Ηταν 1η Μαΐου του 1958, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντουάιτ Ντ. Αϊζενχάουερ (Dwight D. Eisenhower) έδωσε το «πράσινο φως» για μία αποστολή με την ονομασία «Project Argus» (Σχέδιο Άργος), το οποίο προέβλεπε ο Αμερικανικός Στρατός να εκτοξεύσει μία πυρηνική κεφαλή στο διάστημα από το κατάστρωμα ενός πλοίου στο Νότιο Ατλαντικό, ανέφερε η «New York Post».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τίποτε παρόμοιο δεν είχε εγχειρηθεί στο παρελθόν, εκείνη την εποχή και υπήρχαν σημαντικοί κίνδυνοι. Αλλά ίσως, το πιο παράξενο με το «Σχέδιο Αργος» ήταν πως το σκέφτηκε ένας μηχανικός ανελκυστήρων, ο οποίος ωστόσο ήταν ιδιοφυία.
Επρόκειτο, ανέφερε η αμερικανική εφημερίδα για τον -ελληνικής καταγωγής- Νικόλα Χριστοφίλου (Nicholas Christofilos), ο οποίος παρότι δεν είχε Ph.D. είχε εξασφαλίσει μία θέση σε μία εγκατάσταση ερευνών με κύρος, μέσω της ισχυρής θέλησής του. Πίστευε δε πως οι σοβιετικοί πυρηνικοί πύραυλοι θα μπορούσαν να αλλάξουν πορεία ή ακόμη και να καταστραφούν από πυρηνικά των ΗΠΑ στο διάστημα με την δημιουργία πεδίου ακτινοβολίας που θα παγίδευε τα εχθρικά όπλα.
Το βιβλίο «Burning the Sky: Operation Argus and the Untold Story of the Cold War Nuclear Tests in Outer Space» (Βάζοντας Φωτιά στον Ουρανό: Η Επιχείρηση Αργος και η Ανείπωτη Ιστορία των Πυρηνικών Δοκιμών στο Διάστημα κατά τον Ψυχρό Πόλεμο), του Μαρκ Γούλβερτον (Mark Wolverton), από την «The Overlook Press» που κυκλοφόρησε στις 13 Νοεμβρίου, αφηγείται την ιστορία ενός από τα πιο παράξενα πειράματα της ιστορίας του Αμερικανικού Στρατού και την απίθανη ιδιοφυία που τα κατέστησε πραγματικότητα.
Ο Χριστοφίλου, γεννήθηκε στην Βοστώνη το 1916 και μεγάλωσε στην Ελλάδα. Πήρε το πτυχίο Μηχανολόγου στην Αθήνα πριν από την Κατοχή των Ναζί. Αναγκάστηκε να περάσει το διάστημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επισκευάζοντας ανελκυστήρες και στρατιωτικά οχήματα για τους Γερμανούς, αλλά μελέτησε πυρηνική φυσική μόνος του τη νύχτα με στόχο να σχεδιάζει και να βελτιώσει επιταχυντές σωματιδίων.
Ανοιξε την δική του επιχείρηση επιδόρθωσης ανελκυστήρων μετά τον Β’ Π.Π. Συνέχισε ωστόσο την έρευνά του για τον σχεδιασμό ενός «νέου τύπου επιταχυντή σωματιδίων», που, όπως αργότερα ανακάλυψε, είχε ήδη εφευρεθεί. Η ονομασία του: Σύγχροτρο (synchrotron).
Αλλά αυτό δεν τον σταμάτησε, καθώς πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια «επινοώντας τρόπους να βελτιώσει τα σχέδια (των εφευρετών)».
Οι υπάρχοντες επιταχυντές απαιτούσαν «τεράστια φορτία ηλεκτρικής ισχύρος» και «τεράστιους, δύσκαμπτους και εξαιρετικά ακριβούς μαγνήτες». Ο Χριστοφίλου ήθελε να το αλλάξει αυτό.
Ανέπτυξε μία προσέγγιση την οποία αποκαλούσε «η ‘αρχή της ισχυρής εστίασης (strong focusing principle), έναν τρόπο να διαχειριστεί εναλλακτικά μαγνητικά πεδία εντός ενός κύκλοτρου ώστε να ελέγξει με δέσμες σωματιδίων».
