Τα εθνικά θέματα απαιτούν γνώση, καθαρό μυαλό, μέθοδο, στρατηγική. Επιπρόσθετα, απαιτούν την αντιμετώπισή τους, με όρους εθνικής ωφέλειας και ευθύνης απέναντι στις γενιές που έρχονται.
Ο τρόπος που αναπτύχθηκε η δημόσια συζήτηση για το Σκοπιανό ήταν μια σαφής ένδειξη εκ μέρους της κοντόφθαλμης Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ήθελε να εμβολίσει το πολιτικό σκηνικό, για να αποκομίσει κομματικά οφέλη. Γι αυτό το λόγο και εμείς εκφράσαμε από την πρώτη στιγμή την θέση αρχής της Παράταξης, αλλά και την πλήρη διαφωνία μας με την διαδικασία, την οποία ακολούθησε η Κυβέρνηση.
Η όξυνση, όμως, στα ελληνοτουρκικά, με αποκορύφωμα όσα συνέβησαν μεσοβδόμαδα και την απαράδεκτη δήλωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών για τα Ίμια, κρούουν τον κώδωνα τον κινδύνου για την Ελλάδα. Η απάντηση είναι σαφής: η Ελληνική κυριαρχία των Ιμίων είναι οριστικά καθορισμένη από το διεθνές δίκαιο και τις συνθήκες .
Η Τουρκία, παρολαυτά, εκπέμπει επιθετικότητα σε κάθε πεδίο άσκησης πολιτικής, αυξάνει την πίεση της προς τους γείτονες της και όχι μόνο, διεκδικώντας κυρίαρχο ρόλο στην περιοχή. Το βλέπουμε στο Αφρίν, στην κυπριακή ΑΟΖ, στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιεί ως αφορμή και άλλοθι, αλλοπρόσαλλες και επιπόλαιες κινήσεις, που υποκρύπτουν έλλειψη ουσιαστικής στρατηγικής και φέρνουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.
Δεν είναι η ώρα της αναλυτικής αναζήτησης των ευθυνών, που εύκολα προκύπτουν , σε μια Κυβέρνηση, ο Πρωθυπουργός της οποίας έπρεπε να είναι πολύ πιο προσεκτικός στην επιλογή προσώπων που διαχειρίζονται εθνικά συμφέροντα. Φαίνεται, ότι μήτρα του προβλήματος είναι η ίδια η φιλοσοφία της κυβέρνησης για την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Τα τελευταία τρία χρόνια, τα σημάδια ήταν πολλά, ενώ σειρά έμπειρων παρατηρητών, αναδείκνυαν με δημόσιες παρεμβάσεις, τους κινδύνους που κρύβουν οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις Ερντογάν για “επικαιροποίηση” της συνθήκης της Λοζάννης. Αντί, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να αφυπνιστούν, προσκάλεσαν τον Πρόεδρο της Τουρκίας, στην Ελλάδα, σε μια σειρά επαφών, οι οποίες αποδείχτηκαν, τουλάχιστον, αναποτελεσματικές.
Αναδεικνύεται, λοιπόν, η αδήριτη ανάγκη μιας εθνικής στρατηγικής, μακριά από μικροκομματικές λογικές, διχαστική ρητορεία, επικοινωνιακές τακτικές.
Για εμάς πατριωτικό καθήκον σημαίνει η συνεννόηση των δημοκρατικών δυνάμεων, που ενισχύουν και εγγυώνται τα εθνικά συμφέροντα, σε επίπεδο ευρωπαϊκών και διεθνών σχέσεων. Αυτό συνέβη σε κάθε κρίσιμη στιγμή της Μεταπολίτευσης. Και αυτό δε μπορεί να ερμηνεύεται από την Κυβέρνηση κατά το δοκούν. Η εξωτερική πολιτική διαμορφώνεται από την Κυβέρνηση και δεν προσφέρεται για παιχνίδια στο εσωτερικό.
Τα κρίσιμα ανοιχτά εθνικά θέματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με εθνική γραμμή και στα ελληνοτουρκικά υπάρχει διαμορφωμένη. Γι αυτό, χρειάζεται η εκπόνηση ενός πλήρους, εθνικού σχεδίου δράσης και αντίδρασης. Η στάση της Τουρκίας πρέπει να συζητηθεί στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στους διεθνείς οργανισμούς, χωρίς άλλες καθυστερήσεις.
