Βρισκόμαστε στα 1825 και ο Ιμπραήμ με τον οργανωμένο τακτικό στρατό του κατεβαίνει στην Πελοπόννησο. Ήδη οι εμφύλιοι πόλεμοι έχουν φέρει στις φυλακές τον Κολοκοτρώνη και τον Νικητραρά. Ο Τούρκος κατακτητής αυξάνει τον στρατό του σε μια δύναμη 17000 ανδρών και με την ευστροφία του και την διορατικότητά του καταφέρνει και νικάει στο Μανιάκι στις 19 Μαΐου τον Παπαφλέσσα και καταλαμβάνει σχεδόν όλη τη Μεσσηνία.
Η κυβέρνηση πανικόβλητη από τις εξελίξεις παρείχε αμνηστία στους φυλακισμένους και όρισε τον Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο όλης της Πελοποννήσου. Ο Κολοκοτρώνης ξεκίνησε να μαζεύει στρατεύματα στο Λεοντάρι, αλλά οι εκκλήσεις του σε όλη την επαναστατημένη Ελλάδα δεν έβρισκαν μεγάλη ανταπόκριση..
Στις 11 Ιουνίου επίσης ο Μακρυγιάννης με 150 άνδρες είχε φτάσει στους Μύλους, ερχόμενος από αποτυχημένες περιπέτειες στην Μεσσηνία και Αρκαδία. Το πρωί της 12ης Ιουνίου εμφανίστηκε ο Αιγυπτιακός στρατός στην Αργολική πεδιάδα. Στο Ναύπλιο είχαν συγκεντρωθεί περίπου είκοσι χιλιάδες γυναικόπαιδα, ασθενείς και άμαχος πληθυσμός. Υπήρχε και ελάχιστος στρατός. Ο Ιμπραήμ δεν είχε σκοπό να επιτεθεί, αλλά μόνο να βολιδοσκοπήσει την κατάσταση. Οι Έλληνες μην γνωρίζοντας τις προθέσεις του βιάστηκαν να συγκεντρώσουν μεγάλο μέρος του Ελληνικού στρατού στους Μύλους, κατά των οποίων κινήθηκε ισχυρή φάλαγγα από πεζούς και ιππείς. Έφτασε και ο Δημήτριος Υψηλάντης μαζί με πολύ λίγους Φιλέλληνες του Ναυπλίου, μερικούς Έλληνες αγωνιστές, και με έναν λόχο ευζώνων οι οποίοι δεν είχαν αρχηγό. Η δύναμη του Υψηλάντη δεν ξεπερνούσε τους 500 άνδρες. Στην ακτή τοποθετήθηκαν και τρία μικρά πολεμικά βρίκια με πυροβόλα. Παρευρέθηκαν δε και οι δύο μοίραρχοι του Αγγλικού και του Γαλλικού στόλου, Άμιλτον και Δεριγνύ,οι οποίοι αγκυροβόλησαν μπροστά στο Ναύπλιο και τους Μύλους αντίστοιχα. Η θέση στους Μύλους ήταν πολύτιμη για το Ναύπλιο καθώς από την τοποθεσία αυτή προερχόταν η ύδρευση της πόλης. Οι υπερασπιστές κατέλαβαν και οχύρωσαν μια σειρά από αποθήκες καθώς και έναν φράχτη που αποτελούσαν μια υποτυπώδη συνεχόμενη γραμμή άμυνας. Αυτόπτης μάρτυρας της πορείας των υπερασπιστών από το Ναύπλιο ήταν ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ, που δεν πίστευε στα μάτια του βλέποντας τις κινήσεις των Ελλήνων στην ακτή. Ο ίδιος πλησίασε τον Υψηλάντη και προσπάθησε να τον μεταπείσει, λέγοντας του ότι είναι σκέτη αυτοκτονία να αντιπαρατεθεί με τόσο λίγους άνδρες σε τόσο αδύναμες θέσεις εναντίον ενός ισχυρού οργανωμένου στρατού που διέθετε πυροβολικό και ιππικό.
Η απάντηση του Υψηλάντη ήταν Λεωνίδειος :"Εδώ ήλθομεν για νικήσωμεν η να αποθάνομεν".