Αν πετύχαινε θα έλυνε ένα μακροχρόνιο πρόβλημα που είχαν οι επιστήμονες οι οποίοι προσπαθούσαν να ελέγξουν την κίνηση τέτοιων σωματιδίων.
Φυσιολογικά, ένας επιστήμονας με τέτοια ανακάλυψη θα έκανε πειράματα, θα έγραφε ένα ακαδημαϊκό άρθρο και θα το δημοσίευε. Αλλά ο Χριστοφίλου δεν είναι διαπιστευτήρια, πόρους ή ακόμη επαφές με άλλους επιστήμονες. Απλά κατέθεσε μία αίτηση για Ευρεσιτεχνία.
Χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, το Brookhaven National Laboratory στο Λονγκ Αϊλαντ, είχε, ανεξάρτητα, επίσης επικεντρωθεί στο αντικείμενο, δημοσιεύοντας μία έρευνα επί αυτού τον Δεκέμβριο του 1952.
Οταν ο Χριστοφίλου, ενώ ζούσε ακόμη στην Αθήνα, έμαθε γι αυτό προσέλαβε έναν δικηγόρο και τελικά η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας τελικά συμφώνησε ότι δικαιούνταν να γίνει αναφορά του για την ιδέα. Του δόθηκε αμοιβή 10.000 δολ. για την άδεια στο Brookhaven να την χρησιμοποιήσει. Αλλά για τον Χριστοφίλου, το κύρος που απέκτησε ήταν πιο σημαντικό.
Πλέον, είχε την επιρροή να προωθήσει την άλλη μεγάλη του ιδεά, έναν αντιδραστήρα πυρηνικής σύντηξης με την ονομασία «Astron» (Αστρο).
Παρουσίασε τις ιδέες του σε επιστήμονες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, οι οποίοι εργάζονταν σε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα με την ονομασία «Project Sherwood». Αυτοί βρήκαν τον τρόπο και τις ιδέες του ενδιαφέροντα, αλλά υπήρχαν ζητήματα.
Δεν είχε κάποια διαβάθμιση σε θέματα ασφάλειας και αυτό ήταν πρόβλημα όταν, κατά την διάρκεια της παρουσίασής του, αφού είχε ξεμείνει από χώρο στον μαυροπίνακα που έγραφε, τον γύρισε από την ανάποδη. Εκεί υπήρχαν εμπιστευτικές πληροφορίες.
Οι άνθρωποι που ήταν υπεύθυνοι της ασφάλειας για το «Project Sherwood», ήταν επίσης σκεπτικοί πως ένας «μηχανικός ανελκυστήρων» μπορούσε να συλλάβει τις ιδέες που είχε ο Χριστοφίλου και ορισμένοι εκτιμούσαν πως μπορεί να είναι Σοβιετικό «δόλωμα».
Παρόλα αυτά, ο ομογενής, δέχθηκε πρόταση για εργασία στο Brookhaven τον Ιούνιο του 1953 και αφού εξασφάλισε διαπιστευτήρια για θέματα ασφάλειας, το 1956 μετακόμισε στην Καλιφόρνια για να εργαστεί στο Berkeley.
Οι ιδέες του έγιναν ακόμη πιο «επίκαιρες» το 1957, όταν η Σοβιετική Ενωση νίκησε τις ΗΠΑ στον αγώνα του διαστήματος, εκτοξεύοντας τους δορυφόρους «Sputnik».
Ο Χριστοφίλου αναγνώρισε πως οι ίδιοι πύραυλοι που μετέφεραν τους Sputnik θα μπορούσαν να «μεταφέρουν μία πυρηνική κεφαλή πάνω από τον Βόρειο Πόλο και κάτω στις ΗΠΑ». Με βάση την εργασία του στο «Αστρο», είχε μία ιδέα, που σκέφτηκε πως θα μπορούσε να σώσει τις ΗΠΑ από μία σοβιετική επίθεση.
