Το Παρατηρητήριο της ανταπόκρισης του Συστήματος Υγείας στην αντιμετώπιση της πανδημίας, που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία του Τομέας Υγείας της ΚΟ και του Τμήματος Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, έχει στόχο τη συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων στην καθημερινή λειτουργία των δημόσιων δομών υγείας, την ανάδειξη προβλημάτων , ελλείψεων, ανεπαρκειών ή λαθών στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.
Με βάση την εικόνα που έχουμε από όλη τη χώρα, εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις στην αναγκαία ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας και των ανθρώπων του για την ανταπόκριση του στις ανάγκες της πανδημίας.
Επαναλαμβάνουμε :
· Συνεχίζεται η ανεπάρκεια των μέσων ατομικής προστασίας (απλές και ειδικές μάσκες, γάντια, γυαλιά, αντισηπτικά υγρά, ποδιές, στολές κλπ) των εργαζομένων στα νοσοκομεία και στις υπόλοιπες δημόσιες δομές υγείας. Μέχρι στιγμής δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά η κατάσταση, παρά τις επίσημες ανακοινώσεις του Υπουργείου. Το ζήτημα αυτό το θέτει με έμφαση η Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών .
· Είναι πολύ καθυστερημένη και ανεπαρκής η ενίσχυση του ΕΣΥ με επιπλέον ιατρικό και νοσηλευτικό-παραϊατρικό προσωπικό. Δεν υπάρχει ακόμα εικόνα για την κατανομή ανά ιατρική ειδικότητα, κλάδο, νοσοκομείο και κλινική ή τμήμα, των εργαζομένων (γιατροί, νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό) που ήδη έχουν αναλάβει υπηρεσία. Θεωρούμε ότι χρειάζεται αναλυτική ενημέρωση σε καθημερινή βάση για την ενίσχυση του ΕΣΥ με προσωπικό ανά ΥΠΕ, νοσοκομείο, Κέντρο Υγείας και ΜΕΘ, καθώς και συστηματική αναφορά για το πόσα νέα δημόσια κρεβάτια εντατικής θεραπείας έχουν ενεργοποιηθεί στο ΕΣΥ.
· Είναι κραυγαλέα πλέον η έλλειψη σχεδιασμού για μόνιμες προσλήψεις. Είναι επείγουσα ανάγκη η άμεση προκήρυξη 4000 μόνιμων γιατρών-νοσηλευτών-λοιπού προσωπικού για τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας όλης της χώρας. Το λέμε σε όλους τους τόνους: Τώρα είναι η ώρα να για σοβαρή και «απλόχερη» επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό του Δημόσιου Συστήματος Υγείας . Για να το «θωρακίσουμε» όχι μόνο για τις έκτακτες ανάγκες της πανδημίας αλλά σε μόνιμη και σταθερή βάση. Υπάρχει πολιτική βούληση από την κυβέρνηση γι’ αυτή την προοπτική ή μήπως το σχέδιο της είναι προσλήψεις συμβασιούχων «μιας χρήσης» για να διαχειριστούμε όπως-όπως την πανδημία και μετά επάνοδος στη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία για «λιγότερο Κράτος» στην Υγεία ;
· Είναι λάθος η μη ενσωμάτωση των δημόσιων δομών ΠΦΥ στο συνολικό σχεδιασμό του Υπουργείου Υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια σήμερα να μην αξιοποιούμε αποδοτικά στη μάχη κατά του κοροναϊού όλο το διαθέσιμο ιατρικό και νοσηλευτικό δυναμικό του ΕΣΥ, όλους τους ειδικευμένους γενικούς-οικογενειακούς γιατρούς και τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας που υπηρετούν στα Κέντρα Υγείας Αστικού και Αγροτικού τύπου, τα Περιφερειακά Ιατρεία και τις ΤΟΜΥ .
