Φίλες και φίλοι
Θέλω να ξεκινήσω με μια μικρή αναφορά στο τελευταίο Συνέδριό μας, το οποίο είχε τη δυνατότητα να είναι ‘’πιο πολιτικό’’ μιας και η απουσία εκλογικών διαδικασιών προσανατόλιζε όλους μας στη μορφοποίηση της πολιτικής μας γραμμής και των διαχωριστικών γραμμών που υφίστανται με τη σημερινή διακυβέρνηση.
Η ανάδειξη μιας σειράς προσώπων και πρακτικών, που προφανώς η συμμετοχή τους τεκμαίρει και μιας μορφής αποδοχή από την οργανωτική επιτροπή, ήταν όντως ένα διαφορετικό στοιχείο. Η αποτίμηση της συμμετοχής αυτού του κομματιού της κοινωνίας στα πολιτικά και κομματικά δρώμενα αξίζει να μελετηθεί στις πραγματικές του διαστάσεις και τις προσδοκίες που μπορεί να καλλιεργήσει.
Ταυτόχρονα η συμμετοχή του τμήματος της κοινωνίας, που μετέχει ενεργά στα κομματικά και πολιτικά δρώμενα είχε τη δική του πρόκληση να αναδείξει τις δυνατότητες μετεξέλιξης του στις απαιτήσεις της εποχής και της σταθερής προσήλωσης σε αρχές και αξίες τόσο όταν τα πράγματα οδεύουν προς εκλογική νίκη, όπως σήμερα, όσο και όταν οι συγκυρίες δεν ευνοούν.
Αυτή άλλωστε είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τα κυβερνητικά κόμματα. Να ενσωματώνουν ό,τι ελπιδοφόρο έρχεται να αποδεχθεί το ιδεολογικό περίγραμμα και τη στρατηγική τους. Σε μια πιο ελεύθερη απόδοση να αξιοποιήσουν την τεχνοκρατική βοήθεια στο δικό τους πολιτικό όραμα για τον τόπο.
Τον τελευταίο καιρό γίνεται όλο και πιο ορατή η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αγκαλιάσει λεκτικά μια δική μας ατζέντα παραπλανώντας την κοινωνία και βαθαίνοντας ταυτόχρονα τις διχαστικές γραμμές μεταξύ των πολιτών. Αφενός όμως επειδή δεν την πιστεύει και αφετέρου επειδή τα στελέχη του επιλέγουν την επιφανειακή διαχείριση οδηγούν τα πράγματα σε ανεξέλεγκτη κατηφορική πορεία.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η διαχείριση του μεταναστευτικού με προφανείς επιπτώσεις τόσο στη δημόσια υγεία όσο και στη δημόσια ασφάλεια. Η χώρα έχει χρηματοδοτηθεί με πάνω από 800 εκατομμύρια ευρώ και εκείνο που έχει καταφέρει είναι να γίνουν τα νησιά μας ένα απέραντο hot spot και να παραβιάζονται στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα ακόμη και στα παιδιά, ενώ η δημόσια υγεία να είναι άπιαστο όνειρο.
Μπορεί ως υπεύθυνη αντιπολίτευση να μη σηκώνουμε το γάντι του διχασμού, αυτό όμως επιβάλλει να μην αφήνουμε τίποτα να πέσει κάτω. Απαιτεί μια διαρκή και ανανεούμενη συμμαχία με την κοινωνία. Απαιτεί την ενεργή συμμετοχή της μεσαίας τάξης στη διαμόρφωση και στήριξη του κυβερνητικού μας προγράμματος. Μια κουρασμένη κοινωνία από τα εξαντλητικά φορομπηχτικά μέτρα, που ξεπέρασαν κάθε όριο την τελευταία τριετία ζητάει κάπου να ακουμπήσει, ζητάει από κάπου να πιαστεί.
Οφείλουμε ως κόμμα και ως η παράταξη των νοικοκύρηδων αυτής της χώρας να ξεκαθαρίσουμε ότι δε θα μείνει κανείς αβοήθητος. Και βοήθεια δεν είναι φυσικά τα επιδόματα της φτώχειας ούτε τα συσσίτια της πείνας. Βοήθεια είναι η άμεση και υπεύθυνη υιοθέτηση σειράς προτάσεων και αιτημάτων που θα τονώσουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών, δηλαδή την τσέπη τους. Βοήθεια είναι η υλοποίηση πολιτικών που πιθανά δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος αλλά διευκολύνουν τη ζωή τους. Αναφέρω χαρακτηριστικά την υπόθεση των δασικών χαρτών, που η αναμενόμενη υπουργική απόφαση θα ονοματίσει ως δάση καλλιεργούμενες εκτάσεις χιλιάδων αγροτών, τους οποίους θα εμπλέξει σε αλυσιδωτές νομικές διαδικασίες και μοναδικό στόχο έχει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη των αγροτών μέσα από τη διαδικασία της εξαγοράς.
