Στο Βρετανικό Μουσείο ένα ελληνικό βλήμα σφενδόνης τουλάχιστον 2.000 ετών μαρτυρά, με περισσό θράσος, ότι η «ελευθερία έκφρασης» των στρατιωτών εν πολέμω δεν γεννήθηκε τον προηγούμενο αιώνα. Ίσως η σφενδόνη να μην ακούγεται τόσο φονική, όμως εδώ δεν μιλάμε για πετροπόλεμο της γειτονιάς. Μιλάμε για ελλειψοειδείς βολίδες από μολύβι (μολύβδαιναι) μήκους περίπου 3,8 εκατοστών, διαμέτρου σχεδόν 2,5 εκ. στο παχύτερο σημείο τους και βάρους 42-100 γραμμαρίων, χυμένες σε καλούπι και με μυτερές άκρες για μεγαλύτερη ζημιά –μικροί «πύραυλοι», ικανοί για σοβαρούς τραυματισμούς ή και θάνατο.
Στην επιφάνειά του το βλήμα φέρει ανάγλυφη την λέξη «ΔΕΞΑΙ» δηλαδή… «πάρε» (άρπα την) ή «φάγε» (φάτην). Το μήνυμα του σφενδονήτη προς τον αντίπαλο ήταν λιτό, απέριττο και άμεσα παραδοτέο. Παρόμοια βλήματα με σκωπτικές επιγραφές έχουν βρεθεί στην Σικελία αλλά και στην Ελλάδα, με ένα το οποίο βρέθηκε κοντά στο Άργος να ξεχωρίζει αναγράφοντας «ΤΡΩΓ Ε ΑΛΙΟΝ» (τρωγάλιον, το στραγάλι) ή κατά άλλη ερμηνεία «ματαίως το δαγκώνεις» (πολύ σκληρό για τα δόντια σου). Επίσης έχουν βρεθεί ονόματα θεοτήτων (ΗΡΑΚΛΕΙ) για τύχη και προστασία, ονόματα που συνδέονται με την νίκη (ΔΙΟΣ ΝΙΚΗ) αλλά και πόλεων (ΚΑΤΑΝΑ) ή ονόματα που δηλώνουν από πού ήλθε το βλήμα (ΕΛΛΕΝΙ) καθώς και βλήματα με ανάγλυφες εικόνες-σύμβολα.
Άλλα μηνύματα είναι προκλητικά, π.χ «ΦΑΙΝΕ» (φανερώσου) έως ειρωνικά, όπως επιφωνήματα πόνου «ΠΑΠΑΙ» (ωχ, δηλ. πόνεσε). Βεβαίως και οι Ρωμαίοι δεν πήγαιναν πίσω στις προσβολές που έφεραν τα «βελανίδια», όπως ήταν γνωστά στην στρατιωτική αργκό τα βλήματα σφενδόνης (glandes) λόγω του σχήματός τους. «Λούκιε Αντώνιε καράφλα, είσαι τελειωμένος». Σύμφωνα με τον ιστορικό John McCaul, συγγραφέα του βιβλίου ‘On Inscribed Sling-Bullets’, δεν είναι καταγεγραμμένο αν ο αδελφός του Μάρκου Αντωνίου υπέφερε από τριχόπτωση, όμως καταλάβατε το πνεύμα. Σίγουρα θα υπήρχαν και πολύ πιο δηκτικά.
Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο –και στους πολέμους που ακολούθησαν– το ‘bomb graffiti’ πήρε άλλες διαστάσεις. Από αυθόρμητη έκφραση των μαχητών έγινε όπλο προπαγάνδας και ψυχολογικών επιχειρήσεων. Πριν την θρυλική επιδρομή αμερικανικών βομβαρδιστικών B-25Β εναντίον του Τόκυο και πέντε ακόμη ιαπωνικών πόλεων τον Απρίλιο του 1942, ο επικεφαλής της αποστολής, Αντισυνταγματάρχης της Αεροπορίας Τζέιμς Ντούλιτλ, έδεσε σε μια βόμβα το παράσημο που του είχε απονείμει προπολεμικά η ιαπωνική κυβέρνηση «επιστρέφοντάς» το. Πόσο πιο σαφές να γινόταν;
Από τον Β΄ΠΠ και μετά το ‘nose art’ στα αεροπλάνα απέκτησε cult status ωστόσο τίποτα δεν είναι πιο άμεσο από ένα μήνυμα πάνω σε μια βόμβα, ασχέτως αν ο παραλήπτης δεν προλαβαίνει να το διαβάσει. Η παράδοση συνεχίστηκε με τον ίδιο ζήλο στην Κορέα, στο Βιετνάμ, στον Κόλπο και πιο πρόσφατα στον λεγόμενο Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας. Αρκούν ένα-δύο κουτιά χρώμα και η φαντασία του «καλλιτέχνη».