· Είναι επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθούν υπηρεσίες κατ’ οίκον φροντίδας ευπαθών ομάδων, χρονίως πασχόντων, ηλικιωμένων και ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας που χρειάζονται συστηματική παρακολούθηση και ολοκληρωμένη φροντίδα (υγειονομική και ψυχοκοινωνική). Τα περιστατικά συμπολιτών μας που πέθαναν αδιάγνωστοι και αβοήθητοι στα σπίτια τους, ήταν μια τραγική προειδοποίηση. Απαιτείται άμεσα και σχεδιασμένα η συνεργασία των δομών ΠΦΥ (Κέντρων Υγείας και ΤΟΜΥ) που έχουν ήδη τεχνογνωσία και εμπειρία κοινοτικής φροντίδας, των Κέντρων Ψυχικής Υγείας, των τμημάτων των νοσοκομείων που ήδη παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες (πχ σε ογκολογικούς ασθενείς), του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» ή άλλων κοινωνικών υπηρεσιών της Αυτοδιοίκησης και του Κράτους. Η ενεργοποίηση ενός ευρύτατου δικτύου Κινητών Μονάδων ΠΦΥ και Ψυχικής Υγείας είναι η απάντηση στην ανάγκη φροντίδας σε επίπεδο κοινότητας αυτών των ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού και οι οποίοι σήμερα αντιμετωπίζουν δυσκολίες μετακίνησης και πρόσβασης σε δημόσιες δομές ή ακόμα και σε επαγγελματίες υγείας του ιδιωτικού τομέα. Δεν πρέπει η αναγκαία εγρήγορση για την αντιμετώπιση περιστατικών με κοροναϊό να οδηγήσει σε υποχώρηση της φροντίδας προς τις υπόλοιπες ομάδες ασθενών και σε ανεπαρκή ανταπόκριση του ΕΣΥ σε άλλα έκτακτα ή επείγοντα περιστατικά που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή συμπολιτών μας. Δεν μπορεί ο σχεδιασμός του Υπουργείου για «κατ’ οίκον φροντίδα» να περιορίζεται μόνο σε συνεργεία που θα κάνουν δειγματοληψίες για τον κοροναϊό.
· Είναι επίσης απαράδεκτη η έλλειψη στοιχειώδους μέριμνας και στοχευμένων μέτρων για ομάδες του πληθυσμού ειδικής ευαλωτότητας, όπως είναι οι πρόσφυγες-μετανάστες, οι Ρομά, οι φυλακισμένοι, οι άστεγοι, οι τοξικοεξαρτημένοι, οι φιλοξενούμενοι σε ψυχιατρικές κλινικές, γηροκομεία ή προνοιακά ιδρύματα, που ζουν σε συνθήκες μαζικής διαβίωσης και συγχρωτισμού ή ανεπάρκειας μέσων προστασίας και τήρησης στοιχειωδών κανόνων ατομικής υγιεινής. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τον «κοινωνικό δαρβινισμό» , με αφορμή την πανδημία .
