Οι αλλαγές ωστόσο δεν αφορούν μόνο ιδιοκτήτες ζώων αλλά και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς όπως εθελοντές, φιλόζωους, κτηνιάτρους, δήμους κλπ.
«Με εντολή του ίδιου του πρωθυπουργού προχωράμε σε αυτή την μεταρρύθμιση με πρωτεύοντα στόχο την προστασία και την ευζωία των μικρών μας φίλων», τόνισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιάννης Τσιρώνης και συμπλήρωσε «τα προβλήματα των ζώων μάς αφορούν όλες και όλους, αφού αντανακλούν στην ποιότητα ζωής και όσων δεν φιλοξενούν ζώο. Ο απόλυτος σεβασμός και η αρμονική συνύπαρξη δεν είναι πολυτέλεια. Είναι μέτρο του πολιτισμού και της ανθρωπιάς μας».
Μέσω του νέου σχεδίου νόμου, θα αυστηροποιηθεί το πλαίσιο σήμανσης και καταγραφής δεσποζόμενων και αδέσποτων προκειμένου να περιοριστούν οι ανεύθυνες συμπεριφορές, η παράνομη εμπορία και η εγκατάλειψη ζώων.
Επίσης, θα δημιουργηθούν θεσμοί που θα διασφαλίζουν τα χρήματα, του δημοσίου αλλά και των ζωόφιλων, να χρησιμοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για την προστασία των ζώων.
Βασικοί διαχειριστές των αδέσποτων αποτελούν οι δήμοι, οι οποίοι θα ενισχυθούν και πλέον θα τους δίνεται η δυνατότητα να επιλέγουν οι ίδιοι το έργο τους. Θα μπορούν, μεταξύ άλλων, να θεσπίσουν τέλος στην αγορά ενός ζώου ενώ αντίθετα θα μπορούν να πριμοδοτούν, με ατέλεια, την υιοθέτηση ενός αδέσποτου καθώς τα ζώα που χρειάζονται κάποιοι για λόγους υγείας, όπως τους σκύλους οδηγούς των τυφλών.
Για τα ζώα εισαγωγής που θα διατεθούν προς πώληση, θα πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις ευζωίας και ιχνηλασιμότητας, από τη γέννηση του, τη μεταφορά του στην Ελλάδα και την πώληση του από δομές που εξασφαλίζουν επαρκή χώρο ενδιαίτησης.
Στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ υπογράμμισαν πως «σε κάθε περίπτωση αποτελεί νοσηρό αποκύημα φαντασίας η υπόνοια ότι θα προχωρούσαμε σε ευθανασίες. Ουδέποτε ετέθη από οποιονδήποτε φορέα τέτοια πρόταση, ούτε θα ήμασταν διατεθειμένοι να την αποδεχθούμε» και συμπλήρωσαν «οι ευθανασίες παραμένουν μία πράξη που αποφασίζεται αποκλειστικά για ιατρικούς λόγους, όπως προβλέπει και ο σημερινός νόμος».
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τα καταγεγραμμένα οικόσιτα ανέρχονται περίπου στις 200.000 και τα αδέσποτα τις 20.000.