Ο Ιμπραήμ επιτέθηκε στους Μύλους το μεσημέρι της 13ης Ιουνίου. Ο Αιγυπτιακός στρατός ξεκίνησε να αναπτύσσεται για επίθεση κατά μέτωπο με τον Αιγύπτιο στρατηγό να παρακολουθεί με το τηλεσκόπιο του από ένα κοντινό ύψωμα. Η τοποθεσία όμως ευνοούσε τους αμυνόμενους καθώς οι επιτιθέμενοι δεν μπορούσαν να αναπτύξουν όλες τις δυνάμεις τους λόγω των βάλτων της περιοχής. Τρεις επιθέσεις του εχθρικού πεζικού και μία του ιππικού αποκρούστηκαν γενναία. Τότε το εχθρικό πυροβολικό γκρέμισε με εύστοχες βολές το πρόχειρο οχύρωμα του Μακρυγιάννη, και ένας λόχος Αιγυπτίων επιτέθηκε ορμητικά υπερπηδώντας τα ερείπια. Η αντεπίθεση του Μακρυγιάννη ήταν ηρωική. Μαζί με πέντε φιλέλληνες και λίγους εκλεκτούς Έλληνες όρμησαν με το σπαθί τους μόνο και κατέσφαξαν τους πρώτους εισβολείς, ενώ έτρεψαν τους υπόλοιπους σε φυγή. Στην απεγνωσμένη αυτή επίθεση σκοτώθηκε ένας Φιλέλληνας και τραυματίστηκε ο Μακρυγιάννης στον βραχίονα. Η μάχη συνεχιζόταν άγρια, αλλά οι αμυνόμενοι έλαβαν μια σημαντική ενίσχυση από 200 άνδρες με τους Μήτρο Λιακόπουλο και Κάρπο Παπαδόπουλο που εστάλησαν από το Ναύπλιο. Οι ενισχύσεις ενεπλάκησαν στον αγώνα εξυψώνοντας το ηθικό των αμυνόμενων.Οι Αιγύπτιοι μετά τις αποτυχημένες απόπειρες έπαψαν τις επιθέσεις, και επειδή είχε αρχίσει να βραδιάζει, υποχώρησαν και έφυγαν για το Άργος.
Ο Μακρυγιάννης λέει χαρακτηριστικά για εκείνες τις ώρες …..
« Τέλος από αυτά ούτε νερό είχε μέσα, ούτε κανόνι εις τον τόπον του κι᾿ αν έπαιρνε τους Μύλους ο Μπραϊμης, κεντρικόν μέρος της θάλασσας και στεργιάς και πλήθος ζαϊρέδες και πολεμοφόδια και νερό ποταμός, μπλοκάριζε και τ᾿ Ανάπλι. Και εις την κατάστασιν οπού ᾿ταν κάμετε την κρίση αν βαστούσε. Αφού το δυνάμωσα, σε δυο ημέρες ήρθε ο Χατζημιχάλης με τους ανθρώπους μου, οπού μου πήρε, ήρθε κι᾿ ο Κωσταντήμπεγης Μαυρομιχάλης μ᾿ ολίγους κι᾿ ο Υψηλάντης με τους ανθρώπους του, όλους δεκαπέντε ».
Η μάχη για το Ναύπλιο είχε κριθεί. Οι Αιγύπτιοι είχαν περίπου 100 νεκρούς και τραυματίες ενώ οι Έλληνες μόλις 4 νεκρούς .Ο Ιμπραήμ επέλεξε να μην συνεχίσει να επιτίθεται κατά των Μύλων, τόσο επειδή οι αμυνόμενοι επέδειξαν αποφασιστικότητα, αλλά κυρίως γιατί η τοποθεσία ήταν ακατάλληλη για να αναπτύξει τα στρατεύματα του λόγω των βάλτων. Ταυτόχρονα υπήρχε και η απειλή από τα πυροβόλα των Ελληνικών πλοίων που υποστήριζαν τις Ελληνικές θέσεις και μπορούσαν να προκαλέσουν ζημιά στον στρατό του. Έτσι ο Ιμπραήμ προτίμησε να υποχωρήσει και να διεξάγει μια σειρά από επιδρομές στα γύρω χωριά της Αργολίδας. Από Ελληνικής πλευράς αναμφίβολα διακρίθηκε ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης ο οποίος όταν τραυματίστηκε, μεταφέρθηκε στην ναυαρχίδα του Γαλλικού στόλου για περίθαλψη όπου του απέδωσαν τιμές για την διαγωγή του.