· Είναι επίσης προβληματική η συνεχιζόμενη ανεπάρκεια των διαγνωστικών tests για το δωρεάν διαγνωστικό έλεγχο της λοίμωξης από κοροναϊό σε όσους ασθενείς, ύποπτα κρούσματα, επαγγελματίες υγείας ή άτομα από το γενικό πληθυσμό απαιτείται, με βάση τα κλινικά και επιδημιολογικά κριτήρια που έχει ορίσει η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων. Απαιτείται να τεθεί υπό τον κεντρικό έλεγχο του Υπουργείου Υγείας η διαχείριση των εργαστηριακών ελέγχων που σχετίζονται με την πανδημία, με αποτύπωση των δυνατοτήτων του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα και τη δημιουργία κοινών κανόνων και κριτηρίων για τη διενέργεια τους. Πάνω απ’ όλα όμως χρειάζεται η ενίσχυση και αξιοποίηση όλων των δημόσιων εργαστηρίων των νοσοκομείων, των Πανεπιστημίων, των Ερευνητικών Ιδρυμάτων, του ΕΚΕΑ κλπ που έχουν πιστοποιημένη εμπειρία στις μοριακές τεχνικές, διασφαλίζοντας την επάρκεια αντιδραστηρίων (με κεντρική προμήθεια από την ΕΚΑΠΥ) και τη δυνατότητα ανάπτυξης αξιόπιστων εργαστηριακών πρωτοκόλλων (με in house δοκιμασίες), με στόχο τη μέγιστη δυνατή διενέργεια αξιόπιστων εξετάσεων ανίχνευσης του ιού και την επιδημιολογική επιτήρηση της πανδημίας μέσα από το Δημόσιο Τομέα (ΕΣΥ-Πανεπιστήμιο-Ερευνητικά Ιδρύματα). Για όσες εξετάσεις πραγματοποιηθούν σε ιδιωτικά εργαστήρια πρέπει να συνταγογραφούνται από τον θεράποντα γιατρό με τις ίδιες ενδείξεις που ισχύουν και στο ΕΣΥ και φυσικά να αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ με βάση την κοστολόγηση που έχει γίνει από το ΚΕΣΥ, χωρίς κανένα περιθώριο κερδοσκοπίας και εκμετάλλευσης των πολιτών.
· Η έλλειψη αίματος για την κάλυψη των αναγκών της χώρας, ιδιαίτερα των πολυμεταγγιζομένων ατόμων, λόγω της μειωμένης προσέλευσης εθελοντών αιμοδοτών αυτή την περίοδο. Η ενίσχυση των αποθεμάτων σε αίμα πρέπει να γίνει μέσα από τη συνεχή ευαισθητοποίηση των πολιτών και την αξιοποίηση χώρων που μπορεί να διαθέσει η Τοπική Αυτοδιοίκηση για την οργάνωση της εθελοντικής αιμοδοσίας εκτός των Αιμοδοσιών των νοσοκομείων. Εδώ οφείλουμε να καταγγείλουμε την πρόωρη και εσπευσμένη αντικατάσταση της Προέδρου του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), της αιματολόγου κας Χ.Ματσούκα, με αναγνωρισμένη θετική θητεία και συμβολή στην κεντρικοποίηση της διαχείρισης του αίματος και στην ενίσχυση της εθελοντικής αιμοδοσίας. Αυτή η κυβερνητική πρακτική, που συναντάται και σε άλλες περιπτώσεις ανθρώπων σε θέσεις ευθύνης του ΕΣΥ ειδικά τώρα, προκαλεί και αποδεικνύει ότι η διάθεση ασφυκτικού κομματικού ελέγχου στο Σύστημα Υγείας δεν υποχωρεί ούτε εν μέσω υγειονομικής κρίσης.
· Χρειάζεται επίσης ειδική μέριμνα από την κυβέρνηση για τους ελευθεροεπαγγελματίες υγειονομικούς (κλινικούς και εργαστηριακούς γιατρούς, οδοντιάτρους, κλπ ) και για τη δυνατότητα τους να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, επικουρικά προς το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, έχοντας στη διάθεση τους επαρκή μέσα ατομικής προστασίας .
Θεωρούμε ότι το Υπουργείο Υγείας και η κυβέρνηση οφείλουν να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα και επάρκεια τα παραπάνω προβλήματα και ελλείψεις, να βελτιώσουν τις συνθήκες ασφαλούς για τους εργαζόμενους και τους πολίτες παροχής υπηρεσιών στο ΕΣΥ και, τέλος, να ενισχύσουν τη διαφάνεια στη διαχείριση των επειγουσών αναγκών σε προσωπικό, προμήθειες υλικών , διενέργειας εργαστηριακών ελέγχων, αξιοποίησης κλινών του ιδιωτικού τομέα μέσω μιας διακομματικής επιτροπής. Μόνο έτσι θα εμπεδωθεί το αναγκαίο αίσθημα αλληλεγγύης και ασφάλειας στην κοινωνία και μόνο έτσι θα μπορέσουν οι υγειονομικοί του Δημόσιου Συστήματος Υγείας να δώσουν με αξιοπρέπεια και αξιοπιστία τη δύσκολη μάχη κατά της πανδημίας.