Ονόμασε το σχέδιο του «Αργος» και ανέφερε ότι ήταν «το πιο φανταστικό πείραμα που είχε ποτέ διεξάγει ο άνθρωπος». Πέρασε μήνες υποστηρίζοντάς το. Χάρη στην απόγνωση και τον φόβο για τους Σοβιετικούς, βρήκε μεγάλη υποστήριξη, με την ιδέα του να φτάνει μέχρι τον Πρόεδρο, ο οποίος την ενέκρινε το 1958.
«Τι θα συμβεί αν ένας τεράστιος αριθμός ηλεκτρονίων υψηλής ενέργειας θα μπορούσε να δημιουργηθεί πάνω από την ατμόσφαιρα της Γης; Θεωρούσε ότι τα μαγνητικά πεδία του πλανήτη θα τα διαμόρφωναν και θα τα εστίαζαν σε ένα έντονο πεδίο ή κέλυφος ακτινοβολίας αρκετά ισχυρό ώστε να διαταράξει και ίσως ακόμη και να καταστρέψει πυραύλους και ατομικές κεφαλές που διέρχονται από αυτό…Επρόκειτο κυριολεκτικά για ένα επιστημονικό πείραμα παγκόσμιας κλίμακας, χρησιμοποιώντας όλο τον πλανήτη ως εργαστήριο και πειραματικό πεδίο» γράφει ο Γούλβερτον.
Μιας σειρά πυρηνικών εκρήξεων σε μεγάλο υψόμετρο με σκοπό τη δημιουργία μιας ζώνης ακτινοβολίας στην ανώτερη ατμόσφαιρα ως μέσο άμυνας κατά των σοβιετικών διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων.
Δεν θα απαιτούσε κανένα ιδιαίτερο νέο σχεδιασμό όπλων. Το ακραίο υψόμετρο θα εξασφάλιζε ότι οποιεσδήποτε άμεσες επιπτώσεις στους ανθρώπους ή τα πράγματα στο έδαφος θα ήταν ελάχιστες αν όχι ανύπαρκτες. Για να διασφαλιστεί η μυστικότητα, αποφασίστηκε να εκτοξευθούν τα πυρηνικά όπλα -θα υπήρχαν τρία- από ένα πλοίο στον Ατλαντικό, το «USS Norton Sound». Το σχέδιο ενείχε μεγάλους κινδύνους.
Αν ένας πύραυλος δεν ξεκινούσε από την κατάλληλη τροχιά ή αν δεν κατάφερνε να φτάσει σε επαρκές ύψος, θα μπορούσε να προκληθεί καταστροφή».
Η δοκιμή διεξήχθη με μεγάλη μυστικότητα λίγο έξω από το νησί Gough, ένα «μοναχικό μέρος στον Νότιο Ατλαντικό Ωκεανό» δηλαδή, πάνω από 1300 μίλια από τη Γη προς όλες τις κατευθύνσεις.
Στις 27 Αυγούστου 1958, όταν έφτασε η ώρα για την εκτόξευση, το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματος πήγε κάτω από το κατάστρωμα και η ίδια η εκτόξευση πυροδοτήθηκε από ένα μηχάνημα συνδεδεμένο με το σύστημα πλοήγησης του πλοίου, το οποίο καθορίζει πότε το πλοίο ήταν στη σωστή γωνία.
Ο πρώτος πύραυλος, υποστηριζόμενος από 48.000 λίβρες ώσης, ξεκίνησε στις 2 τα ξημερώματα της 27ης Αυγούστου.
«Ακόμη και στις ασταθείς θάλασσες, όλοι οι επιβάτες αισθάνθηκαν την πρύμνη του πλοίου να πέφτει στιγμιαία με μια αναταραχή από την ξαφνική ώθηση του πυραύλου», γράφει ο Γούλβερτον στο βιβλίο του.
Η κεφαλή εξερράγη περίπου επτά λεπτά μετά την εκτόξευση, 110 μίλια επάνω. Οσοι βρίσκονταν στο κατάστρωμα του πλοίου «είδαν το στρώμα σύννεφου πάνω τους να λάμπει με έντονο τρόπο από τον ορίζοντα.
