Ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Ανδριανός στην ομιλία του στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής ως εισηγητής της πλειοψηφίας στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις», δήλωσε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Καλούμαστε σήμερα να επεξεργαστούμε ένα πολυνομοσχέδιο για την εκπαίδευση, που αποτυπώνει με ξεκάθαρο τρόπο τις κυβερνητικές προτεραιότητες γι’ αυτό το κρίσιμο εθνικό θέμα, αλλά και ανταποκρίνεται στη διακηρυγμένη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας τόσο της εκπαιδευτικής κοινότητας – των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των σπουδαστών, των γονέων και των κηδεμόνων όσο και ευρύτερα της ελληνικής κοινωνίας.
Πριν αναφερθώ στα περιεχόμενα του νομοσχεδίου, οφείλω πρώτα απ’ όλα να υπογραμμίσω την αποτελεσματικότητα με την οποία η πολιτική ηγεσία και τα στελέχη του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, την Επιτροπή Λοιμοξιολόγων και την Πολιτική Προστασία, διαχειρίστηκαν και συνεχίζουν να διαχειρίζονται τις προκλήσεις που δημιούργησε η κρίση του κορονοϊού.
Παρά το γεγονός ότι, όπως τόνισε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, στην κρίση αυτή ολόκληρη η κοινωνία μας κλήθηκε να κινηθεί σε αχαρτογράφητα νερά, το Υπουργείο με υπευθυνότητα, αποτελεσματικότητα και ευαισθησία έπραξε και πράττει ό,τι χρειάζεται ώστε αφενός να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία στους εκπαιδευτικούς, τα παιδιά και τις οικογένειές τους και τον γενικό πληθυσμό, και αφετέρου να συνεχιστεί με τον πλέον πρόσφορο τρόπο η εκπαιδευτική διαδικασία αξιοποιώντας προς τούτο κάθε δυνατότητα που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.
Μετά τα Λύκεια και τα Γυμνάσια, σήμερα το πρωί χτύπησε το κουδούνι και στα Δημοτικά και τα Νηπιαγωγεία της χώρας. Εύχομαι λοιπόν στα παιδιά με αυτή την ευκαιρία, στους δασκάλους, τους γονείς, καλή συνέχεια με υγεία και δημιουργικότητα.
Και εδώ θέλω να μου επιτρέψετε ξεχωριστά να εξάρω την καθοριστική συμβολή των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, που με υψηλό φρόνημα και ευσυνειδησία, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, εξοικειώθηκαν με τα νέα εργαλεία και τα αξιοποίησαν με δημιουργικότητα, παρέχοντας στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους, όχι μόνο τη συνέχιση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και την αισιοδοξία ότι από αυτή την περιπέτεια θα βγούμε νικητές.
Όπως επίσης, οφείλω να υπογραμμίσω την υπευθυνότητα με την οποία η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ανταποκρίθηκε στις προτάσεις, τις επισημάνσεις, αλλά και τις εποικοδομητικές κριτικές αυτούς τους κρίσιμους τελευταίους μήνες, αποδεικνύοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την αποφασιστική βούληση της σημερινής κυβέρνησης να επιδιώκει ενεργά τη σύνθεση μακριά από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις.
Αυτή άλλωστε η αποφασιστικότητα, διαφαίνεται ξεκάθαρα και στον τρόπο με τον οποίο προετοιμάστηκε το νομοσχέδιο το οποίο συζητάμε σήμερα.
Πρώτα απ’ όλα, κανείς δεν αιφνιδιάζεται. Ο βασικός προσανατολισμός, οι άξονες και οι επιμέρους προβλέψεις του νομοσχεδίου είχαν ήδη αποτυπωθεί στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας και τέθηκαν στην κρίση των πολιτών.
Είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς και παραγωγικής δουλειάς που ξεκίνησε πολύ πριν τις εκλογές στο πλαίσιο του Τομέα Παιδείας της Νέας Δημοκρατίας, και φυσικά συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε μετά τις εκλογές.
Αυτή η βούληση σύνθεσης συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της δημόσιας διαβούλευσης, που διήρκησε από τις 22 Απριλίου έως τις 6 Μαΐου, κατά την οποία κατατέθηκαν πάνω από 14.700 σχόλια, πολλά από τα οποία αποτυπώθηκαν στο κείμενο του νομοσχεδίου, και συνεχίζεται και σήμερα στη φάση της επεξεργασίας.
Είναι σημαντικό ότι το νομοσχέδιο αυτό εισήχθη αφού διήλθαμε από την πιο δύσκολη φάση της πανδημίας, ακολουθεί την κανονική διαδικασία, και σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις της ίδιας της Υπουργού, παραμένει βεβαίως ανοιχτό προς επιμέρους βελτιωτικές συμπληρώσεις και τροποποιήσεις από προτάσεις των φορέων και των κοινοβουλευτικών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα όμως, αποτυπώνει στις προβλέψεις του συνολικά μια σαφή φιλοσοφία για το σύγχρονο σχολείο και ευρύτερα την παιδεία.