Με βάση την εικόνα που έχουμε από όλη τη χώρα, εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις στην αναγκαία ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας και των ανθρώπων του για την ανταπόκριση του στις ανάγκες της πανδημίας.
Επαναλαμβάνουμε :
· Συνεχίζεται η ανεπάρκεια των μέσων ατομικής προστασίας (απλές και ειδικές μάσκες, γάντια, γυαλιά, αντισηπτικά υγρά, ποδιές, στολές κλπ) των εργαζομένων στα νοσοκομεία και στις υπόλοιπες δημόσιες δομές υγείας. Μέχρι στιγμής δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά η κατάσταση, παρά τις επίσημες ανακοινώσεις του Υπουργείου. Το ζήτημα αυτό το θέτει με έμφαση η Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών .
· Είναι πολύ καθυστερημένη και ανεπαρκής η ενίσχυση του ΕΣΥ με επιπλέον ιατρικό και νοσηλευτικό-παραϊατρικό προσωπικό. Δεν υπάρχει ακόμα εικόνα για την κατανομή ανά ιατρική ειδικότητα, κλάδο, νοσοκομείο και κλινική ή τμήμα, των εργαζομένων (γιατροί, νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό) που ήδη έχουν αναλάβει υπηρεσία. Θεωρούμε ότι χρειάζεται αναλυτική ενημέρωση σε καθημερινή βάση για την ενίσχυση του ΕΣΥ με προσωπικό ανά ΥΠΕ, νοσοκομείο, Κέντρο Υγείας και ΜΕΘ, καθώς και συστηματική αναφορά για το πόσα νέα δημόσια κρεβάτια εντατικής θεραπείας έχουν ενεργοποιηθεί στο ΕΣΥ.
· Είναι κραυγαλέα πλέον η έλλειψη σχεδιασμού για μόνιμες προσλήψεις. Είναι επείγουσα ανάγκη η άμεση προκήρυξη 4000 μόνιμων γιατρών-νοσηλευτών-λοιπού προσωπικού για τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας όλης της χώρας. Το λέμε σε όλους τους τόνους: Τώρα είναι η ώρα να για σοβαρή και «απλόχερη» επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό του Δημόσιου Συστήματος Υγείας . Για να το «θωρακίσουμε» όχι μόνο για τις έκτακτες ανάγκες της πανδημίας αλλά σε μόνιμη και σταθερή βάση. Υπάρχει πολιτική βούληση από την κυβέρνηση γι’ αυτή την προοπτική ή μήπως το σχέδιο της είναι προσλήψεις συμβασιούχων «μιας χρήσης» για να διαχειριστούμε όπως-όπως την πανδημία και μετά επάνοδος στη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία για «λιγότερο Κράτος» στην Υγεία ;
· Είναι λάθος η μη ενσωμάτωση των δημόσιων δομών ΠΦΥ στο συνολικό σχεδιασμό του Υπουργείου Υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια σήμερα να μην αξιοποιούμε αποδοτικά στη μάχη κατά του κοροναϊού όλο το διαθέσιμο ιατρικό και νοσηλευτικό δυναμικό του ΕΣΥ, όλους τους ειδικευμένους γενικούς-οικογενειακούς γιατρούς και τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας που υπηρετούν στα Κέντρα Υγείας Αστικού και Αγροτικού τύπου, τα Περιφερειακά Ιατρεία και τις ΤΟΜΥ .
