Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) διαγνώσθηκαν στη χώρα μας τα δύο πρώτα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα περιστατικά λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου για την περίοδο μετάδοσης 2018.
Οι ασθενείς νοσηλεύονται σε σταθερή κατάσταση και πρόκειται για κατοίκους αστικής περιοχής της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής.
Ωστόσο οι περιοχές κυκλοφορίας του ιού κατά την τρέχουσα περίοδο δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια, καθώς η επιδημιολογία του ιού καθορίζεται από πολλούς παράγοντες.
Το ΚΕΕΛΠΝΟ διερευνά άμεσα τα περιστατικά, παρακολουθεί στενά -σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας- την εξέλιξη της επιδημιολογίας της νόσου στη χώρα μας και βρίσκεται σε επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές, για την εφαρμογή των ενδεικνυόμενων μέτρων πρόληψης.
Υπενθυμίζεται ότι, κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου σε ανθρώπους και ζώα είχαν καταγραφεί τα έτη 2010-2014 και 2017, κατά τους θερινούς μήνες, σε διάφορες περιοχές της χώρας μας, ενώ κυκλοφορία του ιού είχε καταγραφεί σε όλες σχεδόν τις Περιφέρειες.
Δεδομένης της σύνθετης επιδημιολογίας και της απρόβλεπτης κυκλοφορίας του ιού, θεωρούνταν πιθανή και αναμενόμενη η επανεμφάνιση περιστατικών λοίμωξης από τον ιό στη χώρα και κατά την τρέχουσα περίοδο 2018, τόσο σε γνωστές όσο και σε νέες περιοχές.
Ως εκ τούτου, το ΚΕΕΛΠΝΟ είχε ήδη ενημερώσει από το Μάιο τους επαγγελματίες υγείας πανελλαδικά για την ανάγκη εγρήγορσής τους για την πρώιμη διάγνωση περιστατικών, με στόχο την έγκαιρη εφαρμογή στοχευμένων μέτρων απόκρισης και πρόληψης.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως μέσω του τσιμπήματος μολυσμένων «κοινών» κουνουπιών. Η βασική δεξαμενή του ιού στη φύση είναι κυρίως τα άγρια πτηνά, από όπου μολύνονται τα κουνούπια, ενώ οι άνθρωποι δε μεταδίδουν περαιτέρω τον ιό σε άλλα κουνούπια. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί ή έχουν ήπια συμπτωματολογία, ενώ οι πιο σοβαρές εκδηλώσεις της νόσου, όπως π.χ. εγκεφαλίτιδα, αφορούν συνήθως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα.
Τα μέτρα ατομικής προστασίας από τα κουνούπια περιλαμβάνουν τη χρήση εγκεκριμένων δραστικών εντομοαπωθητικών ουσιών σώματος και περιβάλλοντος, σητών, κουνουπιέρων, κλιματιστικών, ανεμιστήρων κ.λπ. Επιπρόσθετα, συστήνεται η λήψη μέτρων για τη μείωση των εστιών αναπαραγωγής των κουνουπιών, που περιλαμβάνουν αποφυγή δημιουργίας λιμναζόντων νερών σε μπαλκόνια, αυλές και χωράφια, απομάκρυνση των στάσιμων νερών με αναποδογύρισμα ή κάλυψη όλων των δοχείων/περιεκτών που συγκρατούν νερό (π.χ. κάλυψη με σίτα των αγωγών εξαερισμού των βόθρων) ή με τακτικό άδειασμα του νερού (τουλάχιστον κάθε επτά ημέρες).
Οι ασθενείς νοσηλεύονται σε σταθερή κατάσταση και πρόκειται για κατοίκους αστικής περιοχής της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής.
Ωστόσο οι περιοχές κυκλοφορίας του ιού κατά την τρέχουσα περίοδο δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια, καθώς η επιδημιολογία του ιού καθορίζεται από πολλούς παράγοντες.
Το ΚΕΕΛΠΝΟ διερευνά άμεσα τα περιστατικά, παρακολουθεί στενά -σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας- την εξέλιξη της επιδημιολογίας της νόσου στη χώρα μας και βρίσκεται σε επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές, για την εφαρμογή των ενδεικνυόμενων μέτρων πρόληψης.
Υπενθυμίζεται ότι, κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου σε ανθρώπους και ζώα είχαν καταγραφεί τα έτη 2010-2014 και 2017, κατά τους θερινούς μήνες, σε διάφορες περιοχές της χώρας μας, ενώ κυκλοφορία του ιού είχε καταγραφεί σε όλες σχεδόν τις Περιφέρειες.
Δεδομένης της σύνθετης επιδημιολογίας και της απρόβλεπτης κυκλοφορίας του ιού, θεωρούνταν πιθανή και αναμενόμενη η επανεμφάνιση περιστατικών λοίμωξης από τον ιό στη χώρα και κατά την τρέχουσα περίοδο 2018, τόσο σε γνωστές όσο και σε νέες περιοχές.
Ως εκ τούτου, το ΚΕΕΛΠΝΟ είχε ήδη ενημερώσει από το Μάιο τους επαγγελματίες υγείας πανελλαδικά για την ανάγκη εγρήγορσής τους για την πρώιμη διάγνωση περιστατικών, με στόχο την έγκαιρη εφαρμογή στοχευμένων μέτρων απόκρισης και πρόληψης.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως μέσω του τσιμπήματος μολυσμένων «κοινών» κουνουπιών. Η βασική δεξαμενή του ιού στη φύση είναι κυρίως τα άγρια πτηνά, από όπου μολύνονται τα κουνούπια, ενώ οι άνθρωποι δε μεταδίδουν περαιτέρω τον ιό σε άλλα κουνούπια. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί ή έχουν ήπια συμπτωματολογία, ενώ οι πιο σοβαρές εκδηλώσεις της νόσου, όπως π.χ. εγκεφαλίτιδα, αφορούν συνήθως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα.
Τα μέτρα ατομικής προστασίας από τα κουνούπια περιλαμβάνουν τη χρήση εγκεκριμένων δραστικών εντομοαπωθητικών ουσιών σώματος και περιβάλλοντος, σητών, κουνουπιέρων, κλιματιστικών, ανεμιστήρων κ.λπ. Επιπρόσθετα, συστήνεται η λήψη μέτρων για τη μείωση των εστιών αναπαραγωγής των κουνουπιών, που περιλαμβάνουν αποφυγή δημιουργίας λιμναζόντων νερών σε μπαλκόνια, αυλές και χωράφια, απομάκρυνση των στάσιμων νερών με αναποδογύρισμα ή κάλυψη όλων των δοχείων/περιεκτών που συγκρατούν νερό (π.χ. κάλυψη με σίτα των αγωγών εξαερισμού των βόθρων) ή με τακτικό άδειασμα του νερού (τουλάχιστον κάθε επτά ημέρες).