Μια φιλοσοφία που θέλει ένα σχολείο που τιμώντας πλήρως τη βασική αποστολή της διαφύλαξης και της προαγωγής της πολιτιστικής μας ταυτότητας, ανταποκρίνεται χωρίς φοβικότητα και προκαταλήψεις στις ανάγκες, τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες της εποχής μας.
Ένα σχολείο που ενθαρρύνει τα παιδιά να επιδιώξουν την αριστεία στα πεδία που τους ταιριάζουν και τους εμπνέουν, που τα μορφώνει σφαιρικά και τους παρέχει τις γνώσεις, τις δεξιότητες, αλλά και τη δύναμη του χαρακτήρα και την αρετή ώστε να κυνηγήσουν τα δικά τους όνειρα και ταυτόχρονα να συμβάλλουν ουσιαστικά στην κοινή προκοπή.
Ένα σχολείο που, αντί να επιλέγει τον εύκολο αλλά αδιέξοδο δρόμο της ήσσονος προσπάθειας, της απάθειας, της απαξίωσης και της ισοπέδωσης προς τα κάτω, λειτουργεί πραγματικά και ουσιαστικά ως ο ισχυρότερος μοχλός κοινωνικής κινητικότητας, ως το αποτελεσματικότερο εργαλείο που διαθέτουμε ως κοινωνία για να αντιμετωπίσουμε την πολύ υπαρκτή ανισότητα και αδικία.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι ξεκινά «από κάτω προς τα πάνω», από το νηπιαγωγείο δηλαδή έως και το πανεπιστήμιο, ενώ εισάγει εύλογες, αιτιολογημένες αλλαγές που βασίζονται στην επιστημονική γνώση και τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, με τρόπο που επιτρέπει στα παιδιά και τις οικογένειές τους, στους εκπαιδευτικούς και σε κάθε ενδιαφερόμενο να κάνουν τους σχεδιασμούς τους χωρίς ανατροπές και αιφνιδιασμούς.
Το νομοσχέδιο κινείται σε τρεις άξονες: την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών στο σχολείο, τις στοχευμένες παρεμβάσεις για την ενίσχυση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου, και τις οργανωτικές και βελτιωτικές ρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση.
Όπως έχετε διαπιστώσει, πρόκειται για ένα μεγάλο σε έκταση και εύρος νομοθέτημα με 115 άρθρα κατανεμημένα σε 10 κεφάλαια.
Στην κατ’ άρθρο επεξεργασία θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις εισαγόμενες ρυθμίσεις λεπτομερειακά. Σε αυτή τη φάση, θέλω να σταθώ κυρίως στις βασικές καινοτομίες που εισάγονται καθώς και στη φιλοσοφία που τις διέπει και τις καθοδηγεί, η οποία διαφέρει σημαντικά από την αντίστοιχη της προηγούμενης κυβέρνησης.
Ξεκινώ από τις αλλαγές στο νηπιαγωγείο, στο βασικό και απ’ ό,τι φαίνεται πιο σημαντικό βήμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Είναι εδώ πολύ σημαντικό ότι εισάγεται η πρώτη επαφή με την αγγλική γλώσσα μέσα από δημιουργικές δραστηριότητες.
Στην ίδια κατεύθυνση, ενισχύεται η διδασκαλία των αγγλικών και στο δημοτικό, ενώ συνολικά δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε σχέση με τα ισχύοντα σήμερα και στη διδασκαλία της πληροφορικής, των κλασικών γραμμάτων, και της φυσικής αγωγής.
Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η εισαγωγή των εργαστηρίων δεξιοτήτων από το νηπιαγωγείο μέχρι και το γυμνάσιο, μια πρωτοβουλία που έχει ως στόχο τη συστηματικότερη καλλιέργεια ήπιων δεξιοτήτων στα παιδιά και την παροχή απαραίτητων για την εποχή μας γνώσεων για θέματα που εκτείνονται από τον εθελοντισμό και την οδική ασφάλεια, την πρόληψη από εξαρτήσεις και τον σεβασμό στη διαφορετικότητα, μέχρι τη ρομποτική, τη σεξουαλική αγωγή και την επιχειρηματικότητα.
Εκεί λοιπόν που η προηγούμενη κυβέρνηση δίστασε, εμείς τολμάμε να εισαγάγουμε με σεβασμό, υπευθυνότητα και επιστημονικότητα αντικείμενα και θέματα απολύτως κρίσιμα για την υγεία και την ποιότητα ζωής των παιδιών μας.
Ενώ παράλληλα, προχωράνε σε μεγαλύτερο βάθος οι αλλαγές σε προγράμματα και σχολικά βιβλία ώστε να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο τα σχολεία μας με σύγχρονο, άρτιο, ποιοτικό και καλαίσθητο εκπαιδευτικό υλικό που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των σημερινών παιδιών και νέων ανθρώπων.
Σε ό,τι αφορά κυρίως τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι μέθοδοι αποτίμησης της προόδου των μαθητών διευρύνονται, και αυξάνονται τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα ενώ συστήνεται η τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας στο λύκειο – ένα ιδιαίτερα χρήσιμο μέτρο για την εναρμόνιση της αξιολόγησης και την κάλυψη της ύλης.
