Το συγκεκριμένο ζώο δεν είναι καθόλου άγνωστο στον κόσμο. Αντιθέτως, όχι μόνο είναι ευρέως γνωστό, αλλά σε ορισμένες περιοχές ακόμα και το άκουσμα του ονόματός του -πόσο μάλλον η συνάντηση μαζί του- προκαλεί το φόβο στην πλειονότητα των ανθρώπων.
Ένας στίχος γνωμικού χαρακτηριστικά αναφέρει: «...αν σε φάει η δεντρογαλιά, ούτε κρίση ούτε λαλιά...», αποδίδοντας εξαιρετικά ταχεία δράση και θνησιμότητα στο δηλητήριο της δεντρογαλιάς σε περίπτωση που δαγκώσει έναν άνθρωπο. Μόνο που η δεντρογαλιά, όπως και τα περισσότερα φίδια της ελληνικής υπαίθρου, δεν έχει καθόλου δηλητήριο, είναι τελείως ακίνδυνη για τον άνθρωπο και όταν αντιληφθεί την ανθρώπινη παρουσία τρέπεται σε φυγή!
Οπότε, η δεντρογαλιά είναι ένα ακόμη φίδι που τελείως αδικαιολόγητα είναι μισητό και καταδιώκεται από τον άνθρωπο χωρίς καμία απολύτως δικαιολογημένη αιτία.
Περί ονοματολογίας, η πρώτη λέξη του επιστημονικού ονόματος (Hierophis) προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις ιερός και όφις, ενώ η δεύτερη λέξη προέρχεται από την ιταλική πόλη Gemona όπου περιγράφηκε το πρώτο άτομο του είδους. Το κοινό ελληνικό όνομα προέρχεται από τις λέξεις δέντρο και γαλή, δηλαδή γάτα, περιγράφοντας τις εξαιρετικές αναρριχητικές ικανότητες του φιδιού.
Η προστασία της δεντρογαλιάς σε εθνικό και κοινοτικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αρκετά «χαλαρή», καθώς περιλαμβάνεται ορισμένους μόνο καταλόγους συμβάσεων και νόμων.
Περί ονοματολογίας, η πρώτη λέξη του επιστημονικού ονόματος (Hierophis) προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις ιερός και όφις, ενώ η δεύτερη λέξη προέρχεται από την ιταλική πόλη Gemona όπου περιγράφηκε το πρώτο άτομο του είδους. Το κοινό ελληνικό όνομα προέρχεται από τις λέξεις δέντρο και γαλή, δηλαδή γάτα, περιγράφοντας τις εξαιρετικές αναρριχητικές ικανότητες του φιδιού.
Η δεντρογαλιά είναι ένα μεσαίου μεγέθους φίδι με το μήκος του να φτάνει τα 130 εκατοστά, συνήθως όμως καταγράφονται μικρότερα άτομα. Το σώμα του είναι λεπτό -σε σχέση με τις οχιές και τους βόες- αλλά ισχυρό και το κεφάλι ξεχωρίζει από το υπόλοιπο σώμα.
Το χρώμα του είναι ραχιαία γκρίζο-καστανό, γκρίζο-λαδί, με το πρώτο τρίτο του μήκους του σώματος να έχει διάσπαρτα μαύρα στίγματα, ενώ κοιλιακά είναι υποκίτρινο ή υπόλευκο.
Το χρώμα του είναι ραχιαία γκρίζο-καστανό, γκρίζο-λαδί, με το πρώτο τρίτο του μήκους του σώματος να έχει διάσπαρτα μαύρα στίγματα, ενώ κοιλιακά είναι υποκίτρινο ή υπόλευκο.
Απαντάται σε ξηρές, πετρώδεις και βραχώδεις περιοχές με χαμηλή βλάστηση (φρύγανα, υποβαθμισμένη μακκία) παρυφές και ξέφωτα δασών, καλλιεργημένες περιοχές, αλλά και κοντά σε ανθρώπινες εγκαταστάσεις (χωριά, κήπους, ερείπια, τοίχους).
Δραστηριοποιείται την ημέρα και είναι κυρίως εδαφόβιο φίδι, αλλά όταν κυνηγά ξεδιπλώνει την μεγάλη ταχύτητά του και τις αναρριχητικές του ικανότητες.
Δραστηριοποιείται την ημέρα και είναι κυρίως εδαφόβιο φίδι, αλλά όταν κυνηγά ξεδιπλώνει την μεγάλη ταχύτητά του και τις αναρριχητικές του ικανότητες.