Η νεοκομμουνιστική αντίληψη προσβολής της ατομικής ιδιοκτησίας είναι η φυσική συνέχεια τόσο της διατήρησης του ΕΝΦΙΑ σε εξωφρενικά επίπεδα, όσο και η πασίδηλη πρόθεση της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. να αφήσει απροστάτευτη νομοθετικά την πρώτη κατοικία από τους πλειστηριασμούς.
Η δική μας πολιτική πρέπει να προχωρήσει ένα βήμα πέρα από αυτό που έχουμε ήδη εξαγγείλει με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε μια διετία. Οφείλουμε να να καταγράψουμε τη στρατηγική μας διαφωνία με αυτόν το φόρο, που μπορεί να εξυπηρέτησε μια συγκυρία, αλλά ιδεολογικά ανήκει στη σημερινή διακυβέρνηση. Για μας είναι δικαίωμα κάθε πολίτη να έχει ένα ‘’κεραμίδι’’ και πρέπει πλέον να οριοθετήσουμε πλάνο συνεχούς μείωσης του ΕΝΦΙΑ έως την κατάργησή του.
Κλείνοντας θέλω να κάνω μια αναφορά στο θέμα των Σκοπίων. Η σημερινή διακυβέρνηση αποπροσανατολίζει την κοινωνία τόσο από τα καυτά θέματα της επικαιρότητας και της ζοφερής πραγματικότητας που ζούμε όλοι μας όσο και από την ουσία του θέματος, που φυσικά δεν είναι μόνον το όνομα. Κυρίαρχο ζήτημα είναι να μην υπάρξει καμία ανοχή σε οποιαδήποτε απόφαση που μπορεί σήμερα και στο μέλλον να προσβάλλει τη φυσική και ιστορική συνέχεια της Ελληνικότητας της Μακεδονίας.
Θέλω να ξεκινήσω με μια μικρή αναφορά στο τελευταίο Συνέδριό μας, το οποίο είχε τη δυνατότητα να είναι ‘’πιο πολιτικό’’ μιας και η απουσία εκλογικών διαδικασιών προσανατόλιζε όλους μας στη μορφοποίηση της πολιτικής μας γραμμής και των διαχωριστικών γραμμών που υφίστανται με τη σημερινή διακυβέρνηση.
Η ανάδειξη μιας σειράς προσώπων και πρακτικών, που προφανώς η συμμετοχή τους τεκμαίρει και μιας μορφής αποδοχή από την οργανωτική επιτροπή, ήταν όντως ένα διαφορετικό στοιχείο. Η αποτίμηση της συμμετοχής αυτού του κομματιού της κοινωνίας στα πολιτικά και κομματικά δρώμενα αξίζει να μελετηθεί στις πραγματικές του διαστάσεις και τις προσδοκίες που μπορεί να καλλιεργήσει.
Ταυτόχρονα η συμμετοχή του τμήματος της κοινωνίας, που μετέχει ενεργά στα κομματικά και πολιτικά δρώμενα είχε τη δική του πρόκληση να αναδείξει τις δυνατότητες μετεξέλιξης του στις απαιτήσεις της εποχής και της σταθερής προσήλωσης σε αρχές και αξίες τόσο όταν τα πράγματα οδεύουν προς εκλογική νίκη, όπως σήμερα, όσο και όταν οι συγκυρίες δεν ευνοούν.
Αυτή άλλωστε είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τα κυβερνητικά κόμματα. Να ενσωματώνουν ό,τι ελπιδοφόρο έρχεται να αποδεχθεί το ιδεολογικό περίγραμμα και τη στρατηγική τους. Σε μια πιο ελεύθερη απόδοση να αξιοποιήσουν την τεχνοκρατική βοήθεια στο δικό τους πολιτικό όραμα για τον τόπο.