Επίσης ιδιαίτερη σημασία έχει η εισαγωγή του λεγόμενου «κόντρα» μαθήματος στην Γ’ Λυκείου. Έτσι, οι μαθητές που θα επιλέγουν πρακτική κατεύθυνση θα εξετάζονται και στην ιστορία, ενώ οι μαθητές της θεωρητικής κατεύθυνσης θα εξετάζονται και στα μαθηματικά, με τα μαθήματα αυτά να προσμετρώνται στο απολυτήριο, ώστε να ενισχυθεί ο χαρακτήρας του λυκείου ως χώρος καλλιέργειας της γενικής παιδείας και όχι ως προθάλαμος εξετάσεων για το πανεπιστήμιο.
Ακόμη, εξορθολογίζεται η διαδικασία προαγωγής και απόλυσης των μαθητών, ενώ επαναφέρεται η αναγραφή του χαρακτηρισμού της διαγωγής των μαθητών στους τίτλους σπουδών, ένα παιδαγωγικό μέτρο που στόχο έχει την ταυτόχρονη καλλιέργεια των αρετών της ελευθερίας και της ευθύνης, μια σύνθεση απολύτως αναγκαία για τη μετέπειτα ζωή του παιδιού.
Ξανά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, θέλω να σταθώ σε δύο πολύ σημαντικές προβλέψεις:
Η πρώτη αφορά τη θεσμοθέτηση ενός συνεκτικού, λειτουργικού και δίκαιου πλαισίου για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου. Με απόλυτο σεβασμό στην ευσυνειδησία της πολύ μεγάλης πλειονότητας των εκπαιδευτικών, με απόλυτο σεβασμό στη δυνατότητα κάθε εκπαιδευτικής κοινότητας να ορίζει εκπαιδευτικούς στόχους και να αποφασίζει τους βέλτιστους τρόπους επίτευξής τους, η πρόβλεψη αυτή, που βασίζεται στο τρίπτυχο «Προγραμματισμός – Αυτοαξιολόγηση – Εξωτερική Αξιολόγηση» έχει ως στόχο την επιβράβευση των νησίδων της αριστείας, την ανάδειξη των θετικών παραδειγμάτων και την ενσωμάτωσή τους στην ευρύτερη εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και την έγκαιρη παροχή της δυνατότητας ενίσχυσης εκεί όπου αυτό χρειάζεται.
Ταυτόχρονα βεβαίως, ενισχύονται οι δυνατότητες περαιτέρω επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών μας με προγράμματα, δράσεις και πρωτοβουλίες στις οποίες έχει σημαντικό ρόλο το ΙΕΠ.
Στο παρελθόν, σε εποχές μειωμένης κοινωνικής εμπιστοσύνης, κάθε αναφορά σε αξιολόγηση συναντούσε μεγάλες αντιδράσεις. Όμως ταυτόχρονα, όλοι αναγνωρίζαμε ακόμη και τότε πως όταν δεν έχεις σαφή εικόνα του πραγματικού αποτελέσματος μιας διαδικασίας, όταν δεν έχεις δείκτες ποιότητας, όταν δεν έχεις κανέναν τρόπο να επιβραβεύσεις την αριστεία και να παρέμβεις ενισχυτικά εκεί όπου χρειάζεται τότε δεν μπορείς και να βελτιώσεις τα πράγματα.
Η πρόκληση λοιπόν σήμερα είναι, μαζί με την ευρύτερη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο κράτους και τους θεσμούς που ήδη συντελείται, να πείσει η κυβέρνηση στην πράξη ακόμη και τους πιο δύσπιστους και επιφυλακτικούς ότι η αξιολόγηση θα γίνει όπως πρέπει και θα αποδώσει τα θετικά της αποτελέσματα.
Η δεύτερη μεγάλη τομή την οποία θέλω να υπογραμμίσω είναι η ενίσχυση και διεύρυνση του θεσμού των Προτύπων και των Πειραματικών σχολείων, ένας θεσμός που χτυπήθηκε στο παρελθόν από μια τυφλή και άδικη πιστεύω προκατάληψη.
Το νομοσχέδιο αυτό όχι απλώς αποκαθιστά αυτούς τους πολύτιμους για την εκπαίδευση και την κοινωνία μας συνολικά θεσμούς, αλλά και προβλέπει την επέκταση των Προτύπων και Πειραματικών ώστε να γίνουν διαθέσιμα σε ολοένα και περισσότερα παιδιά, σε ολοένα και περισσότερες οικογένειες και να μπολιάσουν με τις καινοτόμες πρακτικές τους ακόμη πιο αποτελεσματικά ολόκληρη την εκπαιδευτική διαδικασία.
