Στην Ελλάδα ο Φλώρος είναι γνωστός με τις ονομασίες Ακροκανάρινο, Ατσάραντος, Κιρκιόνι, Λιναρίτης, Τσαράντος, ενώ στην Κύπρο τον λένε Λουλουδά.
Πρόκειται για ένα επιδημητικό πουλί με συνολικό μήκος 14-16 εκατοστά. Ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα είδη της οικογένειάς του από το βαρύ του παράστημα. Το στιβαρό, κωνικό, ανοιχτορόδινο φιλντισένιο ράμφος του είναι τόσο δυνατό, που του επιτρέπει να σπάζει και να ξεφλουδίζει σπόρους αλλά και να τρώει έντομα, σκουλήκια, αγκάθια, βλαστάρια αλλά και μικρά φρούτα τα οποία αποτελούν την διατροφή του.
Οι νεαροί φλώροι έχουν γκριζόλευκο με διάχυτες ρίγες φτέρωμα. Ο ενήλικος αρσενικός έχει στην πλάτη του ομοιόχρωμο "πράσινο των βρύων" φτέρωμα, κιτρινοπράσινο στήθος, γκριζωπά πλαϊνά κεφαλιού, και ανοιχτή γκρίζα πλάκα φτερούγας.
Σε καθιστή στάση ο φλώρος αναγνωρίζεται από τις κίτρινες ακμές των πρωτευόντων, ενώ σε πτήση φαίνεται και το κίτρινο στα πλαϊνά στη βάση της ουράς. Η ουρά είναι στενή και διχαλωτή στην άκρη. Ο ενήλικος θηλυκός έχει πιο θαμπά και μουντά γκρίζα χρώματα, καστανή χροιά με αχνές ραβδώσεις στην πλάτη, και λιγότερο κίτρινο στις φτερούγες και την ουρά. Έχει κοκκινωπά σαρκόχρωμα πόδια.
Πρόκειται για ένα επιδημητικό πουλί με συνολικό μήκος 14-16 εκατοστά. Ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα είδη της οικογένειάς του από το βαρύ του παράστημα. Το στιβαρό, κωνικό, ανοιχτορόδινο φιλντισένιο ράμφος του είναι τόσο δυνατό, που του επιτρέπει να σπάζει και να ξεφλουδίζει σπόρους αλλά και να τρώει έντομα, σκουλήκια, αγκάθια, βλαστάρια αλλά και μικρά φρούτα τα οποία αποτελούν την διατροφή του.
Οι νεαροί φλώροι έχουν γκριζόλευκο με διάχυτες ρίγες φτέρωμα. Ο ενήλικος αρσενικός έχει στην πλάτη του ομοιόχρωμο "πράσινο των βρύων" φτέρωμα, κιτρινοπράσινο στήθος, γκριζωπά πλαϊνά κεφαλιού, και ανοιχτή γκρίζα πλάκα φτερούγας.
Σε καθιστή στάση ο φλώρος αναγνωρίζεται από τις κίτρινες ακμές των πρωτευόντων, ενώ σε πτήση φαίνεται και το κίτρινο στα πλαϊνά στη βάση της ουράς. Η ουρά είναι στενή και διχαλωτή στην άκρη. Ο ενήλικος θηλυκός έχει πιο θαμπά και μουντά γκρίζα χρώματα, καστανή χροιά με αχνές ραβδώσεις στην πλάτη, και λιγότερο κίτρινο στις φτερούγες και την ουρά. Έχει κοκκινωπά σαρκόχρωμα πόδια.
Αναπαραγωγή στη φύση
Χτίζει ανοιχτή καλαθόσχημη φωλιά συχνά σε κυπαρίσσια, αειθαλή δέντρα ή σε πυκνούς θάμνους. Ο φλώρος είναι επιφυλακτικό και ντροπαλό πουλί, ιδιαίτερα την περίοδο της αναπαραγωγής, που για τον φλώρο ξεκινάει από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο.
Για το χτίσιμο της φωλιάς του το ζευγάρι, χρησιμοποιεί ξερά χόρτα, τρίχες ζώων και βρύα. Η θηλυκιά γεννάει 4-6 λευκογάλαζα αυγά με καφετιές ραβδώσεις. Επωάζει τα αυγά, ανάλογα με τις καιρικές περιβαλλοντικές συνθήκες του τόπου διαβίωσής του, από 11-15 μέρες.