Στα επόμενα 30 λεπτά είδαν τον ουρανό να αναβοσβήνει με το φως, αλλά το πείραμα φαινόταν να αποτυγχάνει καθώς ο πύραυλος είχε εκτοξευθεί σε λανθασμένη γωνία και η έκρηξη ήταν πολύ χαμηλή στην ατμόσφαιρα για να παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα. ’Η έτσι σκέφτηκαν αρχικά.
Περίπου 3,5 ώρες μετά τον Argus 1, ένας δορυφόρος πέρασε τη γεωγραφική περιοχή όπου αναμενόταν να σχηματίσει το κέλυφος ακτινοβολίας το Argus. Τα όργανα αμέσως άρχισαν να καταγράφουν μια απότομη άνοδο της ροής ηλεκτρονίων. Το αποτέλεσμα Argus παρατηρήθηκε εύκολα και γρήγορα, γράφει ο Γούλβερτον.
Μια δεύτερη εκτόξευση δύο ημέρες αργότερα απέτυχε να φτάσει στο απαιτούμενο υψόμετρο, αλλά ένα τρίτο, στις 6 Σεπτεμβρίου, ήταν τέλειο, επιτρέποντας σε έναν δορυφόρο να παρατηρήσει «το κέλυφος των ηλεκτρονίων που σχηματίζεται και να εξαπλώνεται γύρω από τον πλανήτη».
Αυτή ήταν η αρχή μιας ολόκληρης νέας σφαίρας της γνώσης των πυρηνικών αποτελεσμάτων.
Τελικά, αποδείχθηκε ότι ενώ ο Χριστοφίλου είχε δίκιο για τον σχηματισμό ακτινοβολιών, δεν θα ήταν αποτελεσματικό ως αμυντικό όπλο. Ωστόσο, λόγω ενός ηλεκτρομαγνητικού παλμού που εκπέμπεται από τις ατομικές εκρήξεις στο Διάστημα, υπήρχε πιθανότητα για επιθετικές εφαρμογές.
Ο Χριστοφίλου πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 25 Σεπτεμβρίου 1972, σε ηλικία 56 ετών. Το πρόγραμμα «Αστρο», το οποίο δεν λειτούργησε ποτέ όπως το οραματίστηκε, ακυρώθηκε επισήμως τον επόμενο Ιούνιο.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τίποτε παρόμοιο δεν είχε εγχειρηθεί στο παρελθόν, εκείνη την εποχή και υπήρχαν σημαντικοί κίνδυνοι. Αλλά ίσως, το πιο παράξενο με το «Σχέδιο Αργος» ήταν πως το σκέφτηκε ένας μηχανικός ανελκυστήρων, ο οποίος ωστόσο ήταν ιδιοφυία.
Επρόκειτο, ανέφερε η αμερικανική εφημερίδα για τον -ελληνικής καταγωγής- Νικόλα Χριστοφίλου (Nicholas Christofilos), ο οποίος παρότι δεν είχε Ph.D. είχε εξασφαλίσει μία θέση σε μία εγκατάσταση ερευνών με κύρος, μέσω της ισχυρής θέλησής του. Πίστευε δε πως οι σοβιετικοί πυρηνικοί πύραυλοι θα μπορούσαν να αλλάξουν πορεία ή ακόμη και να καταστραφούν από πυρηνικά των ΗΠΑ στο διάστημα με την δημιουργία πεδίου ακτινοβολίας που θα παγίδευε τα εχθρικά όπλα.
Το βιβλίο «Burning the Sky: Operation Argus and the Untold Story of the Cold War Nuclear Tests in Outer Space» (Βάζοντας Φωτιά στον Ουρανό: Η Επιχείρηση Αργος και η Ανείπωτη Ιστορία των Πυρηνικών Δοκιμών στο Διάστημα κατά τον Ψυχρό Πόλεμο), του Μαρκ Γούλβερτον (Mark Wolverton), από την «The Overlook Press» που κυκλοφόρησε στις 13 Νοεμβρίου, αφηγείται την ιστορία ενός από τα πιο παράξενα πειράματα της ιστορίας του Αμερικανικού Στρατού και την απίθανη ιδιοφυία που τα κατέστησε πραγματικότητα.
