Σε «ξεπερασμένα» επιστημονικά δεδομένα στηρίζεται η οδηγία για την τήρηση αποστάσεων δύο μέτρων ως μέσο αποφυγής της μόλυνσης από τον κορωνοϊό, υποστηρίζουν Βρετανοί ερευνητές.
Όπως αναφέρει η μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση British Medical Journal (ΒΜJ) υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ιογενή σταγονίδια μπορεί να «ταξιδέψουν» έως και οκτώ μέτρα όταν βήξει κάποιος ή φταρνιστεί, λόγος για τον οποίο θεωρεί «υπεραπλουστευτικές» τις συστάσεις για το social distancing της βρετανικής κυβέρνησης.
Υποστηρίζει ότι σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου, όπως τα νυχτερινά κλαμπ και τα μπαρ, θα πρέπει οι θαμώνες να τηρούν μεταξύ τους αποστάσεις ακόμη και οκτώ μέτρα, όπως έχουν δείξει προηγούμενες μελέτες μεταξύ άλλων και στις ΗΠΑ ενώ μπορεί να είναι πιο χαλαροί οι κανόνες σε άλλους όχι τόσο επικίνδυνους χώρους. «Έτσι θα παρέχεται μεγαλύτερη προστασία σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου, αλλά και εξασφαλίζεται μεγαλύτερη ελευθερία σε εκείνα χαμηλότερου κινδύνου, επιτρέποντας πιθανώς μια επιστροφή προς κάποιας μορφής κανονικότητα σε κάποιους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής», σημειώνει η μελέτη.
Προσθέτει, μάλιστα, ότι κατά την εκπνοή, το τραγούδι, το βήξιμο και το φτάρνισμα παράγονται αέρια νέφη που μετακινούν ταχύτερα τα σταγονίδια σε απόσταση έως και επτά – οκτώ μέτρων μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Σύμφωνα με τους Βρετανούς ερευνητές, η απόσταση που μπορούν να «ταξιδέψουν» τα σταγονίδια του κορονοϊού εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το αν ο φορέας του κορονοϊού είναι σε κλειστό ή υπαίθριο χώρο, από το αν φορά μάσκες και από τον κλιματισμό στον χώρο.
Ρόλο παίζουν και το ιικό φορτίο του φορέα, για πόσο διάστημα εκτίθενται άλλοι κατά την επαφή τους μ’ αυτόν καθώς και πόσο ευάλωτοι είναι στη μόλυνση. Κι αυτό, σύμφωνα με την έρευνα του Νίκολας Τζόουνς και των συναδέλφων του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, σημαίνει ότι η τήρηση αποστάσεων «θα πρέπει να θεωρηθεί μόνον ένα σκέλος της ευρύτερης προσέγγισης των υγειονομικών Αρχών για την αναχαίτιση της πανδημίας».
Όπως λένε, «θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλες στρατηγικές για τη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορονοϊού, περιλαμβανομένου του τακτικού, σχολαστικού καθαρισμού των χεριών, των επιφανειών και της χρήσης μασκών και προστατευτικού εξοπλισμού».
Υποστηρίζει ότι σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου, όπως τα νυχτερινά κλαμπ και τα μπαρ, θα πρέπει οι θαμώνες να τηρούν μεταξύ τους αποστάσεις ακόμη και οκτώ μέτρα, όπως έχουν δείξει προηγούμενες μελέτες μεταξύ άλλων και στις ΗΠΑ ενώ μπορεί να είναι πιο χαλαροί οι κανόνες σε άλλους όχι τόσο επικίνδυνους χώρους. «Έτσι θα παρέχεται μεγαλύτερη προστασία σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου, αλλά και εξασφαλίζεται μεγαλύτερη ελευθερία σε εκείνα χαμηλότερου κινδύνου, επιτρέποντας πιθανώς μια επιστροφή προς κάποιας μορφής κανονικότητα σε κάποιους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής», σημειώνει η μελέτη.
Προσθέτει, μάλιστα, ότι κατά την εκπνοή, το τραγούδι, το βήξιμο και το φτάρνισμα παράγονται αέρια νέφη που μετακινούν ταχύτερα τα σταγονίδια σε απόσταση έως και επτά – οκτώ μέτρων μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Σύμφωνα με τους Βρετανούς ερευνητές, η απόσταση που μπορούν να «ταξιδέψουν» τα σταγονίδια του κορονοϊού εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το αν ο φορέας του κορονοϊού είναι σε κλειστό ή υπαίθριο χώρο, από το αν φορά μάσκες και από τον κλιματισμό στον χώρο.
Ρόλο παίζουν και το ιικό φορτίο του φορέα, για πόσο διάστημα εκτίθενται άλλοι κατά την επαφή τους μ’ αυτόν καθώς και πόσο ευάλωτοι είναι στη μόλυνση. Κι αυτό, σύμφωνα με την έρευνα του Νίκολας Τζόουνς και των συναδέλφων του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, σημαίνει ότι η τήρηση αποστάσεων «θα πρέπει να θεωρηθεί μόνον ένα σκέλος της ευρύτερης προσέγγισης των υγειονομικών Αρχών για την αναχαίτιση της πανδημίας».
Όπως λένε, «θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλες στρατηγικές για τη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορονοϊού, περιλαμβανομένου του τακτικού, σχολαστικού καθαρισμού των χεριών, των επιφανειών και της χρήσης μασκών και προστατευτικού εξοπλισμού».