· Είναι επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθούν υπηρεσίες κατ’ οίκον φροντίδας ευπαθών ομάδων, χρονίως πασχόντων, ηλικιωμένων και ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας που χρειάζονται συστηματική παρακολούθηση και ολοκληρωμένη φροντίδα (υγειονομική και ψυχοκοινωνική). Τα περιστατικά συμπολιτών μας που πέθαναν αδιάγνωστοι και αβοήθητοι στα σπίτια τους, ήταν μια τραγική προειδοποίηση. Απαιτείται άμεσα και σχεδιασμένα η συνεργασία των δομών ΠΦΥ (Κέντρων Υγείας και ΤΟΜΥ) που έχουν ήδη τεχνογνωσία και εμπειρία κοινοτικής φροντίδας, των Κέντρων Ψυχικής Υγείας, των τμημάτων των νοσοκομείων που ήδη παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες (πχ σε ογκολογικούς ασθενείς), του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» ή άλλων κοινωνικών υπηρεσιών της Αυτοδιοίκησης και του Κράτους. Η ενεργοποίηση ενός ευρύτατου δικτύου Κινητών Μονάδων ΠΦΥ και Ψυχικής Υγείας είναι η απάντηση στην ανάγκη φροντίδας σε επίπεδο κοινότητας αυτών των ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού και οι οποίοι σήμερα αντιμετωπίζουν δυσκολίες μετακίνησης και πρόσβασης σε δημόσιες δομές ή ακόμα και σε επαγγελματίες υγείας του ιδιωτικού τομέα. Δεν πρέπει η αναγκαία εγρήγορση για την αντιμετώπιση περιστατικών με κοροναϊό να οδηγήσει σε υποχώρηση της φροντίδας προς τις υπόλοιπες ομάδες ασθενών και σε ανεπαρκή ανταπόκριση του ΕΣΥ σε άλλα έκτακτα ή επείγοντα περιστατικά που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή συμπολιτών μας. Δεν μπορεί ο σχεδιασμός του Υπουργείου για «κατ’ οίκον φροντίδα» να περιορίζεται μόνο σε συνεργεία που θα κάνουν δειγματοληψίες για τον κοροναϊό.
· Είναι επίσης απαράδεκτη η έλλειψη στοιχειώδους μέριμνας και στοχευμένων μέτρων για ομάδες του πληθυσμού ειδικής ευαλωτότητας, όπως είναι οι πρόσφυγες-μετανάστες, οι Ρομά, οι φυλακισμένοι, οι άστεγοι, οι τοξικοεξαρτημένοι, οι φιλοξενούμενοι σε ψυχιατρικές κλινικές, γηροκομεία ή προνοιακά ιδρύματα, που ζουν σε συνθήκες μαζικής διαβίωσης και συγχρωτισμού ή ανεπάρκειας μέσων προστασίας και τήρησης στοιχειωδών κανόνων ατομικής υγιεινής. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τον «κοινωνικό δαρβινισμό» , με αφορμή την πανδημία .
· Είναι επίσης προβληματική η συνεχιζόμενη ανεπάρκεια των διαγνωστικών tests για το δωρεάν διαγνωστικό έλεγχο της λοίμωξης από κοροναϊό σε όσους ασθενείς, ύποπτα κρούσματα, επαγγελματίες υγείας ή άτομα από το γενικό πληθυσμό απαιτείται, με βάση τα κλινικά και επιδημιολογικά κριτήρια που έχει ορίσει η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων. Απαιτείται να τεθεί υπό τον κεντρικό έλεγχο του Υπουργείου Υγείας η διαχείριση των εργαστηριακών ελέγχων που σχετίζονται με την πανδημία, με αποτύπωση των δυνατοτήτων του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα και τη δημιουργία κοινών κανόνων και κριτηρίων για τη διενέργεια τους. Πάνω απ’ όλα όμως χρειάζεται η ενίσχυση και αξιοποίηση όλων των δημόσιων εργαστηρίων των νοσοκομείων, των Πανεπιστημίων, των Ερευνητικών Ιδρυμάτων, του ΕΚΕΑ κλπ που έχουν πιστοποιημένη εμπειρία στις μοριακές τεχνικές, διασφαλίζοντας την επάρκεια αντιδραστηρίων (με κεντρική προμήθεια από την ΕΚΑΠΥ) και τη δυνατότητα ανάπτυξης αξιόπιστων εργαστηριακών πρωτοκόλλων (με in house δοκιμασίες), με στόχο τη μέγιστη δυνατή διενέργεια αξιόπιστων εξετάσεων ανίχνευσης του ιού και την επιδημιολογική επιτήρηση της πανδημίας μέσα από το Δημόσιο Τομέα (ΕΣΥ-Πανεπιστήμιο-Ερευνητικά Ιδρύματα). Για όσες εξετάσεις πραγματοποιηθούν σε ιδιωτικά εργαστήρια πρέπει να συνταγογραφούνται από τον θεράποντα γιατρό με τις ίδιες ενδείξεις που ισχύουν και στο ΕΣΥ και φυσικά να αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ με βάση την κοστολόγηση που έχει γίνει από το ΚΕΣΥ, χωρίς κανένα περιθώριο κερδοσκοπίας και εκμετάλλευσης των πολιτών.