Χαρακτηριστικά, από το Σεπτέμβριο 2020 προβλέπεται η λειτουργία 28 Πρότυπων και 34 Πειραματικών Σχολείων, αλλά και η έκδοση ανοιχτής πρόσκλησης για μετατροπή δημοσίων σχολείων σε πρότυπα και πειραματικά. Μάλιστα, η επέκταση των σχολείων αυτών ξεκινά εμβληματικά από τη Δυτική Αττική, μια επιλογή που συμβολίζει την πίστη μας ότι το ποιοτικό δημόσιο σχολείο ενισχύει κυρίως τις οικογένειες με χαμηλότερο εισόδημα, δίνοντας στα παιδιά ουσιαστικές ευκαιρίες να κυνηγήσουν τα όνειρά τους και να προκόψουν.
Ιδιαίτερα μεγάλη σημασία έχουν ακόμη οι προβλέψεις που στοχεύουν στην αποτελεσματικότερη στελέχωση των σχολικών μονάδων ιδίως σε απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές. Ακόμη και στην Αργολίδα, την περιφέρεια όπου εκλέγομαι, παρά το γεγονός ότι χιλιομετρικά δεν απέχει υπερβολικά από την Αθήνα, υπάρχουν πολλά σχολεία ιδίως σε ορεινές περιοχές που συχνά περνούν μήνες μέχρι να καλυφθούν τα κενά σε εκπαιδευτικούς.
Τα μέτρα όπως η διπλή μοριοδότηση για τις δυσπρόσιτες περιοχές και η μείωση της διάρκειας των πινάκων απαντούν σ’ αυτό το οξύ πρόβλημα.Με επόμενο δε νομοθέτημα προβλέπεται να ρυθμιστούν και άλλα σχετικά ζητήματα.
Θέλω ξεχωριστά να σταθώ στις προβλέψεις που αφορούν τους διορισμούς για την ειδική αγωγή. Επισημαίνω εδώ ότι σύμφωνα και με τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης, προχωρά κανονικά η διαδικασία για την πρόσληψη 4.500 εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής. Ήδη έχουν αναρτηθεί οι πίνακες για 1040 εκπαιδευτικούς και βοηθητικό προσωπικό ειδικής αγωγής.
Σε ό,τι αφορά τέλος στις ρυθμίσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, υπογραμμίζω την ενίσχυση της εξωστρέφειας των πανεπιστημίων με τη δυνατότητα αυτόνομης ίδρυσης ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων, κοινών και διπλών προγραμμάτων μεταξύ ελληνικών και ξένων ιδρυμάτων καθώς και θερινών προγραμμάτων. Υπογραμμίζω τον εξορθολογισμό του πλαισίου των μετεγγραφών με την εισαγωγή ακαδημαϊκού κριτηρίου, αλλά και την πληρέστερη και δικαιότερη εξέταση των οικονομικών και κοινωνικών κριτηρίων.
Υπογραμμίζω τέλος τις αλλαγές που αφορούν τη διαδικασία της ανάδειξης των πρυτανικών αρχών που εγγυούνται τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία από αθέμιτες πιέσεις και αντιδημοκρατικές πρακτικές και την εναρμόνιση με τις βέλτιστες πρακτικές και τις δυνατότητες της σύγχρονης τεχνολογίας.
Θέλω επίσης να αναφερθώ στις προβλέψεις του τρίτου κεφαλαίου του νομοσχεδίου που αφορούν την ενίσχυση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό, ένα ευαίσθητο ζήτημα εθνικού χαρακτήρα στο οποίο οφείλουμε ως οργανωμένη πολιτεία να αφιερώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίνοντας στα ελληνόπουλα του εξωτερικού τη δυνατότητα να γνωρίσουν, να βιώσουν και να αγαπήσουν τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Θα μπορούσε ίσως η σημερινή κυβέρνηση να ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο της συντηρητικής διαχείρισης, που όμως δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της τεράστιας πλειονότητας της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Θα μπορούσε ίσως η σημερινή κυβέρνηση να κινηθεί με γνώμονα την ιδεοληψία, την προκατάληψη και τον φόβο της αλλαγής.
Αν το έκανε όμως αυτό, δεν θα τιμούσε το δεσμευτικό συμβόλαιο που συνυπογράψαμε με τους πολίτες στις εκλογές του περσινού καλοκαιριού.
Δεν θα τιμούσε την ιστορία της Νέας Δημοκρατίας, της παράταξης που σταθερά ιεραρχεί το συμφέρον του έθνους και της κοινωνίας πάνω από οποιαδήποτε άλλη στόχευση.
Είμαι γι’ αυτό ιδιαίτερα ευτυχής που έχω σήμερα την τιμή να εισηγούμαι στην Επιτροπή ένα νομοσχέδιο που με τρόπο συστηματικό και συνεκτικό διορθώνει λάθη, καλύπτει κενά, αλλά πρωτίστως δημιουργεί ένα νέο, σύγχρονο, αισιόδοξο περιβάλλον για την παιδεία στη χώρα μας, δίνοντας στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους καλύτερες και ουσιαστικότερες ευκαιρίες πραγματικής μόρφωσης και απόκτησης των εργαλείων που θα τους επιτρέψουν να γίνουν καλοί και άξιοι πολίτες, να προκόψουν στο πεδίο που θα επιλέξουν και να συμβάλουν ταυτόχρονα στην κοινή προκοπή ολόκληρης της κοινωνίας μας».