Ο Χριστοφίλου, γεννήθηκε στην Βοστώνη το 1916 και μεγάλωσε στην Ελλάδα. Πήρε το πτυχίο Μηχανολόγου στην Αθήνα πριν από την Κατοχή των Ναζί. Αναγκάστηκε να περάσει το διάστημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επισκευάζοντας ανελκυστήρες και στρατιωτικά οχήματα για τους Γερμανούς, αλλά μελέτησε πυρηνική φυσική μόνος του τη νύχτα με στόχο να σχεδιάζει και να βελτιώσει επιταχυντές σωματιδίων.
Ανοιξε την δική του επιχείρηση επιδόρθωσης ανελκυστήρων μετά τον Β’ Π.Π. Συνέχισε ωστόσο την έρευνά του για τον σχεδιασμό ενός «νέου τύπου επιταχυντή σωματιδίων», που, όπως αργότερα ανακάλυψε, είχε ήδη εφευρεθεί. Η ονομασία του: Σύγχροτρο (synchrotron).
Αλλά αυτό δεν τον σταμάτησε, καθώς πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια «επινοώντας τρόπους να βελτιώσει τα σχέδια (των εφευρετών)».
Οι υπάρχοντες επιταχυντές απαιτούσαν «τεράστια φορτία ηλεκτρικής ισχύρος» και «τεράστιους, δύσκαμπτους και εξαιρετικά ακριβούς μαγνήτες». Ο Χριστοφίλου ήθελε να το αλλάξει αυτό.
Ανέπτυξε μία προσέγγιση την οποία αποκαλούσε «η ‘αρχή της ισχυρής εστίασης (strong focusing principle), έναν τρόπο να διαχειριστεί εναλλακτικά μαγνητικά πεδία εντός ενός κύκλοτρου ώστε να ελέγξει με δέσμες σωματιδίων».
Αν πετύχαινε θα έλυνε ένα μακροχρόνιο πρόβλημα που είχαν οι επιστήμονες οι οποίοι προσπαθούσαν να ελέγξουν την κίνηση τέτοιων σωματιδίων.
Φυσιολογικά, ένας επιστήμονας με τέτοια ανακάλυψη θα έκανε πειράματα, θα έγραφε ένα ακαδημαϊκό άρθρο και θα το δημοσίευε. Αλλά ο Χριστοφίλου δεν είναι διαπιστευτήρια, πόρους ή ακόμη επαφές με άλλους επιστήμονες. Απλά κατέθεσε μία αίτηση για Ευρεσιτεχνία.
Χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, το Brookhaven National Laboratory στο Λονγκ Αϊλαντ, είχε, ανεξάρτητα, επίσης επικεντρωθεί στο αντικείμενο, δημοσιεύοντας μία έρευνα επί αυτού τον Δεκέμβριο του 1952.
Οταν ο Χριστοφίλου, ενώ ζούσε ακόμη στην Αθήνα, έμαθε γι αυτό προσέλαβε έναν δικηγόρο και τελικά η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας τελικά συμφώνησε ότι δικαιούνταν να γίνει αναφορά του για την ιδέα. Του δόθηκε αμοιβή 10.000 δολ. για την άδεια στο Brookhaven να την χρησιμοποιήσει. Αλλά για τον Χριστοφίλου, το κύρος που απέκτησε ήταν πιο σημαντικό.
Πλέον, είχε την επιρροή να προωθήσει την άλλη μεγάλη του ιδεά, έναν αντιδραστήρα πυρηνικής σύντηξης με την ονομασία «Astron» (Αστρο).
Παρουσίασε τις ιδέες του σε επιστήμονες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, οι οποίοι εργάζονταν σε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα με την ονομασία «Project Sherwood». Αυτοί βρήκαν τον τρόπο και τις ιδέες του ενδιαφέροντα, αλλά υπήρχαν ζητήματα.
