Μια εξαιρετική διαδραστική θεατρική παράσταση παρουσίασαν μαθητές του 1ου Γυμνασίου Ναυπλίου αφιερωμένη στον Οδυσσέα Ελύτη και το ποιητικό έργο του "Ο ήλιος ο ηλιάτορας" στα πλαίσια της λήξης της σχολικής χρονιάς.
Το θεατρικό δρώμενο με υπεύθυνες τις καθηγήτριες φιλολόγους, Νικολοπούλου Γλυκερία και Πίκου Γεωργία, παρακολούθησε ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Αργολίδας Νεκτάριος, η Διευθύντρια του 1ου Γυμνασίου Ναυπλίου Μαρία Κορομπίλη, γονείς των μαθητών, οι μαθητές του σχολείου και οι εκπαιδευτικοί του 1ου Γυμνασίου Ναυπλίου, ενω σημαντική ηταν και η στηριξη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του σχολείου.
Ο ποιητής του Αιγαίου µέσα από τη µοναδική του πένα, περιγράφει την πατρίδα µας σε όλες της τις στιγµές, χρησιµοποιώντας κατά βάση την αλληγορία. Ουσιαστικά πρόκειται για µια ιστορική αναδροµή µέσα στους αιώνες και στις περιπέτειες που πέρασε ο τόπος µας.
Αυτό το ελληνικό κόσµηµα της λογοτεχνίας, που γράφτηκε από το νοµπελίστα ποιητή, Οδυσσέα Ελύτη, καταδεικνύει τη φύση των αγώνων που έχει αντιµετωπίσει ο ελληνισµός κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ετών. Οι πρόγονοί µας, στα χρόνια των πολέµων αγωνίστηκαν για την πατρίδα τους µε νίκες και µε ήττες. Κεντρική και κυρίαρχη θέση, όχι µόνο στο συγκεκριµένο ποίηµα αλλά γενικά στην ποίηση του Ελύτη, κατέχει, ο ήλιος, σύµβολο φωτός και δικαιοσύνης.
Αυτός ο ελληνικός, λαµπερός και φωτεινός ήλιος βοηθά τους ανθρώπους να λύνουν τα προβλήµατά τους µε χαρά και αισιοδοξία. Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας είναι ένα λυρικό ποίηµα, το οποίο φανερώνει την αγάπη του ποιητή για την Ελλάδα και έχει έντονα φυσιολατρικό περιεχόµενο.
Η δοµή του έργου είναι θεατρική, καθώς συµµετέχουν ο ήλιος, ο αφηγητής, ο χορός των γυναικών, οι άνεµοι, το κορίτσι και ο χορός των αντρών. Τα οµιλούντα αυτά πρόσωπα προσδίδουν ύψιστη δραµατικότητα στο ποίηµα.
Γράφτηκε το 1971 την εποχή δηλαδή, όπου στην Ελλάδα κυριαρχούσε το καθεστώς των συνταγµαταρχών. Το έργο αυτό καταφέρνει να δείξει ότι, παρ’ όλες τις δυσκολίες που περνάει καθ’ όλη την πορεία της ιστορίας της η Ελλάδα, υπάρχει πάντα ο Ήλιος ο Ηλιάτορας.
Αυτός ο Ήλιος δίνει την ελπίδα και δείχνει τον δρόµο, για ένα καλύτερο αύριο, στους Έλληνες, οι οποίοι µε τη δύναµή τους, το κουράγιο τους και την πεποίθησή τους, καταφέρνουν να καταπολεµήσουν όλες αυτές τις δυσκολίες που έρχονται στο δρόµο τους.
Στην αρχή του έργου, ο Ήλιος, σύµβολο δικαιοσύνης, ελπίδας και αισιοδοξίας, απευθυνόµενος στην ελληνική φύση, περιγράφει το τοπίο της Ελλάδας, της ορεινής χώρας που βρέχεται σχεδόν ολόκληρη από τη θάλασσα και δηλώνει την αγάπη του γι αυτόν τον τόπο.
Ο ποιητής ζωγραφίζει περίεργες εικόνες, σουρεαλιστικές, πλούσιες σε χρώµατα. Απεικονίζει την Ελλάδα χρησιµοποιώντας από την παλέτα του το πράσινο της ελπίδας, το κόκκινο του έρωτα και της αγάπης και το κίτρινο, το χρώµα του φωτός, το χρώµα του Ήλιου.
Μέσα από το συµβολισµό των χρωµάτων παρουσιάζονται 2 αυτά που κάνουν τη χώρα του ποιητή, µαζί µε τη φυσική της οµορφιά, ξεχωριστή, ενώ ο προσωποποιηµένος και κοσµογυρισµένος Ήλιος, λάµποντας επάνω στη φανταστική τροχιά του, αναγγέλλει πως η Ελλάδα µε τα κίτρινα χωράφια και τις σµαραγδένιες της θάλασσες είναι η πιο αγαπηµένη του χώρα.
Ο χορός των γυναικών, αποκρίνεται πως η χώρα αυτή δεν είναι όπως τη νοµίζουν πολλοί, αλλά µια φτωχή και βασανισµένη γη που τα παιδιά της τα στέλνουν κάθε τόσο να σκοτωθούν στον πόλεµο.