Η έγκριση της ηγεσίας παραμένει πάντα ένα θέμα, ωστόσο οι έξυπνοι Διοικητές ξέρουν να βλέπουν το ψυχολογικό όφελος πίσω από αυτό. Όσο υπάρχει πόλεμος τόσο θα υπάρχει το μαύρο χιούμορ που τον συνοδεύει. Πολλές φορές μοιάζει εφηβικό, ανώριμο, ή απροκάλυπτα χυδαίο, αλλά στον πόλεμο συμβαίνει αυτό.
Όπως έλεγε ένας Αμερικανός πιλότος που υπηρέτησε στο Βιετνάμ, η «προσωποποίηση» των εργαλείων του πολέμου ανάγεται «στην πολύ πρωτόγονη αντίληψη ότι άπαξ και δώσεις όνομα σε κάτι, έχεις τον έλεγχό του». Ένα όπλο ή μέσο με όνομα είναι πλέον ξεχωριστό, έχει άλλη δύναμη, είναι σαν να έχει ψυχή και αυτενέργεια. Υπό το πρίσμα αυτό, το εικονιζόμενο A-1J με το εύγλωττο ‘Sock It To ‘Em’ (Ρίξτους το) είναι καθ’ όλα σύμφωνο με τους «άγραφους» κανονισμούς.
Αλέξανδρος Θεολόγου
Άλλα μηνύματα είναι προκλητικά, π.χ «ΦΑΙΝΕ» (φανερώσου) έως ειρωνικά, όπως επιφωνήματα πόνου «ΠΑΠΑΙ» (ωχ, δηλ. πόνεσε). Βεβαίως και οι Ρωμαίοι δεν πήγαιναν πίσω στις προσβολές που έφεραν τα «βελανίδια», όπως ήταν γνωστά στην στρατιωτική αργκό τα βλήματα σφενδόνης (glandes) λόγω του σχήματός τους. «Λούκιε Αντώνιε καράφλα, είσαι τελειωμένος». Σύμφωνα με τον ιστορικό John McCaul, συγγραφέα του βιβλίου ‘On Inscribed Sling-Bullets’, δεν είναι καταγεγραμμένο αν ο αδελφός του Μάρκου Αντωνίου υπέφερε από τριχόπτωση, όμως καταλάβατε το πνεύμα. Σίγουρα θα υπήρχαν και πολύ πιο δηκτικά.
Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο –και στους πολέμους που ακολούθησαν– το ‘bomb graffiti’ πήρε άλλες διαστάσεις. Από αυθόρμητη έκφραση των μαχητών έγινε όπλο προπαγάνδας και ψυχολογικών επιχειρήσεων. Πριν την θρυλική επιδρομή αμερικανικών βομβαρδιστικών B-25Β εναντίον του Τόκυο και πέντε ακόμη ιαπωνικών πόλεων τον Απρίλιο του 1942, ο επικεφαλής της αποστολής, Αντισυνταγματάρχης της Αεροπορίας Τζέιμς Ντούλιτλ, έδεσε σε μια βόμβα το παράσημο που του είχε απονείμει προπολεμικά η ιαπωνική κυβέρνηση «επιστρέφοντάς» το. Πόσο πιο σαφές να γινόταν;
Από τον Β΄ΠΠ και μετά το ‘nose art’ στα αεροπλάνα απέκτησε cult status ωστόσο τίποτα δεν είναι πιο άμεσο από ένα μήνυμα πάνω σε μια βόμβα, ασχέτως αν ο παραλήπτης δεν προλαβαίνει να το διαβάσει. Η παράδοση συνεχίστηκε με τον ίδιο ζήλο στην Κορέα, στο Βιετνάμ, στον Κόλπο και πιο πρόσφατα στον λεγόμενο Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας. Αρκούν ένα-δύο κουτιά χρώμα και η φαντασία του «καλλιτέχνη».
Η έγκριση της ηγεσίας παραμένει πάντα ένα θέμα, ωστόσο οι έξυπνοι Διοικητές ξέρουν να βλέπουν το ψυχολογικό όφελος πίσω από αυτό. Όσο υπάρχει πόλεμος τόσο θα υπάρχει το μαύρο χιούμορ που τον συνοδεύει. Πολλές φορές μοιάζει εφηβικό, ανώριμο, ή απροκάλυπτα χυδαίο, αλλά στον πόλεμο συμβαίνει αυτό.
Όπως έλεγε ένας Αμερικανός πιλότος που υπηρέτησε στο Βιετνάμ, η «προσωποποίηση» των εργαλείων του πολέμου ανάγεται «στην πολύ πρωτόγονη αντίληψη ότι άπαξ και δώσεις όνομα σε κάτι, έχεις τον έλεγχό του». Ένα όπλο ή μέσο με όνομα είναι πλέον ξεχωριστό, έχει άλλη δύναμη, είναι σαν να έχει ψυχή και αυτενέργεια. Υπό το πρίσμα αυτό, το εικονιζόμενο A-1J με το εύγλωττο ‘Sock It To ‘Em’ (Ρίξτους το) είναι καθ’ όλα σύμφωνο με τους «άγραφους» κανονισμούς.
Αλέξανδρος Θεολόγου
Πηγή: ptisidiastima.com