Η καθολική κοινότητα του Ναυπλίου υποδέχθηκε το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019 το νέο εφημέριο της, Πολωνό Ιερέα π. Ryszard Karapuda.
Στην καθολική εκκλησία στο Ναύπλιο παραβρέθηκε και ο καθολικός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Σεβαστιανός Ροσσολάτο και ο παλιός εφημέριος Georges Chorzempa.
Ακολούθησε λειτουργία στην Καθολική Εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος από τον καθολικό Αρχιεπίσκοπο και τους δύο Ιερείς. Στην εκκλησία παραβρέθηκαν πολλοί Πολωνοί που μένουν στην Αργολίδα για να τιμήσουν με την παρουσία τους τον παλιό εφημέριο.
Ο π.Georges Chorzempa από την Πολωνία είναι Ιερέας πενήντα χρόνια και στο Ναύπλιο υπηρέτησε την καθολική εκκλησία για επτά χρόνια. Ο επόμενος σταθμός της Ιερατικής του καριέρας θα είναι ένα χωριό στην Γαλλία.
Στην εκκλησία παραβρέθηκαν η επίτιμη πρόξενος της Γαλλίας στην Αργολίδα Κατερίνα Τζαννετουλάκου και Γεώργιος Κόνδης, Δρ. Κοινωνιολογίας
Ο Λαμπρυνίδης μαρτυρεί ότι πιθανώς στη θέση αυτή να προϋπήρχε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας (1212-1389) γυναικεία μονή του Δυτικού δόγματος, προτείνοντας την ταύτισή της με μονή, η οποία αναφέρεται στη διαθήκη του Δούκα των Αθηνών Nerio Acciaiuoli, του έτους 1394. Πάντως, σε άλλο σημείο ο Λαμπρυνίδης αναφέρει ότι στη θέση αυτή υπήρχε «αρχαίος ενετικός ναός».
Η σημερινή μορφή του μνημείου παραπέμπει σαφώς σε τέμενος, που η τοπική παράδοση αποδίδει στη χήρα του Αγά Πασά, Φατμέ, η οποία φέρεται να το ανήγειρε στη μνήμη του συζύγου της μετά τον αιφνίδιο θάνατό του. Σε πηγές του 19ου αιώνα μαρτυρείται ως «τέμενος Ιτς Καλέ» («τέμενος του εσωτερικού φρουρίου»), από την τουρκική ονομασία της Ακροναυπλίας, λόγω του ότι το τέμενος ήταν κτισμένο στις βόρειες κλιτύες της.
Η παραχώρηση στην Καθολική Εκκλησία
Το 1839, με τη μεσολάβηση του βασιλιά Όθωνα, ο Δήμος Ναυπλίου παραχώρησε το τέμενος στην Καθολική Εκκλησία, για τις εκκλησιαστικές ανάγκες των τριακοσίων περίπου Ελλήνων και ξένων Καθολικών – κυρίως των Βαυαρών στρατιωτών που ανήκαν στην ακολουθία του βασιλιά. Ο Όθωνας αφιέρωσε το ναό στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, σε ανάμνηση της μεταμόρφωσης της Ελλάδας μετά την απελευθέρωσή της από τους Οθωμανούς.
Κατόπιν ορισμένων επισκευών, τα εγκαίνια του ναού έγιναν το 1840. Το κτίσμα αυτό φέρει έντονες ομοιότητες με το Βουλευτικό, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς τη δόμησή του, με τη διαφορά ότι είναι κτισμένο σε μικρότερη κλίμακα. Είναι προσανατολισμένο στα νοτιοανατολικά, προς τη Μέκκα, έχει βαριές αναλογίες και χαμηλό ημισφαιρικό τρούλο. Είναι δομημένο κατά την ισόδομη λαξευτή τοιχοποιία.
Όσον αφορά στο εσωτερικό του, αξίζει να αναφερθεί η λιτή ξύλινη αψίδα, δωρεά του Γάλλου αξιωματικού και θερμού φιλέλληνα Αυγούστου Ιλαρίωνα Touret, που κοσμεί την εσωτερική πλευρά της εισόδου του ναού και χρονολογείται το 1841. Η αψίδα, που έμεινε γνωστή ως «αψίδα Τουρέ», είναι από ξύλο πεύκου και έχει σχήμα πρόσοψης αρχαίου ελληνικού ναού.