Δεν είχε κάποια διαβάθμιση σε θέματα ασφάλειας και αυτό ήταν πρόβλημα όταν, κατά την διάρκεια της παρουσίασής του, αφού είχε ξεμείνει από χώρο στον μαυροπίνακα που έγραφε, τον γύρισε από την ανάποδη. Εκεί υπήρχαν εμπιστευτικές πληροφορίες.
Οι άνθρωποι που ήταν υπεύθυνοι της ασφάλειας για το «Project Sherwood», ήταν επίσης σκεπτικοί πως ένας «μηχανικός ανελκυστήρων» μπορούσε να συλλάβει τις ιδέες που είχε ο Χριστοφίλου και ορισμένοι εκτιμούσαν πως μπορεί να είναι Σοβιετικό «δόλωμα».
Παρόλα αυτά, ο ομογενής, δέχθηκε πρόταση για εργασία στο Brookhaven τον Ιούνιο του 1953 και αφού εξασφάλισε διαπιστευτήρια για θέματα ασφάλειας, το 1956 μετακόμισε στην Καλιφόρνια για να εργαστεί στο Berkeley.
Οι ιδέες του έγιναν ακόμη πιο «επίκαιρες» το 1957, όταν η Σοβιετική Ενωση νίκησε τις ΗΠΑ στον αγώνα του διαστήματος, εκτοξεύοντας τους δορυφόρους «Sputnik».
Ο Χριστοφίλου αναγνώρισε πως οι ίδιοι πύραυλοι που μετέφεραν τους Sputnik θα μπορούσαν να «μεταφέρουν μία πυρηνική κεφαλή πάνω από τον Βόρειο Πόλο και κάτω στις ΗΠΑ». Με βάση την εργασία του στο «Αστρο», είχε μία ιδέα, που σκέφτηκε πως θα μπορούσε να σώσει τις ΗΠΑ από μία σοβιετική επίθεση.
Ονόμασε το σχέδιο του «Αργος» και ανέφερε ότι ήταν «το πιο φανταστικό πείραμα που είχε ποτέ διεξάγει ο άνθρωπος». Πέρασε μήνες υποστηρίζοντάς το. Χάρη στην απόγνωση και τον φόβο για τους Σοβιετικούς, βρήκε μεγάλη υποστήριξη, με την ιδέα του να φτάνει μέχρι τον Πρόεδρο, ο οποίος την ενέκρινε το 1958.
«Τι θα συμβεί αν ένας τεράστιος αριθμός ηλεκτρονίων υψηλής ενέργειας θα μπορούσε να δημιουργηθεί πάνω από την ατμόσφαιρα της Γης; Θεωρούσε ότι τα μαγνητικά πεδία του πλανήτη θα τα διαμόρφωναν και θα τα εστίαζαν σε ένα έντονο πεδίο ή κέλυφος ακτινοβολίας αρκετά ισχυρό ώστε να διαταράξει και ίσως ακόμη και να καταστρέψει πυραύλους και ατομικές κεφαλές που διέρχονται από αυτό…Επρόκειτο κυριολεκτικά για ένα επιστημονικό πείραμα παγκόσμιας κλίμακας, χρησιμοποιώντας όλο τον πλανήτη ως εργαστήριο και πειραματικό πεδίο» γράφει ο Γούλβερτον.
Μιας σειρά πυρηνικών εκρήξεων σε μεγάλο υψόμετρο με σκοπό τη δημιουργία μιας ζώνης ακτινοβολίας στην ανώτερη ατμόσφαιρα ως μέσο άμυνας κατά των σοβιετικών διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων.
Δεν θα απαιτούσε κανένα ιδιαίτερο νέο σχεδιασμό όπλων. Το ακραίο υψόμετρο θα εξασφάλιζε ότι οποιεσδήποτε άμεσες επιπτώσεις στους ανθρώπους ή τα πράγματα στο έδαφος θα ήταν ελάχιστες αν όχι ανύπαρκτες. Για να διασφαλιστεί η μυστικότητα, αποφασίστηκε να εκτοξευθούν τα πυρηνικά όπλα -θα υπήρχαν τρία- από ένα πλοίο στον Ατλαντικό, το «USS Norton Sound». Το σχέδιο ενείχε μεγάλους κινδύνους.
