Οι δανειολήπτες θα “πληρώσουν” τις πιέσεις που δέχονται οι τράπεζες ένθεν κακείθεν, για δραστική μείωση των επισφαλειών, επισπεύδοντας πωλήσεις/τιτλοποιήσεις και πλειστηριασμούς και εγκαταλείποντας το «όπλο» των ρυθμίσεων.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, το sell off της περασμένης Τετάρτης, αν και χαρακτηρίστηκε ως αδικαιολόγητο από τους τραπεζίτες, εντούτοις κατέστησε σαφές ότι επιβάλλεται να γίνει μία πιο ενεργή διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία, όπως σημειώνει και το Bloomberg, αποτελούν περίπου το 50% των assets των εγχώριων Ομίλων.
Με δεδομένο, βέβαια, ότι οι κυβερνητικές διαρροές περί της δημιουργίας ενός Σχήματος Προστασίας Ενεργητικού (Asset Protection Scheme – APS) παραμένουν – τουλάχιστον προς ώρας – σχέδια επί χάρτου, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να εντείνουν τα ίδια τις προσπάθειες περιορισμού του όγκου «κόκκινων» ανοιγμάτων (NPEs).
Προς αυτή την κατεύθυνση, άλλωστε, κινήθηκε και η Κομισιόν, με τον εκπρόσωπό της, κ. Μαργαρίτη Σχοινά, να αναφέρει:
«Χάρη σε μία πετυχημένη ανακεφαλαιοποίηση το 2015 οι ελληνικές τράπεζες έχουν αναδιαρθρωθεί και τώρα πρέπει να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Νέοι στόχοι
Η πρόθεσή τους περιγράφεται με σαφήνεια στους αναθεωρημένους στόχους που ενέκριναν τις αμέσως προηγούμενες ημέρες τα διοικητικά τους συμβούλια και ήδη έχουν αποσταλεί στον SSM. Βάσει αυτών, οι «4» έχουν συμφωνήσει σε περιορισμό των NPEs πέριξ του 20% σε βάθος τριετίας από 45%, που είναι σήμερα, ήτοι σε 36 δισ. ευρώ από 88 δισ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Alpha Bank φέρεται να σχεδιάζουν μείωση των NPEs στο 17% με 18%, ενώ στο 23% στοχεύει η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία, άλλωστε, εμφανίζει και τον μεγαλύτερο σχετικό δείκτη ελέω Αγροτικής Τράπεζας.
Οσον αφορά στο… μείγμα πολιτικής που θα εφαρμόσουν, προκειμένου να μην παρεκκλίνουν των παραπάνω στόχων, σύσσωμοι οι συστημικοί Όμιλοι φέρεται να κατέληξαν στο συμπέρασμα πως αυτό πρέπει να διαφέρει σε σύγκριση με τις ακολουθούμενες έως σήμερα πρακτικές.
Πωλήσεις – Τιτλοποιήσεις
Ετσι, ενώ μέχρι πρότινος οι ρυθμίσεις/αναδιαρθρώσεις αποτελούσαν το βασικό «όπλο» των τραπεζών, πλέον αντικαθίστανται από τις πωλήσεις/τιτλοποιήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτές θα επιταχυνθούν το προσεχές διάστημα, συνεισφέροντας σχεδόν κατά το ήμισυ στον στόχο μείωσης των κόκκινων δανείων. Επισημαίνεται ότι έως τα τέλη του έτους θα έχει ολοκληρωθεί η πώληση τριών πακέτων.
Πρόκειται για τα Mercury (Alpha Bank), αξίας δύο δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει καταναλωτικά δάνεια, χρέη από πιστωτικές κάρτες και υπεραναλήψεις, που έχουν παύσει να εξυπηρετούνται για περισσότερο από μία διετία, Jupiter (Alpha Bank), που αφορά σε «κόκκινα» δάνεια περίπου 500 μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ονομαστικής αξίας 800 εκατ. ευρώ, τα οποία διαθέτουν εξασφαλίσεις επί 1.700 ακινήτων, αλλά και ακίνητα, τα οποία έχουν περιέλθει στην τράπεζα, ανακτήσιμης αξίας περίπου 54 εκατ. ευρώ και * Zenith (Eurobank), αξίας δύο δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει περισσότερα από 181.000 καταναλωτικά δάνεια, με τη μέση οφειλή στα 6.000 ευρώ και τη μέση διάρκεια καθυστέρησης στα οκτώ χρόνια.