«Καλούμαστε σήμερα να επεξεργαστούμε ένα πολυνομοσχέδιο για την εκπαίδευση, που αποτυπώνει με ξεκάθαρο τρόπο τις κυβερνητικές προτεραιότητες γι’ αυτό το κρίσιμο εθνικό θέμα, αλλά και ανταποκρίνεται στη διακηρυγμένη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας τόσο της εκπαιδευτικής κοινότητας – των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των σπουδαστών, των γονέων και των κηδεμόνων όσο και ευρύτερα της ελληνικής κοινωνίας.
Πριν αναφερθώ στα περιεχόμενα του νομοσχεδίου, οφείλω πρώτα απ’ όλα να υπογραμμίσω την αποτελεσματικότητα με την οποία η πολιτική ηγεσία και τα στελέχη του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, την Επιτροπή Λοιμοξιολόγων και την Πολιτική Προστασία, διαχειρίστηκαν και συνεχίζουν να διαχειρίζονται τις προκλήσεις που δημιούργησε η κρίση του κορονοϊού.
Παρά το γεγονός ότι, όπως τόνισε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, στην κρίση αυτή ολόκληρη η κοινωνία μας κλήθηκε να κινηθεί σε αχαρτογράφητα νερά, το Υπουργείο με υπευθυνότητα, αποτελεσματικότητα και ευαισθησία έπραξε και πράττει ό,τι χρειάζεται ώστε αφενός να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία στους εκπαιδευτικούς, τα παιδιά και τις οικογένειές τους και τον γενικό πληθυσμό, και αφετέρου να συνεχιστεί με τον πλέον πρόσφορο τρόπο η εκπαιδευτική διαδικασία αξιοποιώντας προς τούτο κάθε δυνατότητα που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.
Μετά τα Λύκεια και τα Γυμνάσια, σήμερα το πρωί χτύπησε το κουδούνι και στα Δημοτικά και τα Νηπιαγωγεία της χώρας. Εύχομαι λοιπόν στα παιδιά με αυτή την ευκαιρία, στους δασκάλους, τους γονείς, καλή συνέχεια με υγεία και δημιουργικότητα.
Και εδώ θέλω να μου επιτρέψετε ξεχωριστά να εξάρω την καθοριστική συμβολή των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, που με υψηλό φρόνημα και ευσυνειδησία, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, εξοικειώθηκαν με τα νέα εργαλεία και τα αξιοποίησαν με δημιουργικότητα, παρέχοντας στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους, όχι μόνο τη συνέχιση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και την αισιοδοξία ότι από αυτή την περιπέτεια θα βγούμε νικητές.
Όπως επίσης, οφείλω να υπογραμμίσω την υπευθυνότητα με την οποία η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ανταποκρίθηκε στις προτάσεις, τις επισημάνσεις, αλλά και τις εποικοδομητικές κριτικές αυτούς τους κρίσιμους τελευταίους μήνες, αποδεικνύοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την αποφασιστική βούληση της σημερινής κυβέρνησης να επιδιώκει ενεργά τη σύνθεση μακριά από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις.
Αυτή άλλωστε η αποφασιστικότητα, διαφαίνεται ξεκάθαρα και στον τρόπο με τον οποίο προετοιμάστηκε το νομοσχέδιο το οποίο συζητάμε σήμερα.
Πρώτα απ’ όλα, κανείς δεν αιφνιδιάζεται. Ο βασικός προσανατολισμός, οι άξονες και οι επιμέρους προβλέψεις του νομοσχεδίου είχαν ήδη αποτυπωθεί στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας και τέθηκαν στην κρίση των πολιτών.
Είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς και παραγωγικής δουλειάς που ξεκίνησε πολύ πριν τις εκλογές στο πλαίσιο του Τομέα Παιδείας της Νέας Δημοκρατίας, και φυσικά συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε μετά τις εκλογές.
Αυτή η βούληση σύνθεσης συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της δημόσιας διαβούλευσης, που διήρκησε από τις 22 Απριλίου έως τις 6 Μαΐου, κατά την οποία κατατέθηκαν πάνω από 14.700 σχόλια, πολλά από τα οποία αποτυπώθηκαν στο κείμενο του νομοσχεδίου, και συνεχίζεται και σήμερα στη φάση της επεξεργασίας.
Είναι σημαντικό ότι το νομοσχέδιο αυτό εισήχθη αφού διήλθαμε από την πιο δύσκολη φάση της πανδημίας, ακολουθεί την κανονική διαδικασία, και σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις της ίδιας της Υπουργού, παραμένει βεβαίως ανοιχτό προς επιμέρους βελτιωτικές συμπληρώσεις και τροποποιήσεις από προτάσεις των φορέων και των κοινοβουλευτικών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα όμως, αποτυπώνει στις προβλέψεις του συνολικά μια σαφή φιλοσοφία για το σύγχρονο σχολείο και ευρύτερα την παιδεία.