Αν ένας πύραυλος δεν ξεκινούσε από την κατάλληλη τροχιά ή αν δεν κατάφερνε να φτάσει σε επαρκές ύψος, θα μπορούσε να προκληθεί καταστροφή».
Η δοκιμή διεξήχθη με μεγάλη μυστικότητα λίγο έξω από το νησί Gough, ένα «μοναχικό μέρος στον Νότιο Ατλαντικό Ωκεανό» δηλαδή, πάνω από 1300 μίλια από τη Γη προς όλες τις κατευθύνσεις.
Στις 27 Αυγούστου 1958, όταν έφτασε η ώρα για την εκτόξευση, το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματος πήγε κάτω από το κατάστρωμα και η ίδια η εκτόξευση πυροδοτήθηκε από ένα μηχάνημα συνδεδεμένο με το σύστημα πλοήγησης του πλοίου, το οποίο καθορίζει πότε το πλοίο ήταν στη σωστή γωνία.
Ο πρώτος πύραυλος, υποστηριζόμενος από 48.000 λίβρες ώσης, ξεκίνησε στις 2 τα ξημερώματα της 27ης Αυγούστου.
«Ακόμη και στις ασταθείς θάλασσες, όλοι οι επιβάτες αισθάνθηκαν την πρύμνη του πλοίου να πέφτει στιγμιαία με μια αναταραχή από την ξαφνική ώθηση του πυραύλου», γράφει ο Γούλβερτον στο βιβλίο του.
Η κεφαλή εξερράγη περίπου επτά λεπτά μετά την εκτόξευση, 110 μίλια επάνω. Οσοι βρίσκονταν στο κατάστρωμα του πλοίου «είδαν το στρώμα σύννεφου πάνω τους να λάμπει με έντονο τρόπο από τον ορίζοντα.
Στα επόμενα 30 λεπτά είδαν τον ουρανό να αναβοσβήνει με το φως, αλλά το πείραμα φαινόταν να αποτυγχάνει καθώς ο πύραυλος είχε εκτοξευθεί σε λανθασμένη γωνία και η έκρηξη ήταν πολύ χαμηλή στην ατμόσφαιρα για να παράγει τα επιθυμητά αποτελέσματα. ’Η έτσι σκέφτηκαν αρχικά.
Περίπου 3,5 ώρες μετά τον Argus 1, ένας δορυφόρος πέρασε τη γεωγραφική περιοχή όπου αναμενόταν να σχηματίσει το κέλυφος ακτινοβολίας το Argus. Τα όργανα αμέσως άρχισαν να καταγράφουν μια απότομη άνοδο της ροής ηλεκτρονίων. Το αποτέλεσμα Argus παρατηρήθηκε εύκολα και γρήγορα, γράφει ο Γούλβερτον.
Μια δεύτερη εκτόξευση δύο ημέρες αργότερα απέτυχε να φτάσει στο απαιτούμενο υψόμετρο, αλλά ένα τρίτο, στις 6 Σεπτεμβρίου, ήταν τέλειο, επιτρέποντας σε έναν δορυφόρο να παρατηρήσει «το κέλυφος των ηλεκτρονίων που σχηματίζεται και να εξαπλώνεται γύρω από τον πλανήτη».
Αυτή ήταν η αρχή μιας ολόκληρης νέας σφαίρας της γνώσης των πυρηνικών αποτελεσμάτων.
Τελικά, αποδείχθηκε ότι ενώ ο Χριστοφίλου είχε δίκιο για τον σχηματισμό ακτινοβολιών, δεν θα ήταν αποτελεσματικό ως αμυντικό όπλο. Ωστόσο, λόγω ενός ηλεκτρομαγνητικού παλμού που εκπέμπεται από τις ατομικές εκρήξεις στο Διάστημα, υπήρχε πιθανότητα για επιθετικές εφαρμογές.
Ο Χριστοφίλου πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 25 Σεπτεμβρίου 1972, σε ηλικία 56 ετών. Το πρόγραμμα «Αστρο», το οποίο δεν λειτούργησε ποτέ όπως το οραματίστηκε, ακυρώθηκε επισήμως τον επόμενο Ιούνιο.