Η Τράπεζα Πειραιώς, από την πλευρά της, έχει ήδη δρομολογήσει την πώληση δύο ακόμη πακέτων (Nemo και Iris). Το πρώτο αφορά σε ναυτιλιακά δάνεια, μικτής εσωτερικής αξίας 400 εκατ. ευρώ και το δεύτερο μη εξυπηρετούμενα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, επίσης, μικτής εσωτερικής αξίας 400 εκατ. ευρώ.
Οσον αφορά στα στεγαστικά, οι τράπεζες προκρίνουν τη λύση της τιτλοποίησης αντί της πώλησης σε funds.
Η Eurobank ήδη ανακοίνωσε την πρόθεσή της προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ θετικά διακείμενη είναι και η Πειραιώς, όπως αποκάλυψε ο διευθύνων σύμβουλος, κ. Χρήστος Μεγάλου.
«Είμαστε θετικοί απέναντι στο ενδεχόμενο τιτλοποιήσεων, οι οποίες, μάλιστα, μπορούν να γίνουν και άμεσα», σχολίασε χαρακτηριστικά, στο περιθώριο της παρουσίασης του εκπαιδευτικού προγράμματος «Project Future».
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα αναθεωρημένα σχέδια, που απέστειλαν στον SSM οι τέσσερις συστημικοί Ομιλοι, υπάρχει πρόβλεψη για τιτλοποίηση στεγαστικών, αλλά και δανείων μικρών επιχειρήσεων, ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ, για την τριετία 2019 – 2021.
Πλειστηριασμοί
Το δεύτερο «όπλο» των τραπεζών δεν είναι άλλο από τους πλειστηριασμούς. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, στόχος των Ομίλων είναι αυτοί να πενταπλασιαστούν (από περίπου 10.000 έως τα τέλη Ιουλίου σε 50.000 το 2019), γεγονός που θα τους επιτρέψει να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδα. Υπενθυμίζεται ότι, με βάση στοιχεία του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείων Αθηνών – Πειραιώς – Αιγαίου και Δωδεκανήσου, από τις 29 Νοεμβρίου 2017, οπότε και τέθηκε σε εφαρμογή η ηλεκτρονική πλατφόρμα των πλειστηριασμών, έως και τα τέλη Ιουλίου 2018 έγιναν 10.160 πλειστηριασμοί.
Τρόποι άμυνας
Πώς μπορούν οι δανειολήπτες να μπλοκάρουν τις διαδικασίες
Αντιμέτωποι με μία νέα πραγματικότητα θα βρεθούν προσεχώς πολλοί οφειλέτες, οι οποίοι θα γίνουν αποδέκτες επιστολών ενημέρωσης περί τιτλοποίησης του δανείου τους. «Σε αντίθεση με την πώληση, όπου πλέον η οφειλή αποτελεί προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ δανειολήπτη και fund, στην περίπτωση των τιτλοποιήσεων το πρέσινγκ θα γίνεται από κοινού από τράπεζες και αγοραστές ομολόγων», αναφέρει ο «Ελεύθερος Τύπος».
Οπως εξηγούν, η εξ ημισείας διαχείριση ενεργοποιεί δύο σενάρια για τους οφειλέτες:
Ενα καλό, βάσει του οποίου το δάνειο θα «κουρεύεται» σημαντικά, μιας και τόσο τα ιδρύματα όσο περισσότερο οι αγοραστές κόπτονται για τις εισπράξεις και ένα άσχημο.
«Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως τα funds – εφόσον πρόκειται για δάνεια, που δεν τελούν κάτω υπό οποιαδήποτε προστασία – δεν θα επισπεύσουν τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, βγάζοντας πιο εύκολα στο “σφυρί” τα ακίνητα των οφειλετών», προσθέτουν χαρακτηριστικά.