Μια φιλοσοφία που θέλει ένα σχολείο που τιμώντας πλήρως τη βασική αποστολή της διαφύλαξης και της προαγωγής της πολιτιστικής μας ταυτότητας, ανταποκρίνεται χωρίς φοβικότητα και προκαταλήψεις στις ανάγκες, τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες της εποχής μας.
Ένα σχολείο που ενθαρρύνει τα παιδιά να επιδιώξουν την αριστεία στα πεδία που τους ταιριάζουν και τους εμπνέουν, που τα μορφώνει σφαιρικά και τους παρέχει τις γνώσεις, τις δεξιότητες, αλλά και τη δύναμη του χαρακτήρα και την αρετή ώστε να κυνηγήσουν τα δικά τους όνειρα και ταυτόχρονα να συμβάλλουν ουσιαστικά στην κοινή προκοπή.
Ένα σχολείο που, αντί να επιλέγει τον εύκολο αλλά αδιέξοδο δρόμο της ήσσονος προσπάθειας, της απάθειας, της απαξίωσης και της ισοπέδωσης προς τα κάτω, λειτουργεί πραγματικά και ουσιαστικά ως ο ισχυρότερος μοχλός κοινωνικής κινητικότητας, ως το αποτελεσματικότερο εργαλείο που διαθέτουμε ως κοινωνία για να αντιμετωπίσουμε την πολύ υπαρκτή ανισότητα και αδικία.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι ξεκινά «από κάτω προς τα πάνω», από το νηπιαγωγείο δηλαδή έως και το πανεπιστήμιο, ενώ εισάγει εύλογες, αιτιολογημένες αλλαγές που βασίζονται στην επιστημονική γνώση και τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, με τρόπο που επιτρέπει στα παιδιά και τις οικογένειές τους, στους εκπαιδευτικούς και σε κάθε ενδιαφερόμενο να κάνουν τους σχεδιασμούς τους χωρίς ανατροπές και αιφνιδιασμούς.
Το νομοσχέδιο κινείται σε τρεις άξονες: την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών στο σχολείο, τις στοχευμένες παρεμβάσεις για την ενίσχυση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου, και τις οργανωτικές και βελτιωτικές ρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση.
Όπως έχετε διαπιστώσει, πρόκειται για ένα μεγάλο σε έκταση και εύρος νομοθέτημα με 115 άρθρα κατανεμημένα σε 10 κεφάλαια.
Στην κατ’ άρθρο επεξεργασία θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις εισαγόμενες ρυθμίσεις λεπτομερειακά. Σε αυτή τη φάση, θέλω να σταθώ κυρίως στις βασικές καινοτομίες που εισάγονται καθώς και στη φιλοσοφία που τις διέπει και τις καθοδηγεί, η οποία διαφέρει σημαντικά από την αντίστοιχη της προηγούμενης κυβέρνησης.
Ξεκινώ από τις αλλαγές στο νηπιαγωγείο, στο βασικό και απ’ ό,τι φαίνεται πιο σημαντικό βήμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Είναι εδώ πολύ σημαντικό ότι εισάγεται η πρώτη επαφή με την αγγλική γλώσσα μέσα από δημιουργικές δραστηριότητες.
Στην ίδια κατεύθυνση, ενισχύεται η διδασκαλία των αγγλικών και στο δημοτικό, ενώ συνολικά δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε σχέση με τα ισχύοντα σήμερα και στη διδασκαλία της πληροφορικής, των κλασικών γραμμάτων, και της φυσικής αγωγής.
Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η εισαγωγή των εργαστηρίων δεξιοτήτων από το νηπιαγωγείο μέχρι και το γυμνάσιο, μια πρωτοβουλία που έχει ως στόχο τη συστηματικότερη καλλιέργεια ήπιων δεξιοτήτων στα παιδιά και την παροχή απαραίτητων για την εποχή μας γνώσεων για θέματα που εκτείνονται από τον εθελοντισμό και την οδική ασφάλεια, την πρόληψη από εξαρτήσεις και τον σεβασμό στη διαφορετικότητα, μέχρι τη ρομποτική, τη σεξουαλική αγωγή και την επιχειρηματικότητα.
Εκεί λοιπόν που η προηγούμενη κυβέρνηση δίστασε, εμείς τολμάμε να εισαγάγουμε με σεβασμό, υπευθυνότητα και επιστημονικότητα αντικείμενα και θέματα απολύτως κρίσιμα για την υγεία και την ποιότητα ζωής των παιδιών μας.
Ενώ παράλληλα, προχωράνε σε μεγαλύτερο βάθος οι αλλαγές σε προγράμματα και σχολικά βιβλία ώστε να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο τα σχολεία μας με σύγχρονο, άρτιο, ποιοτικό και καλαίσθητο εκπαιδευτικό υλικό που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των σημερινών παιδιών και νέων ανθρώπων.
Σε ό,τι αφορά κυρίως τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι μέθοδοι αποτίμησης της προόδου των μαθητών διευρύνονται, και αυξάνονται τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα ενώ συστήνεται η τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας στο λύκειο – ένα ιδιαίτερα χρήσιμο μέτρο για την εναρμόνιση της αξιολόγησης και την κάλυψη της ύλης.