Ο χορός των γυναικών λοιπόν, απευθυνόµενος στον Ήλιο, µιλάει µε λόγια πικρά για την πείνα, τους πολέµους, την ξενιτιά, τους σκοτωµούς που ταλαιπωρούν την Ελλάδα. Ενώ, ο ήλιος ζητά αµέσως από τους τέσσερις ανέµους να τρέξουν πάνω στη γη και να διαπιστώσουν αν όλα αυτά είναι αλήθεια.
Οι άνεµοι αναφέρουν ότι η Ελλάδα πραγµατικά είναι µια χώρα πίκρας, αλλά ταυτόχρονα και µια χώρα παραδεισένιας οµορφιάς. Ο ήλιος λοιπόν, στο έργο του Ελύτη, κατέχοντας εξέχουσα θέση, λίγο το στόµα του άνοιξε κι ευθύς εµύρισε Άνοιξη, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ελύτης, ενώ δηλώνει τη χαρά την ελπίδα και την αισιοδοξία για την Ελλάδα. Στο τέλος του έργου ο ποιητής ζωγραφίζει στη φαντασία µας, την Ελλάδα.
Ως ένας άλλος λυρικός ποιητής του 7ου αιώνα π.Χ. ζωγραφίζει την Ελλάδα σαν βαπόρι. Ο Αλκαίος τότε µιλούσε µε αλληγορικά λόγια για το τυραννικό καθεστώς της Λέσβου, και παραλλήλιζε το κράτος του, το οποίο παράπαιε µε ένα καράβι που θαλασσοδέρνεται.
Ο Ελύτης λοιπόν, µιλάει και αυτός µε αλληγορικό τρόπο για την Ελλάδα και την ζωγραφίζει σαν βαπόρι, γιατί είναι περιτριγυρισµένη από θάλασσα, να βγαίνει στα βουνά που είναι το κύριο χαρακτηριστικό της πατρίδας µας. Βουνά, κουκουναριές, θάλασσα είναι εικόνες γνωστές κι αγαπητές της ελληνικής γης.
Εικόνες σουρεαλιστικές, πλούσιες σε χρώµα και ήχους που µας προσφέρονται σαν σε παραµύθι και µας γεµίζουν χαρά, αισιοδοξία και νεανικότητα. Σε αυτόν τον επίλογο του έργου ο Ελύτης χρησιµοποιεί τις αντιθέσεις για να τονίσει τις αντιθέσεις της ελληνικής φύσης, που συσχετίζονται µε τους Έλληνες και την ιστορία τους.Από τη µια η Ελλάδα των ιστορικών δυσκολιών και από την άλλη η ονειρική οµορφιά της ελληνικής γης και η ιστορική δόξα της. Από τη µια ο αθώος και καλοκάγαθος Έλληνας κι από την άλλη το πνεύµα, του πανέξυπνου και πολυµήχανου Οδυσσέα. Η περιγραφή ολοκληρώνεται, µε µια αναφορά στη µακραίωνη και πολυτάραχη ιστορία της Ελλάδας, που το φορτίο της, δεν είναι άλλο, παρά βάσανα και αναστεναγµοί. ∆εν µπορεί όµως να µας µείνει η εντύπωση µιας διάχυτης απαισιοδοξίας.
Παρακάτω τα πράγµατα αλλάζουν.
Έτσι, επικαλείται τον Κύριο.
Ο Χριστός, πάντα κοντά σ' αυτή τη χώρα και στους ανθρώπους της. Αυτόν καλεί και τώρα ο ποιητής, να τον βοηθήσει να κατανοήσει, αυτά που συµβαίνουν γύρω του, στην παράξενη αυτή γωνιά της γης.Κάνοντας λοιπόν έναν απολογισµό της ιστορίας των Ελλήνων διαπιστώνει, µε απλή και αγνή περηφάνια, ότι τόσες διακυµάνσεις και δοκιµασίες, δεν κατάφεραν να εξαφανίσουν την Ελλάδα απ' το προσκήνιο της ιστορίας.
Στις δύσκολες στιγµές, µέσα στις πιο δραµατικές φάσεις της ιστορίας τους, οι Έλληνες αγωνίστηκαν χωρίς να φοβηθούν, χωρίς να λυγίσουν και κατάφεραν να επιβιώσουν και να περάσουν νικητές. Το έργο πραγµατικά κλείνει µε µια δυνατή φωνή χαράς µε ένα δυνατό νικητήριο σάλπισµα.Ο ήλιος, είναι για τον Ελύτη, σύµβολο χαράς της ελληνικής ψυχής, είναι η επιβεβαίωση της πίστης του ποιητή στη δύναµη της ζωής, στην παντοτινή λάµψη του ελληνικού πνεύµατος. Αναζητά όµως και µια λέξη σπάνια και έντονη, που θα βάλει την προσωπική του σφραγίδα και αυτή, στο "Τρελοβάπορο" , δεν είναι άλλη από τον "Ήλιο τον Ηλιάτορα".