Πιο αναλυτικά:
* Μετά την καταγγελία της σύμβασης η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να προβεί στην έκδοση διαταγής πληρωμής, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο την απόκτηση εκτελεστού τίτλου κατά του οφειλέτη της και τυχόν του εγγυητή. Σε περίπτωση επίδοσης της διαταγής πληρωμής ο δανειολήπτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της διαδικασίας που ξεκινά εντός προθεσμίας 15 εργασίμων ημερών, καθώς και αίτηση αναστολής εκτέλεσης, προκειμένου να αποτρέψει οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια της τράπεζας και δη την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό της περιουσίας του.
* Εάν ο οφειλέτης δεν ασκήσει ανακοπή, απορριφθεί η αίτηση αναστολής ή η ασκηθείσα ανακοπή, τότε η τράπεζα προβαίνει σε κατάσχεση της περιουσίας, με σκοπό τον πλειστηριασμό του πράγματος, που κατασχέθηκε. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή. Ο δανειολήπτης μπορεί να την προσβάλει με ανακοπή εντός 45 ημερολογιακών ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης. Σε περίπτωση που η ανακοπή απορριφθεί, μπορεί να ασκήσει έφεση και, παράλληλα, αίτηση αναστολής.
Η αίτηση αναστολής κατατίθεται το αργότερο πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού και χορηγείται, εφόσον κρίνει το δικαστήριο ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη και πιθανολογεί την ευδοκίμηση της έφεσης. Εάν η κατασχετήρια έκθεση έχει σφάλματα, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς, τότε έχει δυνατότητα να ασκήσει ανακοπή το αργότερο 15 εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.
* Τέλος, ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να διενεργηθεί νωρίτερα από επτά μήνες και αργότερα από οκτώ μήνες από την περάτωση της κατάσχεσης. Ο οφειλέτης μπορεί να προσβάλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού μέσα σε 30 ημέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού εάν πρόκειται για κινητά και σε 60 ημέρες αφότου μεταγράφηκε η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης εάν πρόκειται για ακίνητα.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, το sell off της περασμένης Τετάρτης, αν και χαρακτηρίστηκε ως αδικαιολόγητο από τους τραπεζίτες, εντούτοις κατέστησε σαφές ότι επιβάλλεται να γίνει μία πιο ενεργή διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία, όπως σημειώνει και το Bloomberg, αποτελούν περίπου το 50% των assets των εγχώριων Ομίλων.
Με δεδομένο, βέβαια, ότι οι κυβερνητικές διαρροές περί της δημιουργίας ενός Σχήματος Προστασίας Ενεργητικού (Asset Protection Scheme – APS) παραμένουν – τουλάχιστον προς ώρας – σχέδια επί χάρτου, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να εντείνουν τα ίδια τις προσπάθειες περιορισμού του όγκου «κόκκινων» ανοιγμάτων (NPEs).
Προς αυτή την κατεύθυνση, άλλωστε, κινήθηκε και η Κομισιόν, με τον εκπρόσωπό της, κ. Μαργαρίτη Σχοινά, να αναφέρει:
«Χάρη σε μία πετυχημένη ανακεφαλαιοποίηση το 2015 οι ελληνικές τράπεζες έχουν αναδιαρθρωθεί και τώρα πρέπει να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Νέοι στόχοι
Η πρόθεσή τους περιγράφεται με σαφήνεια στους αναθεωρημένους στόχους που ενέκριναν τις αμέσως προηγούμενες ημέρες τα διοικητικά τους συμβούλια και ήδη έχουν αποσταλεί στον SSM. Βάσει αυτών, οι «4» έχουν συμφωνήσει σε περιορισμό των NPEs πέριξ του 20% σε βάθος τριετίας από 45%, που είναι σήμερα, ήτοι σε 36 δισ. ευρώ από 88 δισ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Alpha Bank φέρεται να σχεδιάζουν μείωση των NPEs στο 17% με 18%, ενώ στο 23% στοχεύει η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία, άλλωστε, εμφανίζει και τον μεγαλύτερο σχετικό δείκτη ελέω Αγροτικής Τράπεζας.