Επίσης ιδιαίτερη σημασία έχει η εισαγωγή του λεγόμενου «κόντρα» μαθήματος στην Γ’ Λυκείου. Έτσι, οι μαθητές που θα επιλέγουν πρακτική κατεύθυνση θα εξετάζονται και στην ιστορία, ενώ οι μαθητές της θεωρητικής κατεύθυνσης θα εξετάζονται και στα μαθηματικά, με τα μαθήματα αυτά να προσμετρώνται στο απολυτήριο, ώστε να ενισχυθεί ο χαρακτήρας του λυκείου ως χώρος καλλιέργειας της γενικής παιδείας και όχι ως προθάλαμος εξετάσεων για το πανεπιστήμιο.
Ακόμη, εξορθολογίζεται η διαδικασία προαγωγής και απόλυσης των μαθητών, ενώ επαναφέρεται η αναγραφή του χαρακτηρισμού της διαγωγής των μαθητών στους τίτλους σπουδών, ένα παιδαγωγικό μέτρο που στόχο έχει την ταυτόχρονη καλλιέργεια των αρετών της ελευθερίας και της ευθύνης, μια σύνθεση απολύτως αναγκαία για τη μετέπειτα ζωή του παιδιού.
Ξανά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, θέλω να σταθώ σε δύο πολύ σημαντικές προβλέψεις:
Η πρώτη αφορά τη θεσμοθέτηση ενός συνεκτικού, λειτουργικού και δίκαιου πλαισίου για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου. Με απόλυτο σεβασμό στην ευσυνειδησία της πολύ μεγάλης πλειονότητας των εκπαιδευτικών, με απόλυτο σεβασμό στη δυνατότητα κάθε εκπαιδευτικής κοινότητας να ορίζει εκπαιδευτικούς στόχους και να αποφασίζει τους βέλτιστους τρόπους επίτευξής τους, η πρόβλεψη αυτή, που βασίζεται στο τρίπτυχο «Προγραμματισμός – Αυτοαξιολόγηση – Εξωτερική Αξιολόγηση» έχει ως στόχο την επιβράβευση των νησίδων της αριστείας, την ανάδειξη των θετικών παραδειγμάτων και την ενσωμάτωσή τους στην ευρύτερη εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και την έγκαιρη παροχή της δυνατότητας ενίσχυσης εκεί όπου αυτό χρειάζεται.
Ταυτόχρονα βεβαίως, ενισχύονται οι δυνατότητες περαιτέρω επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών μας με προγράμματα, δράσεις και πρωτοβουλίες στις οποίες έχει σημαντικό ρόλο το ΙΕΠ.
Στο παρελθόν, σε εποχές μειωμένης κοινωνικής εμπιστοσύνης, κάθε αναφορά σε αξιολόγηση συναντούσε μεγάλες αντιδράσεις. Όμως ταυτόχρονα, όλοι αναγνωρίζαμε ακόμη και τότε πως όταν δεν έχεις σαφή εικόνα του πραγματικού αποτελέσματος μιας διαδικασίας, όταν δεν έχεις δείκτες ποιότητας, όταν δεν έχεις κανέναν τρόπο να επιβραβεύσεις την αριστεία και να παρέμβεις ενισχυτικά εκεί όπου χρειάζεται τότε δεν μπορείς και να βελτιώσεις τα πράγματα.
Η πρόκληση λοιπόν σήμερα είναι, μαζί με την ευρύτερη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο κράτους και τους θεσμούς που ήδη συντελείται, να πείσει η κυβέρνηση στην πράξη ακόμη και τους πιο δύσπιστους και επιφυλακτικούς ότι η αξιολόγηση θα γίνει όπως πρέπει και θα αποδώσει τα θετικά της αποτελέσματα.
Η δεύτερη μεγάλη τομή την οποία θέλω να υπογραμμίσω είναι η ενίσχυση και διεύρυνση του θεσμού των Προτύπων και των Πειραματικών σχολείων, ένας θεσμός που χτυπήθηκε στο παρελθόν από μια τυφλή και άδικη πιστεύω προκατάληψη.
Το νομοσχέδιο αυτό όχι απλώς αποκαθιστά αυτούς τους πολύτιμους για την εκπαίδευση και την κοινωνία μας συνολικά θεσμούς, αλλά και προβλέπει την επέκταση των Προτύπων και Πειραματικών ώστε να γίνουν διαθέσιμα σε ολοένα και περισσότερα παιδιά, σε ολοένα και περισσότερες οικογένειες και να μπολιάσουν με τις καινοτόμες πρακτικές τους ακόμη πιο αποτελεσματικά ολόκληρη την εκπαιδευτική διαδικασία.