Η μάχη των Μύλων ήταν ηρωική νίκη των Ελλήνων. Πολέμησαν κάτω από δυσχερείς έως ανύπαρκτες οχυρωματικές συνθήκες αντιμετωπίζοντας έναν καλά οργανωμένο και οπλισμένο τακτικό στρατό τετραπλάσιας δύναμης. Με την νίκη του αυτή ο Μακρυγιάννης έσωσε σε κρίσιμη στιγμή τον άμαχο πληθυσμό του Ναυπλίου, και διατήρησε σημαντικά αποθέματα τροφίμων και νερού. Αν έπεφταν οι Μύλοι θα χανόταν το Ναύπλιο και θα έσβηνε η Ελληνική επανάσταση στην Πελοπόννησο.
Την 21η Ιουνίου 1825 ο Δημ. Υψηλάντης γράφει τα εξής από τους Μύλους προς το Υπουργείο του Πολέμου. «Ο Λοχαγός Κύριος Καρπός με τον υπό την οδηγίαν του λόχον έφθασε μετά τα μέσα της μάχης της εν Μύλοις και όχι μόνον εγκαρδίωσεν τους κατ’ εκείνην την ώραν μαχομένους Έλληνας, αλλά και αυτοί έκαμαν ως γενναίοι πατριώται και καλοί στρατιώται το χρέος των. Μετά δε την μάχην εφύλαξαν τακτικώς τα της πειθαρχίας χρέη των, οδηγούμενοι από τον ρηθέντα λοχαγόν εις τα οδηγητικά χρέη των. Διό αναφερόμεθα εις το Έξοχον Υπουργείον τούτο δια να γνωρίση τους αξίους στρατιώτας, οίτινες δεν έλειψαν από τα χρέη των».
Και ο συνταγματάρχης Π.Γ. Ρόδιος παρατηρεί «ότι ο λόχος των Ευζώνων, και τινες άλλοι στρατιώται εκ των λοιπών λόχων του 1ου Συντάγματος, οδηγούμενοι από τον λοχαγόν Κύριον Κάρπον Παπαδόπουλον, του οποίου αξιωματικός εστάλη ο Κύριος Παναγιώτης Πίσσας, πόσον εμψύχωσεν η παρουσία τούτων τους λοιπούς Έλληνας, και πόσον συνεισέφερον με την ανδρείαν και ευτολμίαν των εις την διατήρησιν των Μύλων» και προτείνει τούτους εις το Υπουργείον Πολέμου δια την ανάλογον ηθικήν αμοιβήν.
ΠΗΓΕΣ :
Διονύσιος Κόκκινος, Η ελληνική Επανάσταση τόμος V, εκδόσεις Μέλισσα
istorikathemata.com
Wikipedia.gr
Κ. Α. Διαμάντη, Θράκες αγωνισταί κατά την Επανάστασιν του 1821, Β’ Αθήναι, 1963
Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 4ος, Αθήνα, 1930
argolikivivliothiki.gr
cretalive.gr
Η κυβέρνηση πανικόβλητη από τις εξελίξεις παρείχε αμνηστία στους φυλακισμένους και όρισε τον Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο όλης της Πελοποννήσου. Ο Κολοκοτρώνης ξεκίνησε να μαζεύει στρατεύματα στο Λεοντάρι, αλλά οι εκκλήσεις του σε όλη την επαναστατημένη Ελλάδα δεν έβρισκαν μεγάλη ανταπόκριση..
Στις 11 Ιουνίου επίσης ο Μακρυγιάννης με 150 άνδρες είχε φτάσει στους Μύλους, ερχόμενος από αποτυχημένες περιπέτειες στην Μεσσηνία και Αρκαδία. Το πρωί της 12ης Ιουνίου εμφανίστηκε ο Αιγυπτιακός στρατός στην Αργολική πεδιάδα. Στο Ναύπλιο είχαν συγκεντρωθεί περίπου είκοσι χιλιάδες γυναικόπαιδα, ασθενείς και άμαχος πληθυσμός. Υπήρχε και ελάχιστος στρατός. Ο Ιμπραήμ δεν είχε σκοπό να επιτεθεί, αλλά μόνο να βολιδοσκοπήσει την κατάσταση. Οι Έλληνες μην γνωρίζοντας τις προθέσεις του βιάστηκαν να συγκεντρώσουν μεγάλο μέρος του Ελληνικού στρατού στους Μύλους, κατά των οποίων κινήθηκε ισχυρή φάλαγγα από πεζούς και ιππείς. Έφτασε και ο Δημήτριος Υψηλάντης μαζί με πολύ λίγους Φιλέλληνες του Ναυπλίου, μερικούς Έλληνες αγωνιστές, και με έναν λόχο ευζώνων οι οποίοι δεν είχαν