Οσον αφορά στο… μείγμα πολιτικής που θα εφαρμόσουν, προκειμένου να μην παρεκκλίνουν των παραπάνω στόχων, σύσσωμοι οι συστημικοί Όμιλοι φέρεται να κατέληξαν στο συμπέρασμα πως αυτό πρέπει να διαφέρει σε σύγκριση με τις ακολουθούμενες έως σήμερα πρακτικές.
Πωλήσεις – Τιτλοποιήσεις
Ετσι, ενώ μέχρι πρότινος οι ρυθμίσεις/αναδιαρθρώσεις αποτελούσαν το βασικό «όπλο» των τραπεζών, πλέον αντικαθίστανται από τις πωλήσεις/τιτλοποιήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτές θα επιταχυνθούν το προσεχές διάστημα, συνεισφέροντας σχεδόν κατά το ήμισυ στον στόχο μείωσης των κόκκινων δανείων. Επισημαίνεται ότι έως τα τέλη του έτους θα έχει ολοκληρωθεί η πώληση τριών πακέτων.
Πρόκειται για τα Mercury (Alpha Bank), αξίας δύο δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει καταναλωτικά δάνεια, χρέη από πιστωτικές κάρτες και υπεραναλήψεις, που έχουν παύσει να εξυπηρετούνται για περισσότερο από μία διετία, Jupiter (Alpha Bank), που αφορά σε «κόκκινα» δάνεια περίπου 500 μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ονομαστικής αξίας 800 εκατ. ευρώ, τα οποία διαθέτουν εξασφαλίσεις επί 1.700 ακινήτων, αλλά και ακίνητα, τα οποία έχουν περιέλθει στην τράπεζα, ανακτήσιμης αξίας περίπου 54 εκατ. ευρώ και * Zenith (Eurobank), αξίας δύο δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει περισσότερα από 181.000 καταναλωτικά δάνεια, με τη μέση οφειλή στα 6.000 ευρώ και τη μέση διάρκεια καθυστέρησης στα οκτώ χρόνια.
Η Τράπεζα Πειραιώς, από την πλευρά της, έχει ήδη δρομολογήσει την πώληση δύο ακόμη πακέτων (Nemo και Iris). Το πρώτο αφορά σε ναυτιλιακά δάνεια, μικτής εσωτερικής αξίας 400 εκατ. ευρώ και το δεύτερο μη εξυπηρετούμενα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, επίσης, μικτής εσωτερικής αξίας 400 εκατ. ευρώ.
Οσον αφορά στα στεγαστικά, οι τράπεζες προκρίνουν τη λύση της τιτλοποίησης αντί της πώλησης σε funds.
Η Eurobank ήδη ανακοίνωσε την πρόθεσή της προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ θετικά διακείμενη είναι και η Πειραιώς, όπως αποκάλυψε ο διευθύνων σύμβουλος, κ. Χρήστος Μεγάλου.
«Είμαστε θετικοί απέναντι στο ενδεχόμενο τιτλοποιήσεων, οι οποίες, μάλιστα, μπορούν να γίνουν και άμεσα», σχολίασε χαρακτηριστικά, στο περιθώριο της παρουσίασης του εκπαιδευτικού προγράμματος «Project Future».
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα αναθεωρημένα σχέδια, που απέστειλαν στον SSM οι τέσσερις συστημικοί Ομιλοι, υπάρχει πρόβλεψη για τιτλοποίηση στεγαστικών, αλλά και δανείων μικρών επιχειρήσεων, ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ, για την τριετία 2019 – 2021.