Τον τελευταίο καιρό γίνεται όλο και πιο ορατή η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αγκαλιάσει λεκτικά μια δική μας ατζέντα παραπλανώντας την κοινωνία και βαθαίνοντας ταυτόχρονα τις διχαστικές γραμμές μεταξύ των πολιτών. Αφενός όμως επειδή δεν την πιστεύει και αφετέρου επειδή τα στελέχη του επιλέγουν την επιφανειακή διαχείριση οδηγούν τα πράγματα σε ανεξέλεγκτη κατηφορική πορεία.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η διαχείριση του μεταναστευτικού με προφανείς επιπτώσεις τόσο στη δημόσια υγεία όσο και στη δημόσια ασφάλεια. Η χώρα έχει χρηματοδοτηθεί με πάνω από 800 εκατομμύρια ευρώ και εκείνο που έχει καταφέρει είναι να γίνουν τα νησιά μας ένα απέραντο hot spot και να παραβιάζονται στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα ακόμη και στα παιδιά, ενώ η δημόσια υγεία να είναι άπιαστο όνειρο.
Μπορεί ως υπεύθυνη αντιπολίτευση να μη σηκώνουμε το γάντι του διχασμού, αυτό όμως επιβάλλει να μην αφήνουμε τίποτα να πέσει κάτω. Απαιτεί μια διαρκή και ανανεούμενη συμμαχία με την κοινωνία. Απαιτεί την ενεργή συμμετοχή της μεσαίας τάξης στη διαμόρφωση και στήριξη του κυβερνητικού μας προγράμματος. Μια κουρασμένη κοινωνία από τα εξαντλητικά φορομπηχτικά μέτρα, που ξεπέρασαν κάθε όριο την τελευταία τριετία ζητάει κάπου να ακουμπήσει, ζητάει από κάπου να πιαστεί.
Οφείλουμε ως κόμμα και ως η παράταξη των νοικοκύρηδων αυτής της χώρας να ξεκαθαρίσουμε ότι δε θα μείνει κανείς αβοήθητος. Και βοήθεια δεν είναι φυσικά τα επιδόματα της φτώχειας ούτε τα συσσίτια της πείνας. Βοήθεια είναι η άμεση και υπεύθυνη υιοθέτηση σειράς προτάσεων και αιτημάτων που θα τονώσουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών, δηλαδή την τσέπη τους. Βοήθεια είναι η υλοποίηση πολιτικών που πιθανά δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος αλλά διευκολύνουν τη ζωή τους. Αναφέρω χαρακτηριστικά την υπόθεση των δασικών χαρτών, που η αναμενόμενη υπουργική απόφαση θα ονοματίσει ως δάση καλλιεργούμενες εκτάσεις χιλιάδων αγροτών, τους οποίους θα εμπλέξει σε αλυσιδωτές νομικές διαδικασίες και μοναδικό στόχο έχει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη των αγροτών μέσα από τη διαδικασία της εξαγοράς.
Η νεοκομμουνιστική αντίληψη προσβολής της ατομικής ιδιοκτησίας είναι η φυσική συνέχεια τόσο της διατήρησης του ΕΝΦΙΑ σε εξωφρενικά επίπεδα, όσο και η πασίδηλη πρόθεση της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. να αφήσει απροστάτευτη νομοθετικά την πρώτη κατοικία από τους πλειστηριασμούς.
Η δική μας πολιτική πρέπει να προχωρήσει ένα βήμα πέρα από αυτό που έχουμε ήδη εξαγγείλει με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε μια διετία. Οφείλουμε να να καταγράψουμε τη στρατηγική μας διαφωνία με αυτόν το φόρο, που μπορεί να εξυπηρέτησε μια συγκυρία, αλλά ιδεολογικά ανήκει στη σημερινή διακυβέρνηση. Για μας είναι δικαίωμα κάθε πολίτη να έχει ένα ‘’κεραμίδι’’ και πρέπει πλέον να οριοθετήσουμε πλάνο συνεχούς μείωσης του ΕΝΦΙΑ έως την κατάργησή του.
Κλείνοντας θέλω να κάνω μια αναφορά στο θέμα των Σκοπίων. Η σημερινή διακυβέρνηση αποπροσανατολίζει την κοινωνία τόσο από τα καυτά θέματα της επικαιρότητας και της ζοφερής πραγματικότητας που ζούμε όλοι μας όσο και από την ουσία του θέματος, που φυσικά δεν είναι μόνον το όνομα. Κυρίαρχο ζήτημα είναι να μην υπάρξει καμία ανοχή σε οποιαδήποτε απόφαση που μπορεί σήμερα και στο μέλλον να προσβάλλει τη φυσική και ιστορική συνέχεια της Ελληνικότητας της Μακεδονίας.