Στο μεγάλωμα των νεοσσών συμμετέχουν και οι δυο γονείς για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες και μέχρι τον Οκτώβρη τα μικρά έχουν αναπτυχθεί ικανοποιητικά προκειμένου να επιβιώσουν τον δύσκολο παγερό χειμώνα στην Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη όπου συναντάται.
Βιότοπος
Τον φλώρο τον συναντάμε συνήθως σε παρυφές δασών, δασύλλια, θαμνώδεις εκτάσεις, ενώ μέσα στην πόλη τον βλέπουμε συχνά σε πάρκα και κήπους.
Ενδημεί από την Ιρλανδία ως τα Ουράλια Όρη, την Αραβία, την Βορειοανατολική Αφρική, το Ισραήλ και την Βόρεια Περσία. Όσο πιο βόρεια ζουν τα φλώρια, τόσο πιο μεγαλόσωμα και πιο άτονα σε χρωματισμούς είναι, σε σχέση με τα πουλιά που εμφανίζονται νοτιότερα. Είναι γενικά αρκετά πιο ανθεκτικά στο κρύο και στις ασθένειες από άλλα πουλιά της ίδιας οικογένειας.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ευχάριστο, περίτεχνο, και μακρόσυρτο κελάδημά τους, που είναι γεμάτο τρίλιες, γρήγορα σφυρίγματα και τιτιβίσματα που θυμίζει καναρίνι και Δεντροκελάδα, το έχει καταστήσει σαν ένα εύκολο πουλί για εκτροφή.
Άλλα είδη φλώρων που εμφανίζονται είναι ο φλώρος των Ιμαλαίων Carduelis Spinoides, ο Σινικός φλώρος Carduelis sinica και ο μαυροκέφαλος φλώρος Carduelis ambigua.
Χτίζει ανοιχτή καλαθόσχημη φωλιά συχνά σε κυπαρίσσια, αειθαλή δέντρα ή σε πυκνούς θάμνους. Ο φλώρος είναι επιφυλακτικό και ντροπαλό πουλί, ιδιαίτερα την περίοδο της αναπαραγωγής, που για τον φλώρο ξεκινάει από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο.
Για το χτίσιμο της φωλιάς του το ζευγάρι, χρησιμοποιεί ξερά χόρτα, τρίχες ζώων και βρύα. Η θηλυκιά γεννάει 4-6 λευκογάλαζα αυγά με καφετιές ραβδώσεις. Επωάζει τα αυγά, ανάλογα με τις καιρικές περιβαλλοντικές συνθήκες του τόπου διαβίωσής του, από 11-15 μέρες.
Στο μεγάλωμα των νεοσσών συμμετέχουν και οι δυο γονείς για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες και μέχρι τον Οκτώβρη τα μικρά έχουν αναπτυχθεί ικανοποιητικά προκειμένου να επιβιώσουν τον δύσκολο παγερό χειμώνα στην Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη όπου συναντάται.
Βιότοπος
Τον φλώρο τον συναντάμε συνήθως σε παρυφές δασών, δασύλλια, θαμνώδεις εκτάσεις, ενώ μέσα στην πόλη τον βλέπουμε συχνά σε πάρκα και κήπους.
Ενδημεί από την Ιρλανδία ως τα Ουράλια Όρη, την Αραβία, την Βορειοανατολική Αφρική, το Ισραήλ και την Βόρεια Περσία. Όσο πιο βόρεια ζουν τα φλώρια, τόσο πιο μεγαλόσωμα και πιο άτονα σε χρωματισμούς είναι, σε σχέση με τα πουλιά που εμφανίζονται νοτιότερα. Είναι γενικά αρκετά πιο ανθεκτικά στο κρύο και στις ασθένειες από άλλα πουλιά της ίδιας οικογένειας.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ευχάριστο, περίτεχνο, και μακρόσυρτο κελάδημά τους, που είναι γεμάτο τρίλιες, γρήγορα σφυρίγματα και τιτιβίσματα που θυμίζει καναρίνι και Δεντροκελάδα, το έχει καταστήσει σαν ένα εύκολο πουλί για εκτροφή.
Άλλα είδη φλώρων που εμφανίζονται είναι ο φλώρος των Ιμαλαίων Carduelis Spinoides, ο Σινικός φλώρος Carduelis sinica και ο μαυροκέφαλος φλώρος Carduelis ambigua.