· Η έλλειψη αίματος για την κάλυψη των αναγκών της χώρας, ιδιαίτερα των πολυμεταγγιζομένων ατόμων, λόγω της μειωμένης προσέλευσης εθελοντών αιμοδοτών αυτή την περίοδο. Η ενίσχυση των αποθεμάτων σε αίμα πρέπει να γίνει μέσα από τη συνεχή ευαισθητοποίηση των πολιτών και την αξιοποίηση χώρων που μπορεί να διαθέσει η Τοπική Αυτοδιοίκηση για την οργάνωση της εθελοντικής αιμοδοσίας εκτός των Αιμοδοσιών των νοσοκομείων. Εδώ οφείλουμε να καταγγείλουμε την πρόωρη και εσπευσμένη αντικατάσταση της Προέδρου του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), της αιματολόγου κας Χ.Ματσούκα, με αναγνωρισμένη θετική θητεία και συμβολή στην κεντρικοποίηση της διαχείρισης του αίματος και στην ενίσχυση της εθελοντικής αιμοδοσίας. Αυτή η κυβερνητική πρακτική, που συναντάται και σε άλλες περιπτώσεις ανθρώπων σε θέσεις ευθύνης του ΕΣΥ ειδικά τώρα, προκαλεί και αποδεικνύει ότι η διάθεση ασφυκτικού κομματικού ελέγχου στο Σύστημα Υγείας δεν υποχωρεί ούτε εν μέσω υγειονομικής κρίσης.
· Χρειάζεται επίσης ειδική μέριμνα από την κυβέρνηση για τους ελευθεροεπαγγελματίες υγειονομικούς (κλινικούς και εργαστηριακούς γιατρούς, οδοντιάτρους, κλπ ) και για τη δυνατότητα τους να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, επικουρικά προς το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, έχοντας στη διάθεση τους επαρκή μέσα ατομικής προστασίας .
Θεωρούμε ότι το Υπουργείο Υγείας και η κυβέρνηση οφείλουν να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα και επάρκεια τα παραπάνω προβλήματα και ελλείψεις, να βελτιώσουν τις συνθήκες ασφαλούς για τους εργαζόμενους και τους πολίτες παροχής υπηρεσιών στο ΕΣΥ και, τέλος, να ενισχύσουν τη διαφάνεια στη διαχείριση των επειγουσών αναγκών σε προσωπικό, προμήθειες υλικών , διενέργειας εργαστηριακών ελέγχων, αξιοποίησης κλινών του ιδιωτικού τομέα μέσω μιας διακομματικής επιτροπής. Μόνο έτσι θα εμπεδωθεί το αναγκαίο αίσθημα αλληλεγγύης και ασφάλειας στην κοινωνία και μόνο έτσι θα μπορέσουν οι υγειονομικοί του Δημόσιου Συστήματος Υγείας να δώσουν με αξιοπρέπεια και αξιοπιστία τη δύσκολη μάχη κατά της πανδημίας.