Πλειστηριασμοί
Το δεύτερο «όπλο» των τραπεζών δεν είναι άλλο από τους πλειστηριασμούς. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, στόχος των Ομίλων είναι αυτοί να πενταπλασιαστούν (από περίπου 10.000 έως τα τέλη Ιουλίου σε 50.000 το 2019), γεγονός που θα τους επιτρέψει να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδα. Υπενθυμίζεται ότι, με βάση στοιχεία του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείων Αθηνών – Πειραιώς – Αιγαίου και Δωδεκανήσου, από τις 29 Νοεμβρίου 2017, οπότε και τέθηκε σε εφαρμογή η ηλεκτρονική πλατφόρμα των πλειστηριασμών, έως και τα τέλη Ιουλίου 2018 έγιναν 10.160 πλειστηριασμοί.
Τρόποι άμυνας
Πώς μπορούν οι δανειολήπτες να μπλοκάρουν τις διαδικασίες
Αντιμέτωποι με μία νέα πραγματικότητα θα βρεθούν προσεχώς πολλοί οφειλέτες, οι οποίοι θα γίνουν αποδέκτες επιστολών ενημέρωσης περί τιτλοποίησης του δανείου τους. «Σε αντίθεση με την πώληση, όπου πλέον η οφειλή αποτελεί προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ δανειολήπτη και fund, στην περίπτωση των τιτλοποιήσεων το πρέσινγκ θα γίνεται από κοινού από τράπεζες και αγοραστές ομολόγων», αναφέρει ο «Ελεύθερος Τύπος».
Οπως εξηγούν, η εξ ημισείας διαχείριση ενεργοποιεί δύο σενάρια για τους οφειλέτες:
Ενα καλό, βάσει του οποίου το δάνειο θα «κουρεύεται» σημαντικά, μιας και τόσο τα ιδρύματα όσο περισσότερο οι αγοραστές κόπτονται για τις εισπράξεις και ένα άσχημο.
«Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως τα funds – εφόσον πρόκειται για δάνεια, που δεν τελούν κάτω υπό οποιαδήποτε προστασία – δεν θα επισπεύσουν τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, βγάζοντας πιο εύκολα στο “σφυρί” τα ακίνητα των οφειλετών», προσθέτουν χαρακτηριστικά.
Πιο αναλυτικά:
* Μετά την καταγγελία της σύμβασης η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να προβεί στην έκδοση διαταγής πληρωμής, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο την απόκτηση εκτελεστού τίτλου κατά του οφειλέτη της και τυχόν του εγγυητή. Σε περίπτωση επίδοσης της διαταγής πληρωμής ο δανειολήπτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της διαδικασίας που ξεκινά εντός προθεσμίας 15 εργασίμων ημερών, καθώς και αίτηση αναστολής εκτέλεσης, προκειμένου να αποτρέψει οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια της τράπεζας και δη την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό της περιουσίας του.
* Εάν ο οφειλέτης δεν ασκήσει ανακοπή, απορριφθεί η αίτηση αναστολής ή η ασκηθείσα ανακοπή, τότε η τράπεζα προβαίνει σε κατάσχεση της περιουσίας, με σκοπό τον πλειστηριασμό του πράγματος, που κατασχέθηκε. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή. Ο δανειολήπτης μπορεί να την προσβάλει με ανακοπή εντός 45 ημερολογιακών ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης. Σε περίπτωση που η ανακοπή απορριφθεί, μπορεί να ασκήσει έφεση και, παράλληλα, αίτηση αναστολής.
Η αίτηση αναστολής κατατίθεται το αργότερο πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού και χορηγείται, εφόσον κρίνει το δικαστήριο ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη και πιθανολογεί την ευδοκίμηση της έφεσης. Εάν η κατασχετήρια έκθεση έχει σφάλματα, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς, τότε έχει δυνατότητα να ασκήσει ανακοπή το αργότερο 15 εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.
* Τέλος, ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να διενεργηθεί νωρίτερα από επτά μήνες και αργότερα από οκτώ μήνες από την περάτωση της κατάσχεσης. Ο οφειλέτης μπορεί να προσβάλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού μέσα σε 30 ημέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού εάν πρόκειται για κινητά και σε 60 ημέρες αφότου μεταγράφηκε η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης εάν πρόκειται για ακίνητα.