αρχηγό. Η δύναμη του Υψηλάντη δεν ξεπερνούσε τους 500 άνδρες. Στην ακτή τοποθετήθηκαν και τρία μικρά πολεμικά βρίκια με πυροβόλα. Παρευρέθηκαν δε και οι δύο μοίραρχοι του Αγγλικού και του Γαλλικού στόλου, Άμιλτον και Δεριγνύ,οι οποίοι αγκυροβόλησαν μπροστά στο Ναύπλιο και τους Μύλους αντίστοιχα. Η θέση στους Μύλους ήταν πολύτιμη για το Ναύπλιο καθώς από την τοποθεσία αυτή προερχόταν η ύδρευση της πόλης. Οι υπερασπιστές κατέλαβαν και οχύρωσαν μια σειρά από αποθήκες καθώς και έναν φράχτη που αποτελούσαν μια υποτυπώδη συνεχόμενη γραμμή άμυνας. Αυτόπτης μάρτυρας της πορείας των υπερασπιστών από το Ναύπλιο ήταν ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ, που δεν πίστευε στα μάτια του βλέποντας τις κινήσεις των Ελλήνων στην ακτή. Ο ίδιος πλησίασε τον Υψηλάντη και προσπάθησε να τον μεταπείσει, λέγοντας του ότι είναι σκέτη αυτοκτονία να αντιπαρατεθεί με τόσο λίγους άνδρες σε τόσο αδύναμες θέσεις εναντίον ενός ισχυρού οργανωμένου στρατού που διέθετε πυροβολικό και ιππικό.
Η απάντηση του Υψηλάντη ήταν Λεωνίδειος :"Εδώ ήλθομεν για νικήσωμεν η να αποθάνομεν".
Ο Ιμπραήμ επιτέθηκε στους Μύλους το μεσημέρι της 13ης Ιουνίου. Ο Αιγυπτιακός στρατός ξεκίνησε να αναπτύσσεται για επίθεση κατά μέτωπο με τον Αιγύπτιο στρατηγό να παρακολουθεί με το τηλεσκόπιο του από ένα κοντινό ύψωμα. Η τοποθεσία όμως ευνοούσε τους αμυνόμενους καθώς οι επιτιθέμενοι δεν μπορούσαν να αναπτύξουν όλες τις δυνάμεις τους λόγω των βάλτων της περιοχής. Τρεις επιθέσεις του εχθρικού πεζικού και μία του ιππικού αποκρούστηκαν γενναία. Τότε το εχθρικό πυροβολικό γκρέμισε με εύστοχες βολές το πρόχειρο οχύρωμα του Μακρυγιάννη, και ένας λόχος Αιγυπτίων επιτέθηκε ορμητικά υπερπηδώντας τα ερείπια. Η αντεπίθεση του Μακρυγιάννη ήταν ηρωική. Μαζί με πέντε φιλέλληνες και λίγους εκλεκτούς Έλληνες όρμησαν με το σπαθί τους μόνο και κατέσφαξαν τους πρώτους εισβολείς, ενώ έτρεψαν τους υπόλοιπους σε φυγή. Στην απεγνωσμένη αυτή επίθεση σκοτώθηκε ένας Φιλέλληνας και τραυματίστηκε ο Μακρυγιάννης στον βραχίονα. Η μάχη συνεχιζόταν άγρια, αλλά οι αμυνόμενοι έλαβαν μια σημαντική ενίσχυση από 200 άνδρες με τους Μήτρο Λιακόπουλο και Κάρπο Παπαδόπουλο που εστάλησαν από το Ναύπλιο. Οι ενισχύσεις ενεπλάκησαν στον αγώνα εξυψώνοντας το ηθικό των αμυνόμενων.Οι Αιγύπτιοι μετά τις αποτυχημένες απόπειρες έπαψαν τις επιθέσεις, και επειδή είχε αρχίσει να βραδιάζει, υποχώρησαν και έφυγαν για το Άργος.
Ο Μακρυγιάννης λέει χαρακτηριστικά για εκείνες τις ώρες …..
« Τέλος από αυτά ούτε νερό είχε μέσα, ούτε κανόνι εις τον τόπον του κι᾿ αν έπαιρνε τους Μύλους ο Μπραϊμης, κεντρικόν μέρος της θάλασσας και στεργιάς και πλήθος ζαϊρέδες και πολεμοφόδια και νερό ποταμός, μπλοκάριζε και τ᾿ Ανάπλι. Και εις την κατάστασιν οπού ᾿ταν κάμετε την κρίση αν βαστούσε. Αφού το δυνάμωσα, σε δυο ημέρες ήρθε ο Χατζημιχάλης με τους ανθρώπους μου, οπού μου πήρε, ήρθε κι᾿ ο Κωσταντήμπεγης Μαυρομιχάλης μ᾿ ολίγους κι᾿ ο Υψηλάντης με τους ανθρώπους του, όλους δεκαπέντε ».
