Τη συνύπαρξη μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων και ελεύθερων επαγγελματιών την παρομοιάζω με τη συνύπαρξη δύο βασικών συστατικών του αίματος τόσο αναγκαίων όσο τα ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια.
Την οποιαδήποτε επίθεση εναντίον των ορθά λειτουργούντων δημοσίων υπαλλήλων την εκλαμβάνω ως παραλογισμό, αφού χωρίς αυτούς καταρρέει ο δομικός ιστός του κοινωνικού οργανισμού. Με την ίδια λογική την παραμικρή ανοχή εναντίων των μη ορθά λειτουργούντων δημοσίων υπαλλήλων την αντιλαμβάνομαι ως άρνηση θεραπείας μιας νόσου η οποία μοιραία θα εξαπλωθεί οδηγώντας σε γενίκευση της νόσου. Για τον σεβαστό δημοσιοϋπαλληλικό κόσμο νομίζω πως ό,τι προείπα είναι αποδεκτό.
Αναφερόμενοι όμως στο χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών πρέπει να επισημάνω τον αδιαμφισβήτητο λειτουργικό ρόλο τους ως παραγωγών πλούτου, τον οποίο νέμονται άπαντες και γι’ αυτό επιβάλλεται να σέβονται το δικαιικό πλαίσιο και τους θεσμικούς κανόνες, άλλως να αντιμετωπίζουν τις θεσπισμένες νομικές κυρώσεις. Η ειδοποιός όμως διάφορα που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι ο χώρος των ελεύθερων επαγγελματιών, πέραν όλων των προβλημάτων και ανακολουθιών που αντιμετωπίζει, συχνότατα έρχεται αντιμέτωπος με ένα χαοτικό νομικό πλαίσιο και πρωτίστως με μία αδηφάγα φορολογία που ακυρώνει την αναγκαία αγαστή συνεργασία κράτους και ιδιωτών. Επ’ αυτού θα προβώ σε δύο επισημάνεις.
Είναι πασίγνωστό ότι ο Έλλην είναι φιλότιμος, μόνο όμως όταν δεν καθίσταται θύμα συστηματικής εξαπάτησης, γιατί τότε αντιδρά μαινόμενος και από μια τέτοια συμπεριφορά ηττημένο εξέρχεται το κοινό, το όλον, η κοινωνία μας εν γένει. Γιατί λοιπόν επιλέγει η αήθης πολιτεία να παραβλέπει ότι, όταν οι νόμοι ορίζουν – και το Συμβούλιο της Επικρατείας επικροτεί με σωρεία αποφάσεων της ολομέλειας- πως μετά την παρέλευση πενταετίας παραγράφεται το δικαίωμα του κράτους να επιβάλει φορολογικές κυρώσεις , είναι προκλητικό και εχθρικό να εφευρίσκει ανυπόστατα στοιχεία, για να εξακοντίζει την 5ετία στα όρια της 10ετίας, της 15ετίας ή ακόμη και της 20ετίας.
Γιατί δεν αντιλαμβάνεται η άνομη παρούσα κυβερνητική πολιτική ότι η παραποίηση των δικαστικών αποφάσεων αποκαλύπτει μεμψιμοιρία, κακότητα, μνησικακία, διάθεση εξαπόλυσης πογκρόμ εναντίον των πολιτών και μάλιστα εναντίον κυρίως των ελευθέρων επαγγελματιών που θεωρούνται συλλήβδην φοροκλέφτες; Δεν κατανοεί η παρούσα κυβέρνηση ότι εξαπολύοντας οργίλη επίθεση εναντίον της ελεύθερης οικονομίας με νομικιστικούς τακτισμούς ( όπως η μετατροπή της 5ετίας σε 6ετία με υπαγορευμένη απόφαση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) αποσαθρώνει την εμπέδωση πνεύματος εμπιστοσύνης και θα οδηγήσει σε μαζικές προσφυγές στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφόρων για την αποκατάσταση της αλήθειας; Όταν οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι υπόλογοι για μια 3ετία μόνο, είναι ποτέ δυνατό οι Έλληνες να καθίσταται όμηροι για το ένα πέμπτο του αιώνα ( δηλαδή για μια 20ετία); Και όταν κάποιος αποβιώνει πόσο έντιμο είναι να βαρύνονται τα παιδιά του που δε γνώριζαν καν τα οικονομικά πεπραγμένα του πατέρα ή της μητέρας τους;
Η δεύτερη επισήμανση αφορά στις τραπεζικές καταθέσεις όλων. Προφανώς και επιβάλλεται η πάταξη της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Ωστόσο το κυνήγι μαγισσών που εξαπολύει το ελληνικό δημόσιο σε βάρος των Ελλήνων καταθετών αλλά και σε βάρος όσων τολμούν να επανακαταθέσουν χρήματα αναληφθέντα στους προηγηθέντες χαλεπούς καιρούς, πέρα από εκδικητική μανία δηλώνει και μυωπική οικονομική πολιτική. Ουδείς πλέον επιθυμεί να συναλλάσσεται με τις τράπεζες ως καταθέτης, αποφεύγοντας προληπτικά τυφλά χτυπήματα μιας μαινόμενης φορολογικής συριζαϊκής διοίκησης.
