Τις γενικές αρχές που πρέπει να τηρούνται κατά το κλάδεμα των ελιών, καθώς και τις καλλιεργητικές πρακτικές έναντι μυκήτων και άλλων εχθρών της καλλιέργειας εξέδωσε το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Ναυπλίου.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι οι βασικές αρχές για το κλάδεμα των ελιών είναι οι εξής:
-Το κλάδεμα να γίνεται με ξηρό καιρό.
-Αφαίρεση και καταστροφή προσβεβλημένων κλάδων από διάφορα παθογόνα.
-Απολύμανση των κλαδευτικών εργαλείων.
-Απομάκρυνση των κλαδιών από τον ελαιώνα και την περίμετρό του (είναι εστίες μόλυνσης και εκτροφείο των ξυλοφάγων εντόμων).
-Επάλειψη των μεγάλων τομών κλαδέματος µε κατάλληλο υλικό (πάστα).
-Στα προσβεβλημένα τμήματα του ελαιώνα να εφαρμόζεται ακαλλιέργεια και χημική ζιζανιοκτονία.
-Το κλάδεμα των ασθενών δέντρων να γίνεται ξεχωριστά και οι προσβεβλημένοι κλάδοι του δένδρου να απομακρύνονται από τον ελαιώνα και να καίγονται (όχι χρήση καταστροφέα).
-Εφαρμογή της ηλιοαπολύµανσης.
-Το κλάδεμα να γίνεται με ξηρό καιρό.
-Αφαίρεση και καταστροφή προσβεβλημένων κλάδων από διάφορα παθογόνα.
-Απολύμανση των κλαδευτικών εργαλείων.
-Απομάκρυνση των κλαδιών από τον ελαιώνα και την περίμετρό του (είναι εστίες μόλυνσης και εκτροφείο των ξυλοφάγων εντόμων).
-Επάλειψη των μεγάλων τομών κλαδέματος µε κατάλληλο υλικό (πάστα).
Βερτιτσιλίωση
Τα καλλιεργητικά μέτρα για την αντιμετώπιση του βερτιτσίλιου, το οποίο προκαλεί σοβαρές ζημιές, κυρίως σε αρδευόμενους ελαιώνες σε μικρής και κυρίως μέσης ηλικίας, σπάνια δε σε µεγάλης ηλικίας δέντρα. Τα συµπτώµατα εµφανίζονται µε τη µορφή του απότοµου µαρασµού (αποπληξία) ή µε σταδιακή αποξήρανση των κλάδων και ως ηµιπληγία. Ο µύκητας δραστηριοποιείται όταν οι θερµοκρασίες του εδάφους είναι χαµηλές (>8 βαθμούς Κελσίου, αργά τον χειµώνα). Άριστη θερµοκρασία ανάπτυξής του είναι οι 23 βαθμοί, ενώ πάνω από τους 30 βαθμούς επιβραδύνεται σηµαντικά. Ως καλλιεργητικά μέτρα, προτείνονται τα εξής:
Τα καλλιεργητικά μέτρα για την αντιμετώπιση του βερτιτσίλιου, το οποίο προκαλεί σοβαρές ζημιές, κυρίως σε αρδευόμενους ελαιώνες σε μικρής και κυρίως μέσης ηλικίας, σπάνια δε σε µεγάλης ηλικίας δέντρα. Τα συµπτώµατα εµφανίζονται µε τη µορφή του απότοµου µαρασµού (αποπληξία) ή µε σταδιακή αποξήρανση των κλάδων και ως ηµιπληγία. Ο µύκητας δραστηριοποιείται όταν οι θερµοκρασίες του εδάφους είναι χαµηλές (>8 βαθμούς Κελσίου, αργά τον χειµώνα). Άριστη θερµοκρασία ανάπτυξής του είναι οι 23 βαθμοί, ενώ πάνω από τους 30 βαθμούς επιβραδύνεται σηµαντικά. Ως καλλιεργητικά μέτρα, προτείνονται τα εξής:
-Στα προσβεβλημένα τμήματα του ελαιώνα να εφαρμόζεται ακαλλιέργεια και χημική ζιζανιοκτονία.
-Το κλάδεμα των ασθενών δέντρων να γίνεται ξεχωριστά και οι προσβεβλημένοι κλάδοι του δένδρου να απομακρύνονται από τον ελαιώνα και να καίγονται (όχι χρήση καταστροφέα).
-Εφαρμογή της ηλιοαπολύµανσης.
-Η άρδευση να γίνεται µε σταγόνες και όχι µε κατάκλιση ή αυλάκια για την αποφυγή διασποράς μολυσμάτων.
-Τα μηχανήματα κατεργασίας εδάφους να καθαρίζονται καλά πριν από τη χρήση τους σε νέο αγρό.
-Προμήθεια υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού για εγκατάσταση νέων ελαιώνων και χρήση ανεκτικών ποικιλιών.
-Τα μηχανήματα κατεργασίας εδάφους να καθαρίζονται καλά πριν από τη χρήση τους σε νέο αγρό.
-Προμήθεια υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού για εγκατάσταση νέων ελαιώνων και χρήση ανεκτικών ποικιλιών.
Ίσκα
Το παθογόνο µολύνει τα ελαιόδεντρα κυρίως διά των πληγών κλαδέµατος. H προσβολή εντοπίζεται στην περιοχή του ξύλου του κορµού και των κυρίων βραχιόνων. Παρατηρείται καστανός µεταχρωµατισµός και σήψη του ξύλου, καθώς και νέκρωση του φλοιού, συνήθως προς τη µία πλευρά του κορµού, δηµιουργώντας συχνά έλκη.
Για τη συγκεκριμένη ασθένεια προτείνεται:
-Εφαρµογή των γενικών αρχών κλαδέµατος
-Συλλογή και καταστροφή µε φωτιά των καρποσωµάτων (καρποφορίες του µύκητα).
-Ισορροπηµένη θρέψη (αύξηση του pH του εδάφους µε ασβέστωση για τη δηµιουργία αντίξοων συνθηκών για τον µύκητα).
-Αντικατάσταση των προσβεβληµένων ελαιοδέντρων µε παραφυάδες, που φύονται από τον λαιµό του δέντρου και όχι από το ξύλο του κορµού.
Το παθογόνο µολύνει τα ελαιόδεντρα κυρίως διά των πληγών κλαδέµατος. H προσβολή εντοπίζεται στην περιοχή του ξύλου του κορµού και των κυρίων βραχιόνων. Παρατηρείται καστανός µεταχρωµατισµός και σήψη του ξύλου, καθώς και νέκρωση του φλοιού, συνήθως προς τη µία πλευρά του κορµού, δηµιουργώντας συχνά έλκη.
Για τη συγκεκριμένη ασθένεια προτείνεται:
-Εφαρµογή των γενικών αρχών κλαδέµατος
-Συλλογή και καταστροφή µε φωτιά των καρποσωµάτων (καρποφορίες του µύκητα).
-Ισορροπηµένη θρέψη (αύξηση του pH του εδάφους µε ασβέστωση για τη δηµιουργία αντίξοων συνθηκών για τον µύκητα).
-Αντικατάσταση των προσβεβληµένων ελαιοδέντρων µε παραφυάδες, που φύονται από τον λαιµό του δέντρου και όχι από το ξύλο του κορµού.
Πηγή: ypaitrhos.gr