατηγορούμενοι, μολονότι γνώριζαν ότι τα βυτιοφόρα εξέρχονταν με μεγάλες ποσότητες καυσίμου στις δεξαμενές τους κατόπιν παραπλάνησης των πλοιάρχων και των εκπροσώπων των πλοιοκτητριών εταιρειών, βεβαίωσαν με πρόθεση ψευδώς ότι τα βυτιοφόρα εξέρχονταν κενά φορτίου, περιστατικό το οποίο ήταν ψευδές» επισημαίνεται στο κλητήριο θέσπισμα με το οποίο παραπέμφθηκαν να δικαστούν οι κατηγορούμενοι τελωνειακοί. Στο ίδιο έγγραφο γίνεται λεπτομερής αναφορά σε 318 ανεφοδιασμούς πλοίων, που οι διωκόμενοι για συμμετοχή στο κύκλωμα οδηγοί πραγματοποίησαν το διάστημα 2012 - 2014.
Τι λένε οι δικηγόροι
Οι δικηγόροι των τελωνειακών σχολίασαν στην «Κ» ότι στους ανεφοδιασμούς που γίνονται μακριά από τα μεγάλα λιμάνια, ο ρόλος των τελωνειακών είναι περισσότερο τυπικός: «Πριν από την πετρέλευση ελέγχουν μήπως τυχόν έχουν παραβιαστεί οι μολυβοσφραγίδες στις δεξαμενές των βυτιοφόρων. Στη συνέχεια, εφόσον πλοίαρχος και οδηγός συμφωνήσουν ότι η παράδοση - παραλαβή του καυσίμου έχει ολοκληρωθεί, υπογράφουν το σχετικό έγγραφο».
«Στην πράξη δεν έχουν δυνατότητα να διαπιστώσουν εάν π.χ. στο βυτιοφόρο υπάρχει διπλή δεξαμενή» σχολιάζει στην «Κ» ο ένας από τους συνηγόρους. «Η ποινική δίωξη στηρίχθηκε σε χειρόγραφες σημειώσεις που βρέθηκαν σε μια ατζέντα. Δεν έγινε καμία περαιτέρω έρευνα για την υπόθεση. Ενδεικτικό της προχειρότητας της δίωξης είναι ότι κατηγορούνται υπάλληλοι που την ημέρα των “επίμαχων” πετρελεύσεων βρίσκονταν με άδεια στο εξωτερικό. Επίσης, δεν έχουν υπολογιστεί οι διαφυγόντες δασμοί, όπως γίνεται σε όλες τις υποθέσεις λαθρεμπορίας», παρατηρεί ο ένας απ’ αυτούς.
Αλλος δικηγόρος σχολιάζει ότι εξαιτίας της δίωξης έχει «παγώσει» η λειτουργία πολλών τελωνείων ανά τη χώρα. «Με 99 υπαλλήλους σε αργία είναι μια καλή περίοδος για τη δράση λαθρεμπόρων», λέει...
Πηγή: kathimerini.gr