Το αποτέλεσμα είναι πασίδηλο: οι τράπεζες στερούνται των αναγκαίων κεφαλαίων , άρα, ακόμη κι αν αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης με κρατικά κονδύλια ( δηλαδή χρήματα όλων ημών ) προφανώς οι παντελώς αποδυναμωμένες τράπεζες αδυνατούν και θα αδυνατούν και στο μέλλον να χρηματοδοτήσουν τις υγιείς επιχειρήσεις, τροφοδοτώντας το φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Λύσεις υπάρχουν και είναι αυτές που εφαρμόζουν όλες οι ευνομούμενες κοινωνίες. Το κράτος οφείλει να θεμελιώσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης στις σχέσεις του με τον πολίτη, ορίζοντας τη νομική λύση της 5ετούς περιόδου στην οποία ο πολίτης θα είναι φορολογικά υπόλογος με τρόπο αυστηρό χωρίς πρακτικές αλχημείας.
Από εκεί και έπειτα φορολογούμενοι και κεφάλαια πρέπει να κινούνται ελεύθερα, για να παράγουν νόμιμο πλούτο. Παράλληλα η επιλογή των τραπεζικών καταθέσεων πρέπει να απαλλαγεί από σοβιετικές πρακτικές τιμωρίας του ανύποπτου καταθέτη, ώστε επιτέλους να θεμελιωθεί η εμπιστοσύνη του κοινού προς τα τραπεζικά ιδρύματα που, ενώ είχε διαμορφωθεί μετά από μακροχρόνια προσπάθεια, κατέρρευσε σε ελάχιστα χρόνια αμαυρώνοντας την τραπεζική αίγλη. Η επόμενη κυβέρνηση αυτό το στόχο θα υλοποιήσει, γιατί οι καιροί ου μενετοί.
Του Κωνσταντίνου Μαραβέγια, Πολιτικού Στελέχους της Νέας Δημοκρατίας Τομέας Πολιτικής Υποστήριξης
Αναφερόμενοι όμως στο χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών πρέπει να επισημάνω τον αδιαμφισβήτητο λειτουργικό ρόλο τους ως παραγωγών πλούτου, τον οποίο νέμονται άπαντες και γι’ αυτό επιβάλλεται να σέβονται το δικαιικό πλαίσιο και τους θεσμικούς κανόνες, άλλως να αντιμετωπίζουν τις θεσπισμένες νομικές κυρώσεις. Η ειδοποιός όμως διάφορα που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι ο χώρος των ελεύθερων επαγγελματιών, πέραν όλων των προβλημάτων και ανακολουθιών που αντιμετωπίζει, συχνότατα έρχεται αντιμέτωπος με ένα χαοτικό νομικό πλαίσιο και πρωτίστως με μία αδηφάγα φορολογία που ακυρώνει την αναγκαία αγαστή συνεργασία κράτους και ιδιωτών. Επ’ αυτού θα προβώ σε δύο επισημάνεις.
Είναι πασίγνωστό ότι ο Έλλην είναι φιλότιμος, μόνο όμως όταν δεν καθίσταται θύμα συστηματικής εξαπάτησης, γιατί τότε αντιδρά μαινόμενος και από μια τέτοια συμπεριφορά ηττημένο εξέρχεται το κοινό, το όλον, η κοινωνία μας εν γένει. Γιατί λοιπόν επιλέγει η αήθης πολιτεία να παραβλέπει ότι, όταν οι νόμοι ορίζουν – και το Συμβούλιο της Επικρατείας επικροτεί με σωρεία αποφάσεων της ολομέλειας- πως μετά την παρέλευση πενταετίας παραγράφεται το δικαίωμα του κράτους να επιβάλει φορολογικές κυρώσεις , είναι προκλητικό και εχθρικό να εφευρίσκει ανυπόστατα στοιχεία, για να εξακοντίζει την 5ετία στα όρια της 10ετίας, της 15ετίας ή ακόμη και της 20ετίας.