Στους κίονες έχουν αναγραφεί, με λευκό χρώμα, ονόματα ξένων Φιλελλήνων και ο τόπος στον οποίο έπεσαν, ενώ στο αέτωμα υπάρχει ο θυρεός και το στέμμα του Όθωνα εντός του σταυρού των αγωνιστών. Ο ναός κοσμείται επίσης από ελαιογραφία που φέρει παράσταση της Αγίας Οικογένειας (Sacra Famiglia), αντίγραφο του έργο του Ραφαέλο. Ο πίνακας αποτελεί δωρεά του βασιλιά της Γαλλίας Φιλίππου (1843).
Ο Λαμπρυνίδης μαρτυρεί ότι πιθανώς στη θέση αυτή να προϋπήρχε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας (1212-1389) γυναικεία μονή του Δυτικού δόγματος, προτείνοντας την ταύτισή της με μονή, η οποία αναφέρεται στη διαθήκη του Δούκα των Αθηνών Nerio Acciaiuoli, του έτους 1394. Πάντως, σε άλλο σημείο ο Λαμπρυνίδης αναφέρει ότι στη θέση αυτή υπήρχε «αρχαίος ενετικός ναός».
Η σημερινή μορφή του μνημείου παραπέμπει σαφώς σε τέμενος, που η τοπική παράδοση αποδίδει στη χήρα του Αγά Πασά, Φατμέ, η οποία φέρεται να το ανήγειρε στη μνήμη του συζύγου της μετά τον αιφνίδιο θάνατό του. Σε πηγές του 19ου αιώνα μαρτυρείται ως «τέμενος Ιτς Καλέ» («τέμενος του εσωτερικού φρουρίου»), από την τουρκική ονομασία της Ακροναυπλίας, λόγω του ότι το τέμενος ήταν κτισμένο στις βόρειες κλιτύες της.
Η παραχώρηση στην Καθολική Εκκλησία
Το 1839, με τη μεσολάβηση του βασιλιά Όθωνα, ο Δήμος Ναυπλίου παραχώρησε το τέμενος στην Καθολική Εκκλησία, για τις εκκλησιαστικές ανάγκες των τριακοσίων περίπου Ελλήνων και ξένων Καθολικών – κυρίως των Βαυαρών στρατιωτών που ανήκαν στην ακολουθία του βασιλιά. Ο Όθωνας αφιέρωσε το ναό στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, σε ανάμνηση της μεταμόρφωσης της Ελλάδας μετά την απελευθέρωσή της από τους Οθωμανούς.
Κατόπιν ορισμένων επισκευών, τα εγκαίνια του ναού έγιναν το 1840. Το κτίσμα αυτό φέρει έντονες ομοιότητες με το Βουλευτικό, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς τη δόμησή του, με τη διαφορά ότι είναι κτισμένο σε μικρότερη κλίμακα. Είναι προσανατολισμένο στα νοτιοανατολικά, προς τη Μέκκα, έχει βαριές αναλογίες και χαμηλό ημισφαιρικό τρούλο. Είναι δομημένο κατά την ισόδομη λαξευτή τοιχοποιία.
Όσον αφορά στο εσωτερικό του, αξίζει να αναφερθεί η λιτή ξύλινη αψίδα, δωρεά του Γάλλου αξιωματικού και θερμού φιλέλληνα Αυγούστου Ιλαρίωνα Touret, που κοσμεί την εσωτερική πλευρά της εισόδου του ναού και χρονολογείται το 1841. Η αψίδα, που έμεινε γνωστή ως «αψίδα Τουρέ», είναι από ξύλο πεύκου και έχει σχήμα πρόσοψης αρχαίου ελληνικού ναού.
Στους κίονες έχουν αναγραφεί, με λευκό χρώμα, ονόματα ξένων Φιλελλήνων και ο τόπος στον οποίο έπεσαν, ενώ στο αέτωμα υπάρχει ο θυρεός και το στέμμα του Όθωνα εντός του σταυρού των αγωνιστών. Ο ναός κοσμείται επίσης από ελαιογραφία που φέρει παράσταση της Αγίας Οικογένειας (Sacra Famiglia), αντίγραφο του έργο του Ραφαέλο. Ο πίνακας αποτελεί δωρεά του βασιλιά της Γαλλίας Φιλίππου (1843).