Απαιτείται γενική κινητοποίηση, που θα δείξει σχέδιο και επιμονή στην διερεύνηση λύσεων σε διπλωματικό επίπεδο, με σταθερή πυξίδα τα εθνικά μας συμφέροντα.
Ο τρόπος που αναπτύχθηκε η δημόσια συζήτηση για το Σκοπιανό ήταν μια σαφής ένδειξη εκ μέρους της κοντόφθαλμης Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ήθελε να εμβολίσει το πολιτικό σκηνικό, για να αποκομίσει κομματικά οφέλη. Γι αυτό το λόγο και εμείς εκφράσαμε από την πρώτη στιγμή την θέση αρχής της Παράταξης, αλλά και την πλήρη διαφωνία μας με την διαδικασία, την οποία ακολούθησε η Κυβέρνηση.
Η όξυνση, όμως, στα ελληνοτουρκικά, με αποκορύφωμα όσα συνέβησαν μεσοβδόμαδα και την απαράδεκτη δήλωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών για τα Ίμια, κρούουν τον κώδωνα τον κινδύνου για την Ελλάδα. Η απάντηση είναι σαφής: η Ελληνική κυριαρχία των Ιμίων είναι οριστικά καθορισμένη από το διεθνές δίκαιο και τις συνθήκες .
Η Τουρκία, παρολαυτά, εκπέμπει επιθετικότητα σε κάθε πεδίο άσκησης πολιτικής, αυξάνει την πίεση της προς τους γείτονες της και όχι μόνο, διεκδικώντας κυρίαρχο ρόλο στην περιοχή. Το βλέπουμε στο Αφρίν, στην κυπριακή ΑΟΖ, στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιεί ως αφορμή και άλλοθι, αλλοπρόσαλλες και επιπόλαιες κινήσεις, που υποκρύπτουν έλλειψη ουσιαστικής στρατηγικής και φέρνουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.
Δεν είναι η ώρα της αναλυτικής αναζήτησης των ευθυνών, που εύκολα προκύπτουν , σε μια Κυβέρνηση, ο Πρωθυπουργός της οποίας έπρεπε να είναι πολύ πιο προσεκτικός στην επιλογή προσώπων που διαχειρίζονται εθνικά συμφέροντα. Φαίνεται, ότι μήτρα του προβλήματος είναι η ίδια η φιλοσοφία της κυβέρνησης για την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Τα τελευταία τρία χρόνια, τα σημάδια ήταν πολλά, ενώ σειρά έμπειρων παρατηρητών, αναδείκνυαν με δημόσιες παρεμβάσεις, τους κινδύνους που κρύβουν οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις Ερντογάν για “επικαιροποίηση” της συνθήκης της Λοζάννης. Αντί, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να αφυπνιστούν, προσκάλεσαν τον Πρόεδρο της Τουρκίας, στην Ελλάδα, σε μια σειρά επαφών, οι οποίες αποδείχτηκαν, τουλάχιστον, αναποτελεσματικές.
Αναδεικνύεται, λοιπόν, η αδήριτη ανάγκη μιας εθνικής στρατηγικής, μακριά από μικροκομματικές λογικές, διχαστική ρητορεία, επικοινωνιακές τακτικές.
Για εμάς πατριωτικό καθήκον σημαίνει η συνεννόηση των δημοκρατικών δυνάμεων, που ενισχύουν και εγγυώνται τα εθνικά συμφέροντα, σε επίπεδο ευρωπαϊκών και διεθνών σχέσεων. Αυτό συνέβη σε κάθε κρίσιμη στιγμή της Μεταπολίτευσης. Και αυτό δε μπορεί να ερμηνεύεται από την Κυβέρνηση κατά το δοκούν. Η εξωτερική πολιτική διαμορφώνεται από την Κυβέρνηση και δεν προσφέρεται για παιχνίδια στο εσωτερικό.
Τα κρίσιμα ανοιχτά εθνικά θέματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με εθνική γραμμή και στα ελληνοτουρκικά υπάρχει διαμορφωμένη. Γι αυτό, χρειάζεται η εκπόνηση ενός πλήρους, εθνικού σχεδίου δράσης και αντίδρασης. Η στάση της Τουρκίας πρέπει να συζητηθεί στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στους διεθνείς οργανισμούς, χωρίς άλλες καθυστερήσεις.
Απαιτείται γενική κινητοποίηση, που θα δείξει σχέδιο και επιμονή στην διερεύνηση λύσεων σε διπλωματικό επίπεδο, με σταθερή πυξίδα τα εθνικά μας συμφέροντα.