Γιατί δεν αντιλαμβάνεται η άνομη παρούσα κυβερνητική πολιτική ότι η παραποίηση των δικαστικών αποφάσεων αποκαλύπτει μεμψιμοιρία, κακότητα, μνησικακία, διάθεση εξαπόλυσης πογκρόμ εναντίον των πολιτών και μάλιστα εναντίον κυρίως των ελευθέρων επαγγελματιών που θεωρούνται συλλήβδην φοροκλέφτες; Δεν κατανοεί η παρούσα κυβέρνηση ότι εξαπολύοντας οργίλη επίθεση εναντίον της ελεύθερης οικονομίας με νομικιστικούς τακτισμούς ( όπως η μετατροπή της 5ετίας σε 6ετία με υπαγορευμένη απόφαση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) αποσαθρώνει την εμπέδωση πνεύματος εμπιστοσύνης και θα οδηγήσει σε μαζικές προσφυγές στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφόρων για την αποκατάσταση της αλήθειας; Όταν οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι υπόλογοι για μια 3ετία μόνο, είναι ποτέ δυνατό οι Έλληνες να καθίσταται όμηροι για το ένα πέμπτο του αιώνα ( δηλαδή για μια 20ετία); Και όταν κάποιος αποβιώνει πόσο έντιμο είναι να βαρύνονται τα παιδιά του που δε γνώριζαν καν τα οικονομικά πεπραγμένα του πατέρα ή της μητέρας τους;
Η δεύτερη επισήμανση αφορά στις τραπεζικές καταθέσεις όλων. Προφανώς και επιβάλλεται η πάταξη της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Ωστόσο το κυνήγι μαγισσών που εξαπολύει το ελληνικό δημόσιο σε βάρος των Ελλήνων καταθετών αλλά και σε βάρος όσων τολμούν να επανακαταθέσουν χρήματα αναληφθέντα στους προηγηθέντες χαλεπούς καιρούς, πέρα από εκδικητική μανία δηλώνει και μυωπική οικονομική πολιτική. Ουδείς πλέον επιθυμεί να συναλλάσσεται με τις τράπεζες ως καταθέτης, αποφεύγοντας προληπτικά τυφλά χτυπήματα μιας μαινόμενης φορολογικής συριζαϊκής διοίκησης.
Το αποτέλεσμα είναι πασίδηλο: οι τράπεζες στερούνται των αναγκαίων κεφαλαίων , άρα, ακόμη κι αν αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης με κρατικά κονδύλια ( δηλαδή χρήματα όλων ημών ) προφανώς οι παντελώς αποδυναμωμένες τράπεζες αδυνατούν και θα αδυνατούν και στο μέλλον να χρηματοδοτήσουν τις υγιείς επιχειρήσεις, τροφοδοτώντας το φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Λύσεις υπάρχουν και είναι αυτές που εφαρμόζουν όλες οι ευνομούμενες κοινωνίες. Το κράτος οφείλει να θεμελιώσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης στις σχέσεις του με τον πολίτη, ορίζοντας τη νομική λύση της 5ετούς περιόδου στην οποία ο πολίτης θα είναι φορολογικά υπόλογος με τρόπο αυστηρό χωρίς πρακτικές αλχημείας.
Από εκεί και έπειτα φορολογούμενοι και κεφάλαια πρέπει να κινούνται ελεύθερα, για να παράγουν νόμιμο πλούτο. Παράλληλα η επιλογή των τραπεζικών καταθέσεων πρέπει να απαλλαγεί από σοβιετικές πρακτικές τιμωρίας του ανύποπτου καταθέτη, ώστε επιτέλους να θεμελιωθεί η εμπιστοσύνη του κοινού προς τα τραπεζικά ιδρύματα που, ενώ είχε διαμορφωθεί μετά από μακροχρόνια προσπάθεια, κατέρρευσε σε ελάχιστα χρόνια αμαυρώνοντας την τραπεζική αίγλη. Η επόμενη κυβέρνηση αυτό το στόχο θα υλοποιήσει, γιατί οι καιροί ου μενετοί.
Του Κωνσταντίνου Μαραβέγια, Πολιτικού Στελέχους της Νέας Δημοκρατίας Τομέας Πολιτικής Υποστήριξης