Η Ελλάδα κατέχει την έβδομη θέση ως προμηθεύτρια χώρα ιχθυηρών για την Πορτογαλία, ωστόσο είναι ο δεύτερος κυριότερος προμηθευτής για τη νωπή τσιπούρα και το λαβράκι. Αυτό σημειώνεται σε ενημερωτικό έγγραφο του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στη Λισσαβόνα.
Το 2016 οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές ιχθυηρών στην Πορτογαλία ανήλθαν σε 42,6 εκατ. ευρώ, με μερίδιο 2% επί του συνόλου των πορτογαλικών εισαγωγών και 22% επί των ελληνικών εξαγωγών στην Πορτογαλία.
Τα ιχθυηρά αποτελούν την κυριότερη κατηγορία των ελληνικών εξαγωγών στην Πορτογαλία. Οι ελληνικές εξαγωγές αφορούν κυρίως τη νωπή τσιπούρα και το λαβράκι ιχθυοκαλλιέργειας, είδη για τα οποία η Ελλάδα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής, κατέχοντας το 37% της πορτογαλικής αγοράς, με κύριο και μοναδικό σχεδόν ανταγωνιστή την Ισπανία, αν και τελευταία εμφανίζονται σημαντικές ποσότητες τσιπούρας και λαβρακιού προερχόμενες από την Τουρκία.
Ειδικά όσον αφορά την τσιπούρα, η Ελλάδα κατέχει ποσοστό (σε αξία) 34% έναντι 49% της Ισπανίας ?ε συνολική αξία εξαγωγών 21 εκατ. ευρώ.
Οι ελληνικές εξαγωγές λαβρακιού κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα, ήτοι 15 εκατ. ευρώ έναντι 18,8 εκατ. ευρώ της Ισπανίας, αλλά με εξίσου υψηλό ποσοστό διείσδυσης της τάξης του 42% (έναντι 53,4% της Ισπανίας).
Όπως σημειώνεται στο σχετικό έγγραφο, «η Πορτογαλία αποτελεί τη χώρα της Ευρώπης με την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση αλιευμάτων (57 κιλά το άτομο/έτος). Είναι ελλειμματική όσον αφορά τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς και εισάγει περί τις 400 χιλ. τόνους αλιευμάτων το χρόνο. Η κατανάλωση προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας είναι διαδεδομένη στη χώρα και για το λόγο αυτό καταβάλλονται προσπάθειες ανάπτυξης εγχώριας παραγωγής. Η πορτογαλική στρατηγική για την υδατοκαλλιέργεια αποτελεί παράγοντα που θα πρέπει να λάβουν υπόψη οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες, δεδομένου ότι η Πορτογαλία συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους πελάτες αυτών, αλλά και στις χώρες με την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση ψαριού παγκοσμίως. Σήμερα, οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες κατέχουν σχεδόν το ήμισυ της πορτογαλικής αγοράς τσιπούρας-λαβρακιού. ωστόσο, εν όψει ανωτέρω πολιτικής ανάπτυξης υδατοκαλλιέργειας της Πορτογαλίας, οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες θα πρέπει να προετοιμασθούν για μεγαλύτερο ανταγωνισμό από τα πορτογαλικά προϊόντα (τσιπούρα και λαβράκι), κυρίως στην αγορά της Πορτογαλίας. Επίσης έντονος εμφανίζεται και ο ανταγωνισμός από προϊόντα ιχθυοπαραγωγής τουρκικής προέλευσης».
Το 2016 οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές ιχθυηρών στην Πορτογαλία ανήλθαν σε 42,6 εκατ. ευρώ, με μερίδιο 2% επί του συνόλου των πορτογαλικών εισαγωγών και 22% επί των ελληνικών εξαγωγών στην Πορτογαλία.
Τα ιχθυηρά αποτελούν την κυριότερη κατηγορία των ελληνικών εξαγωγών στην Πορτογαλία. Οι ελληνικές εξαγωγές αφορούν κυρίως τη νωπή τσιπούρα και το λαβράκι ιχθυοκαλλιέργειας, είδη για τα οποία η Ελλάδα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής, κατέχοντας το 37% της πορτογαλικής αγοράς, με κύριο και μοναδικό σχεδόν ανταγωνιστή την Ισπανία, αν και τελευταία εμφανίζονται σημαντικές ποσότητες τσιπούρας και λαβρακιού προερχόμενες από την Τουρκία.
Ειδικά όσον αφορά την τσιπούρα, η Ελλάδα κατέχει ποσοστό (σε αξία) 34% έναντι 49% της Ισπανίας ?ε συνολική αξία εξαγωγών 21 εκατ. ευρώ.
Οι ελληνικές εξαγωγές λαβρακιού κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα, ήτοι 15 εκατ. ευρώ έναντι 18,8 εκατ. ευρώ της Ισπανίας, αλλά με εξίσου υψηλό ποσοστό διείσδυσης της τάξης του 42% (έναντι 53,4% της Ισπανίας).
Όπως σημειώνεται στο σχετικό έγγραφο, «η Πορτογαλία αποτελεί τη χώρα της Ευρώπης με την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση αλιευμάτων (57 κιλά το άτομο/έτος). Είναι ελλειμματική όσον αφορά τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς και εισάγει περί τις 400 χιλ. τόνους αλιευμάτων το χρόνο. Η κατανάλωση προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας είναι διαδεδομένη στη χώρα και για το λόγο αυτό καταβάλλονται προσπάθειες ανάπτυξης εγχώριας παραγωγής. Η πορτογαλική στρατηγική για την υδατοκαλλιέργεια αποτελεί παράγοντα που θα πρέπει να λάβουν υπόψη οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες, δεδομένου ότι η Πορτογαλία συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους πελάτες αυτών, αλλά και στις χώρες με την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση ψαριού παγκοσμίως. Σήμερα, οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες κατέχουν σχεδόν το ήμισυ της πορτογαλικής αγοράς τσιπούρας-λαβρακιού. ωστόσο, εν όψει ανωτέρω πολιτικής ανάπτυξης υδατοκαλλιέργειας της Πορτογαλίας, οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες θα πρέπει να προετοιμασθούν για μεγαλύτερο ανταγωνισμό από τα πορτογαλικά προϊόντα (τσιπούρα και λαβράκι), κυρίως στην αγορά της Πορτογαλίας. Επίσης έντονος εμφανίζεται και ο ανταγωνισμός από προϊόντα ιχθυοπαραγωγής τουρκικής προέλευσης».
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