Η μάχη για το Ναύπλιο είχε κριθεί. Οι Αιγύπτιοι είχαν περίπου 100 νεκρούς και τραυματίες ενώ οι Έλληνες μόλις 4 νεκρούς .Ο Ιμπραήμ επέλεξε να μην συνεχίσει να επιτίθεται κατά των Μύλων, τόσο επειδή οι αμυνόμενοι επέδειξαν αποφασιστικότητα, αλλά κυρίως γιατί η τοποθεσία ήταν ακατάλληλη για να αναπτύξει τα στρατεύματα του λόγω των βάλτων. Ταυτόχρονα υπήρχε και η απειλή από τα πυροβόλα των Ελληνικών πλοίων που υποστήριζαν τις Ελληνικές θέσεις και μπορούσαν να προκαλέσουν ζημιά στον στρατό του. Έτσι ο Ιμπραήμ προτίμησε να υποχωρήσει και να διεξάγει μια σειρά από επιδρομές στα γύρω χωριά της Αργολίδας. Από Ελληνικής πλευράς αναμφίβολα διακρίθηκε ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης ο οποίος όταν τραυματίστηκε, μεταφέρθηκε στην ναυαρχίδα του Γαλλικού στόλου για περίθαλψη όπου του απέδωσαν τιμές για την διαγωγή του.
Η μάχη των Μύλων ήταν ηρωική νίκη των Ελλήνων. Πολέμησαν κάτω από δυσχερείς έως ανύπαρκτες οχυρωματικές συνθήκες αντιμετωπίζοντας έναν καλά οργανωμένο και οπλισμένο τακτικό στρατό τετραπλάσιας δύναμης. Με την νίκη του αυτή ο Μακρυγιάννης έσωσε σε κρίσιμη στιγμή τον άμαχο πληθυσμό του Ναυπλίου, και διατήρησε σημαντικά αποθέματα τροφίμων και νερού. Αν έπεφταν οι Μύλοι θα χανόταν το Ναύπλιο και θα έσβηνε η Ελληνική επανάσταση στην Πελοπόννησο.
Την 21η Ιουνίου 1825 ο Δημ. Υψηλάντης γράφει τα εξής από τους Μύλους προς το Υπουργείο του Πολέμου. «Ο Λοχαγός Κύριος Καρπός με τον υπό την οδηγίαν του λόχον έφθασε μετά τα μέσα της μάχης της εν Μύλοις και όχι μόνον εγκαρδίωσεν τους κατ’ εκείνην την ώραν μαχομένους Έλληνας, αλλά και αυτοί έκαμαν ως γενναίοι πατριώται και καλοί στρατιώται το χρέος των. Μετά δε την μάχην εφύλαξαν τακτικώς τα της πειθαρχίας χρέη των, οδηγούμενοι από τον ρηθέντα λοχαγόν εις τα οδηγητικά χρέη των. Διό αναφερόμεθα εις το Έξοχον Υπουργείον τούτο δια να γνωρίση τους αξίους στρατιώτας, οίτινες δεν έλειψαν από τα χρέη των».
Και ο συνταγματάρχης Π.Γ. Ρόδιος παρατηρεί «ότι ο λόχος των Ευζώνων, και τινες άλλοι στρατιώται εκ των λοιπών λόχων του 1ου Συντάγματος, οδηγούμενοι από τον λοχαγόν Κύριον Κάρπον Παπαδόπουλον, του οποίου αξιωματικός εστάλη ο Κύριος Παναγιώτης Πίσσας, πόσον εμψύχωσεν η παρουσία τούτων τους λοιπούς Έλληνας, και πόσον συνεισέφερον με την ανδρείαν και ευτολμίαν των εις την διατήρησιν των Μύλων» και προτείνει τούτους εις το Υπουργείον Πολέμου δια την ανάλογον ηθικήν αμοιβήν.
ΠΗΓΕΣ :
Διονύσιος Κόκκινος, Η ελληνική Επανάσταση τόμος V, εκδόσεις Μέλισσα
istorikathemata.com
Wikipedia.gr
Κ. Α. Διαμάντη, Θράκες αγωνισταί κατά την Επανάστασιν του 1821, Β’ Αθήναι, 1963
Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 4ος, Αθήνα, 1930
argolikivivliothiki.gr
cretalive.gr