Τρέφεται με σαύρες, άλλα φίδια, πουλιά και τα αυγά τους, μικρά θηλαστικά και αμφίβια, ενώ τα νεαρά άτομα καταναλώνουν και έντομα και άλλα ασπόνδυλα. Όταν απειληθεί τρέπεται σε φυγή και προσπαθεί να κρυφτεί σε τρύπες στο έδαφος ή στη βλάστηση.
Η προστασία της δεντρογαλιάς σε εθνικό και κοινοτικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αρκετά «χαλαρή», καθώς περιλαμβάνεται ορισμένους μόνο καταλόγους συμβάσεων και νόμων.
Οι άμεσες απειλές στο συγκεκριμένο ζώο είναι ιδιαίτερα έντονες, καθώς έρχεται συχνά σε άμεση επαφή με τον άνθρωπο με δυσμενή γι' αυτό κατάληξη, ενώ «πληρώνει» και ιδιαίτερα ψηλό «φόρο αίματος» στο οδικό δίκτυο.
Οι έμμεσες πιέσεις που αντιμετωπίζει σχετίζονται με την υποβάθμιση, συρρίκνωση και καταστροφή των βιοτόπων που διαβιεί και κυνηγά, αλλά και με τη χρήση μυοκτόνων και εντομοκτόνων φαρμάκων που μέσω της τροφικής αλυσίδας δηλητηριάζουν τα φίδια.
Η δεντρογαλιά είναι ένα από το περισσότερο κοινά φίδια της προστατευόμενης περιοχής του όρους Πάρνωνα και υγροτόπου Μουστού, με τον επισκέπτη και τον κάτοικο της περιοχής να έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να το συναντήσει την κατάλληλη εποχή, δηλαδή κυρίως την άνοιξη και ακολούθως καλοκαίρι και φθινόπωρο.
Οι συναντήσεις αυτές δεν χρειάζεται να είναι μοιραίες για τη δεντρογαλιά -όπως και για όλα τα φίδια- επειδή είτε από άγνοια και παραπληροφόρηση είτε από αδιαφορία τα χαρακτηρίζουμε όλα -υπερβολικά και αδικαιολόγητα- ως επικίνδυνα και «θανατηφόρα».
Η χρησιμότητα της δεντρογαλιάς και των υπόλοιπων φιδιών στη φύση είναι δεδομένη για όλα τα υπόλοιπα «μέλη» του φυσικού κόσμου εκτός από τον άνθρωπο, οπότε είναι πλέον επιτακτικό να αλλάξουμε κι εμείς στάση προς αυτά πριν είναι αργά, χάνοντας οριστικά ένα ακόμα κομμάτι της πολύτιμης βιοποικιλότητας.
Οι έμμεσες πιέσεις που αντιμετωπίζει σχετίζονται με την υποβάθμιση, συρρίκνωση και καταστροφή των βιοτόπων που διαβιεί και κυνηγά, αλλά και με τη χρήση μυοκτόνων και εντομοκτόνων φαρμάκων που μέσω της τροφικής αλυσίδας δηλητηριάζουν τα φίδια.
Η δεντρογαλιά είναι ένα από το περισσότερο κοινά φίδια της προστατευόμενης περιοχής του όρους Πάρνωνα και υγροτόπου Μουστού, με τον επισκέπτη και τον κάτοικο της περιοχής να έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να το συναντήσει την κατάλληλη εποχή, δηλαδή κυρίως την άνοιξη και ακολούθως καλοκαίρι και φθινόπωρο.
Οι συναντήσεις αυτές δεν χρειάζεται να είναι μοιραίες για τη δεντρογαλιά -όπως και για όλα τα φίδια- επειδή είτε από άγνοια και παραπληροφόρηση είτε από αδιαφορία τα χαρακτηρίζουμε όλα -υπερβολικά και αδικαιολόγητα- ως επικίνδυνα και «θανατηφόρα».
Η χρησιμότητα της δεντρογαλιάς και των υπόλοιπων φιδιών στη φύση είναι δεδομένη για όλα τα υπόλοιπα «μέλη» του φυσικού κόσμου εκτός από τον άνθρωπο, οπότε είναι πλέον επιτακτικό να αλλάξουμε κι εμείς στάση προς αυτά πριν είναι αργά, χάνοντας οριστικά ένα ακόμα κομμάτι της πολύτιμης βιοποικιλότητας.