Χαρακτηριστικά, από το Σεπτέμβριο 2020 προβλέπεται η λειτουργία 28 Πρότυπων και 34 Πειραματικών Σχολείων, αλλά και η έκδοση ανοιχτής πρόσκλησης για μετατροπή δημοσίων σχολείων σε πρότυπα και πειραματικά. Μάλιστα, η επέκταση των σχολείων αυτών ξεκινά εμβληματικά από τη Δυτική Αττική, μια επιλογή που συμβολίζει την πίστη μας ότι το ποιοτικό δημόσιο σχολείο ενισχύει κυρίως τις οικογένειες με χαμηλότερο εισόδημα, δίνοντας στα παιδιά ουσιαστικές ευκαιρίες να κυνηγήσουν τα όνειρά τους και να προκόψουν.
Ιδιαίτερα μεγάλη σημασία έχουν ακόμη οι προβλέψεις που στοχεύουν στην αποτελεσματικότερη στελέχωση των σχολικών μονάδων ιδίως σε απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές. Ακόμη και στην Αργολίδα, την περιφέρεια όπου εκλέγομαι, παρά το γεγονός ότι χιλιομετρικά δεν απέχει υπερβολικά από την Αθήνα, υπάρχουν πολλά σχολεία ιδίως σε ορεινές περιοχές που συχνά περνούν μήνες μέχρι να καλυφθούν τα κενά σε εκπαιδευτικούς.
Τα μέτρα όπως η διπλή μοριοδότηση για τις δυσπρόσιτες περιοχές και η μείωση της διάρκειας των πινάκων απαντούν σ’ αυτό το οξύ πρόβλημα.Με επόμενο δε νομοθέτημα προβλέπεται να ρυθμιστούν και άλλα σχετικά ζητήματα.
Θέλω ξεχωριστά να σταθώ στις προβλέψεις που αφορούν τους διορισμούς για την ειδική αγωγή. Επισημαίνω εδώ ότι σύμφωνα και με τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης, προχωρά κανονικά η διαδικασία για την πρόσληψη 4.500 εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής. Ήδη έχουν αναρτηθεί οι πίνακες για 1040 εκπαιδευτικούς και βοηθητικό προσωπικό ειδικής αγωγής.
Σε ό,τι αφορά τέλος στις ρυθμίσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, υπογραμμίζω την ενίσχυση της εξωστρέφειας των πανεπιστημίων με τη δυνατότητα αυτόνομης ίδρυσης ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων, κοινών και διπλών προγραμμάτων μεταξύ ελληνικών και ξένων ιδρυμάτων καθώς και θερινών προγραμμάτων. Υπογραμμίζω τον εξορθολογισμό του πλαισίου των μετεγγραφών με την εισαγωγή ακαδημαϊκού κριτηρίου, αλλά και την πληρέστερη και δικαιότερη εξέταση των οικονομικών και κοινωνικών κριτηρίων.
Υπογραμμίζω τέλος τις αλλαγές που αφορούν τη διαδικασία της ανάδειξης των πρυτανικών αρχών που εγγυούνται τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία από αθέμιτες πιέσεις και αντιδημοκρατικές πρακτικές και την εναρμόνιση με τις βέλτιστες πρακτικές και τις δυνατότητες της σύγχρονης τεχνολογίας.
Θέλω επίσης να αναφερθώ στις προβλέψεις του τρίτου κεφαλαίου του νομοσχεδίου που αφορούν την ενίσχυση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό, ένα ευαίσθητο ζήτημα εθνικού χαρακτήρα στο οποίο οφείλουμε ως οργανωμένη πολιτεία να αφιερώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίνοντας στα ελληνόπουλα του εξωτερικού τη δυνατότητα να γνωρίσουν, να βιώσουν και να αγαπήσουν τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Θα μπορούσε ίσως η σημερινή κυβέρνηση να ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο της συντηρητικής διαχείρισης, που όμως δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της τεράστιας πλειονότητας της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Θα μπορούσε ίσως η σημερινή κυβέρνηση να κινηθεί με γνώμονα την ιδεοληψία, την προκατάληψη και τον φόβο της αλλαγής.
Αν το έκανε όμως αυτό, δεν θα τιμούσε το δεσμευτικό συμβόλαιο που συνυπογράψαμε με τους πολίτες στις εκλογές του περσινού καλοκαιριού.
Δεν θα τιμούσε την ιστορία της Νέας Δημοκρατίας, της παράταξης που σταθερά ιεραρχεί το συμφέρον του έθνους και της κοινωνίας πάνω από οποιαδήποτε άλλη στόχευση.
Είμαι γι’ αυτό ιδιαίτερα ευτυχής που έχω σήμερα την τιμή να εισηγούμαι στην Επιτροπή ένα νομοσχέδιο που με τρόπο συστηματικό και συνεκτικό διορθώνει λάθη, καλύπτει κενά, αλλά πρωτίστως δημιουργεί ένα νέο, σύγχρονο, αισιόδοξο περιβάλλον για την παιδεία στη χώρα μας, δίνοντας στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους καλύτερες και ουσιαστικότερες ευκαιρίες πραγματικής μόρφωσης και απόκτησης των εργαλείων που θα τους επιτρέψουν να γίνουν καλοί και άξιοι πολίτες, να προκόψουν στο πεδίο που θα επιλέξουν και να συμβάλουν ταυτόχρονα στην κοινή προκοπή ολόκληρης της κοινωνίας μας».