Την τύχη με το μέρος του είχε ένας μικρός γκιώνης ,(είδος κουκουβάγιας) , που βρέθηκε μέσα σε καφετέρια στο κέντρο του Ναυπλίου.
Φωλιάζει σε τρύπες και κοιλότητες δένδρων ή εγκαταλειμμένες φωλιές άλλων πουλιών. Ζει και αναπαράγεται σε ανοιχτά δάση, οικισμούς, πάρκα, κοντά σε κατοικημένες περιοχές, φυτείες, κήπους . Τρέφεται κυρίως με έντομα, αλλά πολλές φορές θηρεύει και μικρά ερπετά και μικρά θηλαστικά και είναι ιδιαίτερα ωφέλιμος στη γεωργία. Υπάρχει μια πολύ γνωστή λαϊκή παράδοση που προσπαθεί να εξηγήσει το λάλημα του γκιώνη.
Ο μικρός γκιώνης προφανώς είδε τα μικρά παπαγαλάκια που βρίσκονταν στη καφετέρια '' Mammas'' μέσα στο κλουβί τους και θέλησε να τα πιάσει . Δυστυχώς όμως η απόπειρα του απέτυχε και βρέθηκε στην αγκαλιά του ιδιοκτήτη της καφετέριας'.
Εκείνος μετά από επικοινωνία με ειδικό κτηνίατρο του έδωσε τις συμβουλές του και του είπε να τον αφήσει ελεύθερο στη φύση. Έτσι το μικρό πτηνό πέταξε και πάλι ελεύθερο στο Ναυπλιακό ουρανό.
Ο Γκιώνης είναι ένα είδος μικρής κουκουβάγιας. Η επιστημονική ονομασία του γκιώνη είναι Otus scops (Ώτος ο σκωψ). Η λέξη "ώτος" (από το ους = αφτί), σημαίνει τον "αφτιά" . Η λέξη γκιώνης είναι ηχομιμητική και προσομοιάζει το άκουσμα της φωνής του πουλιού. Άλλες κοινές ονομασίες είναι νυχτοπούλι και κλώσσος. Ο γκιώνης, με μήκος 19 περίπου εκατοστά, είναι η μικρότερη ευρωπαϊκή γλαύκα . Είναι λίγο μικρότερος από την Μικρή κουκουβάγια (Athene noctua), με λεπτότερο σχήμα, μακρύτερη ουρά και πόδια χωρίς φτερά. Το φτέρωμά του είναι ανοιχτόχρωμο, καστανοκόκκινο προς γκρίζο,. Το χρώμα της ίριδάς του είναι κίτρινο. Ο γκιώνης είναι αποκλειστικά νυκτόβιος και θερμόφιλος.
Φωλιάζει σε τρύπες και κοιλότητες δένδρων ή εγκαταλειμμένες φωλιές άλλων πουλιών. Ζει και αναπαράγεται σε ανοιχτά δάση, οικισμούς, πάρκα, κοντά σε κατοικημένες περιοχές, φυτείες, κήπους . Τρέφεται κυρίως με έντομα, αλλά πολλές φορές θηρεύει και μικρά ερπετά και μικρά θηλαστικά και είναι ιδιαίτερα ωφέλιμος στη γεωργία. Υπάρχει μια πολύ γνωστή λαϊκή παράδοση που προσπαθεί να εξηγήσει το λάλημα του γκιώνη.
Ήταν, κατά την παράδοση, δύο αδερφοί ο Γκιώνης (ή Αντώνης) και ο Δήμος. Ο Δήμος λοιπόν σκότωσε τον Γκιώνη και όταν το μετάνιωσε μεταμορφώθηκε από τη λύπη του (ή τον μεταμόρφωσε μετά από δική του παράκληση ο Θεός) σε πουλί, που κλαίει τον αδικοχαμένο αδερφό του: "Γκιων! Γκιων!".